ΑΝΑΛΥΣΗ

2' 29" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ κ. Γ. Α. Παπανδρέου προχθές στο Ηράκλειο διάβασε κυριολεκτικά την ομιλία που είχε εκφωνήσει στην ίδια πόλη τον Οκτώβριο του 1993 ο πατέρας του! Και δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οι λόγοι του Ανδρέα ήταν συναρπαστικοί, όπως άλλωστε και του Γεωργίου Παπανδρέου, φέρνοντας στο κόμμα «μέγα πλήθος που κατείχετο από μέγα πάθος».

Επειδή, όμως, η ιστορία τη δεύτερη φορά, όπως έλεγε και ο Μαρξ, επαναλαμβάνεται σαν φάρσα, το προχθεσινό παλαιομοδίτικο στυλ ομιλίας του προέδρου του ΠΑΣΟΚ απεκάλυψε αυτό που ήδη συνειδητοποιούν και οι οπαδοί του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης, ότι δηλαδή ο αρχηγός τους, αιχμάλωτος μιας σκληροπυρηνικής ομάδας, έχει ξεκοπεί από το σήμερα και τα προβλήματά του και μιλάει τη γλώσσα του χθες. Μια σκληρή γλώσσα οξύτητας και σύγκρουσης σε μια εποχή που επιτάσσει την ομοψυχία για να λυθούν κρίσιμα προβλήματα για το μέλλον.

Και μόνο το γεγονός ότι εν έτει 2007, με μια Ελλάδα που βρίσκεται στον σκληρό πυρήνα της Ευρωπαϊκής Ενωσης και είναι η ταχύτερα αναπτυσσόμενη χώρα, ο κ. Γ. Α. Παπανδρέου επιμένει να τη χαρακτηρίζει «τριτοκοσμική μπανανία» είναι αποδεικτικό του ότι η αξιωματική αντιπολίτευση είναι δεμένη με πρότυπα λαϊκισμού και διχασμού των περασμένων δεκαετιών, όταν ο ελληνικός λαός ήταν ταμπουρωμένος στα γαλάζια και τα πράσινα καφενεία.

Και το δυστύχημα είναι ότι σε αυτόν τον λαϊκίστικο κατήφορο ο κ. Γ. Α. Παπανδρέου δεν βαδίζει μόνος, αλλά χέρι χέρι ακόμη και με στελέχη του κόμματός του που στο παρελθόν είχαν δώσει δείγματα νηφαλιότητος και ήρεμου πολιτικού λόγου. Για παράδειγμα, ο Κων. Σημίτης, επί μία ολόκληρη οκταετία πρωθυπουργός, που θα έπρεπε στη δύσκολη αυτή περίοδο να επιδεικνύει τη σοβαρότητα ενός statesmen, πρωτοστατεί στον λαϊκισμό, ισχυριζόμενος ότι η οικονομία βουλιάζει, αφού η Ν.Δ. κατέστρεψε το «οικονομικό θαύμα», που είχαν επιτύχει οι κυβερνήσεις του!

Για να έχουν οι αναγνώστες ένα δείγμα αυτού του άκρατου λαϊκισμού του κ. Κ. Σημίτη, αντιγράφω από συνέντευξή του στο «Εθνος της Κυριακής» τα εξής: Ερωτάται λοιπόν ο τέως πρωθυπουργός: «Ποια πλευρά της οικονομικής πολιτικής θα θεωρούσατε περισσότερο κατακριτέα» και απαντά:

«Την πολιτική μισθών και εισοδημάτων. Μεγάλες κοινωνικές ομάδες βιώνουν μια σταθερά εντεινόμενη συμπίεση του πραγματικού εισοδήματός τους.

» Η όποια ανάπτυξη δεν διαχέεται στον κόσμο που τη δημιουργεί. Δεν γίνεται αισθητή στους πολίτες ως μια μικρή βελτίωση της πραγματικότητάς τους, αλλά μόνο ως φιλάρεσκη κυβερνητική παράθεση αριθμών.

» Ακόμα και οι αυξήσεις μισθών που δόθηκαν, αφαιρέθηκαν από την άλλη πλευρά από την κυβέρνηση με τις αυξήσεις της άμεσης και της έμμεσης φορολογίας».

Αν όμως ο κ. Κων. Σημίτης έκανε τον κόπο να διαβάσει την έκθεση του φίλου του κ. Νικ. Γκαργκάνα (σελ. 161 – 162), που ο ίδιος διόρισε στη Διοίκηση της Τραπέζης της Ελλάδος, θα διαπίστωνε ότι οι αυξήσεις των μισθωτών στην περίοδο 2004 – 2007 κινούνται στα ίδια αν όχι ανώτερα επίπεδα εκείνων της περιόδου 1996 2003.

Και εν πάση περιπτώσει είναι θεμιτό, ο κ. Κων. Σημίτης, που ως υπουργός Εθνικής Οικονομίας στα χρόνια 1985 έως 1987 επέβαλε τη μεγαλύτερη ιστορικά περικοπή μισθών και ημερομισθίων (από 11% – 13% σε πραγματικούς όρους), να λαϊκίζει τώρα εμφανιζόμενος ως προστάτης των αδυνάτων;

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή