Στοίχημα οι δημοτικές για Ν.Δ. – ΠΑΣΟΚ

Στοίχημα οι δημοτικές για Ν.Δ. – ΠΑΣΟΚ

6' 13" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Τόσο η Ρηγίλλης όσο και η Χαριλάου Τρικούπη δείχνουν -προς το παρόν τουλάχιστον- να μην επενδύουν πολιτικά στις δημοτικές και νομαρχιακές εκλογές του ερχόμενου Οκτωβρίου. Δεν είναι μόνο ότι απέχουμε αρκετά από την τελική ευθεία, με αποτέλεσμα το τοπίο να παραμένει ακόμα θολό. Είναι και το γεγονός ότι οι δύο πρωταγωνιστές φοβούνται να επενδύσουν σε μία αναμέτρηση, τα αποτελέσματα της οποίας είναι αμφίβολα και επιδέχονται διαφορετικές ερμηνείες.

Αναμφισβήτητα, η προβολή των τοπικών ποσοστών στο επίπεδο των εθνικών εκλογών εμπεριέχει ισχυρή δόση αυθαιρεσίας. Από την άλλη πλευρά, όμως, είναι υποκριτικό να πηγαίνουμε στην άλλη άκρη. Οχι μόνο γιατί η Τοπική Αυτοδιοίκηση αποτελεί βασικό πυλώνα του κράτους και, ως εκ τούτου, ο έλεγχος των νομαρχιών και των δήμων έχει αυτόνομη πολιτική σημασία. Αλλά και επειδή απ’ αυτή την αναμέτρηση θα προκύψουν πολύ ενδιαφέρουσες καταγραφές όσον αφορά την επιρροή των δύο μεγάλων κομμάτων και κυρίως θα επηρεασθεί -ενδεχομένως και καθοριστικά- η κεντρική πολιτική δυναμική.

Τι θέλουν να αποδείξουν

Το στοίχημα του Κ. Καραμανλή είναι να αποδείξει και μ’ αυτόν τον έμμεσο τρόπο ότι διατηρεί την πολιτική του κυριαρχία, με την έννοια ότι δεν είναι πρωθυπουργός υπό προθεσμία. Για τον Γ. Παπανδρέου το στοίχημα είναι ακριβώς το αντίθετο: να αποδείξει ότι το κόμμα του τουλάχιστον διεκδικεί επί ίσοις όροις τη νίκη και ότι ο ίδιος εγγράφει μια υποθήκη για την πρωθυπουργία.

Το μειονέκτημα της Ν.Δ. είναι ότι η σύγκριση θα γίνει με τα αποτελέσματα του 2002, όταν το ΠΑΣΟΚ ήταν πολλαπλά φθαρμένο από τη μακρόχρονη παραμονή του στην εξουσία και οι «γαλάζιοι» κάλπαζαν προς αυτήν. Το πλεονέκτημά της είναι ότι τώρα ελέγχει τον κρατικό μηχανισμό και, ως εκ τούτου, είναι σε θέση με υποσχέσεις και παροχές να επηρεάσει την εκλογική συμπεριφορά μιας σημαντικής μερίδας ψηφοφόρων. Επίσης, έχει τη δυνατότητα να περιορίσει την εκδήλωση διασπαστικών κινήσεων, εξασφαλίζοντας στους επίδοξους «αντάρτες» κάποιο δημόσιο αξίωμα.

Οι «πράσινοι» ποντάρουν στη σημαντική φθορά αφ’ ενός του κυβερνώντος κόμματος κι αφ’ ετέρου ορισμένων εκ των «γαλάζιων» νομαρχών και δημάρχων. Για να την καρπωθεί, όμως, το ΠΑΣΟΚ οφείλει να κατέλθει με ενωτικά ψηφοδέλτια και με υποψηφιότητες, οι οποίες θα είναι ελκυστικές για την ψήφο διαμαρτυρίας. Κι αυτό δεν είναι πάντα δεδομένο.

Ενας δεύτερος κρίσιμος παράγοντας είναι η δυνατότητα συμμαχιών. Λόγω του βεβαρημένου κλίματος που σε μεγάλο βαθμό επιβιώνει από την εποχή της κυβέρνησης Σημίτη, τα περιθώρια συνεργασιών με τον Συνασπισμό είναι μάλλον περιορισμένα, ενώ με το ΚΚΕ αμελητέα. Το πρόβλημα επιτείνεται και από την υπονομευτική πρακτική ορισμένων «πράσινων» τοπικών παραγόντων στους δήμους και τις νομαρχίες, που τον πρώτο λόγο θα είχε η Κουμουνδούρου.

Στο σημείο αυτό αξίζει να σημειωθεί πως κατά πάσα πιθανότητα θα επαναληφθούν οι άτυπες αλληλοϋποστηρίξεις «κόκκινων» και «γαλάζιων» σε νομαρχίες και δήμους, που και οι δύο επιδιώκουν να υπερισχύσουν του ΠΑΣΟΚ, όπως π.χ. στην Καρδίτσα (νομαρχία και δήμος) και στη Νίκαια.

Για το κυβερνών κόμμα, το παιχνίδι των εντυπώσεων θα κριθεί από την κατάκτηση της υπερνομαρχίας Αθήνας – Πειραιά, από τη διατήρηση των τριών μεγάλων δήμων και, βεβαίως, από το εάν θα βρεθεί την επόμενη ημέρα των εκλογών με περισσότερες νομαρχίες από την αξιωματική αντιπολίτευση. Αντιστοίχως, η Χαριλάου Τρικούπη επιδιώκει να διατηρήσει τον έλεγχο της υπερνομαρχίας, να σπάσει την παράδοση στους τρεις μεγάλους δήμους, αποσπώντας τον δήμο Πειραιά και, βεβαίως, οι «πράσινες» νομαρχίες να είναι έστω και κατά μία περισσότερες από τις «γαλάζιες».

Για το ΠΑΣΟΚ έχει, επίσης, μεγάλη σημασία να ανακτήσει τον έλεγχο ορισμένων κρίσιμων δήμων, όπως είναι στην Αττική το Περιστέρι, το Αιγάλεω, του Ζωγράφου, η Νίκαια και, στην επαρχία, η Λάρισα, ο Βόλος και τα Γιάννενα. Ανομολόγητη επιδίωξή του είναι, επίσης, να υποχρεώσει τους «γαλάζιους» υποψήφιους στη νομαρχία και στον Δήμο Θεσσαλονίκης να πάνε σε δεύτερο γύρο. Προφανώς, θα ήταν βαρύτατο πλήγμα εάν έχανε κάποιο από τα προπύργιά του, όπως το Ηράκλειο και η Πάτρα. Τα αντίστοιχα, βεβαίως, ισχύουν και για τη Ν.Δ..

Η ανακοίνωση υποψηφίων

Ας σημειωθεί ότι το ΠΑΣΟΚ έχει ανακοινώσει αρκετούς υποψήφιους νομάρχες και δημάρχους και μέχρι το τέλος Απριλίου θα έχει δώσει στη δημοσιότητα (πλην εξαιρέσεων) και τα υπόλοιπα ονόματα. Αντιθέτως, η Ρηγίλλης έχει αποφύγει την οποιαδήποτε ανακοίνωση, εκτός απ’ αυτή του Νικήτα Κακλαμάνη στην Αθήνα. Πέρα από τα αναπόφευκτα εσωτερικά προβλήματα, υπάρχει και λόγος τακτικής γι’ αυτή την καθυστέρηση. Αναμένει τον κατάλογο με τους υποψηφίους της αξιωματικής αντιπολίτευσης για να παροτρύνει με το δέλεαρ της υποστήριξης επίδοξους «αντάρτες» να κατεβάσουν ανεξάρτητο συνδυασμό. Προφανώς, η τακτική αυτή θα εφαρμοσθεί σε δήμους και νομαρχίες, που οι «γαλάζιοι» δεν διεκδικούν με αξιώσεις.

Ας σημειωθεί ότι τόσο για το αξίωμα του δημάρχου όσο και για το αξίωμα του νομάρχη εκδηλώνεται εδώ και χρόνια πολύ μεγάλη ζήτηση στον χώρο και των δύο μεγάλων παρατάξεων. Ενώ ο βουλευτής προσδοκά την υπουργοποίησή του για να ασκήσει εξουσία, ο δήμαρχος και ο νομάρχης την ασκεί αμέσως και μάλιστα χωρίς σοβαρό έλεγχο. Ενας κυνικός της πολιτικής μας ζωής έχει πει ότι οι τοπικές εκλογές είναι «μία υπόθεση 10.000 υποψηφίων και 200-300 εργολάβων και προμηθευτών».

Εχοντας αποκτήσει εξουσία και αρμοδιότητες, που τους επιτρέπουν να διαχειρίζονται σημαντικούς πόρους, οι τοπικοί άρχοντες έχουν αποκτήσει και προσωπική πολιτική δύναμη. Το μοίρασμα της «πίτας» τους έχει δώσει τη δυνατότητα διαπλοκής με τοπικούς επιχειρηματίες και τοπικά ΜΜΕ. Και βεβαίως, τους έχει δώσει τη δυνατότητα να υφάνουν πελατειακό δίκτυο, το οποίο δεν είναι πάντα αντιστοιχισμένο με τους κομματικούς διαχωρισμούς. Με άλλα λόγια, έχουν οικοδομήσει τον δικό τους εκλογικό μηχανισμό και τα δικά τους ερείσματα.

Σκληρή μάχη για το χρίσμα

Αξίζει να σημειωθεί ότι οι περισσότεροι από τους συμβούλους της πλειοψηφίας διορίζονται αντιδήμαρχοι, πρόεδροι δημοτικών συμβουλίων, πρόεδροι δημοτικών επιχειρήσεων και πρόεδροι νομικών προσώπων του δήμου. Ολες αυτές οι θέσεις είναι αμειβόμενες, αλλά κυρίως προσφέρουν μεγάλες δυνατότητες για «μαύρο χρήμα», μέσω της εκτεταμένης διαπλοκής και διαφθοράς, που κατά κανόνα είναι πολύ πιο απροσχημάτιστη απ’ αυτή που υπάρχει στην κεντρική πολιτική σκηνή.

Δεν είναι περίεργο, λοιπόν, που οι νομάρχες και οι δήμαρχοι έχουν την τάση να πολιτεύονται με κύριο κριτήριο την προάσπιση και την ενίσχυση της δικής τους εξουσίας, η οποία τους επιτρέπει να διατηρούν ένα σχετικά υψηλό βαθμό πολιτικής αυτονομίας. Γι’ αυτό και η απονομή του χρίσματος μετατρέπεται σε σκληρή μάχη εντός και εκτός κάθε κόμματος.

Περιττό να αναφερθεί ότι οι κομματικοί παράγοντες αποδύονται σε εξοντωτικό πόλεμο εναντίον οποιουδήποτε κοινωνικού στελέχους επιχειρεί να διεκδικήσει χρίσμα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ο πρόεδρος του Επιμελητηρίου Δράμας, Κυριάκος Χαρακίδης, ο οποίος υποχρεώθηκε να αποσύρει το ενδιαφέρον του να είναι υποψήφιος του ΠΑΣΟΚ για τον τοπικό δήμο. Αντίστοιχες περιπτώσεις υπάρχουν και στον χώρο της Ν.Δ.

Για να περιορίσει τους εμφυλίους πολέμους μεταξύ των τοπικών παραγόντων σε κάθε νομό, το Εθνικό Συμβούλιο του ΠΑΣΟΚ πήρε την απόφαση (έπειτα από πρόταση του Αλέκου Παπαδόπουλου) οι «πράσινοι» υποψήφιοι δήμαρχοι και νομάρχες να μην μπορούν -με ορισμένες εξαιρέσεις- να είναι υποψήφιοι στις επόμενες βουλευτικές εκλογές.

Τοπικές αντιθέσεις

Ετσι κι αλλιώς, πάντως, ο αποφασιστικός ρόλος της κεντρικής διεύθυνσης των δύο μεγάλων παρατάξεων στην επιλογή των υποψηφίων έχει σχετικά αποδυναμωθεί. Οι τοπικές κοινωνίες, με τα ιδιαίτερα συμφέροντα και τις αντιθέσεις τους, έχουν την τάση να χειραφετούνται από τις κεντρικές πολιτικές σκοπιμότητες και να επιβάλλουν τις δικές τους επιλογές, μέσω των τοπικών παραγόντων και δικτύων επιρροής. Οι κομματικές οργανώσεις και τα πελατειακά δίκτυα των βουλευτών σε κάθε νομό λειτουργούν περισσότερο ως εκφραστές των τοπικών αντιθέσεων και λιγότερο ως ιμάντες επιβολής των αποφάσεων της εν Αθήναις ηγεσίας.

Η απειλή και για τις δύο μεγάλες παρατάξεις είναι, βεβαίως, η κάθοδος ανεξάρτητου συνδυασμού. Ακόμα κι αν δεν έχει τύχη, προκαλεί εσωκομματικό χάσμα και πόλωση, με αποτέλεσμα να αποδυναμώνεται η επίσημη υποψηφιότητα. Συχνά σε τέτοιο βαθμό, ώστε να ανατρέπεται η παραδοσιακή πλειοψηφία που το ένα ή το άλλο κόμμα διαθέτει σε μία πόλη ή ένα νομό. Σύμφωνα, μάλιστα, με το «εθιμικό δίκαιο», σε περίπτωση νίκης ο «αντάρτης» δικαιώνεται!

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή