H ακρίβεια, βρόχος για τους Ελληνες

H ακρίβεια, βρόχος για τους Ελληνες

8' 0" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Εχει αλλοιώσει την καθημερινότητά μας, έχει αλλάξει τις συνήθειές μας και αποτελεί ένα από τα λίγα θέματα συζήτησης, που ακόμα και εν μέσω προεκλογικής περιόδου μάς βρίσκει όλους σύμφωνους. H ακρίβεια, βλέπετε, μας «χτυπά» όλους με την ίδια… ακρίβεια.

Δύο και πλέον χρόνια μετά την είσοδο του ευρώ, το οποίο προκάλεσε ένα άνευ προηγουμένου κύμα ανατιμήσεων, το θέμα του κόστους ζωής συνεχίζει να μονοπωλεί τις καταγγελίες των καταναλωτών. Είναι ενδεικτικό ότι από τις καταγγελίες που κατέγραψε το 2003 η Γενική Ομοσπονδία Καταναλωτών – INKA, το 67,2% αφορούσε αυξήσεις τιμών σε βασικά προϊόντα και υπηρεσίες.

Μέσα σε μια χρονιά, η ελληνική πρωτεύουσα «σκαρφάλωσε» 40 ολόκληρες θέσεις στην παγκόσμια κατάταξη των πιο ακριβών πόλεων, αφήνοντας πίσω πόλεις όπως η Γλασκώβη, το Τορόντο και το Αμβούργο… (έκθεση Mercer 2003). Το ίδιο επιβεβαιώνουν και οι έρευνες αγοράς που πραγματοποιεί συστηματικά η «K» σε διάφορες χώρες της Ευρώπης. H Ελλάδα συναγωνίζεται σε ακρίβεια τις «τσουχτερές» αγορές της Βρετανίας, της Γαλλίας και της Γερμανίας. Είμαστε πιο ακριβοί σε πολλά από τα βασικά είδη (γάλα, γιαούρτι, ρύζι, αλεύρι κ. ά.), την ένδυση-υπόδηση, τη διασκέδαση και τις υπηρεσίες.

Σύμφωνα με την Εθνική Στατιστική Υπηρεσία, μέσα στο 2003 ο γενικός δείκτης τιμών καταναλωτή σημείωσε αύξηση 3,1%.

Την ίδια ώρα, οι μισθοί και οι συντάξεις μένουν καθηλωμένοι στα προ ευρώ επίπεδα – κατέχουμε την προτελευταία θέση στην Ευρώπη σε επίπεδο μισθών. Οι μέσες μηνιαίες αποδοχές μας ανέρχονται σε 1.348 ευρώ έναντι 2.147 κατά μέσο όρο στην E.E. (Ετήσια Εκθεση Ινστιτούτου Εργασίας της ΓΣΕΕ).

Σύμφωνα με την ίδια πηγή, το 2002, χρονιά για τη χώρα μας με τις μεγαλύτερες αυξήσεις πραγματικών μισθών στην Ευρωπαϊκή Ενωση, οι απολαβές των εργαζομένων αποτελούσαν το 75% του ευρωπαϊκού μέσου όρου.

Μπροστά στο ολοένα διογκούμενο αυτό πρόβλημα, τι προτίθενται να κάνουν τα δύο μεγάλα κόμματα την επομένη των εκλογών; O καθ’ ύλην αρμόδιος υπουργός Ανάπτυξης κ. Ακης Τσοχατζόπουλος και ο βουλευτής Επικρατείας της Νέας Δημοκρατίας κ. Γιάννης Παπαθανασίου απαντούν σε τέσσερα βασικά ερωτήματα της «K» για την ακρίβεια.

Οι κοινές ερωτήσεις

1. Σύμφωνα με έγκυρες έρευνες, η χώρα μας έχει πάψει να είναι η «φθηνή αγορά» της Ευρωπαϊκής Ενωσης, αντιθέτως συναγωνίζεται σε ακρίβεια τα πιο ακριβά βορειοευρωπαϊκά κράτη. Την ανοδική τάση των τιμών, ωστόσο, δεν έχουν ακολουθήσει και οι μισθοί, με αποτέλεσμα τα ελληνικά νοικοκυριά να ασφυκτιούν. Ποια πολιτική θα ακολουθήσετε για να επιτευχθεί επιτέλους η ισορροπία μισθών/κόστους ζωής;

2. Το άνευ προηγουμένου κύμα ανατιμήσεων που πυροδότησε η είσοδος στο ευρώ έχει οδηγήσει σε αδιέξοδο την ελληνική οικογένεια. Οι αυξήσεις των τιμών, δε, συνεχίζονται μέχρι σήμερα. Τι προτίθεστε να κάνετε για να ανακόψετε την διογκούμενη ακρίβεια;

3. Συνεχείς είναι οι καταγγελίες καταναλωτών για το γεγονός ότι οι πωλητές των λαϊκών αγορών πωλούν τα προϊόντα τους σε πολύ υψηλότερες τιμές από αυτές που τα αγοράζουν από τους παραγωγούς, γεγονός που αποδίδεται στη λειτουργία κυκλώματος «μεσαζόντων». Με ποιο τρόπο μπορεί να μειωθεί η τιμή των προϊόντων των λαϊκών αγορών;

Τι σχεδιάζετε, κ. υπουργέ;

1. Στόχος μας σήμερα, μετά την ένταξη στην ΟΝΕ, είναι η πραγματική σύγκλιση. Ο Ελληνας πολίτης γνωρίζει ότι το ευρώ είναι ένα σταθερό και ισχυρό νόμισμα. Απαιτεί όμως -και αυτό είναι και δική μας επιδίωξη-, πέρα από τη σύγκλιση των τιμών, των προϊόντων και των υπηρεσιών σε ευρωπαϊκό επίπεδο, το ίδιο να συμβεί και σε σχέση με το εισόδημά του. Αυτό θα το πετύχουμε συνεχίζοντας την οικονομική πολιτική που δημιούργησε αυτήν την εντυπωσιακή κατ’ έτος μεγέθυνση της ελληνικής οικονομίας, ώστε το θετικό οικονομικό αποτέλεσμα αυτής της προσπάθειας να διαχυθεί πιο δίκαια στους πολίτες.

Η Χάρτα Σύγκλισης μέχρι το 2008, οι 13 περιφερειακές Χάρτες Σύγκλισης και το κοινωνικό πακέτο αποτελούν ήδη την πρώτη κατάθεση της νέας πολιτικής μας -μέρος τους ήδη έχουμε ξεκινήσει να υλοποιούμε-, με συγκεκριμένα μέτρα σημαντικής αύξησης του εισοδήματος των εργαζομένων, ιδιαίτερα των συνταξιούχων (ΕΚΑΣ κ.λπ.), αντιμετώπισης της ανεργίας, ισότητας ευκαιριών για όλους, διεύρυνσης της κοινωνικής πολιτικής κ.λπ.

Για τη σύγκριση της πολιτικής μας με τη νεοφιλελεύθερη πολιτική, πάντως, θυμίζω ότι την περίοδο 1990-93, ο μέσος Ελληνας απώλεσε το 1/8 του μισθού του, ενώ από το 1995 έως σήμερα ο μέσος μισθωτός όχι μόνο πήρε πίσω ό,τι έχασε, αλλά και επιπρόσθετα οφέλη που υπερβαίνουν το 15%.

2.Στο θέμα της ακρίβειας, η πολιτική μας είναι σαφής. Τα μέτρα που προωθούμε στοχεύουν στη στήριξη της λειτουργίας πραγματικά ελεύθερων και ανταγωνιστικών αγορών, αλλά και στη στήριξη του καταναλωτή. Οι δύο αυτές πολιτικές επιδιώξεις συνδέονται άρρηκτα μεταξύ τους και μπορούν να διασφαλίσουν διαφάνεια, επάρκεια, ασφάλεια, αλλά και χαμηλές τιμές. Στο πλαίσιο αυτό, δημιουργήσαμε νέους θεσμούς για τον αποτελεσματικότερο έλεγχο στη λειτουργία των αγορών. Συνεχίζουμε τους εντατικούς ελέγχους και με περιφερειακά κλιμάκια ελέγχου. Δημιουργούμε εποπτικές αρχές στη λειτουργία των επιμέρους αγορών (πριν από λίγες μέρες στη Βουλή ψηφίσαμε τη δημιουργία εποπτικής αρχής για την ασφαλιστική αγορά), με την ψήφιση νόμου για τη λειτουργία του υπαίθριου εμπορίου, «χτυπάμε» το παραεμπόριο και εξυγιαίνουμε τους όρους διακίνησης των προϊόντων από τον παραγωγό στον καταναλωτή.

Εφαρμόσαμε ήδη το ολοκληρωμένο Παρατηρητήριο Τιμών, πέραν του Διαδικτύου, με εγκατάσταση ψηφιακών πινάκων στις κεντρικές αγορές Αθήνας – Πειραιά, και το επεκτείνουμε σε Θεσσαλονίκη και άλλες πόλεις. Αναβαθμίσαμε το τηλεφωνικό κέντρο της Γενικής Γραμματείας Εμπορίου, ενισχύσαμε τη Διεύθυνση Πολιτικής Καταναλωτή, αναβαθμίσαμε τη λειτουργία της Επιτροπής Ανταγωνισμού. Στόχος μας είναι ο καταναλωτής να μπορεί εύκολα να πληροφορείται τι πραγματικά συμβαίνει στην αγορά.

Επιπλέον, αναβαθμίζουμε τον θεσμικό ρόλο των καταναλωτικών οργανώσεων. Προχωρούμε στη θεσμοθέτηση του νέου ανεξάρτητου θεσμού του Συνηγόρου του Καταναλωτή, που έρχεται να στηρίξει το κίνημα των καταναλωτών.

Ομως για να πετύχουμε σε αυτά, απαραίτητη είναι η συνέργεια μεταξύ Πολιτείας, επιχειρήσεων και καταναλωτών. Εχουμε ήδη καθιερώσει τη λειτουργία του διαρκούς φόρουμ δράσης για τα θέματα του καταναλωτή, με συμμετοχή όλων των εμπλεκομένων φορέων.

3.Εχουμε εξασφαλίσει μέσα από την εφαρμογή νέου νομοθετικού πλαισίου, την ομαλή λειτουργία και την αποτελεσματική εποπτεία της αγοράς των οπωροκηπευτικών, από τον παραγωγό μέχρι τον καταναλωτή. Τροποποιήσαμε τον νόμο 2323 του ’95, με στόχο να υπάρξουν ενιαίοι όροι – διαδικασίες για όλους τους συμμετέχοντες στις αγορές.

Διασφαλίσαμε, εξάλλου, ενιαίους ελέγχους στη διακίνηση των αγροτικών προϊόντων, ώστε να παρακολουθείται η εξέλιξη της τιμής του προϊόντος σε όλες τις φάσεις. Περαιτέρω, έχουμε συγκροτήσει κλιμάκια συστηματικού ελέγχου, προκειμένου και στις αγορές και στην παραγωγή να υπάρχει κανονικός, αξιόπιστος έλεγχος που, σε περίπτωση παρατυπιών, μπορεί να οδηγήσει στην επιβολή αυστηρότατων προστίμων.

Τι θα αλλάξετε, κ. Παπαθανασίου;

1. Είμαστε η έβδομη ακριβότερη χώρα στην Ευρώπη (έρευνα NIELSEN), ενώ ο μέσος ακαθάριστος μισθός είναι χαμηλότερος κατά 37% από τον αντίστοιχο ευρωπαϊκό. Το κόστος διαβίωσης στην Ελλάδα είναι υψηλότερο κατά 18% από τη Γερμανία. Αυτή είναι η πραγματικότητα. Οι περισσότεροι Ελληνες δεν απολαμβάνουν τα οφέλη της προσωρινής ανάπτυξης, που χρηματοδοτούν οι κοινοτικοί πόροι και τα έργα για τους Ολυμπιακούς Αγώνες. Οι αγρότες, οι εργαζόμενοι στον τουρισμό, στη βιομηχανία, στις MME, οι μικροεπενδυτές, οι ελεύθεροι επαγγελματίες, οι έμποροι, οι χαμηλόμισθοι και οι χαμηλοσυνταξιούχοι, ολοένα και περισσότεροι Ελληνες δυσκολεύονται να τα βγάλουν πέρα. Δουλεύουν όλο και περισσότερο για να αντιμετωπίσουν την ένταση του ανταγωνισμού, την ακρίβεια και να χρηματοδοτήσουν από την τσέπη τους το μεγάλο έλλειμμα σύγχρονων δημοσίων υπηρεσιών υγείας, παιδείας και ασφάλισης.

Το πρώτο μέτρο ανακούφισης και ενίσχυσης των οικογενειακών εισοδημάτων είναι η παροχή υψηλής ποιότητας υπηρεσιών παιδείας και υγείας για όλους τους Ελληνες. Αυτό μπορεί να συμβεί, αν αποφασίσουμε να λειτουργήσουμε το ΕΣΥ και το δημόσιο εκπαιδευτικό σύστημα με αυστηρό σύστημα αξιολόγησης.

Χρειάζονται επιπλέον συγκεκριμένα μέτρα βελτίωσης της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας, διαφορετικά τα ξένα προϊόντα θα συνεχίσουν να υποκαθιστούν τα ελληνικά, οι εξαγωγές μας να μειώνονται και να χαρίζουμε θέσεις εργασίας στους ανταγωνιστές μας. Βελτίωση της ανταγωνιστικότητας, όμως, χωρίς να υιοθετήσουμε το ιρλανδικό μοντέλο ανάπτυξης, που δίνει έμφαση στην επιχειρηματικότητα και στην εκπαίδευση, δεν μπορεί να επιτευχθεί.

Η χωρίς έλεος αύξηση των φόρων δεν πάει άλλο. Από τα 12 δισ. ευρώ που ήταν οι φόροι το ’92, φθάνουν τώρα στα 38 δισ. Υπερτριπλασιάστηκαν, δηλαδή. Πόσες ελληνικές οικογένειες υπερτριπλασίασαν τα εισοδήματά τους στην ίδια περίοδο; Χαρακτηριστικά του φορολογικού συστήματος που θα εφαρμόσουμε θα είναι η απλότητα, η αντικειμενικότητα και η σταθερότητα. Ολοι οι οικονομικοί φορείς να γνωρίζουν, να προϋπολογίζουν και να προγραμματίζουν με σιγουριά τις δράσεις τους.

Δίνουμε ιδιαίτερη έμφαση: α) στη φορολογική ελάφρυνση της οικογένειας, β) στη δραστική μείωση του συντελεστή φορολογίας των αδιανέμητων κερδών για να έχουμε επενδύσεις, γ) στην επιβράβευση της υγιούς και κερδοφόρου επιχειρηματικότητας και δ) στην αντικειμενικοποίηση του συστήματος και όλων των σχετικών ελέγχων, ώστε να σταματήσουν οι εκβιασμοί και οι συναλλαγές. Για το σκοπό αυτό προχωρούμε στην αναβάθμιση του TAXIS, στην προώθηση των ηλεκτρονικών διασταυρώσεων, στην αναθέωρηση του Κώδικα Φορολογικών Ποινών, στην παραπομπή των εκθέσεων ελέγχου σε ανώτερο όργανο, στην κατάργηση του ΣΔΟΕ με τη σημερινή του μορφή. Χρειάζονται, τέλος, πραγματικές αποκρατικοποιήσεις, ουσιαστική απελευθέρωση των αγορών και ένα κράτος που να λειτουργεί με καθαρούς κανόνες προς όλους τους Ελληνες.

2. Οπλα μας για την καταπολέμηση της ακρίβειας θα πρέπει να είναι: H απελευθέρωση των αγορών. H ενίσχυση του ανταγωνισμού. O αυστηρός έλεγχος του παραεμπορίου. H αντιμετώπιση των μονοπωλιακών ή ολιγοπωλιακών καταστάσεων. H μείωση του κόστους της αγροτικής παραγωγής. H στήριξη των ενώσεων καταναλωτών που δραστηριοποιούνται για τον ίδιο σκοπό. Ειδικά για τον ανταγωνισμό, θέλω να τονίσω ότι στους κλάδους όπου υπάρχει ανταγωνισμός, υπάρχει μια λελογισμένη αύξηση των τιμών ή ακόμα και μείωση, ενώ όπου υπάρχουν μονοπωλιακές ή ολιγοπωλιακές καταστάσεις, κλειστά επαγγέλματα και μεσάζοντες, οι ανατιμήσεις είναι υπερβολικές. Παράδειγμα, τα οπωροκηπευτικά, τα καύσιμα, τα τιμολόγια των ΔΕΚΟ, εκτός από τις τηλεπικοινωνίες.

3. Είναι φανερό ότι το σύστημα αδειών στις λαϊκές αγορές έχει καθαρά πελατειακά κριτήρια και ακόμα και χαρακτηριστικά συναλλαγής και διαφθοράς. Με αποτέλεσμα να κυριαρχείται ο χώρος από μεσάζοντες και κυκλώματα. Θεωρώ πως και στο χώρο αυτό, η πλειοψηφία των παραγωγών είναι έτοιμη να συνεργαστεί με την Πολιτεία για να κλείσουν πόρτες, παράθυρα, παράνομες συναλλαγές, πελατειακές σχέσεις, μεσάζοντες. Είναι ένα θέμα απλό, αν πρυτανεύσει η επιλογή στην πολιτική ηγεσία του υπουργείου Ανάπτυξης να βάλει πάνω απ’ όλα το συμφέρον του καταναλωτή και όχι των ενδιάμεσων μηχανισμών.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή