Λυδία λίθος η περιουσία

1' 50" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Μεταξύ Εκκλησίας και Πολιτείας υπάρχει ένα «μαγικό κουτί» που λέγεται κάλπη και είναι ακριβώς αυτό που «λύνει» ή «δένει» τα πάντα. Καταλύτης των σχέσεων κράτους και θρησκείας παραμένει διαρκώς η ψήφος του πολίτη. Οχι με τη θετική έννοια ότι δήθεν καθένας μας καθορίζει με την ψήφο του τις τύχες της χώρας. Αλλά με την εντελώς αρνητική σημασία, ότι δηλαδή κάθε πολιτικός προσβλέπει στους πολίτες ψηφοθηρικά με διττό τρόπο. Αλλοτε δελεάζει τους θρήσκους συμπολίτες μας με την υποκριτική ευσέβειά του και άλλοτε πάλι προσεταιρίζεται τους άθρησκους Συνέλληνες με την επίδειξη της κριτικής ελευθεροφροσύνης του.

Ο σκόπελος στον οποίο προσκρούουν όλα τα αναμορφωτικά προγράμματα εκκλησιαστικής πολιτικής των εκάστοτε κυβερνώντων είναι το διαβόητο πολιτικό κόστος. Αποποινικοποίηση της μοιχείας και αυτόματο διαζύγιο θεσμοθετήθηκαν στις αρχές της δεκαετίας του 1980 από την τότε σοσιαλιστική διακυβέρνηση, που όμως υπαναχώρησε στα τέλη της ίδιας δεκαετίας μπροστά στο καυτό θέμα της εκκλησιαστικής περιουσίας καρατομώντας μάλιστα ένα ρηξικέλευθο πρωτοκλασάτο στέλεχός της. Η φιλελεύθερη παράταξη ως αντιπολίτευση το 2000 υπερψήφισε την αναγραφή του θρησκεύματος στις ταυτότητες, εναντιούμενη στην τότε κυβερνητική σοσιαλδημοκρατία, αλλά ως συμπολίτευση επί πενταετία τηρεί αιδήμονα σιωπή επ’ αυτού του θέματος επικυρώνοντας έμπρακτα την πρωτοβουλία του αντίπαλου κόμματος. Μόνο μειοψηφικά κόμματα διαμαρτυρίας (και όχι εξουσίας) χωρίς προοπτική διακυβέρνησης είναι αυτά που στη Δεξιά ονοματοδοτούνται θρησκευτικά (χριστιανοδημοκρατικά ή λαϊκο-ορθόδοξα) και στην Αριστερά κηρύττουν τον αντιθρησκευτικό λαϊκισμό.

Οι σχέσεις Εκκλησίας – Πολιτείας στην Ελλάδα συνοψίζονται σε πέντε μείζονα θέματα: θεσμικό (συνταγματική κατοχύρωση της επικρατούσας θρησκείας με / χωρίς θρησκευτική ελευθερία), οικονομικό (εκκλησιαστική περιουσία), δικαιικό (εκκλησιαστική δικαιοσύνη), εκπαιδευτικό (εκκλησιαστική εκπαίδευση), νομικό (αναθεώρηση καταστατικού χάρτη, αυτοκεφαλία και σχέσεις με το Οικουμενικό Πατριαρχείο). Το πρωτοκορυφαίο ζήτημα όμως είναι η εκκλησιαστική περιουσία, που αποτελεί όντως τη λυδία λίθο στις σχέσεις Εκκλησίας και Πολιτείας.

Δικαίως ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος επικεντρώνεται σε αυτό κυρίως το θέμα τόσο με τον λογιστικό έλεγχο κοινωφελών οργανισμών («Αλληλεγγύη» κ.λπ.) όσο και με την δωρεάν παραχώρηση εκτάσεων του εκκλησιαστικού ιδρύματος της Βουλιαγμένης για την κατασκευή κέντρου θεραπείας τοξικομανών ματαιώνοντας την ανέγερση φαραωνικών κτισμάτων (συνοδικό μέγαρο, μεγαλοπρεπής μητρόπολη, εκκλησιαστικό ξενοδοχείο κ.λπ.) που προωθούσε ο προκάτοχός του. Να ελπίσουμε ότι ανάλογη φρόνηση θα συναντήσουμε στην πολιτική ηγεσία συμπολίτευσης και αντιπολίτευσης αξιοποιώντας κοινωνικά την εκκλησιαστική περιουσία; Το ευχόμαστε πάντως!

* Ο κ. Μ. Μπέγζος είναι καθηγητής Συγκριτικής Φιλοσοφίας της Θρησκείας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή