Οι τράπεζες έτοιμες να στηρίξουν την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας

Οι τράπεζες έτοιμες να στηρίξουν την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας

Μετά την εξυγίανση των ισολογισμών τους, είναι έτοιμες να καρπωθούν τις ευκαιρίες του Ταμείου Ανάπτυξης και να αντιμετωπίσουν τις προκλήσεις των τεχνολογικών αλλαγών.

12' 31" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Σε αλλαγή σελίδας προχωρά το τραπεζικό σύστημα, σχεδιάζοντας την τραπεζική της νέας δεκαετίας, με όπλα τους ευρωπαϊκούς πόρους που αναμένεται να εισρεύσουν στην ελληνική οικονομία τα επόμενα χρόνια και την τεχνολογία ως οδηγό των εξελίξεων.

Οι προκλήσεις

Οι προκλήσεις είναι μεγάλες, όπως μεγάλες είναι και οι ευκαιρίες. Οι ευρωπαϊκοί πόροι ύψους 72 δισ. ευρώ που έχει εξασφαλίσει η χώρα, μέσα από το Ταμείο Ανάκαμψης, το ΕΣΠΑ και άλλα χρηματοδοτικά εργαλεία, δημιουργούν τις προοπτικές, αλλά δεν αποτελούν τη μοναδική συνθήκη που θα οδηγήσει την οικονομία σε έναν ενάρετο κύκλο. 

Για το τραπεζικό σύστημα, η επάνοδος σε υγιή και σταθερή κερδοφορία με διψήφια απόδοση ιδίων κεφαλαίων που θα επιτρέψει τη διανομή μερίσματος για πρώτη φορά από το 2008, η ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας, που θα ανοίξει τον δρόμο για την προσέλκυση ιδιωτικών κεφαλαίων που θα ενισχύσουν περαιτέρω την κεφαλαιακή βάση των τραπεζών, επιτυγχάνοντας και τον πλήρη απογαλακτισμό του τραπεζικού συστήματος από την κρατική εμπλοκή, αποτελούν τα επόμενα βήματα που αναμένεται να υλοποιηθούν τη νέα χρονιά. 

Οι ευρωπαϊκοί μηχανισμοί, με προεξάρχουσα την ΕKT, διοχέτευσαν στις τράπεζες φθηνό χρήμα 47 δισ. ευρώ, ενώ η δημοσιονομική στήριξη ύψους 43 δισ. ευρώ αποτέλεσε βασικό μοχλό της ενίσχυσης των ιδιωτικών καταθέσεων, που αυξήθηκαν κατά 28,6 δισ. ευρώ από το ξέσπασμα της πανδημίας.

Το τραπεζικό σύστημα, από την πλευρά του, άδραξε την ευκαιρία και σε συνεργασία με την Ελληνική Αναπτυξιακή Τράπεζα πέτυχε για πρώτη φορά μετά τη δεκαετή κρίση θετική πιστωτική επέκταση την κρίσιμη διετία. Μόνο το 2021 οι τράπεζες προχώρησαν σε χορηγήσεις νέων δανείων ύψους περίπου 20 δισ. και οι δεσμεύσεις αλλά και οι προοπτικές παραπέμπουν σε σημαντική πιστωτική επέκταση με ρυθμό 5% την προσεχή πενταετία.

Η κρίση επιτάχυνε τις εξελίξεις και ανέδειξε την τεχνολογία ως σύμμαχο στην πορεία αναχαίτισης των επιπτώσεων της πανδημίας, στρέφοντας εκτός τραπεζικού καταστήματος το 95% των συναλλαγών. Η ταχύτητα και η απλοποίηση ακόμη και των πιο πολύπλοκων συναλλαγών δεν διασφαλίζουν από μόνες τους την υπεροχή των τραπεζών. Έχοντας όμως ανακτήσει την αξιοπιστία τους και διαθέτοντας το πλεονέκτημα των big data έναντι των βασικών ανταγωνιστών τους, όπως οι εταιρείες τεχνολογίας, οι τράπεζες είναι σε θέση να επαναπροσδιορίσουν τον ρόλο τους, θέτοντας σε νέα βάση τη συμβουλευτική τραπεζική, που είναι και το συγκριτικό τους πλεονέκτημα. Η παροχή εξατομικευμένης εξυπηρέτησης και πρόσβασης σε υπηρεσίες που απαντούν στις ανάγκες των πελατών, είτε πρόκειται για ιδιώτες είτε για επιχειρήσεις, αποτελούν το μεγάλο πλεονέκτημα του τραπεζικού συστήματος.

Στο μέτωπο των προκλήσεων, αυτές δεν σταματούν στον τομέα της τεχνολογίας. Οι κανονιστικές απαιτήσεις που υποχρεώνονται να τηρούν οι τράπεζες, όπως η πλήρης προσαρμογή στο IFRS 9, η ικανοποίηση των στόχων για ίδια κεφάλαια και επιλέξιμες υποχρεώσεις που επιβάλλει ο SRB, τα επερχόμενα κλιματικά stress test που θα πραγματοποιήσει η ΕΚΤ, αλλά και η υποστήριξη των υψηλών ρυθμών ανάπτυξης που προβλέπονται για την προσεχή πενταετία, προϋποθέτουν σωστή εκτίμηση του πιστωτικού ρίσκου και επαναπροσδιορισμό της πιστοδοτικής πολιτικής.

Το πρώτο βήμα ωστόσο για τη στροφή προς τα εμπρός έχει γίνει, και αυτό δεν ήταν άλλο από την εξυγίανση του χαρτοφυλακίου των τραπεζών. Κεντρικό ρόλο στη διαχείριση του πιστωτικού κινδύνου έχει το νέο πτωχευτικό πλαίσιο, που αποτελεί ένα πλήρες εργαλείο με πρόνοιες για τους αδύναμους οφειλέτες και αποτελεσματικές μεθόδους αναδιάρθρωσης και ρύθμισης των χρεών τόσο για τις επιχειρήσεις όσο και για τους ιδιώτες.

Ο Ηρακλής

Η συγκυρία υπήρξε ιδανική, καθώς η δημιουργία του μηχανισμού κρατικών εγγυήσεων Ηρακλής, μέσω του οποίου οι τράπεζες τιτλοποίησαν τον κύριο όγκο των κόκκινων δανείων, συνέπεσε με το ξέσπασμα της πανδημίας, που επιτάχυνε τις εξελίξεις. Η πρώτη θεσμοθέτηση του Ηρακλή, τον Δεκέμβριο του 2019, αποτέλεσε game changer για την αγορά, ανοίγοντας σε πρώτη φάση τον δρόμο για την τιτλοποίηση δανείων 32 δισ. ευρώ έως και τον Μάρτιο του 2020, για να επεκταθεί στη συνέχεια για άλλους 18 μήνες και συγκεκριμένα έως τον Οκτώβριο του 2022. Το παράθυρο άνοιξε πρώτη η Eurobank, με το εναρκτήριο λάκτισμα του Ηρακλή, στον οποίο εντάχθηκε το 2020 με το χαρτοφυλάκιο Cairo συνολικής αξίας 7 δισ. ευρώ, ενώ στα 3,3 δισ. ευρώ είναι η αξία του project Mexico, που θα ενταχθεί στον Ηρακλή 2. Τη σκυτάλη έλαβε αμέσως μετά η Alpha Bank, με την τιτλοποίηση-μαμούθ του χαρτοφυλακίου Galaxy, ύψους 10,5 δισ. ευρώ, ενώ στα 3,5 δισ. ευρώ είναι η αξία της συναλλαγής Cosmos, που θα ενταχθεί στην Ηρακλή 2. Άμεσα υπήρξαν τα αντανακλαστικά της Τράπεζας Πειραιώς, που υλοποίησε τη μεγαλύτερη προσαρμογή στην εξυγίανση του ισολογισμού της, εντάσσοντας στον Ηρακλή διαδοχικές τιτλοποιήσεις ύψους 18 δισ. ευρώ. Η αρχή έγινε με το χαρτοφυλάκιο Phoenix (αξίας 1,9 δισ. ευρώ), για να ακολουθήσει η συναλλαγή Vega (αξίας 5 δισ. ευρώ), ενώ στο πλαίσιο της εκπόνησης του σχεδίου εξυγίανσης Sunrise η τράπεζα σχεδίασε και υλοποιεί άλλες τρεις τιτλοποιήσεις συνολικής αξίας 11 δισ. ευρώ. Ακολούθησε η Εθνική Τράπεζα με την τιτλοποίηση Frontier συνολικής αξίας 6 δισ. ευρώ, ενώ σε εξέλιξη βρίσκεται άλλη μια συναλλαγή αξίας 1 δισ. ευρώ. 

Με παράλληλες διαδικασίες οι τράπεζες προχώρησαν τις μεγάλες πωλήσεις χαρτοφυλακίων που είχαν ξεκινήσει ήδη από το 2017. Έκτοτε οι τέσσερις συστημικές τράπεζες έχουν πωλήσει δάνεια αξίας άνω των 20,6 δισ. ευρώ παράλληλα με τιτλοποιήσεις αξίας 52 δισ. ευρώ, που έχουν ή πρόκειται να ολοκληρωθούν έως και τις αρχές του 2022, ανεβάζοντας τον λογαριασμό των συναλλαγών στα 73 δισ. ευρώ.

Τα τελευταία στοιχεία επιβεβαιώνουν ότι οι τράπεζες βρίσκονται σε ανάσα αναπνοής από τον βασικό στόχο, που είναι η μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων (NPEs) σε μονοψήφιο ποσοστό, καθώς εν μέσω κρίσης πέτυχαν τη μείωση του στοκ των μη εξυπηρετούμενων δανείων κατά 38,6 δισ. ευρώ μέσα σε μία χρονιά. Το απόθεμα των NPEs και για τις τέσσερις συστημικές τράπεζες υποχώρησε από τα 55,8 δισ. ευρώ το εννιάμηνο του 2020 στα 17,2 δισ. ευρώ στο τέλος του εννιαμήνου του 2021, ενώ σημαντική βελτίωση παρουσίασαν και οι αντίστοιχοι δείκτες μη εξυπηρετούμενων δανείων (NPEs), δημιουργώντας τις προϋποθέσεις για την επίτευξη μονοψήφιου ποσοστού το 2022.

Τη μεγαλύτερη μείωση πέτυχαν η Alpha Bank και η Τράπεζα Πειραιώς, μειώνοντας το απόθεμα των κόκκινων δανείων κατά 12,3 δισ. και 16,7 δισ. αντίστοιχα. Οι αντίστοιχοι δείκτες NPEs στην Ελλάδα υποχώρησαν στο 16,6% για την Alpha Bank και στο 15,2% για την Τράπεζα Πειραιώς, δημιουργώντας τις συνθήκες για την επίτευξη μονοψήφιου ποσοστού NPE στις αρχές του 2023. 

Σημαντική αποκλιμάκωση πέτυχαν τόσο η Eurobank όσο και η Εθνική Τράπεζα, οι οποίες, ξεκινώντας από καλύτερο σημείο, πέτυχαν τη μείωση του δείκτη NPE στο 7,8% και στο 11,9% αντίστοιχα. Το απόθεμα των κόκκινων δανείων μειώθηκε στο τέλος του εννιαμήνου για την Eurobank στα 2,4 δισ. ευρώ και για την Εθνική στα 3,7 δισ. ευρώ.

Το κόστος

Η πορεία προς την εξυγίανση δεν είναι αναίμακτη. Για τη μείωση των NPEs κατά 31 δισ. ευρώ, στο πλαίσιο της πρώτης φάσης του Ηρακλή, το Δημόσιο έχει δώσει εγγυήσεις αξίας 11,9 δισ. ευρώ, ενώ σε ανάλογα επίπεδα εκτιμώνται και οι εγγυήσεις στο πλαίσιο του Ηρακλή 2. Από την πλευρά τους οι τράπεζες ανάλωσαν πολύτιμο απόθεμα κεφαλαίου που είχαν δημιουργήσει για να καλύψουν τις ζημιές που προκάλεσαν οι τιτλοποιήσεις και οι πωλήσεις χαρτοφυλακίων, δημιουργώντας την ανάγκη για άμεση κεφαλαιακή ενίσχυση.

Η επέκταση της δεύτερης φάσης του Ηρακλή και η υλοποίηση νέων τιτλοποιήσεων 32 δισ. ευρώ απαιτούν νέα κεφάλαια, που συνολικά εκτιμάται ότι θα υπερβούν τα 5 δισ. ευρώ. Με δεδομένο ότι οι τιτλοποιήσεις που υλοποιήθηκαν στο πλαίσιο του Ηρακλή 1 επέφεραν κεφαλαιακές ζημιές ύψους 6 δισ. ευρώ, ο λογαριασμός για την πλήρη εξυγίανση των ισολογισμών των ελληνικών τραπεζών ξεπερνά τα 11 δισ. ευρώ.

Τον δρόμο πρόσβασης στις αγορές για την ενίσχυση της κεφαλαιακής της βάσης άνοιξε πρώτη η Τράπεζα Πειραιώς με την αύξηση τον περασμένο Μάρτιο του μετοχικού κεφαλαίου κατά 1,4 δισ. ευρώ. Είχε προηγηθεί στην εκπνοή του 2020 η μετατροπή του Cocos ύψους 2 δισ. ευρώ περίπου σε μετοχές με την αύξηση του ποσοστού του ΤΧΣ στο 61%, ποσοστό που υποχώρησε στο πλαίσιο της ΑΜΚ στο 27%. 

Η Alpha Bank αξιοποίησε για την εξυγίανση του ισολογισμού της το υψηλό απόθεμα κεφαλαίου που είχε δημιουργήσει τα προηγούμενα χρόνια, αλλά οι προοπτικές περαιτέρω ανάπτυξης δημιούργησαν την ανάγκη ενίσχυσης της κεφαλαιακής βάσης της τράπεζας, που προχώρησε σε αύξηση μετοχικού κεφαλαίου κατά 800 εκατ. 

Η κεφαλαιακή ενίσχυση της Eurobank πέρασε μέσα από την απορρόφηση της Grivalia, την οποία ο βασικός μέτοχος εισέφερε στην τράπεζα προκειμένου να ενισχύσει τα κεφάλαιά της κατά 950 εκατ. ευρώ, ανεβάζοντας το ποσοστό του ομίλου Fairfax στην Τράπεζα στο 33%.

Η Εθνική Τράπεζα, τέλος, στήριξε την εξυγίανση του ισολογισμού της στην εσωτερική κερδοφορία που δημιούργησε, αξιοποιώντας κυρίως το χαρτοφυλάκιο των ομολόγων και τα υψηλά χρηματοοικονομικά κέρδη που εξασφάλισε στην τράπεζα η ανταλλαγή τίτλων το 2020-21. Οι κινήσεις δημιουργίας εσωτερικού κεφαλαίου συμπληρώθηκαν με πρωτοβουλίες αποεπένδυσης από αγορές του εξωτερικού και τη μεταβίβαση θυγατρικών, όπως η Prodea, και η πώληση της Εθνικής Ασφαλιστικής, που αναμένεται να ολοκληρωθεί το 2022. 

Εντούτοις, η σύνθεση των κεφαλαίων των τεσσάρων συστημικών τραπεζών επιδεινώθηκε λόγω των αυξημένων ζημιών που εγγράφουν στους ισολογισμούς προκειμένου να καλύψουν τις απώλειες από τις πωλήσεις και τις τιτλοποιήσεις δανείων. Το ύψος των κεφαλαίων που αναλογούν στο DTC ανέρχεται στα 14,8 δισ. ευρώ και αντιπροσωπεύουν το 62% των εποπτικών κεφαλαίων (με βάση τα στοιχεία του α΄ εξαμήνου) και αποτελεί, σύμφωνα με την ΤτΕ, μια σταθερή πηγή ανησυχίας που χρήζει προσοχής, καθώς αλλοιώνει την ποιότητα των κεφαλαίων των ελληνικών τραπεζών.

Παρά το γεγονός ότι ο συνολικός δείκτης κεφαλαιακής επάρκειας των ελληνικών τραπεζών υπερκαλύπτει τις απαιτήσεις που έχουν θέσει οι εποπτικές αρχές, πρόκειται για τον χαμηλότερο δείκτη στην Ευρωζώνη, που κατά μέσο όρο κινείται κοντά στο 20%. Το γεγονός αυτό δεν επιτρέπει εφησυχασμό και επιβάλλει περαιτέρω προσπάθεια.

Η απομόχλευση άλλωστε του δανειακού χαρτοφυλακίου των τραπεζών, δηλαδή η πώληση κόκκινων δανείων, επηρεάζει τα έσοδα από τόκους, καθώς στερεί από τις τράπεζες ένα τμήμα των λογιστικοποιημένων εσόδων που εγγράφουν στους ισολογισμούς τους. Εντούτοις θέτει τις βάσεις για υγιή μεγέθυνση του δανειακού τους χαρτοφυλακίου, μέσα από νέες χορηγήσεις στον ιδιωτικό τομέα, και επιπλέον περιορίζει τις ανάγκες για νέες προβλέψεις, που «χτυπούν» ευθέως το τελικό αποτέλεσμα και κατ’ επέκταση τα κεφάλαια. Έτσι δημιουργούνται οι συνθήκες για υγιή ανάπτυξη χωρίς τα βάρη του παρελθόντος. Η τάση αυτή, που θα ενισχυθεί τα προσεχή τρίμηνα, καθώς οι τράπεζες ολοκληρώνουν την εκκαθάριση των ισολογισμών τους, αποτυπώθηκε και στα αποτελέσματα του εννιαμήνου, από την ανάλυση των οποίων επιβεβαιώνεται ότι και οι τέσσερις συστημικές τράπεζες –με εξαίρεση την εφάπαξ ζημιά που πήραν για τις πωλήσεις και τιτλοποιήσεις χαρτοφυλακίων– περιόρισαν τις νέες προβλέψεις που πήραν για την κάλυψη του πιστωτικού κινδύνου.

Μείωση προσωπικού

Η πορεία προς την εξυγίανση συμπληρώθηκε με πρωτοβουλίες carve out, δηλαδή τη μεταφορά του προσωπικού που ήταν μέχρι πρόσφατα επιφορτισμένο με τη διαχείριση των κόκκινων δανείων σε νέες εταιρείες, που μεταβιβάστηκαν στο πλαίσιο των τιτλοποιήσεων σε μεγάλα διεθνή επενδυτικά κεφάλαια. Τον δρόμο άνοιξε η Τράπεζα Πειραιώς, αποσχίζοντας την αντίστοιχη διεύθυνση και προσωπικό 1.100 τραπεζοϋπαλλήλων στην εταιρεία διαχείρισης Intrum Hellas, ενώ ανάλογη στρατηγική ακολούθησε τόσο η Eurobank όσο και η Alpha Bank, μεταβιβάζοντας τις εταιρείες διαχείρισης Cepal και doValue, που στελεχώθηκαν με προσωπικό από τις τράπεζες, στα επενδυτικά κεφάλαια doValue και Davidson Kempner αντίστοιχα.

Κυρίαρχο ρόλο στην πορεία προς ένα τραπεζικό σύστημα απλούστερο και αποτελεσματικότερο έπαιξαν τα προγράμματα εθελουσίας εξόδου. Η ανάγκη μείωσης των υπαλλήλων στις τράπεζες τα προηγούμενα χρόνια προέκυψε ως φυσική συνέπεια αποσυμφόρησης από το πλεονάζον προσωπικό που προέκυψε μέσα από την αναδιάρθρωση του τραπεζικού συστήματος στην κρίση της προηγούμενης δεκαετίας. Συνολικά μέσα από τα προγράμματα εθελουσίας εξόδου υπολογίζεται ότι έχουν αποχωρήσει τα τελευταία χρόνια 20.000 υπάλληλοι και το κόστος που πήραν εφάπαξ οι τέσσερις συστημικές τράπεζες ανήλθε στα 2,5 δισ. ευρώ.

H ψηφιοποίηση των συναλλαγών εντείνει τις πιέσεις για περαιτέρω εξορθολογισμό του κόστους και καθώς η έμφαση θα δοθεί στη συμβουλευτική τραπεζική και στη διεύρυνση της χρήσης των ψηφιακών καναλιών όχι μόνο για αιτήσεις και εγκρίσεις δανείων αλλά και για πιο περίπλοκες τραπεζικές εργασίες, ο στόχος για το δίκτυο δεν ξεπερνά τα 300 καταστήματα ανά τράπεζα.

Η Alpha Bank, μέσα από το πρόγραμμα μετασχηματισμού «the alpha blueprint», συνολικού προϋπολογισμού 430 εκατ. ευρώ, που ανακοίνωσε πρόσφατα, στοχεύει στη δομική αλλαγή της σε επίπεδο οργάνωσης, διαδικασιών, προϊόντων και συστημάτων, στην επίτευξη υψηλότερου επιπέδου υπηρεσιών με σύγχρονα προϊόντα, στον περιορισμό της γραφειοκρατίας, στη μείωση του κόστους και στην αύξηση της αποδοτικότητας και της οργανωτικής αποτελεσματικότητας του ομίλου.

Το Phygital μοντέλο, δηλαδή η προσωπική επαφή (physical) με τον πελάτη με χρήση των ψηφιακών (digital) δυνατοτήτων, που υιοθετεί και παρουσίασε η διοίκηση της Eurobank, βασίζεται στην αξιοποίηση της τεχνολογίας και του ανθρώπινου παράγοντα για απλή, γρήγορη, προσωποποιημένη και ασφαλή εξυπηρέτηση και συνδυάζεται με το re-branding της τράπεζας, την αναμόρφωση των καταστημάτων και στοχεύει στη δημιουργία συγκριτικού ανταγωνιστικού πλεονεκτήματος για την τράπεζα.

Η Εθνική Τράπεζα υλοποιεί το Πρόγραμμα Μετασχηματισμού, που προβλέπει την αναθεώρηση του μοντέλου λειτουργίας και παροχής υπηρεσιών με στόχο τη βελτιστοποίηση των διαδικασιών. Το πρόγραμμα έχει οδηγήσει ήδη στην εντυπωσιακή μετάβαση στα ψηφιακά κανάλια.

Η ψηφιοποίηση αποτελεί τον βασικό μοχλό επιτάχυνσης του προγράμματος μετασχηματισμού της Τράπεζας Πειραιώς, που έχει ανακοινώσει η διοίκηση της Τράπεζας και στοχεύει σε επίτευξη απόδοσης άνω του 5% επί των ιδίων κεφαλαίων το προσεχές διάστημα. Αφετηρία αποτελεί και η συνεργασία της τράπεζας με την Accenture και τη Microsoft για την τεχνολογική υποδομή της τράπεζας στο cloud.

Ο μετασχηματισμός του τραπεζικού συστήματος ολοκληρώνεται με πρωτοβουλίες εσωτερικής αναδιοργάνωσης, με στόχο την αύξηση της αποτελεσματικότητας. Στο επίκεντρο της προσπάθειας την προηγούμενη χρονιά βρέθηκε ο κλάδος των ηλεκτρονικών πληρωμών και της τεχνολογικής αναβάθμισης μέσα από συνεργασίες με μεγάλες εταιρείες του κλάδου διαχείρισης καρτών, που θα αποτελέσει τομέα αιχμής τα προσεχή χρόνια. Οι τρεις από τις τέσσερις συστημικές τράπεζες, Πειραιώς, Alpha και Eurobank, προχώρησαν στην πώληση του τομέα αποδοχής και εκκαθάρισης συναλλαγών σε τεχνολογικούς κολοσσούς, όπως η Euronet, η Nexi και η Worldline, ενώ σε αντίστοιχες συζητήσεις βρίσκεται η Εθνική Τράπεζα με την Evo Payments για τη δημιουργία κοινής εταιρείας στον τομέα της διαχείρισης καρτών.

Στο επίκεντρο βρίσκεται, τέλος, ο τομέας των ακινήτων, με δύο σημαντικά projects που είναι σε εξέλιξη και αναμένεται να ολοκληρωθούν τους πρώτους μήνες του νέου έτους. Πρόκειται για το project Skyline της Alpha Bank, που στοχεύει στην αναζήτηση στρατηγικού επενδυτή για τη δημιουργία μιας νέας εταιρείας joint venture, στην οποία θα μεταφερθούν περίπου 500 ακίνητα της τράπεζας, συνολικής αξίας 500 εκατ. ευρώ. Στη νέα εταιρεία που θα δημιουργηθεί, η Alpha Bank θα διατηρήσει μειοψηφικό ποσοστό, επιτυγχάνοντας με αυτόν τον τρόπο αφενός να περιορίσει την έκθεσή της στο real estate, μειώνοντας το σταθμισμένο ενεργητικό της κατά 400 εκατ. ευρώ, και αφετέρου να επωφεληθεί από τις υπεραξίες που θα δημιουργηθούν στον τομέα της διαχείρισης ακινήτων.

Η δεύτερη συναλλαγή είναι το project Terra, που δρομολογεί η Τράπεζα Πειραιώς, μέσω του οποίου η τράπεζα θα μεταβιβάσει σε ξένο επενδυτή περίπου 2.300 ακίνητα συνολικής αξίας 800 εκατ. ευρώ. To project Terra αποτελεί το μεγαλύτερο χαρτοφυλάκιο ακινήτων που μεταβιβάζεται μέχρι σήμερα με τη μορφή πακέτου από συστημική τράπεζα και στοχεύει στην ελάφρυνση του ισολογισμού της Τράπεζας Πειραιώς από τον τεράστιο όγκο ακινήτων που έχει συσσωρεύσει μέχρι σήμερα κυρίως μέσα από τις απορροφήσεις τραπεζών και από ρευστοποιήσεις.

Τα funds και οι servicers

Ο μετασχηματισμός του τραπεζικού συστήματος δημιούργησε νέους πόλους στην αγορά της διαχείρισης του ιδιωτικού χρέους, το οποίο, παρότι έφυγε από τους ισολογισμούς των τραπεζών, εξακολουθεί να βαραίνει επιχειρήσεις και νοικοκυριά. Τα funds που έχουν επενδύσει στην ελληνική αγορά ιδιωτικού χρέους, αγοράζοντας δάνεια ύψους 72 δισ. ευρώ σε συνεργασία με τις εταιρείες διαχείρισης (servicers), έχουν αναλάβει ήδη ενεργό ρόλο, που αναμένεται να ενισχυθεί τα προσεχή χρόνια, καθώς οι τράπεζες, εκτός από τα κόκκινα δάνεια του παρελθόντος, αναθέτουν και τη διαχείριση των νέων κόκκινων δανείων.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή