Άρθρο Μαρίας Γάτσου: Επαναπροσδιορίζοντας τον ελληνικό τουρισμό

Άρθρο Μαρίας Γάτσου: Επαναπροσδιορίζοντας τον ελληνικό τουρισμό

Πατώντας στο ισχυρό brand name που έχει αναπτύξει παγκοσμίως, η εγχώρια τουριστική βιομηχανία μπορεί να χτίσει ένα νέο μέλλον, πιο παραγωγικό και βιώσιμο

13' 5" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Το 2023 ήταν η πρώτη χρονιά χωρίς ταξιδιωτικούς περιορισμούς, σηματοδοτώντας παράλληλα την έξοδο από τη μεγαλύτερη κρίση που βίωσε ο τουριστικός τομέας διεθνώς. Έχουμε, πλέον, ένα νέο έτος αναφοράς για τον ελληνικό τουρισμό, με ενισχυμένες αφίξεις και οικονομικά μεγέθη για τη χώρα, και θετικά μηνύματα για την επόμενη χρονιά.

Σύμφωνα με τα στοιχεία που δόθηκαν στη δημοσιότητα τον Νοέμβριο από το ΙΝΣΕΤΕ και αφορούν το διάστημα Ιανουαρίου-Σεπτεμβρίου 2023, οι αφίξεις (αεροπορικές και οδικές) προσέγγισαν τα 28 εκατομμύρια, με έσοδα κοντά στα 18 δισεκατομμύρια ευρώ, καταγράφοντας αύξηση 3% στις αφίξεις και 11% στα έσοδα σε σχέση με το 2019. Σημειώνεται ότι, ακόμη και αν δεν καταγραφεί περαιτέρω αύξηση το 4ο τρίμηνο (δηλαδή με την υπόθεση ότι τα έσοδα του τριμήνου παραμείνουν τα ίδια με το 2019), τα συνολικά έσοδα του έτους εκτιμάται ότι θα ανέλθουν περίπου στα 20 δισεκατομμύρια ευρώ. Οι διεθνείς αεροπορικές αφίξεις παρουσιάζουν αύξηση το δεκάμηνο σχεδόν 12% σε σχέση με πέρυσι και οι οδικές αφίξεις καταγράφουν αύξηση 33%, ποσοστά που διαφοροποιούνται ανά προορισμό για λόγους όπως ιδιομορφίες περιοχών, προσφορά και ζήτηση, συνδεσιμότητα και προσβασιμότητα και προσφερόμενο προϊόν στον κάθε προορισμό.

Άρθρο Μαρίας Γάτσου: Επαναπροσδιορίζοντας τον ελληνικό τουρισμό-1
Για το σύνολο των προορισμών ανά την Ελλάδα είναι δεδομένη η «κρυμμένη υπεραξία», ξεκινώντας από το ισχυρό αποτύπωμα του πολιτισμού σε όλη τη χώρα, τη φιλικότητα του ανθρώπινου δυναμικού, αλλά και μια σειρά από αξιοθέατα και υπαίθριες δραστηριότητες.

Αξίζει να αναφερθεί ότι η Ελλάδα διατηρεί την απήχησή της στις ευρωπαϊκές αγορές. Ειδικότερα, από τις χώρες της ζώνης του ευρώ οι εισπράξεις το εννεάμηνο καταγράφουν αύξηση 12% σε σχέση με το 2022 και 16% σε σχέση με το 2019. Οι παραδοσιακές μας αγορές συντηρούν τη δυναμική τους, με τις εισπράξεις το ίδιο διάστημα από το Ηνωμένο Βασίλειο να παρουσιάζονται αυξημένες περίπου 7% σε σχέση με το 2022 και 27% σε σχέση με το 2019, και από τη Γερμανία αυξημένες κατά 4% και περίπου 16% αντίστοιχα. Ειδική αναφορά θα πρέπει να γίνει στην αγορά των ΗΠΑ. που συγκαταλέγεται στις πλέον «δυνατές» για τον ελληνικό τουρισμό, με αύξηση μάλιστα περίπου 14% έναντι του 2022 και λίγο πάνω από 10% έναντι του 2019. Σε κάθε περίπτωση, λόγω της διασποράς των αγορών του εισερχόμενου στην Ελλάδα τουρισμού, υπάρχει ανθεκτικότητα και οι επιχειρήσεις βρίσκουν τον τρόπο να καλύπτουν τα κενά που δημιουργούνται από εξωγενείς παράγοντες, όπως για παράδειγμα το κενό που δημιουργήθηκε από τη Ρωσία ή το Ισραήλ, ενώ μεγάλη ευκαιρία για το μέλλον φαίνεται πως είναι η ασιατική αγορά (Ινδία, Βιετνάμ, κ.λπ.).

Προορισμοί και προϊόντα που ξεχωρίζουν 

Πέρα από τις παραπάνω αριθμητικές επιδόσεις, οι ταξιδιώτες από τις ΗΠΑ και το Ηνωμένο Βασίλειο παρέχουν σταθερά τις υψηλότερες συνολικές αξιολογήσεις σε σχέση με την εμπειρία επίσκεψης στη χώρα, με τους Ολλανδούς και τους Γερμανούς επισκέπτες να ακολουθούν. Είναι σημαντικό, ωστόσο, να σημειωθεί ότι ο αριθμός των κριτικών και οι κατατάξεις διαφέρουν σημαντικά από περιοχή σε περιοχή. Ενδεικτικά, οι ταξιδιώτες από ΗΠΑ και Γαλλία δίνουν την υψηλότερη βαθμολογία στην Ήπειρο (9,8 και 9,6 αντίστοιχα), από το Ηνωμένο Βασίλειο, την Ολλανδία και την Ιταλία στην Κεντρική Ελλάδα (10 οι δύο πρώτοι, 9,6 οι Ιταλοί) και οι ταξιδιώτες από τη Γερμανία στην Πελοπόννησο (9,5). Από την άλλη μεριά, και με κριτήριο την αύξηση των αεροπορικών αφίξεων στο δεκάμηνο έναντι της περσινής χρονιάς, ξεχώρισαν η Αθήνα (+28%), η Θεσσαλονίκη (+20,3%) και η Καβάλα (+21,9%).

Ως προς τα προϊόντα, και με βάση τα στοιχεία του 2022, οι αφίξεις για το προϊόν «ήλιος και θάλασσα» με all inclusive ανέκαμψαν σχεδόν πλήρως στα επίπεδα του 2019, ενώ χωρίς all inclusive παρουσίασαν αύξηση 8%. Ενδεικτικά, η μέση κατά κεφαλήν δαπάνη για την Ελλάδα στο προϊόν «ήλιος και θάλασσα» ήταν 1.226 ευρώ, ενώ στις ανταγωνίστριες χώρες ήταν στην Ισπανία 1.120 ευρώ και στην Τουρκία 1.080 ευρώ. Προκειμένου το συγκεκριμένο προϊόν να ανταποκρίνεται στις ανάγκες των σύγχρονων επισκεπτών, θα πρέπει να εξελίσσεται και να εμπλουτίζεται διαρκώς, καθώς οι ταξιδιώτες απαιτούν, όλο και περισσότερο, μοναδικές, αυθεντικές εμπειρίες που συνδυάζουν πολλαπλά τουριστικά προϊόντα και πρακτικές βιωσιμότητας.

Σύμφωνα με εκτιμήσεις, ο τουρισμός πολυτελείας διαφαίνεται ότι έχει ιδιαίτερη δυναμική. Ενδεικτικά, η πληρότητα των ξενοδοχείων πολυτελείας της Αθήνας το δεκάμηνο του 2023 αυξήθηκε κατά 13% έναντι της αντίστοιχης περιόδου του 2022.

Οι ταξιδιώτες απαιτούν, όλο και περισσότερο, μοναδικές, αυθεντικές εμπειρίες που συνδυάζουν πολλαπλά τουριστικά προϊόντα και πρακτικές βιωσιμότητας.

Αναφορικά με την κρουαζιέρα, παρουσιάζεται αύξηση σχεδόν 50% στις εισπράξεις το εννεάμηνο σε σχέση με το 2022.

Δυναμική καταγράφεται και στον συνεδριακό τουρισμό. Είναι εξαιρετικά σημαντικό το γεγονός ότι στην κορυφαία δεκάδα των ελκυστικότερων προορισμών του κόσμου για events και συναντήσεις, το 2022 περιλαμβάνεται και η ελληνική πρωτεύουσα. Ωστόσο, εξακολουθεί και είναι αναγκαία η δημιουργία ενός μητροπολιτικού συνεδριακού/ εκθεσιακού κέντρου στην Αθήνα και η αναβάθμιση της HELEXPO Θεσσαλονίκης για την περαιτέρω ανάπτυξη του MICE, καθώς και την καθιέρωση της Ελλάδας ως σημαντικού διεθνούς συνεδριακού προορισμού.

H πληρότητα των ξενοδοχείων πολυτελείας της Αθήνας το δεκάμηνο του 2023 αυξήθηκε κατά 13% έναντι του 2022.

Παράλληλα, για το σύνολο των προορισμών ανά την Ελλάδα είναι δεδομένη η «κρυμμένη υπεραξία», ξεκινώντας από το ισχυρό αποτύπωμα του πολιτισμού σε όλη τη χώρα, τη φιλικότητα του ανθρώπινου δυναμικού, αλλά και μια σειρά από αξιοθέατα και υπαίθριες δραστηριότητες: από τον θαλάσσιο τουρισμό (μαρίνες, γαλάζιες σημαίες, καταδυτικοί προορισμοί, κ.ά.) μέχρι την αξιοποίηση των ορεινών προορισμών της χώρας (πεζοπορία, ορειβατικά καταφύγια, αναρριχητικά πεδία, χιονοδρομικά κέντρα, canoe, kayak, rafting, κ.ά.) και από τους παραδοσιακούς οικισμούς μέχρι την πλούσια γαστρονομία και τις περιοχές που προσφέρονται για οινοτουρισμό.

Πρόσκληση να διατηρηθεί και να αυξηθεί το ενδιαφέρον 

Όπως όλα δείχνουν, η χρονιά θα κλείσει με μονοψήφια αύξηση σε αφίξεις και διψήφια αύξηση σε έσοδα, σε σύγκριση με το προηγούμενο έτος αναφοράς 2019.

Αν και είναι νωρίς για προβλέψεις, οι προ-κρατήσεις για το 2024 δείχνουν να κυμαίνονται στα περσινά επίπεδα, με το brand name «Ελλάδα» να παραμένει ισχυρό. Η χώρα μας εξακολουθεί να βρίσκεται στην 5η θέση των παγκόσμιων τουριστικών brands, διατηρώντας την εκτίμηση των ταξιδιωτών. Μια συνθήκη που οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στις σωστές βάσεις που τέθηκαν κατά τη διάρκεια των προηγούμενων ετών, καθώς και στην αποτελεσματική διαχείριση της χώρας κατά τη διάρκεια της πανδημίας.

Οι προ-κρατήσεις για το 2024 δείχνουν να κυμαίνονται στα περσινά επίπεδα, με το brand name «Ελλάδα» να παραμένει ισχυρό.

Σύμφωνα με μελέτες, η Ελλάδα διατηρεί την ανταγωνιστικότητά της –ξεπερνώντας και τον ευρωπαϊκό μέσο όρο– ως προς την εμπειρία επίσκεψης. Ξεχωρίζουμε ιδιαίτερα για την πολιτιστική εμπειρία, τη γαστρονομία και τις δραστηριότητες στη θάλασσα. Τα καταλύματα με έμφαση στις υπηρεσίες ευεξίας, οι χορτοφαγικές επιλογές από την ελληνική κουζίνα, οι βιώσιμες πρωτοβουλίες και οι λιγότερο γνωστοί προορισμοί αποτελούν θεματικές που επίσης δημιουργούν θετική διαδικτυακή φήμη για τη χώρα.

Την ίδια στιγμή, η ελληνική οικονομία βρίσκεται σε αναπτυξιακή τροχιά, με εγχώρια και διεθνή επενδυτική δυναμική, δραστηριοποίηση νέων διεθνών ξενοδοχειακών μονάδων, κοκ. Ο ιδιωτικός τομέας έχει επενδύσει σημαντικά κεφάλαια σε τουριστικές υποδομές και υπηρεσίες, όπως για παράδειγμα σε ξενοδοχεία, εστιατόρια, μεταφορικά μέσα και αξιοθέατα, μετατρέποντας έτσι την Ελλάδα σε έναν ολοκληρωμένο τουριστικό προορισμό για τους επισκέπτες. Σύμφωνα με τη μελέτη του ΙΝΣΕΤΕ «Η συμβολή του τουρισμού στην ελληνική οικονομία», το 2022 η επενδυτική δραστηριότητα έφτασε περίπου τα 4,5 δισεκατομμύρια ευρώ, εκ των οποίων τα 2,8 δισεκατομμύρια προήλθαν από ξένες επενδύσεις.

Η δυναμική έξοδος από την πανδημία με αύξηση των τουριστικών ροών, το έντονο ενδιαφέρον για επενδύσεις και ειδικότερα άμεσες ξένες επενδύσεις υψηλού επιπέδου, αλλά και οι αυξήσεις τιμών και εσόδων των τουριστικών επιχειρήσεων φαίνεται ωστόσο ότι αλλάζουν τον διάλογο. Η συζήτηση για τη φορολογική πολιτική αλλά και για την επιλεξιμότητα και τις ενισχύσεις τουριστικών επενδύσεων γίνεται πλέον με διαφορετικό πρόσημο.

Είναι σαφές ότι το τουριστικό μοντέλο της Ελλάδας βρίσκεται σε μια διαδικασία επαναπροσδιορισμού πάνω σε νέα δεδομένα.

Βρισκόμαστε σε ένα σταυροδρόμι, όπου μας δίνεται η ευκαιρία να κεφαλαιοποιήσουμε τη θελκτικότητα και την ανθεκτικότητα της Ελλάδας ως ενός σταθερά και ολιστικά δημοφιλούς προορισμού, καθορίζοντας ωστόσο πλέον τα βήματα ενίσχυσης της ανταγωνιστικότητας και διασφάλισης της βιωσιμότητας του ελληνικού τουριστικού προϊόντος, και το πώς θα απαντήσουμε αποτελεσματικά στις προκλήσεις της επόμενης ημέρας.

Άρθρο Μαρίας Γάτσου: Επαναπροσδιορίζοντας τον ελληνικό τουρισμό-2Κοινός στόχος η βιώσιμη ανάπτυξη του τομέα 

Οι παράγοντες που επηρεάζουν τον τουρισμό είναι πολλοί και πολυσύνθετοι, όπως ενδεικτικά: ο ανταγωνισμός χωρών με χαμηλότερα κόστη και ασθενέστερα νομίσματα, οι νέες τάσεις στην καταναλωτική συμπεριφορά, οι πληθωριστικές πιέσεις, το κόστος γραφειοκρατίας, οι φορολογικές επιβαρύνσεις, η αύξηση του κόστους ενέργειας, το λειτουργικό κόστος των επιχειρήσεων.

Πρόκειται για προκλήσεις που ξεκινούν από την ανάγκη του διαρκούς εκσυγχρονισμού του τουριστικού μας προϊόντος και καταλήγουν σε μείζονα ζητήματα, όπως οι μεγάλες γεωπολιτικές ανακατατάξεις, η κλιματική κρίση και –φυσικά– η ανάγκη για την πράσινη μετάβαση και τον σχεδιασμό ενός νέου παραγωγικού μοντέλου της χώρας.

Η βιώσιμη ανάπτυξη και η περιβαλλοντική υπευθυνότητα αποτελούν πλέον την κεντρική κατεύθυνση για τη διαμόρφωση μιας τουριστικής στρατηγικής διεθνώς. Περικλείει όλους τους πυλώνες, καθώς αφορά τόσο το περιβάλλον, όσο και την κοινωνία και την οικονομία, προσφέροντας στο τουριστικό επιχειρείν τη δυνατότητα πράσινης χρηματοδότησης. Η επόμενη μέρα προϋποθέτει στοχευμένη στρατηγική, την οποία στον ΣΕΤΕ –έμπρακτα και με συγκεκριμένες προτάσεις– έχουμε οριοθετήσει σε 5 κεντρικούς πυλώνες που συνδέονται άμεσα με το «Στρατηγικό Σχέδιο Ελληνικός Τουρισμός 2030».

Επενδύσεις και ανταγωνιστικότητα, υποδομές, διαχείριση προορισμών, αγορά εργασίας και κυρίως η βιωσιμότητα αποτελούν τους κεντρικούς άξονες των δράσεων του ΣΕΤΕ την επόμενη περίοδο, σε μια συντονισμένη συνεργασία με την κυβέρνηση, την Τοπική Αυτοδιοίκηση, τους εργαζομένους και τους επιχειρηματίες του τουρισμού.

Έχουν ήδη γίνει κάποια βήματα, όπως η ρύθμιση της βραχυχρόνιας μίσθωσης και η μονιμοποίηση του μειωμένου συντελεστή ΦΠΑ στο τουριστικό πακέτο και στις μεταφορές, που αξιολογούνται θετικά στην κατεύθυνση της διατήρησης της ανταγωνιστικότητας του τουριστικού προϊόντος της χώρας, αλλά και στον ορθό προγραμματισμό των επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται στον τομέα.

Αντίστοιχα, αναμένεται εντός του πρώτου τριμήνου 2024 το χωροταξικό σχέδιο για τον τουρισμό, ένα θέμα πολλών ετών που τίθεται διαρκώς για την επίλυση της χρονίζουσας εκκρεμότητας του χωροταξικού ζητήματος με συγκεκριμένες χρήσεις γης και με προϋποθέσεις που να διασφαλίζουν ένα αξιόπιστο περιβάλλον επενδύσεων με ασφάλεια δικαίου.

Προϋπόθεση είναι ένα συγκροτημένο σχέδιο και στοχευμένες επενδύσεις σε υποδομές, λαμβάνοντας υπόψη τα νέα δεδομένα, τις δυνατότητες του κάθε προορισμού και τον κοινό στόχο για χωρική και χρονική επιμήκυνση της τουριστικής περιόδου. Η λειτουργία και η διαχείριση ενός προορισμού είναι μια σύνθετη διαδικασία που απαιτεί διεργασίες σε όλα τα επίπεδα, με τη συμμετοχή της κεντρικής κυβέρνησης, της Τοπικής Αυτοδιοίκησης και του ιδιωτικού τομέα, με στόχο την άρτια διαχείριση και ανάπτυξη των προορισμών, αλλά και την ορθή προώθηση και προβολή τους. Και στον τομέα αυτόν είναι σημαντικός ο ρόλος του ΣΕΤΕ μέσω της Marketing Greece, γιατί μπορεί να αποτελέσει τον κρίσιμο κρίκο στην αλυσίδα της σύνδεσης μεταξύ της επιχειρηματικότητας και της κοινωνίας, των θεσμών και των φορέων, της ανάπτυξης και της βιωσιμότητας. Σε όλη αυτή τη διαδικασία οφείλουμε να τοποθετούμε στο επίκεντρο τους κατοίκους ως τον σημαντικότερο κρίκο στην αλυσίδα του τουρισμού. Κρίσιμο ρόλο αναμένεται να έχουν οι Οργανισμοί Διαχείρισης Προορισμών (DMOs), που θα πρέπει να ασχοληθούν με τα ζητήματα της φέρουσας ικανότητας των προορισμών, τις υποδομές, τη διαχείριση απορριμμάτων, τη συνδεσιμότητα εντός και μεταξύ προορισμών, αλλά και τη διαμόρφωση και την ανάδειξη υφιστάμενων και νέων προϊόντων. Και στο σημείο αυτό ο ρόλος των ΟΤΑ είναι κομβικός, καθώς στα σχήματα αυτά αναδεικνύεται η σημασία της Περιφερειακής Διακυβέρνησης.

Αναφορικά με την επενδυτική δραστηριότητα σε επίπεδο υποδομών, και παρά τις σημαντικές αναβαθμίσεις των τελευταίων ετών (14 περιφερειακά αεροδρόμια, νέοι αυτοκινητόδρομοι, κ.λπ.), απαιτούνται έργα για την κάλυψη των απαιτήσεων των ροών. Ο ΣΕΤΕ –μέσω Σχεδίων Δράσης– έχει καταγράψει περίπου 2.000 προτάσεις, εκ των οποίων το 50% αφορά δημόσιες υποδομές άμεσα σχετιζόμενες με τον τουρισμό και το 20% υποδομές ευρύτερης ωφέλειας (όπως τα μικρά περιφερειακά αεροδρόμια, υποδομές υγείας, διαχείρισης νερού, λυμάτων, απορριμμάτων, κ.λπ.).

Και σε αυτό το πεδίο είναι σαφές ότι χρειάζεται συνεργασία για την προτεραιοποίηση, τη χρηματοδότηση και την υλοποίηση των βασικών έργων. Στο σημείο αυτό, η αξιοποίηση πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας και ΕΣΠΑ 2021-2027 αποτελεί μοναδική ευκαιρία για το κεντρικό κράτος και την Τοπική Αυτοδιοίκηση. Σε αυτή τη χρονική στιγμή ο σύνδεσμος είναι σε συνεργασία με το Υπουργείο Υποδομών για τη σύσταση ομάδας εργασίας που θα επεξεργαστεί τις υφιστάμενες προτάσεις.

Σε κάθε περίπτωση, η σημαντικότερη «επένδυση» που πρέπει να γίνει είναι στο ανθρώπινο δυναμικό του τομέα και της χώρας εν γένει, με έμφαση στην εκπαίδευση και στην επιμόρφωση των στελεχών. Παρά τις αυξήσεις στα επίπεδα αμοιβών του τομέα, το ζήτημα της αδυναμίας εύρεσης προσωπικού αποτελεί δομική πρόκληση. Η λύση του απαιτεί παρεμβάσεις στην αγορά εργασίας, έτσι ώστε, με προγράμματα προσέλκυσης, κατάρτισης και συνεχούς βελτίωσης δεξιοτήτων του ανθρώπινου δυναμικού, να μπορέσουμε να ανταποκριθούμε στις νέες απαιτήσεις και στις διεθνείς τάσεις. Και –φυσικά– να επαναφέρουμε στον τομέα του τουρισμού το προσωπικό που «χάθηκε», γεγονός που οφείλεται σε ένα ποσοστό και στην πανδημία, προσελκύοντας το ελληνικό δυναμικό που έχει σταδιοδρομήσει εκτός των συνόρων. Παράλληλα, για την αντιμετώπιση του προβλήματος θα πρέπει να βελτιωθεί –και ιδίως να γίνει πιο λειτουργική– και η διαδικασία μετάκλησης εργαζομένων, η οποία δεν βοηθά ιδίως τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Σε αυτό το πλαίσιο, στόχος του ΣΕΤΕ είναι να προαγάγει την υγιή επιχειρηματικότητα και τα νόμιμα δικαιώματα των εργαζομένων του κλάδου και να προτείνει καινοτόμες επεμβάσεις για κίνητρα επιδότησης της εργασίας και προγράμματα προσέλκυσης, κατάρτισης και συνεχούς βελτίωσης δεξιοτήτων, αξιοποιώντας τη μεγάλη τεχνογνωσία του ΙΝΣΕΤΕ.

Η επόμενη μέρα «Reframing Tourism»

Στο φετινό Συνέδριο του ΣΕΤΕ, με τίτλο «Reframing Tourism», επικεντρωθήκαμε στον επαναπροσδιορισμό του ρόλου του τουρισμού για την κοινωνία, την οικονομία, την επιχειρηματικότητα και το περιβάλλον, στο σημερινό, ταχύτατα μεταβαλλόμενο πλαίσιο. Ανάμεσα στις θεματικές προσεγγίσαμε, μεταξύ άλλων, έννοιες όπως:

Ο στρατηγικός σχεδιασμός για τη μετάβαση του ελληνικού τουρισμού σε τροχιά βιώσιμης ανάπτυξης.

Η ανθεκτικότητα του brand «Ελλάδα» και τα χαρακτηριστικά διαφοροποίησής του τα επόμενα χρόνια.

Η κλιματική αλλαγή και οι συνέπειές της.

Το παραγωγικό μοντέλο του τουρισμού και η εξέλιξή του.

Κοινή διαπίστωση ήταν ότι το brand name της Ελλάδας έχει βελτιωθεί σημαντικά τα τελευταία χρόνια και έχει καταστεί ελκυστικότερο για επενδύσεις, ωστόσο απαιτούνται περαιτέρω σημαντικά βήματα, όπως λιγότερη γραφειοκρατία και νομοθεσία φιλική προς την επιχειρηματικότητα.

Η αυξημένη λειτουργική επιβάρυνση των τουριστικών επιχειρήσεων, όπως το εργασιακό κόστος, η ενέργεια, τα επιτόκια, ο πληθωρισμός και η φορολογία, αποτελούν αντικείμενο ανησυχίας για την επιχειρηματικότητα και την ανταγωνιστικότητα του τομέα.

Φυσικές καταστροφές, ως αποτέλεσμα της κλιματικής αλλαγής, γεωπολιτικές εξελίξεις, νέες τάσεις στην καταναλωτική συμπεριφορά (χρήση εναλλακτικών τρόπων μεταφοράς και μετακίνησης, διαμονή σε καταλύματα που υιοθετούν πρακτικές αειφορίας, κ.λπ.), σχέση ποιότητας – τιμής αποτελούν κάποια από τα θέματα που είναι άρρηκτα συνδεδεμένα με τη βιώσιμη ανάπτυξη τουρισμού και προορισμών.

Με την κλιματική αλλαγή να «στοιχίζει» 2,2 δισεκατομμύρια ευρώ ετησίως στην ελληνική οικονομία, περίπου 1% του ΑΕΠ σε σημερινές αξίες, σύμφωνα με στοιχεία της ΤτΕ, καθίσταται σαφές πως η λήψη μέτρων είναι επιτακτική για να μετριαστούν οι επιπτώσεις σε οικονομικό και κοινωνικό επίπεδο. Και εδώ θα απαιτηθούν «τομές» τόσο από τον δημόσιο όσο και από τον ιδιωτικό τομέα. Την ίδια στιγμή, τα ανοιχτά ζητήματα παραμένουν πολλά, σε διαφορετικά επίπεδα και σε συναρμοδιότητα μεταξύ υπουργείων. Απαιτείται βραχυπρόθεσμος και μακροπρόθεσμος σχεδιασμός.

Στο άμεσο μέλλον πρέπει να προσεγγίσουμε ανάγκες που έχουν να κάνουν με τη διευκόλυνση, την απλοποίηση και την επίσπευση γραφειοκρατικών και άλλων διαδικασιών, με ψηφιακές λύσεις, εφαρμογή νομοθεσίας όπου απαιτείται, κ.λπ. Επίσης, κρίσιμα είναι τα ζητήματα λειτουργίας υποδομών με βάση τις ροές που εξυπηρετούν (π.χ. αναβάθμιση αεροδρομίου Ηρακλείου σε αναμονή του νέου αερολιμένα στο Καστέλι σε μία τριετία), με στόχο τη διασφάλιση πρωτίστως ασφάλειας και ποιότητας και κατ’ επέκταση εικόνας προορισμών.

Με το βλέμμα στραμμένο στο μέλλον, πρέπει διαρκώς να επαναξιολογούμε τη μακροπρόθεσμη στρατηγική της χώρας –το τουριστικό μοντέλο– με έμφαση στη σύνθεση και στον συνεχή εμπλουτισμό του προσφερόμενου τουριστικού προϊόντος.

Με το βλέμμα στραμμένο στο μέλλον, πρέπει διαρκώς να επαναξιολογούμε τη μακροπρόθεσμη στρατηγική για τον τουρισμό.

Από ό,τι φαίνεται, χρειάζεται τώρα να πατήσουμε γερά στην κεκτημένη βάση μας για να αναπροσαρμόσουμε τη στρατηγική της χώρας για την περαιτέρω θωράκιση του τουριστικού προϊόντος. Ο ελληνικός τουρισμός σήμερα μπορεί να χτίσει ένα νέο μέλλον, πιο παραγωγικό και βιώσιμο, χάρη στις ευκαιρίες που παρουσιάζονται.

Ευκαιρίες για διαφοροποίηση του τουριστικού μας προϊόντος, την προώθηση της συνεργασίας και τη διάδοση βέλτιστων πρακτικών, την ευθυγράμμιση της τουριστικής στρατηγικής με στόχο έναν αμιγώς θετικό τουριστικό αντίκτυπο και την παρακολούθηση της προόδου της χώρας προς τον στόχο αυτόν.

*Η κ. Μαρία Γάτσου είναι γενική διευθύντρια του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΣΕΤΕ).

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT