Το Μουντιάλ, ο καφενές, η καλπάζουσα πυρκαγιά και τα κλειδιά του καντηλανάφτη

Το Μουντιάλ, ο καφενές, η καλπάζουσα πυρκαγιά και τα κλειδιά του καντηλανάφτη

Κύριε διευθυντά

Μετά την τραγωδία στο Μάτι και αφού «ηρέμησαν» λίγο τα πράγματα, θα ήθελα να σας περιγράψω ένα περιστατικό που βίωσα ο ίδιος σε ένα μικρό παραθαλάσσιο χωριό της Αχαΐας τον Ιούλιο του 1998, περίοδο του ποδοσφαιρικού Μουντιάλ:

Εκεί κατά τις οκτώ το βράδυ φάνηκε μια μικρή στήλη καπνού στην πλαγιά του απέναντι βουνού και σε λίγο το δυνατό μελτέμι έφερε και τις τεράστιες φλόγες. Οι κάτοικοι του μικρού χωριού και οι διάφοροι παραθεριστές, το καυτό εκείνο απόγευμα, κοίταξαν με περιέργεια για λίγο τη φωτιά και συνέχισαν να τακτοποιούν τα καθίσματα στο καφενείο και στις γύρω βεράντες απέναντι από την τηλεόραση για να απολαύσουν τον ημιτελικό του Μουντιάλ.

Σε λίγο άρχισε το παιχνίδι, αλλά άρχισε να καίγεται και ολόκληρη η απέναντι πλαγιά! Μερικοί άφησαν το ποδόσφαιρο και γύρισαν τις καρέκλες τους προς το μέρος της φωτιάς. Αλλοι έφεραν και κιάλια για να βλέπουν καλύτερα τις λεπτομέρειες. Αρχισαν και τα σχόλια: Μπα, θα σταματήσει, δεν υπάρχουν άλλα δέντρα. Οχι, θα δεις, θα «πέσει» από πίσω. Δεν τη γλιτώνει το Καλοχώρι. Μπα, αυτό κάηκε πέρυσι. Μάλλον για την Ανάβρα τραβάει…

Ολη τη νύχτα καιγόταν ολόκληρη η περιοχή και το πρωί ο αέρας, που δυνάμωσε περισσότερο στο μεταξύ, δεν επέτρεψε σε δύο πυροσβεστικά αεροπλάνα να αναλάβουν έργο. Και η φωτιά προχωρούσε ολοταχώς κατατρώγοντας τα πάντα στο διάβα της. Δασικοί δρόμοι δεν υπήρχαν για να περάσουν τα πυροσβεστικά οχήματα, ούτε αντιπυρικές ζώνες και οι περισσότεροι δασοπυροσβέστες –ακούστηκε και αυτό– ήταν σε θερινή άδεια. Μερικοί άρχισαν να μιλούν για εθελοντές, που θα βοηθούσαν όπως όπως με τα αγροτικά τους μηχανήματα (ψεκαστικά και άλλα), κουβάδες νερό, χλωρά κλαδιά κ.λπ. Πού να τους μαζέψεις όμως και ποιος να τους οργανώσει, που οι περισσότεροι ήταν εμπρός στις τηλεοράσεις τους ή στη θάλασσα για το απογευματινό τους μπάνιο.

Κάποιος σκέφθηκε να χτυπήσει «συναγερμός» με την καμπάνα της εκκλησίας, αλλά ο παπάς έλειπε σε κάποιο μνημόσυνο και ο καντηλανάφτης δεν έβρισκε τα κλειδιά του συρταριού, όπου ήταν κλειδωμένη η δισκέτα με τα ηλεκτρονικά προγράμματα κωδωνοκρουσιών ανάλογα με τις περιστάσεις: εορταστικά, εσπερινός, κηδεία, δοξολογία κ.λπ. καθένα στην ώρα του και με τον ρυθμό του. Αλλά και αν την έβρισκε, δεν ήξερε τον κωδικό λειτουργίας του μηχανήματος, που ο παπάς τον κρατούσε ως επτασφράγιστο μυστικό, άγνωστο για ποιους λόγους.

Υστερα από τρεις ημέρες η φωτιά έσβησε σχεδόν από μόνη της, μη έχοντας τίποτε άλλο να κάψει στην περιοχή. Σαράντα χιλιάδες στρέμματα, δέντρα, γιδοπρόβατα, γεννήματα κι αρκετές στάνες και αγροτόσπιτα, ευτυχώς χωρίς ανθρώπινα θύματα, έγιναν όλα στάχτη.

Οι άνδρες του χωριού άνετα και χαλαρά ξανάρχισαν να πίνουν το καφεδάκι τους στο καφενείο της πλατείας, περιμένοντας τις εφημερίδες για να διαβάσουν λεπτομέρειες για την έκταση και τα αποτελέσματα της φωτιάς αλλά και το ύψος των… κρατικών αποζημιώσεων, και ο καφετζής άρχισε να παίρνει και τις πρώτες παραγγελίες για τα ούζα…

Οι ιστορίες αυτές θα επαναλαμβάνονται τακτικά στον τόπο μας, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, μέχρις ότου οι εκάστοτε κυβερνώντες, αλλά (πρωτίστως) και εμείς οι απλοί πολίτες αλλάξουμε ριζικά νοοτροπία.

Γιωργος Α. Κουρμουσης

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή