«Γιωτόπουλος», γνωστό το όνομα από το 1995

«Γιωτόπουλος», γνωστό το όνομα από το 1995

5' 57" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Δεν είναι εύκολος συνομιλητής ο Γιάννης Διώτης. Ιδιαίτερα για έναν δημοσιογράφο. Κοιτάζει αυστηρά σαν να είναι έτοιμος να δικάσει. Το βλέμμα του διαπεραστικό. Μιλάει πολύ αργά. Ζυγίζει δυο και τρεις φορές αυτά που θέλει να πει. Και είναι τόσο λίγα αυτά… Δείχνει ήρεμος, μέσα του όμως βράζει. Σαν ένα ηφαίστειο έτοιμο να εκραγεί. Καταγίνεται με πάθος με το αντικείμενό του. Είναι πεισματάρης, αλλά δεν το αφήνει να φανεί…

Κάπως έτσι θυμόμαστε τον Εισαγγελέα της Αντιτρομοκρατικής κύριο Γιάννη Διώτη μέσα στο θαμπό βερολινέζικο τοπίο του 1995. Σε «χαλεπούς» καιρούς. Οταν το φάντασμα της ελληνικής τρομοκρατίας είχε γίνει εφιάλτης. Δύο χρόνια αργότερα ο ομόλογος του κυρίου Διώτη, ο Ντέτλεβ Μέλις είχε κερδίσει το δικό του στοίχημα. Η σύλληψη του Κάρλος στο Σουδάν είχε ανοίξει τον δρόμο για τη σύλληψη του Γιοχάνες Βάινριχ, πρωτοπαλίκαρού του. Η ακροαματική διαδικασία του Βάινριχ άρχισε το 1997 και ο κύριος Διώτης, επισκέπτης από την Αθήνα, θέλησε να ζήσει από κοντά αυτήν τη γερμανική επιτυχία. Τον θυμόμαστε να παρακολουθεί με ζήλια την πορεία της δίκης από τους ξύλινους πάγκους της αίθουσας 100 του δικαστηρίου στο Τίεργκαρντεν. Θα ερχόταν άραγε η ώρα και για την Ελλάδα;

Επεισε τους Γερμανούς

Οι σχέσεις του κυρίου Διώτη με τον Γερμανό εισαγγελέα Μέλις πέρασαν από πολλά κύματα. Ξεκίνησαν με κάποια σκιά δυσπιστίας. Η δυσπιστία μετατράπηκε σε έκπληξη, όταν ο Γιάννης Διώτης επισκέφθηκε λίγους μήνες αργότερα και πάλι τον Γερμανό ομόλογό του. Ο ίδιος Ελληνας εισαγγελέας; Οι επισκέψεις πύκνωσαν. Η συνεργασία μπήκε σε σωστή βάση. Και ήταν πάντα ο ίδιος ο Ελληνας εισαγγελέας της Αντιτρομοκρατικής, ο Γιάννης Διώτης, ο συνομιλητής των Γερμανών.

Οι συναδελφικές σχέσεις εξελίχθηκαν σε φιλικές. Ενα τηλεφώνημα αρκούσε. Για πρώτη φορά οι ελληνικές αρχές είχαν κερδίσει το παιχνίδι των εντυπώσεων. Και όχι μόνο. Επεισαν με τη στάση τους τους δύσκολους Γερμανούς ότι οι «Ελληνες για πρώτη φορά παίρνουν το θέμα της τρομοκρατίας στα σοβαρά», όπως μας είπε πηγή από το Βερολίνο.

Ο Ελληνας εισαγγελέας Γιάννης Διώτης είναι ένας από τους πρωταγωνιστές των ημερών μας. Οχι όμως με την κλασική έννοια του όρου. Απεχθάνεται τους δημοσιογράφους, σπρώχνει τις τηλεοπτικές κάμερες όταν μπαίνει στον Ευαγγελισμό και τρομάζει με τα μαγνητοφωνάκια. Ακόμη κι όταν ανέβαινε στην έδρα του δικαστηρίου το μικρόφωνο ήταν ο χειρότερος εχθρός του. Η δημοσιότητα δεν συμβαδίζει με τη φύση του. Είναι σαν ένας αντι-σταρ στη δίνη των πλέον συγκλονιστικών δικαστικών γεγονότων της μεταπολεμικής Ελλάδας…

Στα όρια της αντοχής

Ανθρωποι που τον ζουν απο κοντά πιστεύουν ότι στην περίοδο της προανάκρισης του Σάββα Ξηρού ο Γιάννης Διώτης έφτασε στα όρια της φυσικής του αντοχής. Είχε χάσει εντελώς την αίσθηση του χρόνου, δεν κοιμόταν καθόλου και κάπνιζε πολύ. Οι γιατροί του Ευαγγελισμού δεν μπορούσαν να πιστέψουν στα μάτια τους. Ερχονταν κι έφευγαν. Αλλά εκείνος ήταν πάντα εκεί. Αφού δεν έπαθες γαστρορραγία ή καρδιακή προσβολή, του έλεγαν, δεν θα τα πάθεις ποτέ…

Ο Γιάννης Διώτης είναι εργασιομανής. Διακοπές έχει να κάνει από το 1994. Και οι επόμενες ίσως να είναι το 2004. Ολα αυτά τα χρόνια μελετούσε. Ησυχα και αθόρυβα. Μελετούσε και ανέλυε προκηρύξεις, διάβαζε δικογραφίες και απομόνωνε πολύτιμα στοιχεία από διάφορους φακέλους. Μια «κατά μόνας» επεξεργασία ενός υλικού που προκαλεί τρόμο από τον όγκο του. Το επόμενο βήμα στον δρόμο για την επιτυχία ήταν η ολοκλήρωση της γνώσης του για τη διεθνή τρομοκρατία. Πέρα από το υλικό που συγκέντρωνε όλα αυτά τα χρόνια, οι επισκέψεις στο εξωτερικό αποδείχθηκαν πολύτιμες. Η πρώτη ήταν στην Ελβετία το ’95, όπου ανέκρινε την Μπέρτι ντε Μαρσέλους. Ακολούθησαν η Ρουμανία, η Ουγγαρία, η Γερμανία, η Ρωσία, το Βέλγιο, η Γαλλία, η Ολλανδία, η Κύπρος, η Ιταλία και οι ΗΠΑ. Αναπτύχθηκαν σχέσεις, ανθρώπινες σχέσεις με τις εισαγγελικές και διωκτικές αρχές του εξωτερικού. Αποκτήθηκε πολύτιμη εμπειρία. Είχε αρχίσει η αντίστροφη μέτρηση και για την ελληνική τρομοκρατία.

Το όνομα Αλέξανδρος Γιωτόπουλος ήταν από χρόνια γνωστό στις διωκτικές αρχές. Τουλάχιστον από το 1995. Ηδη από τότε ο δρόμος της αναζήτησης περνούσε από το Παρίσι. Ηταν και ο βασικός άξονας των ερευνών. Λέγεται μάλιστα περιπαικτικά ότι οι προκηρύξεις της «17Ν» είχαν λίγο «άρωμα» Παρισιού. Ενα επιπλέον στοιχείο ήταν η δημοσίευση της πρώτης προκήρυξης της «17Ν» στην γαλλική εφημερίδα «Λιμπερασιόν» ένα χρόνο μετά τη δολοφονία του σταθμάρχη της CIA Ρίτσαρντ Γουέλς. Η δημοσίευση δεν κρίθηκε ως ένα τυχαίο γεγονός. Η έρευνα άρχισε στο περιβάλλον Γιωτόπουλου. Κατά έναν περίεργο τρόπο, οι ελληνικές Αρχές δεν είχαν ζητήσει ποτέ τη δικαστική συνδρομή των γαλλικών αρχών. Η συνεργασία όμως με διάφορες άλλες υπηρεσίες απέβη ιδιαίτερα καρποφόρα. Ο εισαγγελέας Διώτης δεν ανέκρινε ποτέ τον τότε διευθυντή της «Λιμπερασιόν», κύριο Ζιλί. Δεν χρειάστηκε.

Τετ α τετ με τον Γιωτόπουλο

Ηδη από τα μέσα του 1995 οι ελληνικές Αρχές είναι πεπεισμένες ότι τις προκηρύξεις της οργάνωσης τις γράφει ένα και μοναδικό πρόσωπο. Από την πρώτη μέχρι την τελευταία προκήρυξη η γραφή είναι η ίδια. Ενός ψαρομάλλη κυρίου… Θα μπορούσε να εκληφθεί και σαν ανέκδοτο, όπως αυτά που κυκλοφορούν τον τελευταίο καιρό, αν δεν το εξιστορούσαν αυτόπτες μάρτυρες. Πρόκειται για το πρώτο τετ α τετ του Γιάννη Διώτη με τον Αλέξανδρο Γιωτόπουλο.

Στον 12ο όροφο της Γενικής Ασφάλειας Αθηνών, ο εισαγγελέας αντικρίζει για πρώτη φορά τον ψαρομάλλη κύριο, τον καθοδηγητή της οργάνωσης. Παίρνει το στυλό για να γράψει και τον ρωτά: «Πώς ονομάζεστε, κύριε;». «Αλέξανδρος Γιωτόπουλος», απαντά. «Πόσο καιρό έχετε να πείτε αυτό το όνομα;», τον ρωτά ο Διώτης. «30 χρόνια» ομολογεί ο Γιωτόπουλος. «Το ξέρω», απαντά ήσυχα ο Διώτης. Ο Γιωτόπουλος δεν μπορεί άλλο να ξεφύγει. «Ομολογεί» με τον δικό του τρόπο. Σε όλη τη διάρκεια της πρώτης ανάκρισης, ανακριτής και ανακρινόμενος κινούνται σε δύο παράλληλες ράγες. Επαφή δεν υπάρχει σε κανένα σημείο. Ο Γιάννης Διώτης όμως από τα λεγόμενα του Γιωτόπουλου παίρνει τις απαντήσεις που θέλει. Εξ άλλου, ποιος καθοδηγητής τρομοκρατικής οργάνωσης παραδέχεται απερίφραστα τον πρωταγωνιστικό του ρόλο…

Σε αντίθεση με τον Γιωτόπουλο, τα ονόματα των Ξηρών και άλλων συλληφθέντων δεν φαίνεται πως ήταν γνωστά στις διωκτικές αρχές. Κανείς δεν περίμενε τότε ότι η -τυχαία- έκρηξη βόμβας στα χέρια του Σάββα Ξηρού θα τίναζε στον αέρα την ίδια την οργάνωση, που υπηρέτησε αυτός και τα αδέλφια του. Βέβαια, η έκρηξη ενδεχομένως να επιτάχυνε τις συλλήψεις. Οι διωκτικές αρχές πάντως είχαν ήδη στο στόχαστρο φερόμενα ως μέλη της «17Ν» και υποστηρίζουν σήμερα ότι θα έφταναν στον ίδιο στόχο από άλλο δρόμο. Τι σημασία έχει; Το αποτέλεσμα είναι το ίδιο. Και αυτό τελικά μετράει.

Ετοιμοι από καιρό…

Αν όμως η έκρηξη ήταν τυχαία, καθόλου τυχαία δεν ήταν η διαχείριση του όλου πράγματος. Η Αντιτρομοκρατική Υπηρεσία με επικεφαλής τον Γιάννη Διώτη ήταν έτοιμη από καιρό γι’ αυτόν τον καταιγισμό συλλήψεων που θύμισε αντιστικτική γραφή φούγκας. Και ενώ οι μυστικές υπηρεσίες τριών τουλάχιστον χωρών προσπαθούσαν να εντοπίσουν τον εγκέφαλο, τον καθοδηγητή της «17Ν», οι Ελληνες τον έπιασαν σε ένα βράδυ. Ηταν εκείνο το δραματικό βράδυ που κάποιοι «σφύριξαν» το όνομα Λειψοί…

Το ίδιο συνέβη και με τους άλλους συλληφθέντες. Ολοι πέρασαν από τα «χέρια» του Διώτη. Και ομολόγησαν. Ολοι. Χωρίς να παραβιαστεί κανένα δικαίωμα κανενός στη διάρκεια των ανακρίσεων, όπως υποστηρίζουν τουλάχιστον αυτόπτες μάρτυρες. «Ομολογία» είχε αποσπάσει ο Γιάννης Διώτης και από τον περιβόητο Κάρλος, όταν τον επισκέφθηκε στις φυλακές υψίστης ασφαλείας Σαντέ των Παρισίων. Ο Διώτης είναι ο μοναδικός Ελληνας -μη τρομοκράτης- που συνάντησε το «τσακάλι». Αρχικά ο Κάρλος τον ρώτησε αν έφερε από την Ελλάδα κονιάκ Μεταξά. Φεύγοντας έπειτα από κάμποσο ο εισαγγελέας είχε τη βεβαιότητα ότι η ομάδα Κάρλος συνεργάστηκε με τον ΕΛΑ.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή