Aλλαγή σελίδας στο πολιτικό σκηνικό ετοιμάζει ο κ. Τσίπρας

Aλλαγή σελίδας στο πολιτικό σκηνικό ετοιμάζει ο κ. Τσίπρας

3' 52" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Η αναδιάταξη του πολιτικού σκηνικού και η αναμόρφωσή του με τρόπο τέτοιο, ώστε ο ίδιος και το κόμμα του να εδραιωθούν, μαζί με τη Ν.Δ., ως ο ένας εκ των δύο ισχυρών πόλων της εγχώριας πολιτικής σκηνής, βρίσκονται στο επίκεντρο των θεσμικών μεταρρυθμίσεων που έχει δρομολογήσει ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας. Η αλλαγή του εκλογικού νόμου, που θα ψηφισθεί μέσα στην εβδομάδα, αποτελεί την κορωνίδα των παρεμβάσεων αυτών και τον καταλύτη για τη διαμόρφωση ενός νέου πολιτικού περιβάλλοντος με πολύ διαφορετικά χαρακτηριστικά από το παρόν και με εξαιρετικά δύσκολη την επαναφορά του στα ισχύοντα.

Ο νέος εκλογικός νόμος, όπως όλα δείχνουν, δεν θα συγκεντρώσει τις αναγκαίες για την άμεση εφαρμογή του 200 ψήφους. Ωστόσο, ο κ. Τσίπρας αξιοποίησε ήδη τη ρητορική περί πάγιας θέσης των προοδευτικών δυνάμεων υπέρ των αναλογικών εκλογικών συστημάτων για να ικανοποιήσει το αριστερό (και εσωκομματικό) ακροατήριο και, ταυτόχρονα, για να εκθέσει ΠΑΣΟΚ και Ποτάμι, αποδίδοντάς τους υποχωρητικότητα από την προοδευτική θέση της αναλογικότητας, έναντι μικροπολιτικών σχεδιασμών και τακτικισμών. Επιδίωξε ήδη να τοποθετηθεί στο πεδίο της επόμενης ημέρας ως πλέον προωθημένος εκπρόσωπος του προοδευτικού πόλου στον αντίποδα της Ν.Δ. και να κατοχυρώσει τη θέση αυτή.

Συνομιλητές του κ. Τσίπρα αναφέρουν ότι ο πρωθυπουργός έχει δρομολογήσει τον σχεδιασμό για προώθηση της απλής αναλογικής εδώ και μήνες, ακριβώς στο πλαίσιο εξυπηρέτησης του σχεδιασμού του να καταστεί σταθερά του πολιτικού συστήματος. Μάλιστα, η εκτίμηση του ιδίου και του επιτελείου ήταν ότι η κ. Φώφη Γεννηματά και το ΠΑΣΟΚ θα στήριζαν την κυβερνητική πρόταση, δεδομένων των κοινών στοιχείων με την πρόταση που είχε προ έτους καταθέσει η Χαριλάου Τρικούπη.

Σε κάθε περίπτωση, ακόμα και χωρίς την εξασφάλιση των 200, ο κ. Τσίπρας δείχνει να εδραιώνει τον ρόλο του και τη θέση του κόμματός του ως ισχυρού παράγοντα του πολιτικού σκηνικού και, ταυτόχρονα, επιτυγχάνει να καταστήσει εξαιρετικά δύσκολη την επαναφορά ενός εκλογικού συστήματος πριμοδότησης του πρώτου κόμματος. Οι αριθμοί και οι συσχετισμοί είναι αμείλικτοι. Αν ο κ. Κυριάκος Μητσοτάκης επικρατήσει στην επόμενη εκλογική αναμέτρηση και με το μπόνους των 50 εδρών βρεθεί κοντά στην προοπτική σχηματισμού κυβέρνησης, θα πιεστούν τα μικρότερα κόμματα και δη τα κεντροαριστερής χροιάς, να συμμετέχουν στο κυβερνητικό σχήμα για να αποφευχθούν νέες εκλογές.

Ωστόσο, θα είναι μάλλον απίθανο να συναινέσουν στην αλλαγή και πάλι του εκλογικού νόμου και επαναφορά ενός συστήματος πριμοδότησης, από το οποίο μόνο απώλειες μπορούν να έχουν. Σε αυτή την περίπτωση, ο κ. Τσίπρας επενδύει σε ένα σενάριο δεξιάς παρένθεσης. Στις επόμενες εκλογές, όποτε γίνουν, με τον αναλογικό εκλογικό νόμο, τα δύο πρώτα κόμματα λογικά θα έχουν τις ίδιες πιθανότητες σχηματισμού κυβέρνησης και το ερώτημα θα είναι εάν η χώρα θα κυβερνηθεί από την Κεντροδεξιά ή την Κεντροαριστερά. Αν, δηλαδή, τα κόμματα του κέντρου θα επιλέξουν να συνεργαστούν με τη Ν.Δ. ή με τον ΣΥΡΙΖΑ.

Ο κ. Τσίπρας και το κόμμα του θα έχουν καταστεί ο ένας εκ των δύο βασικών πόλων του πολιτικού συστήματος και θα συνομιλεί από θέση ισχύος με τα μικρότερα κόμματα, προκρίνοντας το δίλημμα μιας συντηρητικής διακυβέρνησης της χώρας ή μιας «αριστερόστροφης» κυβέρνησης, ως βασικός εκφραστής της οποίας θα προβάλλεται ο ίδιος. Σε ένα μεταγενέστερο στάδιο και εφόσον ο κύκλος των πολιτικών εξελίξεων μετακινηθεί προς περισσότερο ισχυρά σχήματα, θα μπορούσε ο ΣΥΡΙΖΑ να απορροφήσει μικρότερους σχηματισμούς και να καταλάβει τον χώρο της Κεντροαριστεράς, προς τον οποίο, ούτως ή άλλως έχει μετακινηθεί, καθώς τα περιθώρια επέκτασης προς τα αριστερά είναι ισχνά.

Ωστόσο, καθώς οι πολιτικές εξελίξεις και ο μετασχηματισμός του πολιτικού περιβάλλοντος δεν γίνονται στο κενό, ο πρωθυπουργός γνωρίζει ότι θα πρέπει να καταφέρει σε σύντομο χρονικό διάστημα να διαμορφώσει εκείνους τους όρους, σε σχέση με την πορεία και τις προοπτικές της οικονομίας, που θα καταστήσουν ρεαλιστικό το αφήγημα αλλαγής σελίδας και ευοίωνης προοπτικής για την επόμενη ημέρα.

Είναι το αναγκαίο αντιστάθμισμα στη δύσκολη καθημερινότητα των πολιτών που εξαΰλωσε τα ποσοστά του άλλοτε κραταιού δικομματισμού και απειλεί να διαλύσει το όραμα του νέου κραταιού πόλου πριν καλά καλά αυτός διαμορφωθεί. Η βασική προτεραιότητα για την επόμενη περίοδο, πέρα από τη διαπραγμάτευση για τη δεύτερη αξιολόγηση με επίκεντρο τα εργασιακά, είναι το ζήτημα αναθεώρησης προς τα κάτω των στόχων για πρωτογενές πλεόνασμα από το 2018 και μετά, που θα επιτρέψει μια κάποια ευελιξία και θα δώσει δημοσιονομικό περιθώριο στην κυβέρνηση. Το θέμα αυτό ήδη η κυβέρνηση θέτει σε κάθε επίπεδο προς τους εταίρους και αναμένεται αύριο να συζητήσει ο κ. Τσίπρας με τον επίτροπο Οικονομικών Υποθέσεων, Πιερ Μοσκοβισί, που θα βρεθεί στην Αθήνα.

Η κυβέρνηση αναμένει, τον επόμενο μήνα πιθανότατα, και την έλευση του επικεφαλής του Eurogroup, Γερούν Ντάισελμπλουμ, η θέση του οποίου στο συγκεκριμένο ζήτημα είναι καθοριστικής σημασίας. Οι έχοντες γνώση των συζητήσεων που έχουν γίνει μέχρι τώρα, πάντως, μιλούν για πολύ δύσκολη διαπραγμάτευση, με απαιτήσεις από την πλευρά των εταίρων που δεν είναι εύκολο να ικανοποιηθούν.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή