Κύριε διευθυντά
Ο κ. Ιορδάνης Β. Παπαδόπουλος, μαθηματικός-νομικός και πρώην γυμνασιάρχης, με επιστολή του («Κ», 31 Ιουλίου) καταδικάζει συλλήβδην και κυρίως εξ ακοής τους πάλαι ποτέ Γενικούς Επιθεωρητές. Δεν αμφισβητώ τα περιστατικά που εξιστορεί –και που μάλλον δεν έχουν σχέση με Γενικούς Επιθεωρητές– αλλά δυσανασχετώ όταν αποφαίνεται πως όλοι ήταν του πεταμάτου. Από τις τάξεις μου πέρασαν ουκ ολίγοι –στην Κύπρο και στην Ελλάδα– εγγράμματοι, ακριβοδίκαιοι και επωφελέστατοι για εμάς τους titones, ήγουν νεοσύλλεκτους. Μνημονεύω μόνον δύο, τον Ιωάννη Πούλλο, έγκριτο μελετητή του Πλουτάρχου, και τον Ιωάννη Σαραλή.
Το περιστατικό που αφηγείται για τον γενικό επιθεωρητή των θρησκευτικών –είμαι βέβαιος ότι πρόκειται για απλόν Επιθεωρητή της ειδικότητος– δεν ακυρώνει βέβαια τον θεσμό, όπως οι από εμπαίκτου διαβόλου εισελθόντες στη Βουλή δεν καταργούν το πολίτευμα.
Ο κ. Π. ασφαλώς θα θυμάται το πάθος με το οποίο ο καθηγητικός κλάδος ζήτησε την κατάργηση των δαιμονοποιημένων Επιθεωρητών και την αντικατάστασή τους από τους Σχολικούς Συμβούλους. Του έγινε το χατίρι και γνωρίζω πολύ καλά ότι οι Σχ. Σύμβουλοι των πρώτων σειρών ήσαν εγκρατέστατοι φιλόλογοι, θεολόγοι, μαθηματικοί, φυσικοί κ.λπ. Από τους φιλολόγους μνημονεύω τους εκδημήσαντες Λουκά Κούσουλα, Χριστόφορο Μηλιώνη και Γιώργο Παγανό, γνωστότατους συγγραφείς και δοκιμιογράφους, οι οποίοι όμως συχνά αντιμετωπίσθηκαν ως εισβολείς, όταν επισκέφθηκαν σχολεία.
Ευελπιστώ ότι ο κ. Π. αποδέχεται το αυταπόδεικτο: όποιος βαθμολογεί –εν προκειμένω οι καθηγητές και οι δάσκαλοι– δεν γίνεται να παραμένει εσαεί αβαθμολόγητος ή αυτοβαθμολογούμενος.