Άρθρο Γιάννη Μπαλαμπανίδη στην «Κ»: Η άδεια καρέκλα του Γιούνκερ στο σαλόνι μας

Άρθρο Γιάννη Μπαλαμπανίδη στην «Κ»: Η άδεια καρέκλα του Γιούνκερ στο σαλόνι μας

Δέκα χρόνια πριν, όχι και τόσο μακριά δηλαδή, η Ευρώπη ζούσε στο μάτι της οικονομικής κρίσης. Πιο δραματικά η μικρή μας χώρα, η οποία υπέστη όσο καμία τα επίχειρα ενός σεισμού που κλόνισε το παγκόσμιο οικονομικό σύστημα. Οπως λέει η γνωστή κινεζική κατάρα, ήταν ενδιαφέροντες καιροί. Ενα από τα στοιχεία που καθιστούσαν την περίοδο εκείνη […]

3' 57" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Δέκα χρόνια πριν, όχι και τόσο μακριά δηλαδή, η Ευρώπη ζούσε στο μάτι της οικονομικής κρίσης. Πιο δραματικά η μικρή μας χώρα, η οποία υπέστη όσο καμία τα επίχειρα ενός σεισμού που κλόνισε το παγκόσμιο οικονομικό σύστημα. Οπως λέει η γνωστή κινεζική κατάρα, ήταν ενδιαφέροντες καιροί.

Ενα από τα στοιχεία που καθιστούσαν την περίοδο εκείνη αξιομνημόνευτη ήταν το πόσο ορατή είχε γίνει η «Ευρώπη». Αυτή η άλλοτε απόμακρη, γραφειοκρατική μηχανή, η κότα με τα χρυσά αυγά ή ο ιδανικός αποδιοπομπαίος τράγος στον οποίο οι πολιτικοί κάθε χώρας ευχαρίστως φόρτωναν τις αμαρτίες του κόσμου, είχε αποκτήσει αίφνης πρόσωπο, σάρκα και οστά.

Στα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του 2010, το περιώνυμο «δημοκρατικό έλλειμμα» της Ε.Ε. συνοδεύθηκε ή αντισταθμίστηκε από μια αυξημένη πολιτικοποίηση σε μια σειρά κεντρικών θεμάτων της πολιτικής ατζέντας. Η Ε.Ε. δεν ήταν πια «πολιτικές χωρίς πολιτική» (policies without politics). Είχε γίνει «normal politics», διαπερνώντας όλο και περισσότερο τη σφαίρα της εθνικής πολιτικής ζωής. Ο Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ, ο Γερούν Ντάισελμπλουμ έγιναν οικείες φιγούρες, μπήκαν στα σαλόνια μας, επενδύθηκαν με συναισθήματα ψόγου ή θαυμασμού, συμπάθειας ή απέχθειας – πάντως δεν άφηναν κανέναν αδιάφορο. Ποιος μπορεί σήμερα να θυμηθεί εύκολα το όνομα, πολύ περισσότερο το πρόσωπο του προέδρου της Κομισιόν ή του Eurogroup;

Δεν είναι παράλογο ειδικά οι Ελληνες να θέλουμε να αφήσουμε πίσω μας όλα αυτά. Από την άλλη, σε λίγους μήνες έχουμε ευρωεκλογές και μοιάζει ποτέ να μη συζητούσαμε λιγότερο για την Ευρώπη. Το παράδοξο είναι ότι η οικονομική κρίση πέρασε, η Ευρώπη βάθυνε τις πολιτικές της, όπως στην περίοδο της πανδημίας με την παρέμβαση στην προμήθεια εμβολίων ή την επένδυση στην έρευνα (αν και όχι στη βελτίωση των εθνικών συστημάτων υγείας), και ενώ θεωρητικά είναι περισσότερο παρούσα από ποτέ, στην πράξη σπανίως μας απασχολεί. Πώς βαδίζουμε λοιπόν προς τις ευρωεκλογές;

Υπό το απειλητικό φάσμα πολλαπλών κρίσεων. Πριν από λίγες ημέρες το Κέντρο Φιλελεύθερων Στρατηγικών της Σόφιας παρουσίασε μια πολύ ενδιαφέρουσα έρευνα («A crisis of one’s own: The politics of trauma in Europe’s election year»). Η έρευνα ξεκινάει από τη βασική διαπίστωση ότι στην Ευρώπη, και όχι μόνο εδώ, ζούμε τα τελευταία χρόνια σε μια συνθήκη μεγάλων κρίσεων, οι οποίες συνυπάρχουν και παράγουν σωρευτικά αποτελέσματα σε κοινωνικές στάσεις και πολιτικές ταυτότητες: οικονομική κρίση, κλιματική κρίση, πανδημία, μετανάστευση, γεωπολιτική κρίση.

Στις ευρωεκλογές του 2024, οι επάλληλες κρίσεις συνθέτουν ένα σκηνικό όπου οι φόβοι και οι ανασφάλειες μπορεί να κινητοποιούν περισσότερο από ό,τι η ελπίδα για ένα καλύτερο μέλλον.

Συνιστούν ανοιχτά «τραύματα» που επηρεάζουν σε διαφορετικό βαθμό τις ευρωπαϊκές χώρες. Στην Εσθονία βαραίνει η γεωπολιτική κρίση της Ουκρανίας, λόγω εγγύτητας· στην Ιταλία και την Πορτογαλία του ευρωπαϊκού Νότου, η οικονομική κρίση· στη σκανδιναβική Δανία, η κλιματική κρίση· στην Ισπανία, η πανδημία και οι μακροχρόνιες συνέπειές της· στη Γερμανία, που υποδέχθηκε το 2016 ένα εκατ. πρόσφυγες από τη Συρία και βλέπει την Ακροδεξιά του AfD να γιγαντώνεται, βαραίνει η μεταναστευτική κρίση. Και παρότι οι διαιρετικές τομές δεν είναι πάντα ξεκάθαρες, ωστόσο παραμένουν: όσοι θεωρούν σημαντικότερη την κλιματική κρίση βρίσκονται πιο κοντά στα σοσιαλδημοκρατικά και πράσινα κόμματα και κατά 61% θεωρούν ότι η Ε.Ε. θα αντέξει, ενώ όσοι θεωρούν σημαντικότερο πρόβλημα τη μετανάστευση ταυτίζονται με τα κόμματα της άκρας Δεξιάς και κατά 51% πιστεύουν ότι σε 20 χρόνια η Ε.Ε. θα έχει πιθανότατα διαλυθεί.

Δεν βρισκόμαστε στο 2014 ή το 2019, όταν παλινδρομούσαμε ανάμεσα στην κριτική προς την ευρωπαϊκή ενοποίηση και τη διάσωσή της από τους κλυδωνισμούς του Brexit και του τραμπισμού. Στις ευρωεκλογές του 2024, οι επάλληλες κρίσεις συνθέτουν ένα σκηνικό όπου οι φόβοι και οι ανασφάλειες μπορεί να κινητοποιούν περισσότερο από ό,τι η ελπίδα για ένα καλύτερο μέλλον.

Είναι εύκολο να δει κανείς εδώ την Ελλάδα, μετά το δράμα και τις ματαιώσεις της κρίσης. Αυτό το υπαρξιακό υπόστρωμα, του φόβου και των μειωμένων προσδοκιών, βρίσκεται εν πολλοίς πίσω από την κυριαρχία της Νέας Δημοκρατίας, η οποία καταφέρνει να προσδώσει μια αίσθηση σταθερότητας, έστω και χωρίς ιδιαίτερη μεταρρυθμιστική ορμή. Πρωτεύει η ασφάλεια παρά η αλλαγή. Και η πρόκληση για τον αντίπαλο πόλο δεν είναι μόνο ο αντικειμενικός κατακερματισμός του σε μικρές-μεσαίες δυνάμεις. Είναι η απουσία ενός πειστικού σχεδίου, το οποίο αναγκαστικά θα πρέπει να επανοικειοποιηθεί την ασφάλεια και τη σταθερότητα δίνοντάς της ένα προοδευτικό περιεχόμενο, ας πούμε συνδέοντάς την με τον άλλον μεγάλο πυλώνα της ζοφερής εποχής μας, τις ανισότητες. Εκεί κάπου ίσως υπάρξει χώρος και για την ανάδυση μιας προσδοκίας για το μέλλον.

Και πάντως τίποτα τέτοιο δεν θα γίνει εάν δεν μιλήσουμε για το κοινό ευρωπαϊκό μας σπίτι, για να συνεχίσει να είναι στέρεο και ευρύχωρο αντί να κλειδαμπαρώνεται καθώς θα κλονίζεται συθέμελα. Δεν είναι σίγουρο ότι θα αποδώσει, αλλά αξίζει να πάρει κανείς την ευθύνη ενός τέτοιου στοιχήματος. Αφού εάν κάτι μοιάζει βέβαιο στη ρευστή εποχή μας είναι ότι συνεχίζουμε να ζούμε σε ενδιαφέροντες καιρούς – για το καλό ή για το κακό.

*O κ. Γιάννης Μπαλαμπανίδης είναι πολιτικός επιστήμονας, συγγραφέας.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή