Επιστημονικό Συμβούλιο Βουλής: Προβληματισμός για τη μεταβίβαση αρμοδιοτήτων για το νερό στη ΡΑΕ

Επιστημονικό Συμβούλιο Βουλής: Προβληματισμός για τη μεταβίβαση αρμοδιοτήτων για το νερό στη ΡΑΕ

Το νερό δεν είναι εμπορικό προϊόν, η ύδρευση συνιστά υπηρεσία κοινής ωφέλειας, υπενθυμίζει το Επιστημονικό Συμβούλιο της Βουλής, στην έκθεσή του επί του νομοσχεδίου με το οποίο ανατίθενται στη ΡΑΕ αρμοδιότητες εποπτείας και ελέγχου των παρόχων υπηρεσιών ύδατος (ύδρευσης και αποχέτευσης) και των φορέων διαχείρισης αστικών αποβλήτων

6' 36" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Το νερό δεν είναι εμπορικό προϊόν, η ύδρευση συνιστά υπηρεσία κοινής ωφέλειας, υπενθυμίζει το Επιστημονικό Συμβούλιο της Βουλής, στην έκθεσή του επί του νομοσχεδίου με το οποίο ανατίθενται στη ΡΑΕ αρμοδιότητες εποπτείας και ελέγχου των παρόχων υπηρεσιών ύδατος (ύδρευσης και αποχέτευσης) και των φορέων διαχείρισης αστικών αποβλήτων. Το Επιστημονικό Συμβούλιο παραθέτει το κοινοτικό πλαίσιο για την πολιτική ύδατος και τη νομολογία του ΣτΕ και, μεταξύ άλλων, υπογραμμίζει ότι «τίθεται το ερώτημα αν και κατά πόσον οι μεταβιβαζόμενες με τον παρόν νομοσχέδιο αρμοδιότητες στη Ρ.Α.Α.Ε.Υ. συμβαδίζουν με τη νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας».

Συνοπτικά, σύμφωνα με την έκθεση του Επιστημονικού Συμβουλίου:

  • Η Οδηγία 2000/60/ΕΚ, για τη θέσπιση πλαισίου κοινοτικής δράσης στον τομέα της πολιτικής των υδάτων, έθεσε το νομοθετικό πλαίσιο για την ορθή διαχείριση και προστασία των υδατικών πόρων και την αποτροπή της περαιτέρω υποβάθμισής τους. Στο Προοίμιό της αναφέρεται ότι «το ύδωρ δεν είναι εμπορικό προϊόν όπως όλα τα άλλα, αλλά αποτελεί κληρονομιά που πρέπει να προστατεύεται και να τυγχάνει της κατάλληλης μεταχείρισης», καθώς και ότι «η ύδρευση συνιστά υπηρεσία κοινής ωφέλειας».
  • Σε εφαρμογή των προβλέψεων της Οδηγίας, ψηφίστηκε το 2003 νόμος με τον οποίο συστάθηκε η Εθνική Επιτροπή Υδάτων. Η Εθνική Επιτροπή Υδάτων καταργείται με το νόμο που εισάγεται σήμερα στην Ολομέλεια.
  • Από την Εθνική Επιτροπή Υδάτων η οποία χαράσσει την πολιτική για την προστασία και διαχείριση των υδάτων, είχε εκδοθεί απόφαση, όπως προέβλεπε ο νόμος 3199/2003, για την «Έγκριση γενικών κανόνων κοστολόγησης και τιμολόγησης υπηρεσιών ύδατος. Μέθοδος και διαδικασίες για την ανάκτηση κόστους των υπηρεσιών ύδατος στις διάφορες χρήσεις του». Ωστόσο, δεν προχώρησε η εφαρμογή ενιαίου πλαισίου τιμολόγησης των υπηρεσιών ύδατος για τις διάφορες χρήσεις του. Το κενό αυτό επιχειρείται να καλυφθεί με το σημερινό σχέδιο νόμου που αναθέτει την εποπτεία και την παρακολούθηση των υπηρεσιών ύδατος στην ανεξάρτητη αρχή.
  • Με το υφιστάμενο πλαίσιο, κατά τον προσδιορισμό του κόστους των υπηρεσιών ύδατος λαμβάνονται υπόψη τρεις συνιστώσες: το χρηματοοικονομικό κόστος του παρόχου (σ.σ. επενδυτικό, λειτουργικό, δαπάνες συντήρησης, κόστος δανεισμού κ.λπ.), το περιβαλλοντικό κόστος, το οποίο συνίσταται στο κόστος της απόκλισης της κατάστασης των υδάτων από την (προστατευόμενη) καλή κατάστασή τους, και το κόστος φυσικού πόρου (που συνθέτουν το περιβαλλοντικό κόστος), δηλαδή το κόστος άλλων εναλλακτικών χρήσεων του ύδατος, οι οποίες είναι αναγκαίες σε περίπτωση που το υδατικό σύστημα χρησιμοποιείται πέραν του ρυθμού της φυσικής του αναπλήρωσης.
  • «Υπό το φως των ανωτέρω, διατυπώνεται προβληματισμός κατά πόσον οι προτεινόμενοι στα υπό ψήφιση άρθρα ορισμοί και διαδικασίες κοστολόγησης και τιμολόγησης των υπηρεσιών ύδατος εκπληρώνουν την απαίτηση για προηγούμενη οικονομική ανάλυση, η οποία αποτελεί τη νόμιμη προϋπόθεση και το αιτιολογικό έρεισμα της τιμολογιακής πολιτικής, στηρίζεται στην ανάλυση των χαρακτηριστικών συγκεκριμένης περιοχής και διέπεται από την αρχή “ο ρυπαίνων πληρώνει”, κατανέμει, δηλαδή, τα οικονομικά βάρη στους χρήστες των υπηρεσιών ύδατος με γνώμονα τις προκαλούμενες από τις δραστηριότητές τους επιπτώσεις στην κατάσταση των επιφανειακών και υπόγειων υδάτων, κατά τρόπον ώστε, μέσω της τιμολόγησης των εν λόγω υπηρεσιών, να προστατεύονται κατά τρόπον αποτελεσματικό οι υδατικοί πόροι και να ελέγχεται η υπερβολική κατανάλωση του ύδατος», αναφέρει το Επιστημονικό Συμβούλιο της Βουλής και υπενθυμίζει ότι σύμφωνα με το ΣτΕ πρέπει να λαμβάνονται υπόψιν, κατά την ανάκτηση του κόστους, τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά κάθε περιοχής λεκάνης απορροής, οι κρατούσες γεωγραφικές και κλιματολογικές συνθήκες και τα δεδομένα που προκύπτουν από την οικονομική ανάλυση της χρήσης του ύδατος.
  • «Εν προκειμένω δεν θεσπίζονται συγκεκριμένοι κανόνες και διαδικασίες με τις οποίες να διασφαλίζεται ότι οι πάροχοι των υπηρεσιών ύδατος προσαρμόζουν την τιμολογιακή τους πολιτική στα δεδομένα που προκύπτουν από τα εγκεκριμένα σχέδια διαχείρισης των λεκανών απορροής ποταμών ούτε προβλέπεται ότι, κατά την έγκριση των τιμολογίων των παρόχων από τις αρμόδιες αρχές, ελέγχεται η τήρηση των κατευθύνσεων που τίθενται στα σχέδια διαχείρισης, ώστε να εξασφαλίζεται ότι η τιμολογιακή πολιτική διαμορφώνεται κατά τρόπο σύμφωνο προς τις ανωτέρω επιταγές του νόμου και της οδηγίας, κατ’ εκτίμηση των κοινωνικών, περιβαλλοντικών και οικονομικών αποτελεσμάτων της ανάκτησης και της αρχής “ο ρυπαίνων πληρώνει”», σημειώνει το Επιστημονικό Συμβούλιο της Βουλής.
  • Περαιτέρω δεν προσδιορίζονται συγκεκριμένες παράμετροι, κατ’ εκτίμηση των οποίων πρέπει να καθορίζεται το επίπεδο ανάκτησης του κόστους των υπηρεσιών ύδατος στις διάφορες χρήσεις, σύμφωνα με τα κριτήρια που μνημονεύονται στο άρθρο 12 του ν. 3199/2003».
  • Σύμφωνα με το ΣτΕ, η εθνική πολιτική παροχής υπηρεσιών ύδρευσης, συμπεριλαμβανομένης και της τιμολόγησης αυτών, σχεδιάζεται από τα κράτη μέλη ως πολιτική παροχής υπηρεσιών κοινής ωφέλειας, με βασικό κριτήριο την επίτευξη των περιβαλλοντικών στόχων της οδηγίας 2000/60/ΕΚ.
  • Εχει κριθεί ότι οι διατάξεις του νόμου που αφορά στη Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας, είναι διατάξεις που υπαγορεύονται από λόγους δημοσίου συμφέροντος, που συνίστανται στην ανάπτυξη της αγοράς ενέργειας και στην προστασία και προαγωγή του ελεύθερου υγιούς ανταγωνισμού στον τομέα αυτό προς όφελος των καταναλωτών.
  • «Τίθεται το ερώτημα αν και κατά πόσον οι μεταβιβαζόμενες με τον παρόν νομοσχέδιο αρμοδιότητες στη Ρ.Α.Α.Ε.Υ. συμβαδίζουν με τη νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας», σύμφωνα με το οποίο η παροχή υπηρεσιών κοινής ωφελείας, όπως υδρεύσεως και αποχετεύσεως, δεν συνιστά δραστηριότητα αναπόσπαστη από τον πυρήνα της κρατικής εξουσίας και δύναται να ανατίθεται σε δημόσια επιχείρηση υπό μορφή ανώνυμης εταιρείας, όπως η ΕΥΔΑΠ ΑΕ, η οποία παρέχει υπηρεσίες κοινής ωφέλειας απολύτως ζωτικής σημασίας.
  • Δεδομένης της νομολογίας του ΣτΕ είναι συνταγματικώς επιβεβλημένος ο έλεγχος της ΕΥΔΑΠ ΑΕ από το Ελληνικό Δημόσιο, όχι απλώς με την άσκηση εποπτείας επ’ αυτής, αλλά και διά του μετοχικού της κεφαλαίου. (σ.σ. με το άρθρο 27 του σχεδίου νόμου, «η εποπτεία της «Ε.ΥΔ.Α.Π. Α.Ε.» και του νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου «ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΠΑΓΙΩΝ Ε.ΥΔ.Α.Π.» μεταφέρεται στο Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας»).

Στην ολομέλεια

Το νομοσχέδιο εισάγεται για συζήτηση στην Ολομέλεια την προσεχή Δευτέρα. Η κυβέρνηση έχει δηλώσει ότι η ανάθεση του νερού στον εποπτικό έλεγχο της ΡΑΕ θα ενισχύσει τη διαφάνεια και ορθολογικότητα της υδατικής πολιτικής, θα αναβαθμίσει τη θέση των καταναλωτών, μέσω της θέσπισης λογοδοσίας των φορέων παροχής υπηρεσιών ύδατος και διαχείρισης αποβλήτων, καθώς και μέσω του ελέγχου των αναπτυξιακών-επενδυτικών και τιμολογιακών πολιτικών.

Ο ίδιος ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας Κώστας Σκρέκας έχει δηλώσει ότι θέλει να διατηρήσει το δημόσιο χαρακτήρα των υπηρεσιών παροχής ύδατος, και του πόσιμου νερού στις πόλεις και του αρδευτικού νερού στις καλλιέργειες. Όπως όμως έχει δηλώσει, σήμερα ο έλεγχος είναι πλημμελής και γι΄αυτό απαιτείται συστηματικά να ελέγχει και να εποπτεύει μια δημόσια ανεξάρτητη αρχή.

Κατά την επεξεργασία του νομοσχεδίου στην αρμόδια κοινοβουλευτική επιτροπή, οι Δημοτικές Επιχειρήσεις Ύδρευσης και Αποχέτευσης (ΔΕΥΑ) επισήμαναν ότι στο νομοσχέδιο (άρθρο 11) ορίζεται πως η Ρυθμιστική Αρχή Αποβλήτων, Ενέργειας και Υδάτων (σ.σ. σήμερα είναι η ΡΑΕ) θα πρέπει να «παρακολουθεί και εποπτεύει την ορθή εφαρμογή συμβάσεων παραχώρησης υπηρεσιών ύδατος σε τρίτους». «Ευλόγως συνεπώς», όπως σημειώνουν «όλοι οι φορείς της αυτοδιοίκησης έχουν την άποψη ότι, εν τέλει, πίσω από την υπόθεση αυτή, κρύβεται ιδιωτικοποίηση». Στο ίδιο περίπου κλίμα κινούνται και οι Φορείς Διαχείρισης Στερεών Αποβλήτων (ΦΟΣΔΑ), οι οποίοι ζητούν ενίσχυσή τους, με μόνιμο προσωπικό, και απόσυρση του νομοσχεδίου. Τις διαβεβαιώσεις του υπουργείου για τη βούληση της κυβέρνησης το νερό να μην ιδιωτικοποιηθεί αμφισβήτησαν οι εκπρόσωποι των εργαζομένων σε ΕΥΔΑΠ και ΕΥΑΘ που κάλεσαν την κυβέρνηση να απαντήσει «προς τι το ΣΔΙΤ στο εξωτερικό υδροδοτικό σύστημα της Αθήνας» και δήλωσαν αντίθετοι με την υπαγωγή του νερού σε μια «ρυθμιστική αρχή της αγοράς».

Τα κόμματα της αντιπολίτευσης έχουν καταγγείλει ότι το νομοσχέδιο είναι αντισυνταγματικό και κινείται αντίθετα με την απόφαση του ΣτΕ για το νερό. «Το νερό δεν είναι εμπορικό προϊόν, για να ρυθμίζεται σε καθεστώς αγοράς», έχουν υπογραμμίσει.

Μετά την ολοκλήρωση της επεξεργασίας του νομοσχεδίου, στην αρμόδια κοινοβουλευτική επιτροπή, από το υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας έγινε γνωστό ότι θα υπάρξουν αλλαγές στο νομοσχέδιο, οι οποίες θα ανακοινωθούν, κατά τη συζήτηση στην ολομέλεια.

Την εβδομάδα που πέρασε, ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας Κώστας Σκρέκας συναντήθηκε με αντιπροσωπεία της Κεντρικής Ένωσης Δήμων Ελλάδος (ΚΕΔΕ) της Ένωσης Δημοτικών Επιχειρήσεων Ύδρευσης – Αποχέτευσης (ΕΔΕΥΑ). Μετά τη συνάντηση εκδόθηκε ανακοίνωση, σύμφωνα με την οποία, η πολιτεία διατηρεί το σύνολο των ρυθμιστικών- κανονιστικών αρμοδιοτήτων για την άσκηση της υδατικής πολιτικής, συμπεριλαμβανομένης της πολιτικής κοστολόγησης και τιμολόγησης της ύδρευσης και της αποχέτευσης.

Δείτε ΕΔΩ την έκθεση του επιστημονικού συμβουλίου.

Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ

Ειδήσεις σήμερα

Ακολουθήστε το kathimerini.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στο kathimerini.gr 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΧΕΙΑ

Η έκθεση του επιστημονικού συμβουλίου

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή