Στην υπόθεση της λίστας Λαγκάρντ, η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ είχε επενδύσει πολλά. Οχι τόσο επειδή πίστευε ότι θα μπορούσε μέσω παραπομπής Βενιζέλου να προκαλέσει την πτώση της κυβέρνησης -βεβαίως κάποιοι στο κόμμα έτρεφαν τέτοιου είδους προσδοκίες- αλλά επειδή τον διευκόλυνε να αποκτήσει μια νέα ατζέντα. Στην Κουμουνδούρου έχουν αντιληφθεί ότι ο «αντιμνημονισμός», που έφερε το κόμμα σε πρωτοφανή ποσοστά μέσα σε δύο χρόνια έχει χάσει τη λάμψη του και δεν είναι πια αυτόματος πιλότος.
Η νέα ατζέντα είναι η μετωπική αντιπαράθεση με τη διαπλοκή, που έχει απήχηση στον κόσμο – όχι τυχαία, είναι το σημείο στο οποίο χειροκροτείται θερμότερα ο κ. Τσίπρας στις ομιλίες του. Η αιχμή του δόρατος της κριτικής του ΣΥΡΙΖΑ σε σχέση με τη λίστα Λαγκάρντ ήταν ότι επιχειρείται συγκάλυψη και προστασία των συμφερόντων της διαπλοκής και της ολιγαρχίας, ένα μοτίβο που χρησιμοποίησε ο κ. Τσίπρας και την Πέμπτη στη Βουλή, κατηγορώντας την κυβέρνηση ότι αυτό που θέλησε είναι να μην αποκαλυφθεί η πιθανή διασύνδεση των λογαριασμών και αρχείων της λίστας με λογαριασμούς σε κρίσιμες δικογραφίες, όπως της Siemens κ. ά. Συνεπώς, την επόμενη μέρα της ψηφοφορίας, ο ΣΥΡΙΖΑ στιγμάτισε τον πρωθυπουργό Αντ. Σαμαρά, ως «αρχιστράτηγο της συγκάλυψης», κάτι που παραπέμπει ευθέως στις αρχές της χιλιετίας όταν ο κ. Κ. Καραμανλής αποκάλεσε τον κ. Κ. Σημίτη «αρχιερέα της διαπλοκής».
Στον ΣΥΡΙΖΑ πάντως θεωρούν ότι η διαδικασία την Πέμπτη στη Βουλή λειτούργησε υπέρ τους, επειδή υποχρέωσαν τον κ. Σαμαρά -ο οποίος αποτελεί τον αντικειμενικό τους στόχο- να παράσχει πλήρη κάλυψη και να χρεωθεί έτσι τον κ. Ευ. Βενιζέλο. «Θα πληρώσει βαρύ πολιτικό τίμημα», προέβλεψε ο διευθυντής του Γραφείου του κ. Τσίπρα, Ν. Παππάς. Το ότι ο ΣΥΡΙΖΑ θα συνεχίσει να εστιάζει σε θέματα όπως η λίστα Λαγκάρντ το δείχνει η ανακοίνωση της επόμενης μέρας, που χαρακτηρίζει το κόμμα «δικαιωμένο γιατί συνέβαλε στην αποκάλυψη των πραγματικών διαστάσεων του σκανδάλου της λίστας Λαγκάρντ» και «θα συνεχίσει να αγωνίζεται για τη διαλεύκανση αυτής και αντίστοιχων υποθέσεων».
Η πολιτική ατζέντα του ΣΥΡΙΖΑ αποκτά έτσι μια σταθερά, ύστερα από μια περίοδο η οποία χαρακτηρίστηκε από εντυπωσιακές αλλαγές πλεύσης σε περισσότερα ζητήματα. Η μεταστροφή με τον υψηλότερο ίσως συμβολισμό ήταν η επίσκεψη στη Γερμανία και οι συναντήσεις του κ. Τσίπρα με τους Γερμανούς υπουργούς Β. Σόιμπλε και Χανς Γιοαχίμ Φούχτελ, αλλά και η δήλωση του επικεφαλής του ΣΥΡΙΖΑ, ότι «παρά τις ιδεολογικές και πολιτικές διαφορές είμαστε εταίροι». H Κουμουνδούρου υποστηρίζει ότι με την επίσκεψη αυτή και κυρίως από τη συνάντηση με τον κ. Σόιμπλε βγαίνει κερδισμένη αφού «διεύρυνε την ατζέντα της διαπραγμάτευσης» χωρίς υποχωρήσεις και χωρίς πιέσεις για αποδοχή του Μνημονίου. Οι Γερμανοί, βέβαια, είδαν τη συνάντηση αυτή κάπως διαφορετικά: Δεν ενθουσιάστηκαν από αυτά που τους είπε ο κ. Τσίπρας και δεν θεωρούν ότι περνάει μια ατζέντα που στοιχίζει επιπλέον χρήματα στον Ευρωπαίο φορολογούμενο. Θα χρειαστεί να αλλάξει, όπως λένε. Διαπραγμάτευση δεν έγινε, αυτό όμως εκτιμούν ότι θα συμβεί σε επόμενο στάδιο.
Μια εξέλιξη του τελευταίου δεκαημέρου, που ήταν επίσης εντυπωσιακή μεταστροφή, αποτελούν οι αποστάσεις που πήρε για πρώτη φορά ο κ. Τσίπρας τόσο ξεκάθαρα από τις καταλήψεις και τα φαινόμενα βίας, σε μια προσπάθεια να ενισχύσει την απήχηση του κόμματός του στους «νοικοκυραίους». Σε κάποιες συνιστώσες αλλά και στο εσωτερικό της πλειοψηφίας που στηρίζει τον κ. Τσίπρα, αυτή η στροφή ούτε ευχάριστη ήταν ούτε καλοδεχούμενη. Οι πρώτες αντιδράσεις έχουν εκδηλωθεί ήδη με τοποθετήσεις που υποστηρίζουν ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει να κερδίσει τίποτε στο κέντρο.
Οι πιρουέτες του τελευταίου διαστήματος έχουν προκαλέσει δυσαρέσκεια, καθώς θεωρείται ότι το κόμμα δεν συμμετέχει στις αποφάσεις, Η δημιουργία ενός άτυπου εκτελεστικού οργάνου στο οποίο συμμετέχει αναλογικά και η εσωκομματική αριστερή «αντιπολίτευση» απαντά στην ανάγκη να μην κατηγορηθεί ο κ. Τσίπρας για αρχηγική διοίκηση. Στην Κουμουνδούρου δεν βλέπουν πάντως εκλογές σύντομα εξ ου και μετέθεσαν ένα αρχικά για την άνοιξη προγραμματισμένο συνέδριο για τον Ιούνιο.