Αποψη: Αρση χωρίς έπαρση

3' 0" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Δεν χρειαζόταν να επιβληθούν περιορισμοί στην κίνηση κεφαλαίων για να αντιληφθούμε τη στενότητα της σχέσης μεταξύ πολιτικών αποφάσεων και οικονομικών επιπτώσεων. Το τελευταίο, πάντως, δίμηνο η σχέση έγινε περισσότερο από εμφανής: οι περιορισμοί κεφαλαίων επήλθαν ως συνέπεια της «μάχης με την Ευρώπη» (νέο Μνημόνιο ή Grexit) και επέφεραν με τη σειρά τους βαθιά στρέβλωση, σε κάποιες περιπτώσεις ακόμα και νέκρωση, της οικονομικής δραστηριότητας. Κλείσιμο Χρηματιστηρίου, ανακοπή επενδύσεων και προσδοκιών, καθυστερήσεις και οπισθοχωρήσεις, ανισότητα συναλλακτικών όρων μεταξύ Ελλήνων και ξένων, δυσχέρανση στην καθημερινή ζωή εταιρειών και επιχειρήσεων. Αυτά τα γνωρίζουν και τα ζουν στο πετσί τους πια όλοι – ακόμα και αυτοί που δεν τα πίστευαν ή στην αρχή τα υποτίμησαν.

Ο σκοπός του παρόντος κειμένου δεν είναι να εξηγήσει πώς φτάσαμε εδώ ή να μοιρολογήσει για τις συνέπειες. Μπροστά στο γύρισμα της σελίδας, όποιο και αν είναι το αποτέλεσμα των επερχόμενων εκλογών, είναι αναγκαίο να σκεφτόμαστε και να προετοιμάζουμε την επιστροφή στην ομαλότητα – αλλά μια ομαλότητα διαφορετική από εκείνη που επώασε την κρίση. Στο πεδίο της οικονομίας, οι όροι αυτής της ανατροπής είναι γνωστοί όσο και αλληλένδετοι: άρση των περιορισμών στην κίνηση κεφαλαίων, ανακεφαλαιοποίηση (θα είναι η τρίτη) των τραπεζών, πολιτική σταθερότητα, επανάκτηση της διεθνούς αξιοπιστίας.

Η κρίσιμη έννοια της πολιτικής σταθερότητας δεν πρέπει να νοείται στατικά: σταθερότητα δεν είναι, το είπαμε ήδη, η επιστροφή στα παλιά ή στα γνωστά ούτε ο αποκλεισμός κάθε στοιχείου νεωτερισμού ή έκπληξης που θα αναζωογονούσε ένα εξαιρετικά φθαρμένο, και πρόσφατα κακοποιημένο, σύστημα. Σταθερότητα ως βάση της οικονομικής ανάπτυξης σημαίνει επικράτηση του κοινού νου και της ειδικής γνώσης, καθαροί, γνωστοί εκ των προτέρων και μη διαρκώς μεταβαλλόμενοι κανόνες του παιχνιδιού, συνεννόηση στα βασικά και εμπιστοσύνη στις δυνάμεις της δημιουργίας για την εφαρμογή τους. Ειδικά στο πεδίο της διεθνούς εικόνας της χώρας μας, και ειδικότερα όσον αφορά τις σχέσεις και τις κινήσεις εντός της Ευρωπαϊκής Ενωσης, οι περιπέτειες των τελευταίων ετών επιβάλλουν μια μετάβαση από τα στερεότυπα του καλού και κακού (συνήθως) μαθητή σε μια σχέση αξιοπρεπούς εταίρου, η οποία περνάει μέσα από οικειοθελή τήρηση των συμφωνηθέντων, αλλά και από ενεργό συμβολή στο κοινό ευρωπαϊκό συμφέρον. Είναι προφανές ότι το παραπάνω διπλό πολιτικό στοίχημα –σταθερότητα στο εσωτερικό, αξιοπιστία στο εξωτερικό– δεν μπορεί να το υπηρετήσει ούτε μια μονοκομματική ούτε μια μικροπολιτική ούτε μια διεκπεραιωτική νέα κυβέρνηση.

Χωρίς πολιτική σταθερότητα η οικονομική ανάταξη είναι αδύνατη, αλλά αλίμονο αν περιμέναμε την πλήρη σταθεροποίηση για να εργαστούμε επί της ανάταξης. Γι’ αυτό η προετοιμασία για την άρση των δύο μεγαλύτερων εμποδίων για την επιχειρηματικότητα και τις συναλλαγές –της ύπαρξης περιορισμών στην κίνηση των κεφαλαίων και της ιδιαίτερα εύθραυστης κατάστασης των τραπεζών– έπρεπε να είχε ήδη αρχίσει και έχει ήδη αρχίσει. Η διαδικασία ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών, με έναν από τους επίσημα ενσωματωμένους πλέον στο ελληνικό σύστημα «ευρωπαϊκούς τρόπους», με ιδιωτικούς βασικά πόρους και χωρίς επιβάρυνση των καταθετών, έχει δρομολογηθεί. Με την ολοκλήρωση αυτής της διαδικασίας, οπωσδήποτε εντός του έτους, θα μπορέσει να τεθεί στο τραπέζι και η πλήρης άρση των περιορισμών στην κίνηση κεφαλαίων, τόσο για τις τραπεζικές όσο και για τις χρηματιστηριακές συναλλαγές. Επειδή μάλιστα οι δεύτερες παρουσιάζουν ιδιαιτερότητες που διευκολύνουν προς αυτήν τη κατεύθυνση –απόλυτη διεθνοποίηση, διαφορετική έννοια της ρευστότητας, πιο γρήγορο αποτύπωμα στην εικόνα της οικονομίας, πιο άμεση και μη κρατικά κατευθυνόμενη στήριξη της ανάπτυξης και της επιχειρηματικότητας– έχουμε ήδη ξεκινήσει την προσπάθεια ώστε η άρση των περιορισμών –ιδίως η αναγκαιότητα εισφοράς σε «νέο χρήμα» για τους εγχώριους επενδυτές– να προηγηθεί και, ελπίζουμε, να ευοδωθεί πολύ σύντομα.

Οταν ναυαγείς ή κινδυνεύεις να ναυαγήσεις, και μάλιστα ομαδικά, δεν υπάρχει χώρος για αίσθημα ικανοποίησης, μόνο καθήκοντος. Αλλά για την επιτέλεση του καθήκοντος χρειάζεται, σε μια Δημοκρατία, πολιτική εντολή και πολιτική βούληση.

* Ο κ. Κώστας Μποτόπουλος είναι πρόεδρος της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή