Οι καραβιές με τα μουλάρια του σχεδίου Μάρσαλ, τα νέα αλέτρια και τα… συνεταιρικά παιδικά πατίνια

Οι καραβιές με τα μουλάρια του σχεδίου Μάρσαλ, τα νέα αλέτρια και τα… συνεταιρικά παιδικά πατίνια

Κύριε διευθυντά
Η αγαπητή κ. Τασούλα Επτακοίλη, με το άρθρο της «Τα μουλάρια της ειρήνης» («Κ» 25.10), απέδωσε εθνικά και κοινωνικά εύσημα στα εργατικότατα τετράποδα για όσα προσέφεραν στην καθημαγμένη μεταπολεμική Ελλάδα.

Ηταν στις αρχές της δεκαετίας του ’50, όπως γράφει, που στο πλαίσιο του σχεδίου Μάρσαλ άρχισαν να φτάνουν στη χώρα μας καραβιές με μουλάρια από τις ΗΠΑ με προορισμό την ύπαιθρο χώρα.

Μπορεί, μικρόψυχα, να ψέγουμε καμιά φορά εκείνη τη βοήθεια, μπορεί να μην ήταν εντελώς ανιδιοτελής, ή να ήταν ευκαιρία για πλουτισμό κάποιων επιτήδειων, αλλά για τους παραζαλισμένους χωρικούς μας εκείνης της περιόδου ήταν ό,τι χρειαζόταν για να ακουμπήσουν κάπου και να σταθούν στα πόδια τους.

Ομως, εκτός από τα μουλάρια, η βοήθεια συμπεριελάμβανε (τι καίριο, αρχετυπικό παραγωγικό δίδυμο!) και τα περίφημα μεταλλικά αλέτρια: ένα δίδυμο που θα σηματοδοτούσε την απαρχή της μεταπολεμικής προόδου της χώρας και των μετέπειτα δεκαετιών.

Πολύ τα χάρηκαν οι χωρικοί μας εκείνα τα αλέτρια, που ήρθαν να αντικαταστήσουν τα αυτοσχέδια ξυλάλετρα που χρησιμοποιούσαν μέχρι τότε.
Ωστόσο, δεν ήταν μόνο οι νοικοκυραίοι – πατεράδες μας που χάρηκαν εκείνα τα σωτήρια εργαλεία, που τόσο πολύ θα αξιοποιούσαν τον μόχθο τους.
Εξίσου τα χαρήκαμε και εμείς, τα παιδιά εκείνης της εποχής, για τους δικούς μας… σπουδαιότατους λόγους. Περί των τελευταίων, το υπόλοιπο της επιστολής μου:

Εκείνα τα πραγματικά μερακλίδικα εργαλεία, με το γυαλιστερό μέταλλο, τα ωραία τελειώματα και τις χυτές καμπύλες και στρογγυλάδες τους, είχαν προσαρτημένο δίπλα στο υνί ένα ροδάκι, περίπου σαν βοηθητική ρόδα. Αυτό το ροδάκι δεν το βολεύτηκαν ποτέ οι γεωργοί μας. Αρχισαν λοιπόν, σύντομα, να το αποσπούν από το αλέτρι. 

Τότε ήταν που άρχισε στο χωριό η χαρισάμενη εποχή των πατινιών. Ηταν σαν το χωριό να είχε ανακαλύψει τον τροχό. 

Εξηγούμαι: Η δυσκολία με το πατίνι δεν ήταν η κατασκευή του. Ηταν τόσο απλή που μπορούσαμε και μόνοι μας, εμείς τα παιδιά, να το σκαρώσουμε σαν είχαμε τα χρειαζούμενα: τρία κατάλληλα ξύλα, τον πάτο δηλαδή και το ταφ του τιμονιού, κάμποσες πρόκες και δυο τρεις λάμες. Εκείνο που μας παίδευε όλους ήταν οι ρόδες… Σπάνια κατάφερνε κάποιος να τις αποκτήσει και τις δυο μαζί.

Το νέο αλέτρι, με το ανέλπιστο παράπλευρο δώρο του, την παροπλισμένη ρόδα, μας έλυνε το πρόβλημα. Ομως, φευ κατά το ήμισυ. Γιατί, οι περισσότεροι είχαμε από μια ρόδα, αυτή του δικού μας αλετριού. Ολοι, λοιπόν, αναζητούσαμε με αγωνία το ταίρι της. Αυτό δεν ήταν εύκολο, γιατί η κάθε οικογένεια είχε τότε πολλά παιδιά που το καθένα διεκδικούσε το πατίνι του. Η πρώτη κίνηση όλων μας ήταν να στραφούμε σε οικογένειες που δεν είχαν παιδιά, αλλά οι πιθανότητες ήταν πολύ μικρές: άλλοτε είχαν προηγηθεί άλλοι, άλλοτε την είχαν τάξει αλλού, άλλοτε υπήρχαν πιο κοντινοί συγγενείς που έπρεπε να προτιμηθούν. Μεγάλο ζήτημα, τέλος πάντων, εκείνη η δεύτερη ρόδα.

Με τα πολλά, και στην απελπισία μας, ο ένας μετά τον άλλον, αναγκαζόμαστε να συμβιβαστούμε με την ιδέα του συνεταιρικού πατινιού. Καταλάβαμε, δηλαδή, ότι ένα συνεταιρικό πατίνι με δύο ρόδες ήταν προτιμότερο από ένα κατάδικό μας με μία ρόδα.

Μια εκδοχή της σολομώντειας σοφίας αυτή, που τόσο τυχεροί εμείς, τη διδαχθήκαμε εξ απαλών ονύχων.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή