ΑΝΑΛΥΣΗ

3' 13" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Σε όλες τις ανεπτυγμένες χρηματοπιστωτικές αγορές δεν υπάρχουν μονάχα μεγάλες τράπεζες, αντίθετα μέσα στις σκληρές συνθήκες ανταγωνισμού όχι μόνο επιβιώνουν αλλά και ακμάζουν πλήθος μικρών και μεσαίων. Στη χώρα μας π.χ. ο βαθμός συγκέντρωσης του ελληνικού τραπεζικού συστήματος μετρούμενος με το μερίδιο αγοράς των πέντε μεγαλυτέρων τραπεζών φθάνει το 65,6% (στο Βέλγιο, την Ολλανδία και τη Φινλανδία, χώρες δηλαδή με τον ίδιο πληθυσμό, ο βαθμός συγκέντρωσης φθάνει το 80%), πράγμα που σημαίνει ότι το υπόλοιπο 34,4% καταλαμβάνεται από μικρές και μεσαίες τράπεζες. Οι περισσότερες από αυτές είναι υψηλής κερδοφορίας, πράγμα που σημαίνει ότι είναι νοικοκυρεμένες, έχουν ικανό μάνατζμεντ, εξυπηρετούν την πελατεία τους και αμείβουν με καλό μέρισμα τους μετόχους τους.

Μια από τις πιο δυναμικές μικρομεσαίες τράπεζες είναι αναμφίβολα η Aspis Bank, που διευθύνεται από τον κ. Κωνσταντίνο Καρατζά και η οποία τα τελευταία χρόνια παρουσιάζει μεγάλη κερδοφορία. Παρακολουθώντας πάντως χθες τη γενική συνέλευση των μετόχων της, εντυπωσιάστηκα από μια ποιοτική διαφορά που έχει να κάνει με τη χρηματοδοτική πολιτική της τράπεζας, η οποία θυμίζω ότι εισήλθε στην ελληνική αγορά πριν από πολλά χρόνια ως τράπεζα στεγαστικής πίστης.

Ποια είναι λοιπόν η ποιοτική διαφορά; Για να την αντιληφθούμε καλύτερα ας περιγράψουμε κατ’ αρχήν τη χρηματοδοτική πολιτική στο σύνολο της χώρας και από το σύνολο των τραπεζών. Στην έκθεσή του ο διοικητής της Τραπέζης της Ελλάδος κ. Νίκ. Γκαργκάνας ανέφερε ότι ο ετήσιος ρυθμός αύξησης της χρηματοδότησης των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών διαμορφώθηκε σε 19,9% το τελευταίο τρίμηνο του 2005. Αναλυτικότερα, η χρηματοδότηση των νοικοκυριών έτρεχε με ρυθμό 30,3% και των επιχειρήσεων με 12,5%. Τι βλέπουμε λοιπόν; Οτι τον τόνο στην πιστωτική επέκταση τον δίνουν τα στεγαστικά και τα καταναλωτικά δάνεια σε αντίθεση με τα επιχειρηματικά που αυξάνουν με συγκρατημένους ρυθμούς, σταθερούς σχεδόν τα τελευταία χρόνια.

Βέβαια και η στεγαστική και η καταναλωτική πίστη είναι νέες αγορές και είναι φυσικό στα πρώτα τους βήματα να έχουν έναν επεκτατικό δυναμισμό. Ας μη ξεγελιόμαστε, όμως, η βασική αιτία της ταχύρρυθμης ανάπτυξής τους είναι ότι οι τράπεζες κερδίζουν από τις δύο αυτές χρηματοδοτήσεις πολλαπλάσια απ’ όσα κερδίζουν χρηματοδοτώντας τις επιχειρήσεις. Γι’ αυτό άλλωστε και ο ενδοτραπεζικός ανταγωνισμός, όπως τεκμαίρεται από τις προσφορές τους, αλλά και από τα διαφημιστικά τους προγράμματα με τα οποία μας βομβαρδίζουν κάθε βράδυ από τα κανάλια, εξαντλείται στο ποια τράπεζα θα πάρει μεγαλύτερο μερίδιο στη λεγόμενη λιανική τραπεζική, ώστε να παρουσιάσει μεγαλύτερη κερδοφορία.

Ο κ. Νίκ. Γκαργκάνας πάντως ως διοικητής της Τραπέζης της Ελλάδος, που εκ του νόμου έχει την ευθύνη της εποπτείας του τραπεζικού συστήματος, έχει πολλές φορές μιλήσει για την απειλή από την αύξηση της χρέωσης των νοικοκυριών και την αύξηση του πιστωτικού κινδύνου για τις τράπεζες και έχει συστήσει στις εμπορικές τράπεζες, κατά την αξιολόγηση αιτημάτων για δανεισμό, να μεριμνούν ώστε η σχέση αυτή να μην υπερβαίνει ένα εύλογο ποσοστό 30% έως 40%, αναλόγως του εισοδήματος.

Πάντως, για μια οικονομία όπως η ελληνική, που το υπ’ αριθμόν ένα της πρόβλημα είναι η επιτάχυνση της ανάπτυξης, ώστε να αντιμετωπισθεί η απειλή της ανεργίας του 10%, αλλά και να απορροφηθεί μέσω της μεγέθυνσης του ΑΕΠ το τεράστιο δημόσιο χρέος, είναι απαράδεκτο το χρήμα των καταθετών να διοχετεύεται από τις τράπεζες στους άμεσα κερδοφόρους τομείς προς ζημία των κλάδων της πραγματικής οικονομίας. Δεν είναι επιτρεπτό να αυξάνουν π.χ. τα καταναλωτικά δάνεια με ρυθμό 26,5%, να μειώνονται κατά 8,9% στη γεωργία, να αυξάνουν μόλις 3,7% στη βιομηχανία, 3,1% στον τουρισμό και 7,3% στο εμπόριο.

Ποια ήταν, όμως, η ευχάριστη έκπληξη από την Aspis Bank που υπογραμμίζει και μια ποιοτική διαφορά; Από τα στοιχεία που ανακοίνωσε ο κ. Κων. Καρατζάς προκύπτει ότι η Τράπεζα που διευθύνει αύξησε μέσα στο 2005 τις χορηγήσεις προς τα νοικοκυριά κατά 13% και τις χορηγήσεις προς τις επιχειρήσεις κατά 22%. Μια αναλογία δηλαδή εντελώς διαφορετική από το πρότυπο ορισμένων μεγάλων εμπορικών τραπεζών. Μια αναλογία που εκφράζει τη σωφροσύνη (δεδομένων των μεγάλων επισφαλειών στα καταναλωτικά), αλλά και την αναπτυξιακή νοοτροπία μιας μεσαίας τράπεζας, που προτιμά να χρηματοδοτεί τους κλάδους της πραγματικής οικονομίας.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή