Είναι το Σύνταγμα υπεράνω των αγορών;

Είναι το Σύνταγμα υπεράνω των αγορών;

3' 27" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Ακρίτας Καϊδατζής*: Διαλεκτική σχέση

Τ​​α κοινωνικά δικαιώματα του Συντάγματος είναι θεσμοποιημένες πολιτικές αναδιανομής του κοινωνικού πλούτου, δηλαδή μηχανισμός μεταφοράς πόρων από τους πλουσιότερους στους φτωχότερους. Λέμε συχνά ότι τα κοινωνικά δικαιώματα συνίστανται σε παροχές του κράτους προς τους πολίτες. Αυτό είναι η μισή αλήθεια. Παροχές δεν υπάρχουν, αν δεν επιβληθούν φόροι και εισφορές. Το κράτος δεν έχει δικούς του πόρους, απλώς διαμεσολαβεί για την αναδιανομή του πλούτου που παράγει η κοινωνία. Κάθε μεταφορά πόρων προς κάποιους προϋποθέτει αφαίρεση πόρων από κάποιους άλλους.

Τα κοινωνικά δικαιώματα, στην πραγματικότητα, είναι επιτρεπτικοί κανόνες. Επιτρέπουν στον νομοθέτη να παρεμβαίνει στις οικονομικές σχέσεις, δηλαδή στην ελεύθερη λειτουργία της αγοράς, κατά τρόπο που θα μπορούσε να θεωρηθεί αντισυνταγματικός αν το Σύνταγμα δεν κατοχύρωνε κοινωνικούς σκοπούς. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, η υποχρεωτική κοινωνική ασφάλιση. Αν έχω υψηλό εισόδημα, καταβάλλω υψηλές εισφορές υγείας στο δημόσιο ασφαλιστικό σύστημα και λαμβάνω χαμηλές ή καθόλου παροχές, είτε επειδή είμαι υγιής και δεν τις χρειάζομαι είτε επειδή είμαι πλούσιος και, αν τις χρειαστώ, θα προτιμήσω να τις αγοράσω από ιδιωτικούς παρόχους. Αν είμαι φτωχός και με κακή υγεία (συνήθως αυτά πηγαίνουν μαζί), καταβάλλω ελάχιστες ή καθόλου εισφορές στο δημόσιο σύστημα, από το οποίο λαμβάνω πολλαπλάσιας αξίας παροχές. Από μια «αγορακεντρική» σκοπιά, αυτό μοιάζει άδικο: τον πλούτο που παράγω τον μοιράζομαι με άλλους που δεν παράγουν. Είναι όμως μια «αδικία» που όχι μόνο την επιτάσσει το Σύνταγμά μας, αλλά και η οποία μας συγκροτεί ως κοινωνία.

Υπό το πρίσμα αυτό, το Σύνταγμα, με τα κοινωνικά δικαιώματα που κατοχυρώνει και τους κοινωνικούς σκοπούς που επιτάσσει, μοιάζει να κυριαρχεί πάνω στη λειτουργία της αγοράς. Υπάρχει βέβαια και η άλλη όψη. Είπαμε ότι, για να υλοποιήσει τα κοινωνικά δικαιώματα, ο νομοθέτης αναδιανέμει τον κοινωνικό πλούτο. Αυτό όμως προϋποθέτει ότι παράγεται τέτοιος πλούτος. Οσο αυξάνει ή μειώνεται η παραγωγή κοινωνικού πλούτου, τόσο μεγαλύτερη ή μικρότερη δυνατότητα έχει ο νομοθέτης να τον αναδιανείμει για κοινωνικούς σκοπούς. Επομένως, υλική προϋπόθεση του κοινωνικού κράτους είναι να λειτουργεί η αγορά, ώστε να παράγεται πλούτος. Ακριβώς πάνω σ’ αυτή τη διαλεκτική σχέση κράτους και αγοράς έχει οικοδομηθεί το σύγχρονο κοινωνικό κράτος δικαίου.

* Ο κ. Ακρίτας Καϊδατζής είναι επ. καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου στο ΑΠΘ.

Γιώργος Δελλής*: Υπεροχή χωρίς αντίκρισμα

Τ​​ο Σύνταγμα αποκρυσταλλώνει τους ύψιστους (στο εσωτερικό δίκαιο) κανόνες. Αποτυπώνει τις αξίες μιας κοινωνίας οργανωμένης σε κράτος και τα μέσα για την καλύτερη εξυπηρέτησή τους. Το πώς πρέπει να δρουν τόσο ο Δήμος όσο και η Αγορά. Ταυτόχρονα, είναι δημιούργημα μιας πραγματικότητας –κοινωνικής, πολιτικής και οικονομικής–, προέκταση της οποίας αποτελούν και οι αγορές. Ουδείς τελεί υπεράνω της πραγματικότητας, εκτός εάν μιλάμε με όρους στείρας, νομικίστικης μεταφυσικής. Οπως όταν γίνεται επίκληση της υποτιθέμενης συνταγματικής υπεροχής απέναντι σε μια δαιμονοποιημένη εικόνα των «αγορών». Η συγκεκριμένη φαντασίωση αγνοεί αυτονόητες αλήθειες, όπως το ότι η αύξηση του πλούτου –συμπεριλαμβανομένου και εκείνου που θα αναδιανεμηθεί στο όνομα του συνταγματικού ιδανικού της κοινωνικής αλληλεγγύης– επιτυγχάνεται πιο αποτελεσματικά στον στίβο της ελεύθερης οικονομίας. Παραβλέπει, ακόμη, την ουσία της φιλελεύθερης δημοκρατίας, που κατοχυρώνει και το δικό μας Σύνταγμα. Διότι η Δημοκρατία και η Αγορά είναι δύο συγγενείς θεσμοί, από τη φύση τους ανοικτοί, οι οποίοι χρησιμοποιούν την ελεύθερη συμμετοχή και τον υγιή ανταγωνισμό ως καύσιμο για τη διενέργεια βέλτιστων επιλογών. Ο ρόλος του Συντάγματος είναι ακριβώς να διασφαλίσει τις συνθήκες για την ακώλυτη λειτουργία τους.

Σε ό,τι αφορά την ιδιωτική οικονομική δράση, το καταστατικό κείμενο της πολιτείας θέτει όρια και εργαλεία δημόσιας παρέμβασης ώστε να θεραπεύσει τις εγγενείς ατέλειες και ανεπάρκειες. Αλλά προέχων σκοπός του παραμένει η προαγωγή ενός συστήματος υγιούς αγοράς ως προέκτασης της ίδιας της ελευθερίας. Γι’ αυτό τοποθετείται στην κορυφή της κανονιστικής πυραμίδας και όχι για να αντιπαρατεθεί φοβικά στο επιχειρείν, κραδαίνοντας την αξιακή υπεροχή του. Ειδάλλως, θα καταστεί κενό γράμμα, συμπαρασύροντας στην ήττα του και τα συμφέροντα που εγγυάται με τα άρθρα του. Πόσο μάλλον σε μια εποχή στην οποία τα οικονομικά σύνορα έχουν καμφθεί περισσότερο από ποτέ, σχετικοποιώντας την εθνική κυριαρχία.

Ειδικά για την Ελλάδα, η οποία ευτυχώς συμπλέει ακόμη με την Ε.Ε. –στην οποία η κοινωνική ευημερία επιδιώκεται μέσα από την ελεύθερη αγορά–, μια διαφορετική ανάγνωση του εθνικού Συντάγματος ή η διατύπωση «αγοραφοβικών» απόψεων σε μια πιθανή αναθεώρηση, υπερβαίνουν τα όρια της παραδοξολογίας.

* Ο κ. Γιώργος Δελλής είναι καθηγητής Δημοσίου Δικαίου στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή