Τίτλοι τέλους για την Πέμπτη Γαλλική Δημοκρατία

Τίτλοι τέλους για την Πέμπτη Γαλλική Δημοκρατία

3' 12" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

«Καθεστωτική κρίση»! Με αυτόν τον πρωτοσέλιδο τίτλο κυκλοφόρησαν, την περασμένη Τρίτη, η κεντροδεξιά Le Figaro και η κεντροαριστερή Liberation, σε μια απροσδόκητη συμπόρευση. Είχε προηγηθεί η αιφνιδιαστική απόφαση του συνήθως διστακτικού προέδρου Φρανσουά Ολάντ να αποπέμψει από την κυβέρνηση τους «αιρετικούς» υπουργούς Αρνό Μοντεμπούρ, Μπενουά Αμόν και Ορελί Φιλιπετί, οι οποίοι ζητούσαν αναθεώρηση των πολιτικών λιτότητας και ενοχοποιούσαν τη Γερμανία για την «κάθοδο της Ε.Ε. στην κόλαση».

Ο δραματικός τόνος των δύο σοβαρών εφημερίδων δικαιολογείται από τα πράγματα, καθώς η Γαλλία βρίσκεται αντιμέτωπη με μια πολυεπίπεδη κρίση. Πρώτα απ’ όλα, κρίση κυβερνητική. Για δεύτερη φορά μέσα σε πέντε μήνες, ο σοσιαλιστής Ολάντ αναγκάζεται να αλλάξει κυβερνητικό σχήμα, έχοντας πίσω του δύο βαριές εκλογικές ήττες, στις τοπικές και στις ευρωπαϊκές εκλογές. Απομονωμένος από τους ισχυρότερους δυνάμει συμμάχους του, τους Οικολόγους, ο Ολάντ ανοίγει αυτή τη φορά ρήγμα με την ανήσυχη αριστερή πτέρυγα του ίδιου του κόμματός του, 41 βουλευτές της οποίας έστειλαν προειδοποιητικό μήνυμα ήδη τον Απρίλιο, απέχοντας από την ψηφοφορία για κρίσιμο νομοσχέδιο.

Πολιτικοί αναλυτές εκφράζουν αμφιβολίες για το κατά πόσο η νέα, αποκαθαρμένη από αριστερούς «αντάρτες», κυβέρνηση Βαλς θα εξασφαλίσει ψήφο εμπιστοσύνης από τον Εθνοσυνέλευση. Το πιθανότερο είναι ότι η κυβέρνηση θα αποφύγει την καταψήφιση – αν μη τι άλλο, γιατί η προσφυγή της κάλπες υπό τις δεδομένες συνθήκες θα συνοδευόταν από ιστορικών διαστάσεων ήττα των Σοσιαλιστών. Η δημοτικότητα του Ολάντ έχει καταβαραθρωθεί στο χωρίς προηγούμενο ναδίρ του 17% και διαγράφεται ισχυρό το ενδεχόμενο ο δεύτερος γύρος των προεδρικών εκλογών του 2017 να βρει αντιμέτωπους τον Νικολά Σαρκοζί με την πρόεδρο του Εθνικού Μετώπου, Μαρίν Λεπέν, το κόμμα της οποίας προηγείται σταθερά στις δημοσκοπήσεις. Σκηνικό πλήρους αποσταθεροποίησης της Πέμπτης Γαλλικής Δημοκρατίας, την οποία ίδρυσε το 1958 ο Σαρλ ντε Γκωλ, με βασικούς πυλώνες μια ισχυρή προεδρία και ένα σταθερό διπολισμό Δεξιάς – Αριστεράς.

Την εντεινόμενη πολιτική κρίση τροφοδοτούν η υποβάθμιση της Γαλλίας στον διεθνή καταμερισμό εργασίας και η σταδιακή διάβρωση του κοινωνικού της μοντέλου. Η δεύτερη οικονομία της Ε.E. υποφέρει από καχεκτικούς ρυθμούς ανάπτυξης, με την ανεργία στο 10%, το δημόσιο χρέος κοντά στο 100% του ΑΕΠ και οξύ πρόβλημα ανταγωνιστικότητας. Το κοινωνικό κράτος για το οποίο οι Γάλλοι δικαιολογημένα αισθάνονται υπερήφανοι και το οποίο στήριξε την πολιτική σταθερότητα στα χρόνια της Πέμπτης Δημοκρατίας, έχει καταλήξει να αποτελεί δυσβάσταχτο βάρος στο ακραία ανταγωνιστικό περιβάλλον της παγκοσμιοποιημένης οικονομίας, με τον δημόσιο τομέα να απορροφά το 57% του ΑΕΠ, φέρνοντας τη Γαλλία στην πρώτη θέση των ευρωπαϊκών κρατών, μαζί με τη Δανία.

Επιχειρώντας μια ριψοκίνδυνη «φυγή προς τα εμπρός», ο Ολάντ σχημάτισε μια αμιγώς «σοσιαλφιλελεύθερη» κυβέρνηση, που δεν έχει τίποτα να ζηλέψει από εκείνες του Τόνι Μπλερ. Αιώνες μοιάζει να έχουν περάσει από την εποχή που ο σοσιαλιστής πολιτικός κέρδιζε τις εκλογές με πολεμικές ιαχές εναντίον του «παγκοσμιοποιημένου χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου» και σημαία την επιβολή φόρου 75% στους εκατομμυριούχους. Αυτή τη φορά ανέθεσε το υπουργείο Εθνικής Οικονομίας στον μόλις 37χρονο Εμανουέλ Μακρόν, στέλεχος του ομίλου Ρότσιλντ στο πρόσφατο παρελθόν, ενώ ο πρωθυπουργός Μανουέλ Βαλς αποθεώθηκε στο θερινό πανεπιστήμιο της εργοδοτικής ένωσης Medef ύστερα από ένα λυρικό λογύδριο υπέρ της ελεύθερης επιχειρηματικότητας. Η οβιδιακή μεταμόρφωση του Ολάντ αποτελεί διδακτικό μάθημα για τους πολιτικούς ασθενέστερων χωρών, που οραματίζονται πολιτικές χαλάρωσης της δημοσιονομικής πειθαρχίας στο αυστηρά δεσμευτικό πλαίσιο της Ευρωζώνης.

Τέλος, η πολιτική κρίση στη Γαλλία θέτει υπό δοκιμασία τις υφιστάμενες ισορροπίες στην Ε.Ε. Ο περίφημος «γαλλοερμανικός άξονας», που αποτελούσε επί δεκαετίες τον βασικό κινητήρα της ευρωπαϊκής ενοποίησης, εξελίσσεται σε μία ολοένα και περισσότερο ετεροβαρή σχέση, με τη Γαλλία σε ρόλο ελάσσονος εταίρου. Η εξέλιξη αυτή προκαλεί έντονους προβληματισμούς στο εσωτερικό των γαλλικών ελίτ, κάτι που είχε εκδηλωθεί και με τον διχασμό τους στο απορριπτικό δημοψήφισμα για το Ευρωσύνταγμα, το 2005. Οι φωνές για «αποκατάσταση της εθνικής κυριαρχίας» και μεγαλύτερες αποστάσεις από την πολιτική του Βερολίνου τροφοδοτούν κάθε είδους «αιρετικές» τάσεις, από την Ακροδεξιά της Λεπέν μέχρι τους αριστερούς σοσιαλιστές των Μοντεμπούρ – Αμόν, χωρίς τίποτα να δείχνει, πάντως, ότι έχουν τη δυναμική να γίνουν ηγεμονικό ρεύμα.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή