Να μαθαίνουμε χωρίς να πλήττουμε

Να μαθαίνουμε χωρίς να πλήττουμε

Κύριε διευθυντά

Διαβάζοντας στο φύλλο της 7ης Μαΐου το άρθρο του κ. Αλεξάνδρου Νεχαμά με θέμα τη διδασκαλία των αρχαίων ελληνικών –ζήτημα που σίγουρα κατατρύχει την εκπαιδευτική κοινότητα– θεώρησα ότι αξίζει να αφιερώσουμε λίγο χρόνο προβληματιζόμενοι και για τη διδασκαλία των νέων, ήτοι της μητρικής μας γλώσσας.

Στο δημοτικό, οι επιλογές είναι ίσως περιορισμένες· τα παιδιά πρέπει να διδαχθούν κάπως την ορθογραφία, τη γραμματική και το συντακτικό, θέτοντας τα θεμέλια για τη μετέπειτα επαφή τους με τη γλώσσα. Στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, εντούτοις, τα πράγματα είναι διαφορετικά. Ιδίως στο λύκειο, η επαφή των μαθητών με τη λογοτεχνία είναι υποτυπώδης, ενώ τα (μη λογοτεχνικά) κείμενα προσεγγίζονται με αποκλειστικό σχεδόν στόχο την εκμάθηση εννοιών όπως οι τρόποι ανάπτυξης παραγράφου, που αποξενώνουν τον μαθητή από το πλαστικό φαινόμενο που ονομάζουμε γλώσσα. Η γλώσσα τυποποιείται διακονώντας τις επιταγές των εξετάσεων και δη της Τράπεζας Θεμάτων, η οποία, καίτοι έχει αποδειχθεί λυσιτελής σε άλλα μαθήματα, συντελεί καθοριστικά σε αυτήν τη μονοκόμματη θεώρηση της γλώσσας. Το μάθημα παύει να ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα της γλώσσας, η οποία υποβαθμίζεται σε ανιαρή αγγαρεία, ενώ η εγγενής σε αυτήν δημιουργικότητα περιφρονείται. Κατά συνέπεια, οι μαθητές αποφοιτούν με μια επιφανειακή «γνώση» της, αγνοώντας την ιστορία της και θεωρώντας τη λογοτεχνία ως άχρηστη.

Δεν θα έπρεπε, όμως, η μητρική γλώσσα μας να μας ενδιαφέρει; Είναι λογικό ακόμη και οι μαθητές που θέλουν να τη σπουδάσουν στο μέλλον να πλήττουν κατά την εκμάθησή της; Ή μήπως κάτι πηγαίνει στραβά;

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή