Η ευγένεια ενός επιβάτη που ήταν σκύλος

Η ευγένεια ενός επιβάτη που ήταν σκύλος

Κύριε διευθυντά

Χρησιμοποιώ τακτικά  τον ηλεκτρικό σιδηρόδρομο στη διαδρομή  Ανω Πατήσια – Μοναστηράκι και τούμπαλιν. Παλιότερα, κατά τη διάρκεια του μικρού μου αυτού ταξιδιού, ξεφύλλιζα και κανένα έντυπο. Τώρα, προχωρημένος πια πρεσβύτης, χαζεύω γύρω μου και εντοπίζω τα περίεργα και γραφικά που τεκταίνονται, ένα από τα οποία σας περιγράφω σήμερα, καταχρώμενος ίσως τον πολύτιμο χώρο, που αφιερώνει η «Καθημερινή» για σοβαρότερα του παρόντος θέματα. Νομίζω, όμως, ότι αξίζει τον κόπο:

Αφησε ιπποτικά όλους τους άλλους να μπουν πρώτοι, στον σταθμό Βικτωρίας, και χώθηκε κι αυτός τελευταίος, πιάνοντας μια θέση σε μιαν ακρούλα, φροντίζοντας να μην ενοχλεί κανέναν στο βαγόνι.

Πολλοί τον κοίταξαν με θαυμασμό, άλλοι με περιέργεια και λίγο φόβο. Ηταν μεγαλόσωμος και γεροδεμένος, αν και κάποιας ηλικίας. Ατημέλητος και αχτένιστος, ωστόσο απέπνεε έναν αέρα αρχοντιάς, σιγουριάς και φιλοσοφημένης εγκατάλειψης. Στα νιάτα του πρέπει να είχε επιτυχίες σε όλους τους τομείς. Σε κάθε σταθμό σήκωνε απότομα και κάπως αλαφιασμένα το βαρύ στοχαστικό του κεφάλι και κοίταζε προσεκτικά και ανήσυχα  προς τα έξω. Υστερα το έγερνε πάλι στον ώμο του, έκλεινε τα μάτια του σαν να ’πεφτε σε έναν ελαφρύ και ευχάριστο ύπνο. Φαινόταν σαν να μην τον ένοιαζε τίποτα γύρω του. Οταν έφτασε το τρένο στα Ανω Πατήσια, σήκωσε πάλι το κεφάλι του, αναγνώρισε τη στάση και με ένα ελαστικό πήδημα, που δεν συμβάδιζε και τόσο με την ηλικία του, σχεδόν πριν ανοίξει τελείως η πόρτα, πετάχτηκε έξω πριν από όλους τους άλλους. Εκεί τον περίμενε μια τσαπερδόνα, νεότατη, σχεδόν στα μισά του χρόνια, με μαύρο κατσαρό, περιποιημένο μαλλί και ακριβό λουρί ιδιοκτησίας στον λαιμό της, που έκανε σαν τρελή μόλις τον είδε. Αλληλομυρίστηκαν με λαχτάρα, φιλήθηκαν στα πεταχτά και χάθηκαν γρήγορα γρήγορα μέσα στο πλήθος… «Τα παλιόσκυλα», μουρμούρισε κάποιος… Κλείνω με μια συμβουλή: Μην ενοχλείτε τα αδέσποτα που κυκλοφορούν στους δρόμους. Εχουν κι αυτά τις υποχρεώσεις τους, που ενίοτε είναι σοβαρότερες από τις δικές μας…

Γιωργος Α. Κουρμουσης

Η ευγένεια ενός επιβάτη που ήταν σκύλος-1

Γεφύρι της Αρτας για αιώνες στην αρχαιότητα ο Ναός του Ολυμπίου Διός εδέησε να ολοκληρωθεί από τον ελληνολάτρη, επικούρειο φιλόσοφο μεταξύ άλλων, γενειοφόρο Αδριανό··διόλου τυχαίο, ήταν ένας εκ των Ρωμαίων «πέντε καλών αυτοκρατόρων». Σε τούτα εδώ τα μάρμαρα κακιά σκουριά δεν πιάνει, κι αν έβρισκαν τα άψυχα, λαλιά να μας μιλήσουν; Ενα εδάφιο της ιστορίας τους παραθέτει ο επιστολογράφος της «Κ». Εκεί στο Ολυμπιείο αλώνιζαν οι αγάδες τα γεννήματά τους, εκεί σε καιρούς ανομβρίας τα χέρια υψώνονταν παρακλητικά στον ουρανό, εκεί στου Οθωνα τα χρόνια το άγραφο εορταστικό προσκλητήριο «Μασκαράδες και Πολίται στις Κολώνες να βρεθήτε». Εκεί συναθροίστηκαν «ξενηλατούμενοι Μακεδόνες» και «αδικηθέντες Κρήτες»: «Πώς άσωμεν την ωδήν Κυρίου επί γης αλλοτρίας;». Κι οι ελεύθεροι Ελληνες, περιχαρείς για το λαοφίλητο Σύνταγμα του 1843, μάθαιναν τα βάσανα άλλων όμαιμων. Επάνω, Αποψη της Αθήνας από τον Ιλισό, του Johann Michael Wittmer, 1833 (Mουσείο Μπενάκη).

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή