H σύγκρουση K. Καραμανλή με το Παλάτι

H σύγκρουση K. Καραμανλή με το Παλάτι

11' 4" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

O δημοσιογράφος Βασίλης Παπαθανασόπουλος, που διετέλεσε επικεφαλής του γραφείου Τύπου της Προεδρίας της Δημοκρατίας και στις δύο θητείες του Κωνσταντίνου Καραμανλή σε ένα πολύ ενδιαφέρον βιβλίο του, που θα κυκλοφορήσει εντός του Μαρτίου, αναφέρεται συνθετικά, καταθέτοντας και άγνωστα στοιχεία στις τρεις περιπτώσεις, στις οποίες ο μεγάλος Ελληνας πολιτικός εξαναγκάσθηκε ή επέλεξε την παραίτηση. Ως πρωθυπουργός το 1958 και το 1963 και ως Πρόεδρος της Δημοκρατίας το 1985. Από τις τρεις παραιτήσεις που αναφέρονται στο βιβλίο, που έχει ως τίτλο «Ανατρέποντας τον Καραμανλή», η «K» προδημοσιεύει σήμερα αποσπάσματα των γεγονότων του 1963, με αφορμή τη βασιλική επίσκεψη στο Λονδίνο.

Το ταξίδι στο Λονδίνο το 1963. Μέσα από τα τζάμια του βικτωριανού κτιρίου, έβλεπα τις ομάδες των διαδηλωτών να πλημμυρίζουν σιγά σιγά, εκείνο το ζεστό απόγευμα του Ιουλίου, τους δρόμους γύρω από το θέατρο Aldwych κοντά στον Τάμεση.

Γυναίκες και άνδρες κάθε ηλικίας, οι περισσότεροι νέοι, έδειχναν ξαναμμένοι, ανυπόμονοι να εκφράσουν δυναμικά την αγανάκτησή τους, να αποδοκιμάσουν τους Ελληνες εστεμμένους μόλις θα έφθαναν για να παρακολουθήσουν την παράσταση προς τιμήν τους από τον Βασιλικό Σαιξπηρικό Ομιλο του Λονδίνου.

Πανό με συνθήματα «αποκαταστήστε τα ατομικά δικαιώματα στην Ελλάδα» «ελευθερώστε τους φυλακισμένους αγωνιστές» είχαν κιόλας στηθεί απέναντι στην κεντρική είσοδο του παραδοσιακού θεάτρου.

Αστυνομικοί είχαν σχηματίσει διπλή αλυσίδα εμποδίζοντας την προσέγγιση στο σημείο όπου θα έφθανε σε λίγο η πομπή των επισήμων. Ανδρες των ειδικών δυνάμεων, έφιπποι, ήταν έτοιμοι να παρέμβουν δυναμικά σε περίπτωση που οι διαδηλωτές διέσπαζαν το τείχος προστασίας μπροστά στο θέατρο.

Είχα μόλις αρχίσει να σχεδιάζω στο μυαλό μου τις φράσεις του κειμένου της ανταπόκρισης που θα έστελνα στην εφημερίδα μου, όταν ακούστηκαν οι δυνατές κραυγές του πλήθους. Οι αποδοκιμασίες γενικεύθηκαν καθώς η μαύρη ανακτορική Rolls Royce με τα διάσημα του βρετανικού βασιλικού οίκου κύλησε μαλακά και στάθηκε στην είσοδο του θεάτρου.

Πρώτη κατέβηκε η βασίλισσα Ελισάβετ ντυμένη με βαρύτιμη τουαλέτα και πολλά κοσμήματα. Εδειχνε σαστισμένη. Ηταν η πρώτη φορά που ερχόταν αντιμέτωπη με εχθρικές εκδηλώσεις μέσα στην ίδια της τη χώρα. Τη συνόδευε ο βασιλιάς Παύλος με σμόκιν φέροντας στο αριστερό μέρος του στήθους τα διάσημα του παρασήμου της Περικνημίδος, την ανώτατη βρετανική διάκριση, που του απένειμε η Ελισάβετ την προηγούμενη ημέρα.

Χωρίς να στρέψουν το βλέμμα προς την πλευρά των συγκεντρωμένων, προχώρησαν με κανονικό βήμα προς την είσοδο όπου τους υποδέχθηκε ο υπουργός Εξωτερικών λόρδος Χιουμ και η λαίδη σύζυγός του. Εφθασαν στο φουαγιέ του θεάτρου όπου και περίμεναν την άφιξη της Φρειδερίκης η οποία επέβαινε στο δεύτερο ανακτορικό αυτοκίνητο μαζί με τον βασιλικό σύζυγο δούκα του Εδιμβούργου Φίλιππο.

Η εμφάνισή τους έδωσε το σύνθημα για εντονότερες αποδοκιμασίες. Ακούγονταν τώρα κάθε είδους κραυγές. Στα ελληνικά από Κύπριους φοιτητές του Λονδίνου, καθώς και γερμανικά για να υπενθυμίσουν την καταγωγή της Φρειδερίκης. H ίδια πέρασε χωρίς καθυστέρηση στο εσωτερικό του θεάτρου, ενώ ο Φίλιππος κοντοστάθηκε στην είσοδο και γυρνώντας χαμογέλασε περιπαικτικά στο πλήθος.

Η στάση του ερέθισε τους διαδηλωτές που απάντησαν με παρατεταμένα «μπου», τη χαρακτηριστική κραυγή αποδοκιμασίας, πολύ συνηθισμένη στα ποδοσφαιρικά γήπεδα των Αγγλοσαξόνων. Ακόμη και η γηραιά βασιλομήτωρ είχε την ίδια τύχη, παρά τη συμπάθεια με την οποία την περιέβαλαν γενικώς οι Αγγλοι. Ηταν φανερό ότι εκείνο το ζεστό απόγευμα του Ιουλίου το πλήθος δεν ήθελε να χαρισθεί σε κανένα.

Αγωνίες «θερινής νυκτός»

Στο φουαγέ του Aldwych η ατμόσφαιρα δεν θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί και ιδιαίτερα ευχάριστη. Τα πάντα βέβαια κυλούσαν βάσει του πρωτοκόλλου. Υπήρχε όμως γενικότερο μούδιασμα και γίνονταν φιλότιμες προσπάθειες να φαίνονται όλοι αδιάφοροι για ό,τι συνέβαινε μερικές δεκάδες μέτρα έξω από το σαιξπηρικό θέατρο.

Τα ζωηρά χειροκροτήματα κατά την είσοδο των εστεμμένων στην κατάμεστη αίθουσα, η ανάκρουση των εθνικών ύμνων Ελλάδος – Αγγλίας και η έξοχη απόδοση του σαιξπηρικού θιάσου, στο «Ονειρο θερινής νυκτός» δεν κατόρθωσαν να αλλάξουν την ατμόσφαιρα. Σημάδια ανησυχίας φανέρωναν τα πρόσωπα πολλών θεατών που αντί να παρακολουθούν την παράσταση μοίραζαν το ενδιαφέρον τους ρίχνοντας λοξές ματιές στο ανθοστόλιστο βασιλικό θεωρείο.

Στην πρώτη σειρά ο Παύλος, δίπλα η Ελισάβετ, η Φρειδερίκη και ο Δούκας του Εδιμβούργου. Στις αμέσως πίσω θέσεις ο πρωθυπουργός Π. Πιπινέλης, η πριγκίπισσα Μαρίνα, μια θεία της Ελισάβετ και ο Αγγλος υπουργός Εξωτερικών λόρδος Χιουμ.

Ολοι προσηλωμένοι στο θέαμα. Αυτήν τουλάχιστον την εντύπωση ήθελαν να δίνουν. Ηταν όμως βέβαιο ότι περισσότερο αναλογίζονταν τη νέα δοκιμασία που τους περίμενε μετά το τέλος της παραστάσεως και τη μετάβαση στη δεξίωση στο Lancaster House όπου και εκεί είχαν συγκεντρωθεί ομάδες διαδηλωτών. Κάτω από αυτές τις συνθήκες ήταν μάλλον περιορισμένη αν όχι ανύπαρκτη η διάθεση να απολαύσουν τις χαριτωμένες σκανδαλιές του Πουκ, τη θαυμάσια σκηνική παρουσία του Paul Harwick, τον IaRichardson, τον Tony Clurch κ.ά. Οι ωραιότατες σκηνογραφίες του Paul Anstee δεν πρέπει να εκτιμήθηκαν ιδιαίτερα εκείνο το βράδυ από το εκλεκτό κοινό.

Χαρακτηριστική ήταν άλλωστε η παρατήρηση του καθηγητή Θωμά Δοξιάδη, προσωπικού γιατρού του Παύλου και της Φρειδερίκης. Τον συνάντησα στο πρώτο διάλειμμα στο φουαγιέ. Εδειχνε ανήσυχος. Παρακολουθούσε με φανερή δυσφορία τις συνεχιζόμενες εκδηλώσεις και συμπλοκές έξω από το θέατρο. Παρά τις δεκαετίες που έχουν περάσει αντηχεί ακόμη στ’ αυτιά μου το πικρόχολο χιούμορ του για τις συνθήκες κάτω από τις οποίες δίνονταν το θεατρικό παραμύθι του μεγάλου Αγγλου δραματουργού: «Είναι για μένα», είπε, «το εφιαλτικότερο όνειρο θερινής νυκτός που θα μπορούσα να φανταστώ». Και από την πλευρά του δεν είχε άδικο. Γνώριζε ίσως από πρώτο χέρι το «όνειρο» και τις προσδοκίες που είχαν επενδύσει τα ελληνικά ανάκτορα σ’ αυτό ειδικά το ταξίδι στην αγγλική πρωτεύουσα. H προσμονή ότι με την επέτειο των 100 ετών της ελληνικής δυναστείας -που μόλις είχαν συμπληρωθεί- θα επακολουθούσε και η αναβάθμιση του «βαλκανικού» βασιλικού οίκου της Ελλάδος. Ηταν πραγματικά όνειρο ζωής που θα έπαιρνε επιτέλους σάρκα και οστά. Μόνο που οι συνθήκες στο Λονδίνο αμαύρωναν τη λαμπρότητα των σχετικών εκδηλώσεων. Και αυτό στενοχωρούσε όχι μόνο τον Θωμά Δοξιάδη αλλά και πολλούς άλλους της βασιλικής ακολουθίας. H εξομοίωση των Ελλήνων εστεμμένων με τους αντίστοιχους της Ευρώπης και της Σκανδιναβίας και η προαγωγή τους σε ίση τάξη με αυτούς περνούσε από διαδικασία που είχε καθιερώσει από παλιά η «Μητρόπολη» του βασιλικού θεσμού, δηλαδή το Μπάκιγχαμ Πάλας.

Το τελετουργικό της αναγνωρίσεως και συνακόλουθης «προαγωγής» προέβλεπε: επίσημη πρόσκληση από τα αγγλικά ανάκτορα, πάνδημη υποδοχή στη βρετανική πρωτεύουσα με συμμετοχή όλων των μελών της βασιλικής οικογένειας, της κυβερνήσεως, πλήθους ανωτάτων αξιωματούχων, τελετές, δεξιώσεις, ανταλλαγή προσφωνήσεων και ανώτατων παρασήμων κ.λπ.

Προς το παρόν, οι συμπλοκές αστυνομικών με διαδηλωτές έξω από το θέατρο, οι αποδοκιμασίες, οι τραυματισμοί και οι συλλήψεις δεν ήταν βέβαια ό,τι καλύτερο μπορούσε να προσφέρει το βρετανικό πρωτόκολλο στους επίσημους προσκεκλημένους της Ελισάβετ. Ιδίως όταν την επομένη οι εφημερίδες έγραφαν ότι τα επεισόδια στο θέατρο Aldwych «αποτελούσαν την πρώτη ανοιχτή επίθεση της Αριστεράς εναντίον του αγγλικού θρόνου».

Πρώτες αμφιβολίες

Σκεπτικισμός και διάχυτη ανησυχία είχαν κιόλας εμφιλοχωρήσει στους συνοδεύοντες το βασιλικό ζεύγος στο Λονδίνο. Είτε ήταν πολιτικοί, με επικεφαλής τον πρωθυπουργό Π. Πιπινέλη, είτε διπλωμάτες και δημοσιογράφοι. Στις συζητήσεις τους άφηναν, οι περισσότεροι, να διαφανεί ο προβληματισμός τους κυρίως για τη χρονική επιλογή αλλά και τη σκοπιμότητα του ταξιδιού που είχε ήδη ρίξει βαριά τη σκιά του στην πολιτική σκηνή της Αθήνας.

Η παραίτηση Καραμανλή -με αφορμή το ταξίδι- και η είσοδος της χώρας σε περίοδο πολιτικού αναβρασμού αποτελούσαν στοιχεία που δεν ήταν εύκολο να αντισταθμίσουν τα πενιχρά και εν πάση περιπτώσει μη ορατά διά γυμνού οφθαλμού αποτελέσματα της βασιλικής μεταβάσεως στην αγγλική πρωτεύουσα.

Πλην της καθαρά θεωρητικής επανασυσφίγξεως των ελληνοαγγλικών σχέσεων που είχαν διαταραχθεί λόγω του Κυπριακού, η κυβέρνηση Μακ Μίλαν δεν άλλαξε τις αντιλήψεις της ούτε τα σχέδιά της στο θέμα του νησιού ούτε στο προπολεμικό ελληνικό δημόσιο χρέος, για τη ρύθμιση του οποίου οι αποφάσεις λαμβάνονταν -κατά τους ισχυρισμούς των Αγγλων- όχι από την πολιτική ηγεσία αλλά από τους οικονομικούς κύκλους του Σίτι.

Ετσι, εκτός της πανηγυρικής επιστροφής της Ελλάδος στις αγκάλες της «Γηραιάς Αλβιώνος», με αντίστοιχη ανατροπή του Καραμανλή και ισοπεδωτική κατάργηση της πολιτικής του (σύμπλευση και συνεργασία με την EOK με… άρωμα Ντε Γκωλ…) η επίσημη επίσκεψη στο Λονδίνο δεν φάνηκε να εξυπηρετεί, πέραν της αναβαθμίσεως του ελληνικού βασιλικού οίκου, άλλους αμεσότερους σκοπούς.

Η «πάση θυσία» πραγματοποίησή της παρέμεινε, έτσι, μετέωρη ως προς τα μελλοντικά οφέλη της, δεδομένου ότι ούτε αγγλικές επενδύσεις ούτε οικονομική βοήθεια ούτε συμπαράσταση έναντι των τουρκικών απαιτήσεων και απειλών προσφέρθηκαν ποτέ από τη βρετανική πλευρά. Ακόμη και αυτή η απρόσκοπτη διεξαγωγή της επισκέψεως δεν είχε διασφαλισθεί. Οι προσπάθειες της τελευταίας στιγμής για πολιτική εκεχειρία τριών 24ώρων -όσο θα κρατούσε η επίσκεψη- Συντηρητικών – Εργατικών έπεσαν λόγω κακής προετοιμασίας στο κενό. Οι φωνές διαμαρτυρίας στο αγγλικό Κοινοβούλιο και οι σφοδρές επικρίσεις για την κινητοποίηση ιδιαίτερα μεγάλου αριθμού αστυνομικών για την περιφρούρηση της τάξεως και την προστασία των εστεμμένων, Ελλήνων και Αγγλων, ήταν στις πρώτες σελίδες του βρετανικού Τύπου. H επιστράτευση 6.500 ανδρών της Σκότλαντ Γιαρντ έναντι 3.500 που χρησιμοποιήθηκαν σε παλαιότερες επισκέψεις στην αγγλική πρωτεύουσα των Σοβιετικών ηγετών Μπουλγκάνιν και Χρουστσόφ, καθώς και του Τίτο, ξεσήκωσε θύελλα διαμαρτυριών και αντιμετωπίστηκε ως ενέργεια «στρεφόμενη εναντίον της ελευθέρας εκφράσεως των Αγγλων πολιτών» και ως «μέθοδος ανάλογη με εκείνες των ολοκληρωτικών καθεστώτων».

Στόχος, η ανατροπή Καραμανλή

Δεν ήταν και τόσο απροσδόκητη για την Αθήνα η επιδεικτική αδιαφορία του πρωθυπουργού Μακ Μίλαν στο οξύτατο πρόβλημα που αντιμετώπιζε, τους τελευταίους ιδίως μήνες στην Αθήνα, ο Ελληνας ομόλογός του και η κυβέρνησή του στο σύνολό της. H απουσία και του παραμικρότερου ίχνους ενδιαφέροντος του Αγγλου αξιωματούχου για τις επιπρόσθετες δυσχέρειες του Καραμανλή να αντεπεξέλθει στις θυελλώδεις επιθέσεις για τα γεγονότα της Θεσσαλονίκης και στην εκτεταμένη εκμετάλλευσή τους από τη βρετανική Αριστερά, έπεισαν την Αθήνα ότι το βασιλικό ταξίδι είχε μεταβληθεί στα χέρια του Μακ Μίλαν σε μοχλό ανατροπής του Ελληνα πρωθυπουργού.

Ηταν γνωστό στους αγγλικούς κυβερνητικούς κύκλους ότι η άμεση πραγματοποίηση ή η χρονική μετάθεση της επισκέψεως ήταν η αφορμή να καταρρεύσουν εντελώς οι σχέσεις των δύο κορυφαίων παραγόντων του ελληνικού πολιτεύματος, ενώ θα αρκούσε η φιλική μεσολάβηση της βρετανικής πλευράς να βρεθεί η επιβαλλόμενη και εκ των πραγμάτων λύση της διαφοράς τόσο, όμως, η βρετανική κυβέρνηση όσον και τα ελληνικά ανάκτορα δεν έδειξαν διάθεση συνδιαλλαγής. Τουναντίον, ο Αγγλος πρωθυπουργός με δηλώσεις που δημοσίευσαν οι μεγαλύτερες βρετανικές εφημερίδες επέμεινε εμφατικά στην αρχική ημερομηνία της επισκέψεως, κόβοντας τις γέφυρες οιασδήποτε επικοινωνίας με την Αθήνα, οδηγώντας τον Ελληνα ομόλογό του σε παραίτηση.

Μόνο θυμηδία μπορούσαν να προκαλέσουν οι μετέπειτα δικαιολογίες ότι τόσο ο ίδιος όσο και το Φόρεϊν Οφις δεν είχαν αντιληφθεί το δίλημμα του Καραμανλή, το οποίο θα μπορούσε να κατανοήσει και ο πλέον αδαής Αγγλος διπλωμάτης: ΄H παραιτούμενος, ο Καραμανλής, να διαφωνήσει, κηδόμενος της αξιοπρεπείας και της εθνικής ευαισθησίας των Ελλήνων αρχόντων και αρχομένων ή να συμφωνήσει στο ταξίδι αποχωρών αργότερα κάτω από τον ορυμαγδό των κατηγοριών της αντιπολιτεύσεως για «ενδοτικότητα και ολιγωρία στην προάσπιση της τιμής του Εθνους που θα είχε πληγεί βάναυσα στο πρόσωπο των Ελλήνων βασιλέων στο Λονδίνο». Το παιχνίδι ήταν αριστοτεχνικά στημένο και ο Καραμανλής όσο και να το απέφευγε δεν μπορούσε μέχρι τέλους να μην εμπλακεί.

Η στάση της Ουάσιγκτον, από την άλλη πλευρά, δεν άφηνε αμφιβολίες ότι βρισκόταν σε συνεργασία και συμφωνία με τις πρωτοβουλίες και τις ενέργειες του Λονδίνου. H ικανοποίηση των Αμερικανών για τις αποφάσεις της αγγλικής κυβερνήσεως να επαναφέρει τις ελληνοβρετανικές σχέσεις στην προτέρα μορφή στενής συνεργασίας που υπήρχε στο παρελθόν, ήταν δεδομένη και διοχετευόταν με τη μορφή σχολίων και υποδείξεων από την πρεσβεία των Αθηνών στους Ελληνες δημοσιογράφους, ιδιαίτερα των αντιπολιτευομένων εφημερίδων.

Στις συζητήσεις τους οι Αμερικανοί αξιωματούχοι απέφευγαν να θίξουν τον κίνδυνο μιας επαπειλούμενης πολιτικής κρίσεως στην Αθήνα, μολονότι γνώριζαν ότι ήδη βρισκόταν προ των πυλών και ότι θα ξεσπούσε με μαθηματική ακρίβεια.

Η παγερή αδιαφορία του ξένου παράγοντα να παρέμβει «πυροσβεστικά» προς τη μία ή την άλλη πλευρά και να αποτρέψει την εμπλοκή και τη δυσάρεστη έκβαση της διαφοράς, έπεισε τον έμπειρο Μακεδόνα πολιτικό ότι μετά την επικείμενη «προκλητική» κάθοδο Ντε Γκωλ στην Αθήνα, είχαν αποκρυσταλλωθεί νεότερες απόψεις της Ουάσιγκτον σχετικά με τις επόμενες πολιτικές εξελίξεις στην Ελλάδα.

Τους βαθύτερους προβληματισμούς του Καραμανλή εκείνης της περιόδου περιλαμβάνει άρθρο που δημοσιεύθηκε στον «Ελληνικό Βορρά» στις 5 Μαΐου του ’63. Ηταν η εφημερίδα η οποία εξέφρασε σε κρίσιμες περιστάσεις τις μύχιες σκέψεις του αρχηγού της ΕΡΕ:

«Θα ήταν αφελές να νομισθεί ότι οι επιθέσεις του αγγλικού Τύπου, βουλευτών και πρώην υπουργών, κατά του προσώπου του βασιλέως και της συζύγου του, ως και η συκοφαντία και ύβρεις κατά της κυβερνήσεως και της κρατούσης εν Ελλάδι πολιτικής καταστάσεως, προεκλήθησαν λόγω των ενεργειών της συζύγου του καταδίκου Αμπατιέλου. Πρόκειται περί προσχεδιασμένης ανθελληνικής εκστρατείας μελετηθείσης καλώς και εκδηλωθείσης εις χρόνον προκαθορισθέντα με σκοπούς σαφείς».

Η εφημερίδα στο ίδιο κείμενο καταλήγει:

«Είναι καταφανής η σκευωρία που εξυφάνθη εις την Αγγλία εκ μέρους ΟΛΩτων πλευρών κατά της Ελλάδος, εξ αφορμής της επικείμενης επισκέψεως του κ. Ντε Γκωλ εις τας Αθήνας αλλά και διά πολλούς άλλους λόγους».

Δεν αποκαλύπτει τους άλλους λόγους. Πιθανώς να μην τους εγνώριζε. O Καραμανλής όμως τους διέκρινε και δεν αμφέβαλλε για το πού τελικά οδηγούσαν. Υπήρχαν ήδη τα ανησυχητικά σημεία μιας σχεδόν ταυτόχρονης επιδεικτικής ψυχρότητος στη στάση και τη συμπεριφορά ανακτόρων και Αμερικανών απέναντι στον Ελληνα πρωθυπουργό.

Ποιος είναι ο B. Παπαθανασόπουλος

Ο Βασίλης Π. Παπαθανασόπουλος σπούδασε στη δημοσιογραφική σχολή του αμερικανικού Πανεπιστημίου της Ινδιάνας και εισήλθε στη δημοσιογραφία το 1958. Αρχικά στην «Καθημερινή» και κατόπιν στο «Βήμα» και στον «Ελεύθερο Τύπο», ως πολιτικός και διπλωματικός συντάκτης. Το 1966 οργάνωσε και εγκαινίασε τις ειδησεογραφικές μεταδόσεις της τηλεόρασης του τότε EIPT «Ηχώ των γεγονότων», πραγματοποιώντας και τις πρώτες εμφανίσεις δημοσιογράφου – σχολιαστή στην ελληνική T.V. Με τη Μεταπολίτευση, το 1974, ανέλαβε διευθυντής τηλεοπτικών ενημερωτικών προγραμμάτων και δελτίου ειδήσεων και αργότερα τη γενική διεύθυνση της Ελληνικής Τηλεοράσεως (ET2). Διετέλεσε διευθυντής του Γραφείου Τύπου της Προεδρίας της Δημοκρατίας επί Κωνσταντίνου Καραμανλή και στις δύο προεδρικές θητείες του μεγάλου Ελληνα πολιτικού.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή