Αποψη: Απαιτείται αλλαγή στρατηγικής απέναντι στην Τουρκία

Αποψη: Απαιτείται αλλαγή στρατηγικής απέναντι στην Τουρκία

3' 39" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Δυστυχώς πληθαίνουν οι ενδείξεις ότι η Τουρκία του Ερντογάν έχει εξαπολύσει έναν υβριδικό πόλεμο εναντίον της Ελλάδας. Ο εμβολισμός του ελληνικού πλοίου στα Ιμια, το παρ’ ολίγον ατύχημα με το ιταλικό γεωτρύπανο στην κυπριακή ΑΟΖ και η σύλληψη των Ελλήνων στρατιωτικών καταδεικνύουν την ύπαρξη μιας νέας πολιτικο-στρατιωτικής στρατηγικής που στηρίζεται στην αρχή της αληθοφανούς άρνησης (Plausible Deniability). Σε μια εποχή όπου ο πόλεμος ανάμεσα σε δύο κράτη-μέλη του ΝΑΤΟ είναι μια σχεδόν αδιανόητη εξέλιξη, η Αγκυρα έχει κατορθώσει να χρησιμοποιεί με κεκαλυμμένο τρόπο τη στρατιωτική της ισχύ για να επιτύχει τους σκοπούς της.

Με αυτόν τον τρόπο έχει αποκτήσει την απόλυτη πρωτοβουλία κινήσεων έναντι της ελληνικής πλευράς, που αντιδρά σπασμωδικά.

Σε αυτή τη νέα μορφή πολέμου έχουν μεγάλη σημασία η διαχείριση της πληροφορίας και η διάχυση μηνυμάτων ενός αφηγήματος που δύναται να νομιμοποιήσει τετελεσμένα. Στην περίπτωση των δύο Ελλήνων στρατιωτικών, η Αγκυρα χρησιμοποιεί τα ελεγχόμενα τουρκικά ΜΜΕ για να μεταδώσει μηνύματα στην ελληνική κοινή γνώμη που ενισχύουν το αφήγημα της «παντοδύναμης Τουρκίας». Το κλαουζεβιτσιανό κέντρο βάρους της Ελλάδας δεν είναι πλέον οι ένοπλες δυνάμεις της, αλλά η ταλαιπωρημένη και εν πολλοίς φοβισμένη κοινωνία. Εξάλλου, ο τουρκικός υβριδικός πόλεμος δεν αποσκοπεί σε μια στρατηγική ήττα της Ελλάδας· ο αντικειμενικός σκοπός, ο περιορισμός της ελληνικής κυριαρχίας στο Αιγαίο, ώστε η Αγκυρα να αποκομίσει απτά γεωπολιτικά οφέλη.

Σε κάθε περίπτωση, είναι επιτακτική ανάγκη να αλλάξει η στρατηγική μας έναντι της Τουρκίας. Η γειτονική χώρα δεν επιθυμεί πλέον την ένταξή της στην Ε.Ε. Η τουρκική εξωτερική και αμυντική πολιτική επιδιώκει συστηματικά την περιφερειακή ηγεμονία. Αν δεν θέλει να υποστεί «φινλανδοποίηση», η Ελλάδα πρέπει να εκπονήσει μια νέα στρατηγική έναντι του Τουρκίας με προαποφασισμένους στόχους.

Βραχυπρόθεσμα, είναι απαραίτητο να συγκροτηθεί το Συμβούλιο Εθνικής Ασφαλείας (ΣΕΑ), ώστε η διαχείριση κρίσεων να γίνεται με την επιστημονική υποστήριξη και τη διαφάνεια που αρμόζει σε ένα ευρωπαϊκό κράτος. Το ΣΕΑ θα συνεισφέρει σημαντικά στη δημιουργία θεσμικής μνήμης που δεν διαθέτει σήμερα η Ελλάδα. Μια χώρα που αντιμετωπίζει απειλή τέτοιου μεγέθους δεν μπορεί να κάνει άλλες μειώσεις θητείας. Αντιθέτως, πρέπει να γίνει εντατικοποίηση της στρατιωτικής εκπαίδευσης. Ωστόσο, η Αθήνα δεν πρέπει να πέσει στην παγίδα της ανεξέλεγκτης κλιμάκωσης, αφού ο συσχετισμός δυνάμεων δεν την ευνοεί. Στο τουρκικό αφήγημα περί «ελληνικής επιθετικότητας» πρέπει να αντιτάξουμε το δικό μας αντι-αφήγημα (counter-narrative) που θα προκρίνει την ειρήνη, την αλληλεγγύη και την αδελφοσύνη. Σε αυτή την προσπάθεια μπορεί να συνεισφέρουν σημαντικά η ελληνική κοινωνία των πολιτών, η τοπική αυτοδιοίκηση και ο επιχειρηματικός κόσμος. Σκοπός μας πρέπει να είναι να χτίσουμε γέφυρες επικοινωνίας με εκείνα τα τμήματα της τουρκικής κοινωνίας που συνεχίζουν να αντιστέκονται στον πολιτικό αυταρχισμό του Ερντογάν.

Μεσοπρόθεσμα, η Αθήνα πρέπει να ξεκινήσει ένα νέο εξοπλιστικό πρόγραμμα που θα επαναφέρει τη στρατιωτική ισορροπία στο Αιγαίο και θα επιτρέψει στη χώρα να προβάλει την ισχύ της στην Ανατολική Μεσόγειο. Εφτασε η ώρα οι ελληνικές ένοπλες δυνάμεις να υιοθετήσουν τη φιλοσοφία του δικτυοκεντρικού πολέμου (network-centric warfare) για να αυξήσουν τη μαχητικότητά τους. Επίσης, πρέπει να οικοδομηθεί ένα νέο εθνικό σύστημα συλλογής και επεξεργασίας πληροφοριών που θα βασίζεται τόσο σε ανεπτυγμένα ηλεκτρονικά μέσα όσο και σε ένα ανθρώπινο δυναμικό που θα διακρίνεται για τον επαγγελματισμό και την υψηλή του κατάρτιση. Δεν φτάνει όμως αυτό. Χρειάζεται εμβάθυνση των συμμαχιών με χώρες της περιοχής που μοιράζονται τις ίδιες ανησυχίες για την αναθεωρητική πολιτική της Τουρκίας στην περιοχή.

Μακροπρόθεσμα, η Ελλάδα είναι απαραίτητο να επιδιώξει ένα νέο γεωπολιτικό ρόλο στην ευρύτερη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου, για δύο λόγους. Πρώτον, η Αθήνα δεν μπορεί πλέον να διεκδικεί για τον εαυτό της τον ρόλο της ηγέτιδας δύναμης στα Βαλκάνια· αργά ή γρήγορα, χώρες όπως η Βουλγαρία και η Ρουμανία θα διαδραματίσουν σημαντικότερο ρόλο.

Δεύτερον, η αυτονόμηση της Τουρκίας από τη Δύση δεν φαίνεται να είναι μια αναστρέψιμη εξέλιξη, αφού η χώρα «ισλαμοποιείται» από κάτω προς τα πάνω. Με ή χωρίς τον Ερντογάν, η συντηρητική Τουρκία της Ανατολίας θα επικρατήσει έναντι του παρηκμασμένου δυτικόστροφου τμήματος της κοινωνίας. Η Ελλάδα μπορεί να γίνει ο σταθερός και αξιόπιστος σύμμαχος της Δύσης που θα λειτουργεί ως αντίβαρο στις τουρκικές ηγεμονικές επιδιώξεις. Σε στρατιωτικό επίπεδο, η Ελλάδα μπορεί να επενδύσει σε τεχνολογίες διττής χρήσης που θα βοηθήσουν την οικονομία και θα της επιτρέψουν να έχει ένα τεχνολογικό πλεονέκτημα έναντι της άλλης πλευράς (π.χ. μη επανδρωμένα αεροσκάφη, ρομπότ και τεχνητή νοημοσύνη). Η Ελλάδα πρέπει να δράσει με σχέδιο και αποφασιστικότητα. Πάνω από όλα, όμως, χρειάζεται εθνική συναίνεση και συνεννόηση. Είναι θέμα επιβίωσης.

* Ο κ. Μάνος Καραγιάννης είναι αναπληρωτής καθηγητής στο King’s College London και αναπληρωτής καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή