Φατίχ Μπιρόλ στο «Κ-Επιχειρείν»: Η Ελλάδα μπορεί να γίνει εξαγωγέας ενέργειας

Φατίχ Μπιρόλ στο «Κ-Επιχειρείν»: Η Ελλάδα μπορεί να γίνει εξαγωγέας ενέργειας

«Απαιτούνται ταχύτερες αδειοδοτήσεις, ενίσχυση δικτύων και διασυνδέσεις με τις γειτονικές αγορές»

6' 40" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Η περαιτέρω μείωση της γραφειοκρατίας στις αδειοδοτήσεις, η ενίσχυση των δικτύων και η διασύνδεση με γειτονικές χώρες είναι τα βήματα που απομένουν ώστε η Ελλάδα να καταστεί εξαγωγέας ενέργειας με ηγετικά χαρακτηριστικά στην ευρύτερη περιοχή. Πρόκειται για τη θέση της Διεθνούς Οργάνωσης Ενέργειας, όπως την καταθέτει στο «Κ-Επιχειρείν» ο εκτελεστικός διευθυντής της ΙΕΑ, δρ Φατίχ Μπιρόλ, ο οποίος υπογραμμίζει τα συγκριτικά πλεονεκτήματα της χώρας στους τομείς των ηλιακών φωτοβολταϊκών και της αιολικής ενέργειας. Σημειωτέον, το 2022 ήταν η πρώτη χρονιά κατά την οποία η ηλεκτρική ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, συμπεριλαμβανομένης της υδροηλεκτρικής ενέργειας, ξεπέρασε εκείνη που παράγεται από το φυσικό αέριο και τον λιγνίτη. Το μοντέλο με βάση το αέριο της Ρωσίας «καταστράφηκε και δεν επιστρέφει», σύμφωνα με τον επικεφαλής της Διεθνούς Οργάνωσης Ενέργειας, ο οποίος τονίζει ότι η Ελλάδα κάλυψε τις απώλειες αυξάνοντας κατά 60% τις εισαγωγές LNG, κατά βάση από τις ΗΠΑ. Πάντως, το 2023 αυξήθηκαν και οι εισροές LNG από τη Ρωσία, ορισμένες από τις οποίες αποστέλλονται σε γειτονικές αγορές.
 
– H Eυρώπη τοποθετείται από μειονεκτική θέση στον διεθνή καταμερισμό επενδύσεων και εργασίας. Μία από τις βασικές αιτίες είναι το υψηλό κόστος ενέργειας. Εσείς πού εντοπίζετε τις αδυναμίες του ευρωπαϊκού συστήματος και κατ’ επέκταση σε ποιες ενέργειες θα πρέπει να προβούν οι κυβερνήσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης; 

Φατίχ Μπιρόλ στο «Κ-Επιχειρείν»: Η Ελλάδα μπορεί να γίνει εξαγωγέας ενέργειας-1Για δεκαετίες, το επιχειρηματικό μοντέλο πολλών ευρωπαϊκών βιομηχανιών βασιζόταν στη διαθεσιμότητα άφθονων και φθηνών αποθεμάτων ρωσικής ενέργειας. Αυτό το επιχειρηματικό μοντέλο καταστράφηκε όταν η Ρωσία εισέβαλε στην Ουκρανία. Και δεν επιστρέφει.

Η χρήση των προμηθειών φυσικού αερίου από τη Ρωσία ως πολιτικός και οικονομικός μοχλός πίεσης –τόσο πριν όσο και μετά την εισβολή– πυροδότησε απότομες αυξήσεις στις τιμές του φυσικού αερίου, που είχαν ισχυρές αρνητικές επιπτώσεις και στις τιμές της ηλεκτρικής ενέργειας. Η κατάσταση μας δείχνει ότι η υψηλή εξάρτηση από τα εισαγόμενα ορυκτά καύσιμα και η υπερβολική εξάρτηση από μικρό αριθμό προμηθευτών αυξάνει τον κίνδυνο αστάθειας και εκτίναξης των τιμών της ενέργειας. Αντιθέτως, τα ηλιακά φωτοβολταϊκά (PV) και οι ανεμογεννήτριες παράγουν ηλεκτρική ενέργεια με χαμηλότερο κόστος σε σύγκριση με τους παραδοσιακούς σταθμούς παραγωγής ενέργειας – και μειώνουν την εξάρτηση από τις εισαγωγές καυσίμων. Η επιτάχυνση της μετάβασης στην καθαρή ενέργεια δεν είναι απαραίτητη μόνο για την προστασία των καταναλωτών από τις διακυμάνσεις των τιμών της ενέργειας, αλλά και για τη στήριξη της ενεργειακής ασφάλειας και των βιομηχανικών τομέων.

Η υψηλή εξάρτηση από τα εισαγόμενα ορυκτά καύσιμα και η υπερβολική εξάρτηση από μικρό αριθμό προμηθευτών αυξάνουν τον κίνδυνο αστάθειας και εκτίναξης των τιμών της ενέργειας.

Η Ευρωπαϊκή Ένωση μπορεί να αντλήσει έμπνευση από άλλες περιοχές σχεδιάζοντας και εφαρμόζοντας μια νέα και ισχυρή βιομηχανική στρατηγική, εντοπίζοντας και αναπτύσσοντας νέες πηγές ανταγωνιστικού πλεονεκτήματος. Μια τέτοια στρατηγική προσέγγιση όχι μόνο ευθυγραμμίζεται με τους κλιματικούς στόχους, αλλά θέτει επίσης τις βάσεις για την οικονομική ανάπτυξη και τη δημιουργία θέσεων εργασίας. Η ΙΕΑ εργάζεται για να υποστηρίξει αυτές τις προσπάθειες, συμπεριλαμβανομένης της από κοινού φιλοξενίας με την ΕΚΤ και την ΕΤΕπ μιας Διάσκεψης Υψηλού Επιπέδου τον Σεπτέμβριο, για τη διασφάλιση μιας εύρυθμης ενεργειακής μετάβασης, στην οποία συμμετείχε ο πρώην πρωθυπουργός της Ιταλίας Μάριο Ντράγκι, ο οποίος τώρα συμβουλεύει την ΕΕ για το μέλλον της ευρωπαϊκής ανταγωνιστικότητας.
 
– Η βιομηχανία και οι επενδύσεις είναι το ένα σκέλος της εξίσωσης. Το άλλο αφορά την καθημερινή επιβάρυνση των ευρωπαϊκών νοικοκυριών και τελικά την αγοραστική τους δύναμη. Πόσο δύσκολος θα είναι ενεργειακά αυτός ο χειμώνας σε όρους επάρκειας και τιμών και τι εργαλεία έχουν στα χέρια τους οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις ώστε να στηρίξουν τους καταναλωτές σε αυτή την απαιτητική συγκυρία; 

Η Ευρώπη έχει ήδη πετύχει να μειώσει την εξάρτησή της από το ρωσικό φυσικό αέριο και να στραφεί σε άλλες πηγές –όπως το υγροποιημένο φυσικό αέριο (LNG) από τις Ηνωμένες Πολιτείες και αλλού– καθώς και να εντείνει τις προσπάθειες για την ανάπτυξη ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και τη βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης. Οι υψηλές τιμές του φυσικού αερίου και τα μέτρα εξοικονόμησης ενέργειας μείωσαν επίσης τη ζήτηση, ιδιαίτερα στον βιομηχανικό τομέα. Ο αντίκτυπος στη ζήτηση φυσικού αερίου της ΕΕ μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία ήταν σαφής. Το 2022 μειώθηκε κατά 13% – η πιο απότομη πτώση στην ιστορία. Σε αυτό βοήθησε και ο ήπιος χειμώνας.

Μπαίνοντας στον φετινό χειμώνα, τα ευρωπαϊκά επίπεδα αποθήκευσης φυσικού αερίου ήταν σε ιστορικά υψηλά, αλλά μένει να φανεί τους επόμενους μήνες εάν η Ευρώπη θα επωφεληθεί ξανά από έναν ακόμη ήπιο χειμώνα και πώς αυτό θα επηρεάσει τις αγορές. Ενώ η εξάρτηση της Ευρώπης από το ρωσικό αέριο έχει μειωθεί, η εξάρτησή της από τις εισαγωγές φυσικού αερίου γενικότερα εξακολουθεί να είναι υψηλή. Οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής μπορούν να το αντιμετωπίσουν επιδιώκοντας περαιτέρω μέτρα για την υποστήριξη των καταναλωτών τόσο βραχυπρόθεσμα όσο και μακροπρόθεσμα. Αυτά περιλαμβάνουν την παροχή κινήτρων για βελτιώσεις στην ενεργειακή απόδοση, την επιτάχυνση της ανάπτυξης ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, συμπεριλαμβανομένων των αερίων χαμηλών εκπομπών, ηλεκτροδοτώντας παράλληλα τη θέρμανση του χώρου και ενθαρρύνοντας την αλλαγή συμπεριφοράς μεταξύ των καταναλωτών.

Για τους βιομηχανικούς καταναλωτές, η εισαγωγή εργαλείων που υποστηρίζουν τη σιγουριά στις τιμές, όπως Συμφωνίες Αγοράς Ενέργειας (PPA) ή Συμβάσεις επί Διαφορών (CFD), μπορεί επίσης να είναι χρήσιμη.
 
– Τουλάχιστον από την άποψη των καιρικών συνθηκών, η Ελλάδα θεωρείται ιδανικός τόπος για την ανάπτυξη ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Ωστόσο, τα προηγούμενα χρόνια η χώρα έμεινε πίσω στην κούρσα της ανάπτυξης και σε αυτόν τον τομέα. Πώς αξιολογείτε πλέον τη δυναμική των καθαρών μορφών ενέργειας στην Ελλάδα και πόσο ρεαλιστικό θεωρείτε τον στόχο η χώρα να καταστεί εξαγωγέας ενέργειας;

Η Ελλάδα διαθέτει σημαντικές δυνατότητες τόσο στην ηλιακή όσο και στην αιολική ενέργεια. Παρακολουθούμε στενά την πρόοδο της χώρας και μόλις πέρυσι δημοσιεύσαμε μια ολοκληρωμένη Ανασκόπηση Ενεργειακής Πολιτικής για τη χώρα, η οποία έδειξε ότι η Ελλάδα κινείται προς τη σωστή κατεύθυνση. 

Συγκεκριμένα, το 2022 σηματοδότησε την πρώτη χρονιά κατά την οποία η ηλεκτρική ενέργεια που παράγεται από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, συμπεριλαμβανομένης της υδροηλεκτρικής ενέργειας, ξεπέρασε εκείνη από το φυσικό αέριο και τον λιγνίτη. 

Η χώρα έχει ήδη καταβάλει προσπάθειες ώστε να μειώσει τη γραφειοκρατία στις αδειοδοτήσεις για έργα ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και να ενισχύσει το δίκτυο και τα δίκτυα ηλεκτρικής ενέργειας. Δεδομένης της διασυνδεδεμένης φύσης του συστήματος ηλεκτρικής ενέργειας της ΕΕ, η διατήρηση αυτής της προόδου είναι ζωτικής σημασίας για να καταστεί η Ελλάδα ηγέτης στην περιοχή.

Η μετατροπή της Ελλάδας σε εξαγωγέα ενέργειας είναι ένας στόχος που ενέχει υποσχέσεις και προκλήσεις. Οι τεχνολογίες τόσο ηλιακών φωτοβολταϊκών όσο και αιολικής ενέργειας είναι ήδη ανταγωνιστικές στην παραγωγή οικονομικά αποδοτικής ηλεκτρικής ενέργειας, και η Ελλάδα διαθέτει άφθονους πόρους και στα δύο. Η εξασφάλιση της απαιτούμενης χρηματοδότησης είναι το κλειδί.

Οι τεχνολογίες τόσο ηλιακών φωτοβολταϊκών όσο και αιολικής ενέργειας είναι ήδη ανταγωνιστικές στην παραγωγή οικονομικά αποδοτικής ηλεκτρικής ενέργειας, και η Ελλάδα διαθέτει άφθονους πόρους και στα δύο.

Επιπλέον, η υλοποίηση προγραμματισμένων έργων διασύνδεσης με τις γειτονικές χώρες, καθώς και με την Αίγυπτο, αποτελεί θεμελιώδες στοιχείο της στρατηγικής για να γίνει πραγματικότητα αυτό το όραμα. Αντιμετωπίζοντας αυτά τα βασικά στοιχεία, η Ελλάδα μπορεί να τοποθετηθεί ώστε όχι μόνο να καλύψει βιώσιμα τις εγχώριες ενεργειακές της ανάγκες, αλλά και να αναδειχθεί ως εξαγωγέας.
 
– Παρεμπιπτόντως, πώς διαμορφώνεται πλέον η εξάρτηση της Ευρώπης –και της Ελλάδας– από το φυσικό αέριο της Ρωσίας;

Το 2022, η Ευρωπαϊκή Ένωση είδε σημαντική μείωση άνω του 50% στις ρωσικές παραδόσεις φυσικού αερίου, από σχεδόν 140 δισ. κυβικά μέτρα (bcm) το 2021 σε ελαφρώς πάνω από 60 bcm.

Ενώ οι απότομες περικοπές προμήθειας φυσικού αερίου της Ρωσίας ανέβασαν τις τιμές του φυσικού αερίου σε ιστορικά υψηλά, η Ευρωπαϊκή Ένωση κατάφερε να διαφοροποιήσει επιτυχώς τις πηγές προμήθειας ενέργειας και φυσικού αερίου, με το LNG από τις Ηνωμένες Πολιτείες να διαδραματίζει κομβικό ρόλο.

Παράλληλα με την ευρύτερη τάση της ΕΕ, η Ελλάδα υιοθέτησε παρόμοια μέτρα, καταγράφοντας σχεδόν 20% μείωση στην εγχώρια ζήτηση φυσικού αερίου το 2022 σε σύγκριση με το 2021. 

Η αύξηση της ζήτησης LNG αντιμετωπίστηκε μέσω των αυξημένων εισαγωγών, που προέρχονται κυρίως από τις Ηνωμένες Πολιτείες, την Αλγερία και την Αίγυπτο, με αποτέλεσμα να αυξηθούν περίπου 60% οι εισαγωγές φυσικού αερίου LNG. 

Αυτή η συνολική προσέγγιση συνέβαλε σε αισθητή μείωση των εισαγωγών από ρωσικούς αγωγούς. Ωστόσο, οι εισροές LNG από τη Ρωσία στην Ελλάδα αυξήθηκαν το 2023, ορισμένες από τις οποίες αποστέλλονται σε γειτονικές αγορές.

*O δρ Φατίχ Μπιρόλ είναι εκτελεστικός διευθυντής της Διεθνούς Οργάνωσης Ενέργειας.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT