Πώς προστατεύεται η δημοκρατία;

Πώς προστατεύεται η δημοκρατία;

Η προοπτική των εκλογών στη χώρα προκάλεσε συζητήσεις, πρωτοβουλίες και διαμάχες που αφορούσαν θεσμικές ρυθμίσεις για την προστασία της δημοκρατίας από τη συμμετοχή συγκεκριμένων προσώπων ή πολιτικών δυνάμεων στην εκλογική διαδικασία

6' 35" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Η προοπτική των εκλογών στη χώρα προκάλεσε συζητήσεις, πρωτοβουλίες και διαμάχες που αφορούσαν θεσμικές ρυθμίσεις για την προστασία της δημοκρατίας από τη συμμετοχή συγκεκριμένων προσώπων ή πολιτικών δυνάμεων στην εκλογική διαδικασία. Οι κίνδυνοι της δημοκρατίας βρίσκονται σήμερα στο προσκήνιο όχι μόνο του εθνικού, αλλά και του διεθνούς προβληματισμού. Ομως, ο πιο σημαντικός τρόπος να προστατευτεί η δημοκρατία είναι να μη χρειάζεται προστασία, να μη φτάνει δηλαδή στην ανάγκη να αναζητά σωτηρία σε πρόσωπα ή σε ειδικές ρυθμίσεις. Η προστασία της δημοκρατίας εξαρτάται από τον σεβασμό στη λειτουργία της, στους θεσμούς της, στον χειρισμό των θεμάτων που απασχολούν τους πολίτες και, ιδιαίτερα, από τα κοινωνικά, οικονομικά, πολιτικά και άλλα αποτελέσματα που παράγει η πολιτική και οι συμπεριφορές φορέων, θεσμών, ατόμων. Αν, στην πράξη, τα αποτελέσματα αυτά βρίσκονται σε μεγάλο βαθμό σε αντίθεση με τις προσδοκίες που έχει μια κοινωνία από το πολιτικό της σύστημα, καμία θεσμική απαγόρευση δεν θα προστατέψει το πολίτευμα. Αξίες και αρχές κινδυνεύουν να παραμεριστούν, όπως έγινε συχνά όταν δύσκολες καταστάσεις, κρίσεις, αποτυχίες ή λανθασμένες πολιτικές, συμπαρέσυραν προς τα κάτω κρίσιμες σχέσεις (π.χ. κοινωνική δικαιοσύνη, εργασία, εισόδημα, κράτος δικαίου, ανισότητες, βία, αβεβαιότητα, αίσθηση ασφάλειας κ.ά.), που ενώ κυριαρχούσαν στα λόγια, προδόθηκαν από την πραγματικότητα. Οποτε στην ιστορία διαμορφώθηκαν τέτοια ισχυρά ρεύματα αμφισβήτησης, καμιά θεσμική παρέμβαση δεν εμπόδισε την ανατροπή ή τη μετάλλαξη της δημοκρατίας και την άνοδο στην εξουσία κάθε μορφής δικτατορικών ή αυταρχικών καθεστώτων.

Τον κίνδυνο αυτό τον ζήσαμε στην Ελλάδα στη δεκαετία του 2010. Ωραίο είναι λέμε ότι η δημοκρατία μας άντεξε. Αντεξε πράγματι, αλλά με σοβαρό κόστος. Στα χρόνια μετά την εκδήλωση των συνεπειών της οικονομικής κρίσης του 2009, δεν ανατράπηκαν μόνο θεμελιώδεις οικονομικές, κοινωνικές και πολιτικές ισορροπίες, με μεγάλο ανθρώπινο κόστος. Οι κομματικές και διακομματικές ισορροπίες που διαταράχθηκαν δεν ήταν το πιο σημαντικό. Η μεταπολιτευτική δημοκρατία μας βρέθηκε στην κόψη του ξυραφιού και έγινε ορατό σε πόσο μεγάλη έκταση πολιτικές δυνάμεις και ένας ολόκληρος κόσμος που αυτοτοποθετούνταν στον δημοκρατικό χώρο, συνειδητά ή ασυνείδητα, λειτούργησαν με τρόπο που έθετε σε σοβαρό κίνδυνο τη δημοκρατία και τους θεμελιακούς κανόνες οργάνωσης και λειτουργίας του πολιτικού μας συστήματος.

Η στήριξη της δημοκρατίας προϋποθέτει οπωσδήποτε ένα ισχυρό θεσμικό πλαίσιο. Ωστόσο, η προστασία προϋποθέτει κάτι πολύ πιο ουσιαστικό σε δύο επίπεδα: τη διαμόρφωση σχέσεων και εξελίξεων που αφενός θα έχουν πείσει τον πολίτη ότι οι θεσμοί της δημοκρατικής λειτουργίας πρέπει να έχουν κρίσιμο βάρος στο σύστημα αξιών και αρχών του, και, αφετέρου, ότι και τα αποτελέσματα που παράγει το σύστημα αυτό είναι σημαντικά και αντιπροσωπεύουν μακρόχρονα επιτεύγματα, αγώνες και διαδικασίες, που δεν πρέπει να χαθούν.

Η δημοκρατία, όπως και κάθε πολίτευμα, σχετίζεται με αξίες και απαξίες. Το βάρος που έχει κάθε αξία, όπως η οικονομική επιτυχία, τα πολιτικά, κοινωνικά και ατομικά δικαιώματα, πολιτισμικά στοιχεία κ.ά. για μια κοινωνία συν-καθορίζεται από όλες τις άλλες αξίες και πραγματικές καταστάσεις με τις οποίες συναρθρώνεται. Για τον πολίτη, άλλο βάρος έχει π.χ. η αξία της δημοκρατίας όταν αποτρέπει επώδυνες καταστάσεις και προσφέρει βελτιωμένες συνθήκες ζωής και άλλο βάρος, αν αποτυγχάνει να ανταποκριθεί σε βασικές κοινωνικές προσδοκίες.

Αυτό σημαίνει ότι αξίες και αρχές είναι μέρος μόνο του αφηγήματος. Το δεύτερο σκέλος αφορά τα αποτελέσματα που παράγει το δημοκρατικό πολίτευμα, με τα οποία πρέπει να αποδεικνύει στην πράξη την υπεροχή του σε σύγκριση με τον αυταρχισμό ή τον απολυταρχισμό. Σοβαρές ανατροπές οικονομικής, κοινωνικής ή πολιτικής φύσης, όπως αυτές που συνέβησαν το 2009 και μετά στην Ελλάδα ή αυτές που σημειώθηκαν στις ΗΠΑ ή στο Ηνωμένο Βασίλειο πλήττουν την καρδιά της δημοκρατίας και επηρεάζουν ευθέως τον βαθμό της συλλογικής εμπιστοσύνης και υποστήριξης του πολιτεύματος. Είτε γιατί η σχέση αιτιότητας μεταξύ πολιτικής και αποτυχίας είναι πραγματική, είτε γιατί ευρύτερα κοινωνικά στρώματα διαμορφώνουν ακόμα και λανθασμένες αντιλήψεις, στο στόχαστρο της αμφισβήτησης μπαίνουν πολιτικές επιλογές, που κλονίζουν την εμπιστοσύνη στο πολίτευμα. Ιδιαίτερη ένταση παίρνουν οι αμφισβητήσεις αυτές όταν οι κοινωνικές προσδοκίες τις οποίες δημιουργεί το πολιτικό σύστημα ανατρέπονται βροντερά, όπως θα έλεγε ο Τάσσος Παπαδόπουλος. Εξελίξεις τέτοιας μορφής συνδέονται πρωτίστως με τη διακυβέρνηση μιας χώρας –τις επιλογές των ελίτ που αναφέρει ο Μάρτιν Γουλφ στο τελευταίο του βιβλίο–, αλλά όχι μόνο. Είναι ο συνολικός τρόπος λειτουργίας των πρωταγωνιστών του πολιτεύματος (κυβερνήσεις, κόμματα, ελίτ, πρόσωπα, ηγεσίες, κοινωνικές οργανώσεις, συλλογικές συμπεριφορές), που συν-καθορίζει ένα αποτέλεσμα και που κάνει τα μέλη της κοινωνίας να μάχονται ή να αποστασιοποιούνται από δημοκρατικές μορφές διακυβέρνησης. Η δημοκρατία απαιτεί συνεχή και συνεπή αποδοχή και έμπρακτη προσχώρηση σε μορφές λειτουργίας που δεν θα την υπονομεύουν για χάρη προσωπικών, κομματικών ή οποιωνδήποτε άλλων επιδιώξεων.

Τη δεκαετία του 2010 ένας ολόκληρος κόσμος που αυτοτοποθετούνταν στον δημοκρατικό χώρο, συνειδητά ή ασυνείδητα έθετε σε κίνδυνο τη δημοκρατία και τους θεμελιακούς κανόνες του πολιτικού μας συστήματος.

Η δική μας εποχή έχει ένα εξαιρετικά σημαντικό, νέο και δυστοπικό χαρακτηριστικό: είναι πλέον αντιμέτωπη με ένα μεγάλο αριθμό παράλληλων παγκόσμιων και συλλογικών απειλών. Η δημιουργία και συνύπαρξη πολλών σημαντικών απειλών και αβεβαιοτήτων δημιουργεί νέους όρους λειτουργίας της δημοκρατίας και της οικονομίας, όπως και νέες μορφές αποσταθεροποίησης. Σε παγκόσμια κλίμακα οι κρίσεις γίνονται συχνότερες και πιο έντονες. Βρισκόμαστε ξανά σε συνθήκες που σηματοδοτούν μια ταχεία ανατροπή υποδείγματος και μετάβαση προς μια νέα τάξη πραγμάτων. Στο σκηνικό αυτό, κυβερνήσεις και κόμματα έχουν μια πρόσθετη τριπλή ευθύνη: να λειτουργήσουν με τρόπους που να μην οδηγούν στην αποσταθεροποίηση μιας κοινωνίας, να αντιμετωπίσουν νέους κινδύνους, για τους οποίους δεν έχουν μεν την ευθύνη της δημιουργίας τους, αλλά δεν θα αποφύγουν να θεωρηθούν υπόλογα απέναντι στην κοινωνία για τους χειρισμούς τους και να διασφαλίσουν μια αναπτυξιακή διαδικασία μέσα σε νέες πιο δύσκολες και απαιτητικές συνθήκες.

Η μεγάλη απειλή της κλιματικής αλλαγής και οι επιπτώσεις της, σε συνδυασμό με άλλες εξελίξεις που αναφέρθηκαν, δείχνουν ότι, πιθανότατα, η κοινωνική προστασία θα χρειαστεί να σχετίζεται όλο και περισσότερο όχι με χρηματικά, αλλά με φυσικά μεγέθη: μεγαλύτερη προστασία απέναντι στην κλιματική κρίση και στις πανδημίες, στις φυσικές καταστροφές, σε θερμούς ή ψυχρούς πολέμους. Μαζικές επενδύσεις σε γνώσεις και προνοητικές ενέργειες, όπως και πολιτικές που θα αμβλύνουν ή θα αποτρέπουν τέτοιες επιπτώσεις, θα έχουν πολύ πιο σημαντική κοινωνική σημασία για ευρύτατα τμήματα μιας κοινωνίας απ’ ό,τι οι γνωστές πολιτικές εισοδηματικής αναδιανομής.

Συμπερασματικά, το σημερινό σκηνικό δείχνει ότι σε πολλές χώρες υπάρχει μια ισχυρή αιτιώδης σχέση, που με αφετηρία την οικονομία αποσταθεροποιεί τη δημοκρατία. Ομως, ας μην μπερδεύουμε τα πράγματα. Η σχέση αιτιότητας είναι αμφίδρομη. Τα σοβαρά οικονομικά και άλλα προβλήματα στα οποία αναφέρθηκα, συχνά έχουν ως αίτιο λανθασμένες επιλογές της πολιτικής ή την αδυναμία της να απαλείψει ή να περιορίσει φαινόμενα, όπως τη διαφθορά, την αποδυνάμωση του κοινωνικού κράτους, την άνιση φορολογία, την ανεξέλεγκτη λειτουργία των αγορών, την υπονόμευση των θεσμών, τον έλεγχο των ιδιωτικών πόλων δύναμης και τη συγκέντρωση της οικονομικής δύναμης σε παγκόσμια και εθνική κλίμακα. Τυχόν αδυναμία της πολιτικής να εκτιμήσει σωστά το βάρος των προβλημάτων ή να σχεδιάσει πολιτικές πιο συμβατές με τις αλλαγές στο διεθνές και εθνικό περιβάλλον, μπορεί να μετατραπεί σε δευτερογενή απειλή για την ίδια τη δημοκρατία. Επιπλέον, η αδυναμία της πολιτικής να ανταποκριθεί στις αντιλήψεις και στις προσδοκίες –ρεαλιστικές ή ουτοπικές– ευρύτερων στρωμάτων, που όμως συχνά η ίδια υποκινεί, οδηγεί σε αμφισβητήσεις ή και πολιτικές ανατροπές. Αντιμέτωπες με την πίεση του κόστους για την αντιμετώπιση πολλαπλών προβλημάτων, περισσότερες κοινωνίες περνούν σήμερα σε μια κυκλική κίνηση αναζήτησης φαντασιακών λύσεων, καλλιέργειας εξωπραγματικών προσδοκιών και άρνησης αντιμετώπισης της πραγματικότητας, σε συνδυασμό με μια ενίσχυση του αυταρχισμού, πριν, ίσως, σημειωθεί ξανά μια στροφή προς πιο αποτελεσματικές και ανθεκτικές μορφές πολιτεύματος.

Στις σημερινές συνθήκες και προοπτικές, αν μια κοινωνία αντί να επιδιώξει έναν κρίσιμο βαθμό εσωτερικής συνοχής, χαρακτηρίζεται από τάσεις πόλωσης και διάσπασης, οι κίνδυνοι για τη δημοκρατία, την οικονομική ευημερία, την κοινωνική ομαλότητα και το κόστος των αδύναμων στρωμάτων αυξάνονται εκθετικά. Αν μάλιστα οι πιθανές απειλές μετατραπούν σε πραγματικότητα, στη συνέχεια, οι απαντήσεις μπορεί να συνδέονται με θερμές ή ψυχρές, εσωτερικές ή διεθνείς συγκρούσεις. Με βάση τα παραπάνω, το μεγάλο ζητούμενο είναι πώς θα διαρρήξουμε μια τέτοια κυκλική αλληλεπίδραση, ώστε να αποτρέψουμε έγκαιρα τις εξαιρετικά αρνητικές επιπτώσεις της, αλλά και πώς θα οργανώνουμε αποτελεσματικές πολιτικές για την πραγματική, έστω και ατελή, αντιμετώπιση των πολλαπλών συλλογικών μας προβλημάτων, μεταξύ των οποίων η κλιματική κρίση.

Ο κ. Τάσος Γιαννίτσης είναι πρώην υπουργός.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή