Κύριε διευθυντά

Καταμεσήμερο 22 Ιουλίου ’74, αφόρητο λιοπύρι στο στρατόπεδο. Προς στιγμήν ηρεμία, που τη σπάει ο δαιμονισμένος θόρυβος δύο τουρκικών αεροπλάνων· ακολουθούν 4 Ναπάλμ χαμηλά στον χώρο αναφοράς, πύλη-ΛΒΟ. Κατηφορίζω να δω τι γίνεται· πανικός, φλόγες, σκόνη, καπνός, φωνές, ουρλιαχτά και μέσα εκεί ένας λοχίας (δεν θυμάμαι τ’ όνομά του τώρα) βαστάει στα χέρια του έναν συμπολεμιστή, πιθανόν στρα/τη ΛΒΟ, που η κακιά του τύχη τον είχε στόχο της Ναπάλμ, θέαμα ανατριχιαστικό, καρβουνιασμένα μαλλιά και φρύδια ματωμένα, μάτια, αυτιά, μύτη, στόμα. Από τα ρούχα του είχε μείνει μόνο ένα κομμάτι σαν σορτς, όλο του το σώμα πληγή, λουρίδες κοκκινόμαυρες κρέμονταν. Τον παίρνω στην πλάτη μου και ανηφορίζω για το νοσοκομείο της ΕΛΔΥΚ. Στην ανηφόρα μού γλιστράει, σταματώ για λίγο προσπαθώντας να τον ξανασηκώσω καλύτερα στον ώμο μου· στ’ αυτί μου το στόμα του βγάζει ένα σπαραχτικό, αγωνιώδες, ικετευτικό, σιγανό ψιθύρισμα.

Τρέξε, μη σταματάς… Συνέχισα, τον παρέδωσα στον γιατρό (έφεδρος απ’ τα μέρη της Φλώρινας, κρίμα, πέρασαν πολλά χρόνια, ξέχασα τ’ όνομά του). Τρέξε, μη σταματάς… συνεχίζει και θα συνεχίζει να ’ναι στο μυαλό και στο αυτί μου αυτός ο ψίθυρος. Αραγε έζησε, άραγε επουλώθηκαν οι πληγές του; Απορία ζωής ο ψiθυρος ζωής: Τρέξε, μη σταματάς.

Γ.Σ.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή