Μαύρες τρύπες αιχμαλωτίζουν την Οικονομία

Μαύρες τρύπες αιχμαλωτίζουν την Οικονομία

5' 24" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Οταν ο υπουργός Οικονομίας κ. Γ. Αλογοσκούφης επιχειρούσε την πρώτη προσέγγιση του δημοσιονομικού ελλείμματος, ήλπιζε πως θα μπορούσε να διατηρήσει βαθμούς ελευθερίας στην άσκηση της οικονομικής πολιτικής και να μείνει σε επίπεδα μικρότερα του 3% του ΑΕΠ. Υπολόγιζε ότι θα αποφύγει τις πιέσεις των Βρυξελλών και τις ανεπιθύμητες προειδοποιήσεις των τεχνοκρατών της Κομισιόν για συμμόρφωση εντός των ορίων του Συμφώνου Σταθερότητας. Γι’ αυτό με την ανάληψη των καθηκόντων του έσπευσε να μεταθέσει και πάλι από το 2003 στο τρέχον έτος τις εισπράξεις των εσόδων του ΦΠΑ κατά το πρώτο δίμηνο του 2004. Απ’ αυτή την αντιμετάθεση των εσόδων του ΦΠΑ και με την αναγνώριση κάποιων υστερήσεων στις εισπράξεις από την Κοινότητα και ορισμένων υπερβάσεων στις δαπάνες, το έλλειμμα του 2003 εκτινάχθηκε στο σχεδόν προκλητικό, για τα ευαίσθητα τεχνοκρατικά μάτια των Βρυξελλών, ποσοστό του 2,95% του ΑΕΠ.

Νέες «μαύρες τρύπες»

Πολλοί τότε εξέφρασαν τη βεβαιότητα πως τεχνοκράτες της Eurostat θα αμφισβητούσαν έναν τόσο οριακό προσδιορισμό του δημοσίου ελλείμματος. Ταυτοχρόνως, η διενεργούμενη δημοσιονομική απογραφή αποκάλυπτε σχεδόν καθημερινά νέες «μαύρες τρύπες» στον κ. Αλογοσκούφη και στον υφιστάμενό του υφυπουργό κ. Π. Δούκα, ο οποίος πρώτος δέχεται την πίεση των υψηλών ταμειακών αναγκών. Οσο περνούσαν οι μέρες, το πρόβλημα αποκαλυπτόταν, γινόταν άκρως πιεστικό και εκφραζόταν με ολοένα αυξανόμενες ταμειακές ανάγκες, οι οποίες επέβαλαν και νέο δανεισμό. Νεότεροι υπολογισμοί αναφέρουν ότι μέχρι το καλοκαίρι θα έχει καλυφθεί το σύνολο του προϋπολογισθέντος δανεισμού για το 2004. Δηλαδή το ελληνικό Δημόσιο θα έχει συνάψει δάνεια περίπου 28 δισ. ευρώ και για να βγάλει τη χρονιά υπολογίζεται ότι θα χρειασθεί σχεδόν άλλα 10 δισ. ευρώ ή και παραπάνω, με αποτέλεσμα, σύμφωνα με το πιο απαισιόδοξο σενάριο, ο φετινός δανεισμός να προσεγγίσει τα 40 δισ. ευρώ.

Οι «ειδικοί λογαριασμοί»

Για την κατάσταση αυτή ενημερώθηκε αναλυτικά ο πρωθυπουργός κ. K. Καραμανλής και, έκτοτε, άρχισαν πιο συστηματικές και συνεχείς πλέον αναφορές για την ένταση και την έκταση του δημοσιονομικού προβλήματος. Των διαπιστώσεων αυτών ακολούθησαν τις προηγούμενες ημέρες σημειώματα από τις Βρυξέλλες, με τα οποία οι ιθύνοντες της Eurostat ζητούσαν πρόσθετα στοιχεία και προειδοποιούσαν ότι έρχονται στην Αθήνα με σκοπό να εξετάσουν τους περίφημους ειδικούς λογαριασμούς του Δημοσίου και ιδιαιτέρως τον περίφημο λογαριασμό αποκρατικοποιήσεων. H κυβέρνηση και γενικώς οι παροικούντες την Ιερουσαλήμ γνωρίζουν ότι απ’ αυτόν το λογαριασμό ο κ. Χριστοδουλάκης κάλυπτε δαπάνες μη αναγραφόμενες στον τακτικό προϋπολογισμό. Αν αναλυθεί πλήρως και αναζητηθεί στις λεπτομέρειές του, οι εκτελούμενες από εκεί και μη καταγραφόμενες δαπάνες υπολογίζονται μεταξύ 1,5% και 2% του ΑΕΠ. Ορισμένες μπορεί να δικαιολογούνται, αλλά είναι πιθανόν το ελλειμμα μόνο εξ αυτής της αναζήτησης να εκτοξευθεί μεταξύ 4,5% και 5% του ΑΕΠ. Και αυτό χωρίς να έχει εκτιμηθεί με ακρίβεια το ύψος των αποθεματικών των ασφαλιστικών ταμείων και των δημοσίων οργανισμών. Αν και αυτά υποτιμηθούν, τότε θα μιλάμε για ακόμη μεγαλύτερο έλλειμμα, με ό,τι αυτό συνεπάγεται.

Η νέα φορολογική πολιτική

Η κυβέρνηση, αντιμετωπίζοντας τη γενικότερη δημοσιονομική πίεση και γνωρίζοντας ότι δεν μπορεί να φορτωθεί αμαρτήματα της προηγούμενης περιόδου, θα αφήσει τον έλεγχο να εξελιχθεί. Νιώθει πως το πρόβλημα είναι πολύ μεγαλύτερο απ’ ό,τι αρχικώς υπολόγιζε και θεωρεί πως οφείλει να χαράξει μια καινούργια γραμμή εκκίνησης. O υπουργός Οικονομίας έχει πια πλήρη επίγνωση της κατάστασης, έχει ενημερώσει τον πρωθυπουργό, θεωρεί πως φέτος τα πράγματα λόγω και των Ολυμπιακών Αγώνων είναι εν πολλοίς δεσμευμένα. Θα επιχειρήσει κάποιες διορθωτικές κινήσεις μέσω του μηχανισμού ελέγχου δαπανών και μέσω της εφαρμογής ενός ξεχωριστού προγράμματος αποκρατικοποίησης που θα εφαρμοσθεί εντός του 2004, αλλά ξέρει ότι η φετινή χρονιά έχει ορισθεί σε μεγάλο βαθμό από την προηγούμενη κυβέρνηση. O ίδιος πιστεύει ότι καθαρό έτος θα είναι το επόμενο. Το 2005, η νέα κυβέρνηση θα επιχειρήσει να ξεδιπλώσει την πολιτική της, να αναδείξει τις προτεραιότητές της και να εμφανίσει την αντίληψή της. Εκεί κατατείνει και η προετοιμασία που θα ακολουθήσει μέχρι τον προσεχή Σεπτέμβριο. O καθηγητής κ. Νικ. Τάτσος, γνωστός ακόμη από τις περιόδους Γεννηματά και Αλέκου Παπαδόπουλου για τις εργασίες του στην κατάργηση των ειδικών φοροαπαλλαγών και των φόρων υπέρ τρίτων, θα αναλάβει να διαμορφώσει μια νέα συνεκτική φορολογική πολιτική, η οποία θα επιχειρεί να ταιριάξει τη μείωση των συντελεστών με μια προοδευτικότερη κλίμακα, αυστηρότερο πλαίσιο για τη φοροδιαφυγή και περισσότερες φοροαπαλλαγές για τα μικρότερα εισοδήματα και τις επιχειρήσεις. H διαρθρωτική πολιτική θα κινηθεί περισσότερο στην περιοχή του ανοίγματος των αγορών με σκοπό την ανάδειξη νέων πεδίων ανάπτυξης του ιδιωτικού τομέα, παρά στο θεσμικό σκέλος της αγοράς εργασίας ή του ασφαλιστικού. Ακόμη ιδιαίτερη σημασία θα δοθεί στις διευκολύνσεις του κράτους στην άσκηση επιχειρηματικής δραστηριότητας.

Το μέγα ζητούμενο, βεβαίως, είναι πως όλα αυτά θα συνδυασθούν με την πανθομολογουμένη πια πίεση που θα δεχθεί από τις Βρυξέλλες για εξυγίανση των δημοσίων οικονομικών. O κ. Αλγοσκούφης παραπέμπει σε ένα πιο ολοκληρωμένο πρόγραμμα αποκρατικοποιήσεων το 2005 και ο κ. Δούκας σε ένα ακόμη πιο επιθετικό, που περιλαμβάνει μέχρι την ομαδοποίηση σε μια εταιρεία των αεροδρομίων της χώρας και την πώληση μεριδίων της μέσω του Χρηματιστηρίου Αθηνών. Επιπλέον, γίνεται λόγος για απώλεια της πλειοψηφίας στον ΟΠΑΠ ή και άλλα ακόμη πιο σύνθετα,αλλά είναι φανερό πως τέτοιες κινήσεις απαιτούν ευρύτερες συναινέσεις και πιθανώς προσκρούουν στην όλη φιλισοφία που προεκλογικά ανέπτυξε η Νέα Δημοκρατία.

Από το φθινόπωρο

Το βέβαιο είναι ότι η κυβέρνηση θα είναι πια αναγκασμένη να κινηθεί σε νέους δρόμους. Και σε κάθε περίπτωση, έτσι όπως εξελίσσονται τα πράγματα και υπό την έντονη πίεση των δημοσίων οικονομικών, είναι αναγκασμένη να συγκροτήσει ένα ολοκληρωμένο και συνεκτικό σχέδιο πολιτικής για το 2005, ικανό να ξεπεράσει τα στοιχεία κρίσης και να ωθήσει συνολικά την οικονομία προς τα εμπρός. Οι περιστάσεις επιβάλλουν ένα μίγμα πολιτικής που θα ξεκινά από τη δημόσια διοίκηση, θα διαπερνά τις κρατικές δαπάνες, θα εκτείνεται στον διαρθρωτικό τομέα μέσω της ανάδειξης νέων αγορών, θα περνάει από τη φορολογία, θα στηρίζει την ανάπτυξη και θα κινείται πρός τις περιοχές της παιδείας, του τουρισμού και της γεωργίας, με σκοπό να τις συνδέσει με τη σύγχρονη βιομηχανία και τις μοντέρνες επιχειρήσεις, ώστε να διαμορφώσει νέα παραγωγικά σύνολα ικανά να στηρίξουν τη χώρα σε μια διαρκή αναπτυξιακή πορεία. Ετσι όπως είναι η κατάσταση της ελληνικής οικονομίας και η έκθεση της χώρας στον διεθνή ανταγωνισμό, μόνο μέσα από καινούργιες συνεκτικές και συνδεδεμένες μεταξύ τους πολιτικές μπορεί αναμένει κανείς αποτελέσματα ορατά και ικανά να αντιμετωπίσουν μακροχρόνιες αδυναμίες και προβλήματα όπως αυτά της απασχόλησης και της παραγωγής νέου πλούτου.

Ολα πάντως θα παιχθούν το προσεχές φθινόπωρο. Από την προεργασία που θα γίνει στους επόμενους τρεις – τέσσερις μήνες και από τις αποφάσεις που θα ληφθούν εν όψει της κατάρτισης του νέου προϋπολογισμού, θα κριθεί και η επίδοση του 2005, που θα είναι η καθαρή χρονιά της νέας κυβέρνησης και αυτή η οποία θα προσδιορίσει σε μεγάλο βαθμό την τύχη της.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή