Αρθρο Ε. Βαρδουλάκη στην «Κ»: «Λαϊκή» και «λαϊκίστικη» Δεξιά: μια δύσκολη ισορροπία

Αρθρο Ε. Βαρδουλάκη στην «Κ»: «Λαϊκή» και «λαϊκίστικη» Δεξιά: μια δύσκολη ισορροπία

Στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες που η κεντροδεξιά παράταξη εκφράζεται από ένα κόμμα, αυτό αποτελείται συνήθως από δύο συνιστώσες: μία πιο συντηρητική («λαϊκή») και μία πιο φιλελεύθερη

3' 35" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες που η κεντροδεξιά παράταξη εκφράζεται από ένα κόμμα, αυτό αποτελείται συνήθως από δύο συνιστώσες: μία πιο συντηρητική («λαϊκή») και μία πιο φιλελεύθερη. Μια πιο «παραδοσιοκρατική-εθνοκεντρική» και μια κάπως πιο «κοσμοπολίτικη». Τάσεις που συνυπάρχουν, ωστόσο, είτε λόγω ιστορικών συνεκτικών καταβολών (ιστορικά ορόσημα, διαιρετικές τομές, πρόσωπα που συγκρότησαν τα κόμματα κ.λπ.) είτε στο πλαίσιο του πολιτικού (εκλογικού) ρεαλισμού.

Αν και συχνά η πιο φιλελεύθερη τάση διαμορφώνει τη στρατηγική και φυσιογνωμία του κόμματος, στις περισσότερες χώρες η πιο συντηρητική, «λαϊκή», τάση είναι η εκλογικά μεγαλύτερη. Και αυτό επειδή εξακολουθεί να εκφράζει ένα μεγάλο μέρος του εκλογικού κορμού της Κεντροδεξιάς (αγροτικός κόσμος, μικροί ελεύθεροι επαγγελματίες, συνταξιούχοι – πλέον του επιχειρηματικού κόσμου και των υψηλότερων εισοδημάτων), καθώς επίσης και τις αξίες και τα σύμβολα γύρω από τα οποία συγκροτήθηκαν οι παρατάξεις αυτές· πατρίδα, ιδιοκτησία, οικογένεια, παράδοση, ατομικές ελευθερίες κ.ά.

Ιστορικά, τα περισσότερα κεντροδεξιά κόμματα της Ευρώπης είχαν περισσότερο συντηρητικές παρά φιλελεύθερες καταβολές. Ο ευρωπαϊκός συντηρητισμός εξάλλου, σε αντίθεση με τον αγγλοσαξονικό, ήταν π.χ. λιγότερο «ελευθεριακός». Ο Ντε Γκωλ και ο Αντενάουερ –οι εμβληματικοί ηγέτες της ευρωπαϊκής Δεξιάς, μαζί με τον Τσώρτσιλ– ήταν υπέρ του κρατικού παρεμβατισμού στην οικονομία, όπως και της ενίσχυσης του κοινωνικού κράτους, σύμφωνα και με τις τάσεις της εποχής. Το ίδιο και ο Κωνσταντίνος Καραμανλής στην Ελλάδα (όπως έχει αναλύσει στο εξαιρετικό βιβλίο του «Ελληνικός φιλελευθερισμός – το ριζοσπαστικό ρεύμα», ο καθηγητής Ευάνθης Χατζηβασιλείου). Σε μια Ευρώπη που γιάτρευε τις πληγές της από τον πόλεμο, ο κόσμος επιζητούσε σταθερότητα και ασφάλεια.

Στην πορεία του χρόνου τα κόμματα ασφαλώς μετασχηματίστηκαν, ενώ η προγραμματική ατζέντα τους αναθεωρήθηκε και προσαρμόστηκε στις συνθήκες και ανάγκες της σύγχρονης εποχής. Τις δεκαετίες ’80 και ’90, τα κόμματα μετακινήθηκαν –τουλάχιστον σε ό,τι αφορά την οικονομία– σε σαφώς πιο φιλελεύθερη κατεύθυνση (τάση που επηρέασε και τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα), ενώ σταδιακά μια πιο φιλελεύθερη ατζέντα επικράτησε και σε κοινωνικά ζητήματα, συχνά με πρωταγωνιστές τα ίδια τα κεντροδεξιά κόμματα.

Η μετάβαση αυτή δεν ήταν πάντα ομαλή. Αντιθέτως. Η οικονομική κρίση της περασμένης δεκαετίας, η διεύρυνση κοινωνικών ανισοτήτων, το μεταναστευτικό, οι πολιτισμικές συγκρούσεις, τα ταυτοτικά ζητήματα δοκίμασαν τις αντοχές των κεντροδεξιών (και όχι μόνο) κομμάτων.

Αν και συχνά η πιο φιλελεύθερη τάση διαμορφώνει τη στρατηγική ενός κεντροδεξιού κόμματος, στις περισσότερες χώρες η πιο συντηρητική, «λαϊκή», τάση είναι η εκλογικά μεγαλύτερη.

Παράλληλα, η άνοδος του ευρωσκεπτικισμού (απόρροια τόσο αντικειμενικών δυσλειτουργιών, αλλά και του γεγονότος ότι συχνά οι εθνικές κυβερνήσεις απέδιδαν στην Ε.Ε. τις ευθύνες για πολιτικές που «ξεβόλευαν» καταστάσεις) επίσης πλήττει τα κατεξοχήν φιλοευρωπαϊκά κεντροδεξιά κόμματα.

Ως αποτέλεσμα των παραπάνω, αρκετά «παραδοσιακά» κεντροδεξιά κόμματα αμφισβητήθηκαν, κυρίως από τα «δεξιά» τους, από κόμματα που εξέφρασαν πιο ριζοσπαστικοποιημένα κοινωνικά στρώματα και ηλικιακές ομάδες, πολίτες που αναζήτησαν –σε ταραγμένους καιρούς– την ασφάλεια σε παραδοσιακές έννοιες: ισχυρό εθνικό κράτος, κλειστά σύνορα, επιστροφή στην παράδοση. Η επιρροή των κεντροδεξιών κομμάτων μειώθηκε προς όφελος κυρίως κομμάτων της λαϊκίστικης, ριζοσπαστικής Δεξιάς.

Στην Ελλάδα, εκφάνσεις αυτού του φαινομένου παρατηρούνται από τις αρχές της περασμένης δεκαετίας. Τότε, τα λαϊκά στρώματα που επί δεκαετίες αποτελούσαν τον κορμό της Ν.Δ. την εγκατέλειψαν, αρχικά προς κόμματα της λαϊκίστικης Δεξιάς (ΑΝΕΛ, 10,6% στις εκλογές Μαΐου 2012) και στη συνέχεια ακόμη και προς τον ΣΥΡΙΖΑ, βασικού εκφραστή τότε, έως το 2015, ενός επιθετικού «εθνολαϊκισμού». Στην πορεία, μέρος των ψηφοφόρων αυτών επέστρεψε στη Ν.Δ., λόγω διάψευσης των προσδοκιών από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ, αλλά και επειδή η Ν.Δ. (ένα από τα μεγαλύτερα κεντροδεξιά κόμματα στην Ευρώπη σήμερα) κατάφερε να ισορροπήσει ανάμεσα σε πολιτικές επιλογές που διεύρυναν την επιρροή της πέρα από τα όρια της παραδοσιακής Δεξιάς και στη (επανα)συσπείρωση του παραδοσιακού της ακροατηρίου. Η μεγαλύτερη επιτυχία, εξάλλου, του κ. Μητσοτάκη την περασμένη τετραετία ήταν ακριβώς η πολιτική αμφίπλευρης στόχευσης που εφάρμοσε: μέτρα κοινωνικής στήριξης ευπαθών ομάδων από τη μία (μέτρα πανδημίας, κοινωνικά επιδόματα κ.ά.) με ταυτόχρονη αύξηση επενδύσεων, μείωση φόρων – εισφορών, αλλά και ενίσχυση της αποτρεπτικής ισχύος της χώρας από την άλλη.

Τα όρια, ωστόσο, μεταξύ της παραδοσιακής, συντηρητικής, λαϊκής Δεξιάς και της ριζοσπαστικοποιημένης λαϊκίστικης Δεξιάς δεν είναι πάντοτε ευδιάκριτα. Εξ ου και κανείς δεν πρέπει να θεωρεί τους πρώτους ψηφοφόρους ως δεδομένους, παραβλέποντας τις όποιες ευαισθησίες τους και την ανάγκη συνεχούς πολιτικής «ζύμωσής» τους. Είτε σε περιόδους κρίσης, όπου απειλείται το επίπεδο ζωής τους, είτε σε περιόδους χαμηλών διακυβευμάτων, όπου τα πιο «ταυτοτικά» στοιχεία της ψήφου μπορούν να αποκτήσουν μεγαλύτερη βαρύτητα, η μεταβλητότητα της εκλογικής συμπεριφοράς δεν μπορεί να υποτιμηθεί.

Ο κ. Ευτύχης Βαρδουλάκης είναι σύμβουλος στρατηγικής και επικοινωνίας.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή