Το οξειδωτικό στρες και οι δίαιτες

Το οξειδωτικό στρες και οι δίαιτες

Κύριε διευθυντά

Μια πρόσφατη δημοσίευση σε έγκριτο ιατρικό περιοδικό (BMJ) έδειξε ότι μια δίαιτα αδυνατίσματος πτωχή ή σχετικά πτωχή  σε υδατάνθρακες (20% ή 40% στο σύνολο των προσλαμβανόμενων θερμίδων) συνεπάγεται μια μέτρια, αλλά σημαντική, ιδίως στην πρώτη περίπτωση, αύξηση της κατανάλωσης ενέργειας (αύξηση των καύσεων) σε σχέση με μια πλούσια σε υδατάνθρακες δίαιτα της τάξεως του 60%. Η μελέτη είχε διάρκεια 5 μηνών και έγινε με άριστο τρόπο από πλευράς μεθοδολογίας. Οι συγγραφείς εικάζουν ότι μια πτωχή σε υδατάνθρακες δίαιτα μπορεί να βελτιώσει την επιτυχία προγραμμάτων διατροφής για την αντιμετώπιση της παχυσαρκίας. Η «Καθημερινή» (16 Νοεμβρίου, σ. 10) κάνει μια σύντομη αναφορά σε αυτά τα ευρήματα με τίτλο «Μεγαλύτερη απώλεια κιλών σε βάθος χρόνου».

Παρότι πρόκειται για μια αξιόλογη μελέτη,  πιστεύω ότι τα συμπεράσματά της δεν μεθερμηνεύονται αυτομάτως σε επίσημη σύσταση προς τα παχύσαρκα άτομα: «Τρώτε επ’ αόριστον πολύ λίγες αμυλούχες τροφές». Αυτό είναι λάθος. Οι λόγοι είναι πολλοί. Ενδεικτικά και μόνο αναφέρω τα εξής: α) Σε προοπτική μελέτη 15.428 ατόμων με παρακολούθηση του πληθυσμού για 25 χρόνια (Lancet Public Health 2018) καταδείχθηκε ότι οι θάνατοι ήταν κατά πολύ λιγότεροι για αυτούς που διατρέφονταν με αναλογία υδατανθράκων 50%-55% στο σύνολο των προσλαμβανόμενων  θερμίδων. Η σχέση υδατανθράκων και θερμίδων είχε σχήμα U (πάρα πολλοί καθώς και πολύ λίγοι υδατάνθρακες συνδυάζονταν με πολύ περισσότερους θανάτους). β) Σε συγκριτική μελέτη διετούς διάρκειας (Am J Clin Nutr. 20) τεσσάρων  διαιτών αδυνατίσματος που διέφεραν μεταξύ τους στις αναλογίες λίπους, λευκώματος και υδατανθράκων δεν παρατηρήθηκαν διαφορές ως προς την απώλεια σωματικού ή ενδοκοιλιακού ή υποδόριου λίπους.

Εκτός αυτών, σημειώνω ότι οι δίαιτες με πολύ χαμηλούς υδατάνθρακες είναι δυνητικά επικίνδυνες, διότι συχνά γίνεται αντιρρόπηση με αυξημένη πρόσληψη ζωικού λίπους (αύξηση της LDL χοληστερίνης), εκτός από το γεγονός ότι δεν είναι εύκολα εφαρμόσιμες για πολύ μεγάλα χρονικά διαστήματα. Παρά ταύτα, μια σοβαρή ένδειξη για εφαρμογή τους είναι στην αρχή της διαιτητικής προσπάθειας, ιδίως σε πολύ παχύσαρκα άτομα, όταν για βραχύ και μόνο χρονικό διάστημα χορηγούμε πολύ λίγες θερμίδες (800-1.200 θερμίδες την ημέρα). Σε αυτή την περίπτωση επιδιώκουμε για ορισμένους λόγους την επίτευξη σε αρχικό στάδιο ενός ταχέος ρυθμού απώλειας βάρους, ενώ στη συνέχεια αυξάνουμε προοδευτικά τους υδατάνθρακες. Στις περισσότερες, συνήθεις, περιπτώσεις παχυσαρκίας μειώνουμε ελαφρά την αναλογία των υδατανθράκων, στο 40%-50% της προσφερόμενης ενέργειας. Ας μην ξεχνάμε επίσης ότι η ζάχαρη, παρότι είναι υδατάνθρακας, πρακτικά δεν πρέπει να συζητείται για τις δίαιτες αδυνατίσματος. Ασχέτως αυτών, μια σύσταση που στηρίζεται σε βάσιμες ενδείξεις και αφορά όλους μας είναι να τρώμε το μεγαλύτερο μέρος του συνολικού ημερήσιου φαγητού μας μέχρι και το μεσημέρι και όχι το βράδυ. Τα  υπάρχοντα δεδομένα ομόφωνα υποδεικνύουν ότι έτσι επιτυγχάνονται μείωση του οξειδωτικού στρες, καλύτερη δράση της ινσουλίνης στους ιστούς καθώς  και άλλες ευμενείς επιδράσεις που αναμένεται να απομακρύνουν το ενδεχόμενο πρώιμων καρδιαγγειακών συμβαμάτων, διαβήτη κ.ά. Συνοπτικά θα λέγαμε ότι η διατροφή με μεγάλη μείωση των αμυλούχων τροφών είναι δυνητικά βλαβερή όταν αυτή εφαρμόζεται για πολύ μεγάλα χρονικά διαστήματα. «Παν μέτρον άριστον!»

Νικόλας Λ. Κατσιλαμπρος, Ομ. καθηγητής παθολογίας ΕΚΠΑ

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή