Ο σομελιέ που έμαθε το Ασύρτικο στην πρώην πρωθυπουργό της Φινλανδίας

Ο σομελιέ που έμαθε το Ασύρτικο στην πρώην πρωθυπουργό της Φινλανδίας

Ο Χρήστος Τσαλακόπουλος εργάζεται ως σομελιέ σ’ ένα από τα πιο φημισμένα εστιατόρια της Φινλανδίας. Πριν μερικά χρόνια όμως δούλευε ως καθαριστής και πάλευε να ξεπληρώσει ένα μεγάλο χρέος που είχε δημιουργήσει

ο-σομελιέ-που-έμαθε-το-ασύρτικο-στην-πρ-562978492

Συνομιλεί καθημερινά με τους σημαντικότερους ανθρώπους της Φινλανδίας. Πολιτικοί, επιχειρηματίες, αλλά και άνθρωποι της Τέχνης τον συμβουλεύονται για το επόμενο επίσημο δείπνο που θα παραθέσουν. Τον αναζητούν στο Bardot, το φημισμένο εστιατόριο του Ελσίνκι, ή τον προσκαλούν στο σπίτι τους και ακούν με προσοχή τις προτάσεις του. Κοιτάει το μενού και με σιγουριά τους προτείνει τα κρασιά που θα συνοδεύσουν το κάθε πιάτο. «Στη Φινλανδία ο τίτλος του head σομελιέ έχει βαρύτητα. Οταν μιλάω για τα κρασιά παθιάζομαι και συνήθως με ρωτάνε από πού είμαι. Τους εξηγώ πως είμαι από την Ελλάδα και γνέφουν καταφατικά. Δεν μπορούν όμως να φανταστούν τη διαδρομή που έχω διανύσει, για να φτάσω στο σημείο που είμαι σήμερα».

Γεννήθηκε στη Βέροια το 1974. Η μικρασιατική καταγωγή του πατέρα του ήταν η αφορμή για να αγαπήσει την εξερεύνηση των γεύσεων και το αμπέλι που είχε παππούς του πιστοποιεί στον ίδιο πως η αγάπη για το κρασί υπήρχε μέσα του. «Τελείωσα το σχολείο στη Βέροια, έκανα το στρατιωτικό μου και ξεκίνησα να εργάζομαι σε ένα μαγαζί στην Κω. Αν και με έναν μη σχηματοποιημένο τρόπο υπήρχε μέσα μου, στην πραγματικότητα όμως ο κόσμος της γευσιγνωσίας και της οινογνωσίας μου ήταν ακόμα άγνωστος. Η ζωή μου ήταν μοιρασμένη στην Κω τα καλοκαίρια και στη Βέροια τον χειμώνα. Δούλευα ως μπάρμαν σε κλαμπ και ως υπεύθυνος σε καφέ. Την Αθήνα την είχα δοκιμάσει αλλά δεν μου ταίριαξε. Το 1998 στην Κω γνώρισα και μια Φινλανδή, την Κάτια. Ερωτευτήκαμε και έμεινε μαζί μου στην Ελλάδα. Λίγα χρόνια αργότερα, το 2003, γεννήθηκε η κόρη μας, η Ρόνια». Ο Χρήστος εκείνο το διάστημα αποφασίζει να κάνει ένα επιχειρηματικό άνοιγμα, ανοίγοντας το δικό του μαγαζί. Εξαιτίας της απειρίας του όμως κάνει άστοχες κινήσεις, ενώ δεν αντιλαμβάνεται και τον οικονομικό κίνδυνο που ελλοχεύει. Οι πρώτες δυσκολίες εμφανίζονται, ο Χρήστος όμως τις αγνοεί και την ίδια περίοδο αγοράζει ένα ακριβό αυτοκίνητο. «Στην Ελλάδα τότε ζούσαμε σε μια φούσκα και εγώ μαζί. Σύντομα όχι μόνο καταστράφηκα οικονομικά, αλλά βρέθηκα να έχω και ένα πολύ μεγάλο χρέος, της τάξεως των 140.000 ευρώ. Η Κάτια τότε πήρε τη Ρόνια και έφυγε στη Φινλανδία όπου θα μπορούσε να δουλέψει. Λίγο καιρό αργότερα αποφάσισα να τις ακολουθήσω. Θυμάμαι ακόμα και την ώρα που προσγειώθηκα στο Ελσίνκι, ήταν 18 Δεκεμβρίου το 2005, 6 η ώρα το απόγευμα».

Οταν μιλούσα με τους δικούς μου ανθρώπους προσποιούμουν πως όλα είναι καλά, ενώ στην πραγματικότητα δεν έβρισκα δουλειά και το τηλέφωνό μου χτυπούσε συνέχεια από τις τράπεζες

Στο μυαλό του δεν έχει κάποιο πλάνο του τι ακριβώς δουλειά θα μπορούσε να βρει, καθώς όχι μόνο δεν μιλούσε φινλανδικά ή σουηδικά, αλλά μέχρι και τα αγγλικά του ήταν σε ένα βασικό επίπεδο, όπως τα είχε μάθει τα καλοκαίρια που δούλευε στην Κω. Πίσω στην Ελλάδα κανείς δεν γνώριζε την αλήθεια για την οικονομική του κατάσταση και ούτε το ότι για τους 4-5 πρώτους μήνες ο Χρήστος ένιωθε πως είχε φθάσει στον πάτο.

Οι ελληνικές ποικιλίες που θέλει να διαδώσει ο Χρήστος στο Ελσίνκι

Ασύρτικο ΣαντορίνηςΞινόμαυρο ΝάουσαςΑμπελώνα ΚρήτηςΑγιωργίτικο Νεμέας

«Η Κάτια τότε δούλευε ως καθαρίστρια. Το πρωί που έφευγε μου άφηνε 10 ευρώ κάτω από το πακέτο με τα τσιγάρα, ώστε να βγω μια βόλτα με την κόρη μας και να αγοράσω νέο πακέτο τσιγάρα. Θυμάμαι χαρακτηριστικά μια μέρα τον Φεβρουάριο που είχε πάρα πολύ κρύο, νομίζω είχε μείον 25 βαθμούς. Η Ρόνια τότε ήταν 2-3 ετών και είδε σε μια βιτρίνα ένα κίτρινο μπουφανάκι και μου ζήτησε να το πάρουμε. Εγώ φυσικά δεν είχα τα χρήματα να της το πάρω και άρχισα να βρίσκω δικαιολογίες για να μην μπούμε στο μαγαζί. Αυτή ήταν η ζωή μου. Οταν μιλούσα όμως με τους δικούς μου ανθρώπους προσποιούμουν πως όλα είναι καλά, ενώ στην πραγματικότητα δεν έβρισκα δουλειά και το τηλέφωνό μου χτυπούσε συνέχεια από τις τράπεζες». Κάποια στιγμή βρίσκει την πρώτη του δουλειά, στο μαγαζί ενός Ελληνα. Το πόστο του ήταν του καθαριστή, πήγαινε δηλαδή τις ώρες που το μαγαζί ήταν κλειστό και καθάριζε τις τουαλέτες και τη σάλα. Μέσα από αυτήν την πρώτη γνωριμία γίνεται και η επαφή με τον τότε πρόξενο της Ελλάδας, τον Βενέδικτο Σταφυλά, οπότε ξεκινάει ως καθαριστής και στην πρεσβεία. Παράλληλα μοιράζει φυλλάδια από πιτσαρίες, ενώ δεν αργεί να έρθει και η επόμενη πρόταση, που φυσικά ο Χρήστος την αρπάζει, ως βοηθός σερβιτόρου στο κέντρο του Ελσίνκι. «Μάζευα τα άδεια πιάτα από τα τραπέζια, κάτι που ήταν αρκετά ειρωνικό αν σκεφτεί κανείς πόσο καλομαθημένα είχα μεγαλώσει, με τη μάνα μου πάντα να με σερβίρει. Οσα χρήματα έπαιρνα τα έβαζα κατευθείαν να πηγαίνουν στο χρέος, που όμως παρέμενε τεράστιο.

Διάβαζα για τα κρασιά και είχα το λεξικό δίπλα μου, προκειμένου να καταλαβαίνω τι ακριβώς διαβάζω.

Κάποια στιγμή αναβαθμίστηκα σε σερβιτόρος και κάπου εκεί αποφάσισα πως δεν θα είναι αυτή η πορεία μου, αλλά πως θα γίνω σομελιέ. Είμαστε στο 2007 και θυμάμαι πως τότε παρήγγειλα τρία βιβλία για το κρασί μέσω ίντερνετ». Αγοράζει μόνος του κάποια φθηνά κρασιά και αρχίζει να συμμετέχει σε ορισμένες γευσιγνωσίες. Τότε μαθαίνει και για τον Κωνσταντίνο Λαζαράκη, τον πρώτο Ελληνα master of wine. Η επιτυχία του κυρίου Λαζαράκη δίνει στον Χρήστο το κίνητρο που χρειάζεται, καθώς νιώθει το απαραίτητο έναυσμα που τον κάνει να πιστέψει λίγο περισσότερο στον εαυτό του και το όνειρό του. «Διάβαζα για τα κρασιά και είχα το λεξικό δίπλα μου, προκειμένου να καταλαβαίνω τι ακριβώς διαβάζω. Στο μεταξύ μου γίνεται πρόταση να πάω σε ένα ιταλικό μαγαζί ως σερβιτόρος. Η λίστα των κρασιών εκεί ήταν πολύ μικρή και άρχισα να λειτουργώ ως σομελιέ. Παράλληλα το κυνηγάω μέσα από σπουδές, έκανα κάποια masterclass και φτάνουμε στο 2015 που ξεκινάω εκπαίδευση στη Wine & Spirit Education Trust, που δεν μπόρεσα όμως να την ολοκληρώσω, καθώς δεν είχα τα χρήματα να την πληρώσω. Ακόμα άλλωστε ξεχρέωνα…»

Ο σομελιέ που έμαθε το Ασύρτικο στην πρώην πρωθυπουργό της Φινλανδίας-1
Πλέον ο Χρήστος είναι head σομελιέ σε τρία μαγαζιά, με το Bardot να προσφέρει μια λίστα 140 ετικετών.

Τα επόμενα χρόνια ο Χρήστος εργάζεται πλήρως στον χώρο της εστίασης και το όνειρο του σομελιέ αρχίζει να απομακρύνεται. Ο Covid τον βρίσκει να έχει αναλάβει ως υπεύθυνος το μαγαζί ενός φίλου του, το lockdown όμως τον αφήνει χωρίς δουλειά. «Στη Φινλανδία δεν έκλεισαν τα πάντα, τα μαγαζιά όμως υπολειτουργούσαν. Οι θέσεις των μάνατζερ των μαγαζιών ήταν από τις πρώτες που καταργήθηκαν εκείνη την περίοδο και έτσι έμεινα για μια ακόμα φορά άνεργος. Το μεγαλύτερο όμως χτύπημα που μου έφερε ο Covid ήταν η απώλεια του πατέρα μου. Τουλάχιστον πρόλαβα να τον χαιρετήσω. Είχα μάθει πως ήταν πολύ άρρωστος και κατάφερα να φθάσω με πολύ μεγάλες δυσκολίες στην Ελλάδα μια Δευτέρα το απόγευμα. Το μόνο που μου είπε ήταν: «Ηρθες αγόρι μου;» Πέθανε το επόμενο πρωί. Πίστευε τόσο πολύ σε μένα και λυπάμαι βαθιά που δεν πρόλαβε να δει πως πράγματι τα κατάφερα».

Οι προτάσεις του για τα κρασιά δεν πέρασαν απαρατήρητες από τον σεφ και τον ιδιοκτήτη που κάποια στιγμή τον φώναξαν για να συζητήσουν. Φυσικά, η πρώτη σκέψη που πέρασε από το μυαλό του Χρήστου είναι «απολύομαι».

Η επόμενη δουλειά του Χρήστου είναι και πάλι ως σερβιτόρος, αυτή τη φορά όμως σε ένα μαγαζί διαφορετικό από όσα είχε συνηθίσει. Το Bistro Bardot έχει για σεφ του τον βραβευμένο με αστέρια Michelin, Hans Välimäki. Εκεί, κανείς δεν ξέρει πως ο Χρήστος ασχολείται με τα κρασιά, ενώ ο ίδιος βίωνε τόσο στρες στο σέρβις που τον πρώτο μήνα είχε αποφασίσει γύρω στις τέσσερις φορές να παραιτηθεί. «Ηταν ένα μαγαζί που εκείνη την περίοδο δεν θα μπορούσα καν να το επισκεφθώ ως πελάτης. Μου δημιουργούσε φόβο, το πώς θα σταθώ, το πώς θα σερβίρω. Σιγά σιγά όμως βρήκα τους ρυθμούς μου. Βελτιώθηκα στο σέρβις και παράλληλα ξεκίνησα να δίνω και συμβουλές στους συναδέλφους όταν αναρωτιόνταν ποιο θα ήταν το καταλληλότερο κρασί να προτείνουν στους επισκέπτες μας». Οι προτάσεις του δεν πέρασαν απαρατήρητες από τον σεφ και τον ιδιοκτήτη που κάποια στιγμή τον φώναξαν για να συζητήσουν. Φυσικά, η πρώτη σκέψη που πέρασε από το μυαλό του Χρήστου είναι «απολύομαι». «Αντιθέτως, με ρώτησαν τι γνώσεις έχω από κρασιά. Οταν τους είπα για ποιον λόγο δεν ολοκλήρωσα το WSET προσφέρθηκαν να το πληρώσουν, όπως και επιπλέον σεμινάρια management».

Ο σομελιέ που έμαθε το Ασύρτικο στην πρώην πρωθυπουργό της Φινλανδίας-2
Με ρώτησε από πού είμαι και όταν της είπα από την Ελλάδα μου είπε πως ήταν στη χώρα μου πριν λίγες μέρες. Τη ρώτησα πώς και έτσι και μου είπε πως ήταν μαζί με τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Τότε, με τεράστια άγνοια ρώτησα «ποια είσαι;» για να λάβω φυσικά την απάντηση «η πρωθυπουργός της Φινλανδίας».

Eχουν περάσει τρία χρόνια από τότε και πλέον ο Χρήστος είναι head σομελιέ σε τρία μαγαζιά, με το Bardot να προσφέρει μια λίστα 140 ετικετών. Μέσα σε αυτό το χρονικό διάστημα ο Χρήστος ήρθε σε επαφή με πολλούς πελάτες του bistro, ανέπτυξε όμως μια ξεχωριστή φιλία με την πρώην πρωθυπουργό της Φινλανδίας, τη Σάνα Μαρίν. «Τη γνώρισα στο μαγαζί όταν ήταν ακόμα πρωθυπουργός. Εκείνη τη μέρα έτρεχα και δεν είχα συνειδητοποιήσει ποιοι είναι στο τραπέζι που πάω να εξυπηρετήσω. Θυμάμαι είχε παραγγείλει ένα ριζότο με σπαράγγια, δεν έμεινα όμως ικανοποιημένος από την επιλογή κρασιού που είχε κάνει και της πρότεινα να το αλλάξουμε με Ασύρτικο. Οπως μου λένε, μιλάω με πολύ πάθος για τα κρασιά και μάλλον το ίδιο έκανα και τότε. Με ρώτησε από πού είμαι και όταν της είπα από την Ελλάδα μου είπε πως ήταν στη χώρα μου πριν λίγες μέρες. Τη ρώτησα πώς και έτσι και μου είπε πως ήταν μαζί με τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Τότε, με τεράστια άγνοια ρώτησα “ποια είσαι;” για να λάβω φυσικά την απάντηση “η πρωθυπουργός της Φιλανδίας”. Πλέον είμαστε πολύ καλοί φίλοι και γελάμε όποτε θυμόμαστε τη συγκεκριμένη ιστορία. Αγαπάει την Ελλάδα και σχεδιάζουμε να κάνουμε ένα ταξίδι σύντομα».

Ο στόχος του Χρήστου είναι διπλός. Θέλει πρώτα να γίνει master σομελιέ και μετά να επιστρέψει στην Ελλάδα. Το όνειρό του είναι να φτιάξει ένα μικρό μαγαζάκι σ’ ένα ελληνικό νησί, να πίνει κρασιά και να μοιράζεται τις γνώσεις του. «Αγαπώ πολύ την Ελλάδα και θέλω να επιστρέψω όσο το δυνατόν πιο σύντομα. Πιστεύω μόνο τότε θα ηρεμήσω πραγματικά. Συνηθίζω άλλωστε να λέω πως το κρασί είναι το ποτό των θεών. Και οι θεοί όμως, θέλουν την ησυχία τους».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή