Άρθρο Πάνου Κολιαστάση στην «Κ»: Οιωνοί ανόδου για την Ακροδεξιά

Άρθρο Πάνου Κολιαστάση στην «Κ»: Οιωνοί ανόδου για την Ακροδεξιά

Οι πρόσφατες έρευνες κοινής γνώμης καταγράφουν μια μικρή σχετικά φθορά της Ν.Δ. και μια αισθητή άνοδο για τα κόμματα στα δεξιά της. Τόσο στην εκτίμηση ψήφου για τις εθνικές, όσο και σε εκείνη για τις ευρωπαϊκές εκλογές. Ενδεικτικά, σύμφωνα με την MRB (25/1), Eλληνική Λύση, Σπαρτιάτες και Νίκη συγκεντρώνουν αθροιστικά 14,9% […]

3' 29" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Οι πρόσφατες έρευνες κοινής γνώμης καταγράφουν μια μικρή σχετικά φθορά της Ν.Δ. και μια αισθητή άνοδο για τα κόμματα στα δεξιά της. Τόσο στην εκτίμηση ψήφου για τις εθνικές, όσο και σε εκείνη για τις ευρωπαϊκές εκλογές. Ενδεικτικά, σύμφωνα με την MRB (25/1), Eλληνική Λύση, Σπαρτιάτες και Νίκη συγκεντρώνουν αθροιστικά 14,9% για τις βουλευτικές κάλπες και 16% για τις ευρωπαϊκές. Επιδόσεις υψηλότερες από εκείνη που πέτυχαν αθροιστικά στις εκλογές του Ιουνίου 2023. Ταυτόχρονα, το κόμμα Βελόπουλου φαίνεται να ξεχωρίζει από τους άμεσους ανταγωνιστές του. Λαμβάνει 8,2% στην εκτίμηση ψήφου για τις εθνικές και 9,5% για τις ευρωπαϊκές κάλπες, δηλαδή ποσοστά διπλάσια από το εθνικό του.

Εύλογα συνεπώς προκύπτει το ερώτημα εάν στις επικείμενες ευρωεκλογές κινδυνεύει η Ν.Δ. από τα δεξιά της. Οχι βεβαίως για να χάσει την πρώτη θέση. Οταν οι εκλογές για την Ευρωβουλή διεξάγονται κατά το πρώτο έτος μιας κυβερνητικής θητείας, τότε το εκάστοτε κυβερνών κόμμα διατηρεί παραδοσιακά την πρωτιά. Το ερώτημα είναι εάν η κυβερνητική παράταξη κινδυνεύει να υποστεί φθορά τέτοια που να επηρεάσει αρνητικά την εικόνα πολιτικής κυριαρχίας και άρα της ευχέρειας προώθησης σημαντικών μεταρρυθμίσεων.

Η απάντηση εξαρτάται από μια σειρά παραμέτρων. Κατ’ αρχάς, από τη συνοχή της πολυσυλλεκτικής εκλογικής της βάσης. Τόσο στις εκλογές του 2019 όσο και σε εκείνες του 2023, ο Μητσοτάκης ευνοήθηκε από την πόλωση και την αντι-ΣΥΡΙΖΑ ψήφο. Ετσι κατάφερε να συσπειρώσει κεντρώους, κεντροδεξιούς και δεξιούς ψηφοφόρους. Το 2019 ψηφίστηκε για να απομακρύνει τον Τσίπρα από την εξουσία και το 2023 για να εμποδίσει την επιστροφή του. Σήμερα όμως ο ΣΥΡΙΖΑ είναι σε τροχιά συρρίκνωσης. Στην πρόθεση ψήφου των δημοσκοπήσεων είναι ήδη τρίτος. Μοιραία το αντι-ΣΥΡΙΖΑ μέτωπο έχει καταστεί αχρείαστο και η εκλογική συμμαχία της Ν.Δ. μοιάζει λιγότερο συμπαγής. Πολύ περισσότερο δε όταν το ΠΑΣΟΚ του Ανδρουλάκη δεν φοβίζει.

Η αποδραματοποίηση της πολιτικής αντιπαράθεσης κατά κανόνα ευνοεί τη «χαλαρή» ψήφο ανεξάρτητα από τον χαρακτήρα των εκλογών. Κάτι που αποτυπώθηκε στις επαναληπτικές εκλογές του Ιουνίου 2023. Τότε η βέβαιη επανεκλογή Μητσοτάκη σε συνδυασμό με την εξουδετέρωση του ΣΥΡΙΖΑ και την απουσία της αντι-ΣΥΡΙΖΑ ψήφου, διευκόλυναν τον πολλαπλασιασμό των κομμάτων και τη συνολική άνοδο της άκρας Δεξιάς. Στη Βουλή εισήλθαν τρία κόμματα με εκλογικό άθροισμα 12,8% – το δεύτερο μεγαλύτερο στη Μεταπολίτευση μετά το αντίστοιχο που έλαβαν ΑΝΕΛ και Χρυσή Αυγή τον Ιούνιο 2012 (14,4%).

Η αποδραματοποίηση της πολιτικής αντιπαράθεσης κατά κανόνα ευνοεί τη «χαλαρή» ψήφο.

Δεδομένου ότι στις ευρωεκλογές η ψήφος είναι παραδοσιακά «χαλαρή» αφού το εκλογικό αποτέλεσμα δεν συνεπάγεται συνήθως πολιτικές ανατροπές, τότε η πιθανότητα εκδήλωσης μιας ανέξοδης διαμαρτυρίας δεν μπορεί να αποκλειστεί. Ιδιαίτερα από τη στιγμή που η ακροδεξιά ψήφος δεν ορίζεται τόσο από οικονομικά όσο από άλλα κριτήρια. Κάτι που γίνεται περισσότερο εμφανές αν συγκρίνει κανείς τις πολιτικές συνθήκες του Ιουνίου 2012 με εκείνες του Ιουνίου 2023. Το 2012 η Ελλάδα ακολουθούσε πολιτική λιτότητας και βρισκόταν σε βαθιά οικονομική ύφεση με τη διαίρεση μνημόνιο – αντιμνημόνιο να καθορίζει την εκλογική δυναμική. Οσοι συντηρητικοί ψηφοφόροι εγκατέλειψαν τότε τη Ν.Δ., προτίμησαν στην πλειοψηφία τους να μετακινηθούν ευρύτερα «ενδοπαραταξιακά» στηρίζοντας αντιμνημονιακά κόμματα της Δεξιάς και άκρας Δεξιάς. Το 2023 η Ελλάδα ακολουθεί πολιτική λελογισμένα επεκτατική και βιώνει ταχεία οικονομική ανάκαμψη με πτώση της ανεργίας και αύξηση των μισθών. Ακόμα και το πρόβλημα του πληθωρισμού, αν και πιεστικό, παραμένει για την ώρα τουλάχιστον διαχειρίσιμο.

Παρ’ όλα αυτά, τα κόμματα της άκρας Δεξιάς πετυχαίνουν παρόμοιες εκλογικές επιδόσεις με εκείνες του 2012. Κάτι που καταδεικνύει, σύμφωνα με σχετικές εμπειρικές έρευνες, ότι οι παράγοντες που τροφοδοτούν την άνοδο του ακροδεξιού λαϊκισμού στην τρέχουσα συγκυρία, αφορούν περισσότερο κοινωνικές και πολιτισμικές αιτίες παρά οικονομικές. Ενα ευδιάκριτο τμήμα της κοινής γνώμης εκλαμβάνει μια σειρά από ζητήματα ως «απειλή» της εθνικής του ταυτότητας και «αμφισβήτηση» των παραδοσιακών του αξιών. Είτε πρόκειται για εθνικά θέματα, είτε για το μεταναστευτικό, είτε για τον γάμο και την τεκνοθεσία των ομόφυλων ζευγαριών. Παράλληλα, παραμένει δύσπιστο έναντι της πολιτικής και των θεσμών, όπως έγινε φανερό και την περίοδο της πανδημίας.

Σε αυτές τις συνθήκες δεν θα αποτελούσε ενδεχομένως έκπληξη εάν και η Ελλάδα ακολουθήσει τον δρόμο άλλων δυτικών χωρών, στις οποίες ο ακροδεξιός λαϊκισμός έχει εξελιχθεί σε κρίσιμη πολιτική δύναμη και πόλο έλξης δυσαρεστημένων συντηρητικών ψηφοφόρων.

*Ο κ. Πάνος Κολιαστάσης είναι διδάκτωρ Πολιτικής Επικοινωνίας του Queen Mary University of London και διδάσκων στο Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Διεθνών Σχέσεων του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή