H μαρτυρία του Κανελλόπουλου για την κατάληψη της Νομικής

H μαρτυρία του Κανελλόπουλου για την κατάληψη της Νομικής

10' 15" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Στις 21 Φεβρουαρίου του 1973, οι φοιτητές καταλαμβάνουν το κτίριο της Νομικής Σχολής στην οδό Σόλωνος. Περίπου τρεις εβδομάδες αργότερα, στις 16 Μαρτίου, ο πρώτος σύμβουλος της βρετανικής πρεσβείας στην Αθήνα, Τζον Μάρτιν, συναντιέται στο σπίτι του Διονυσίου Λιβανού στην Κηφισιά με τον -«τελευταίο εκλεγμένο Ελληνα πρωθυπουργό»- πριν από την επιβολή της δικτατορίας, τον Παναγιώτη Κανελλόπουλο.

«Απ’ ό,τι μπορώ να γνωρίζω πρέπει να είμαι ο πρώτος Βρετανός επίσημος που είχε την ευκαιρία να δει τον Κανελλόπουλο μετά το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου του 1967», σημειώνει ο Μάρτιν. Και συνεχίζει (FCO 9/1711).

Συνομιλία

«Ο Κανελλόπουλος περνάει τα περισσότερα πρωινά γράφοντας, σε ένα εξοχικό σπίτι στον κήπο, την «Ιστορία του Ευρωπαϊκού Πνεύματος». Εδώ είχαμε τη συνομιλία μας που διήρκεσε μία ώρα. O Κανελλόπουλος γνωρίζει καλά αγγλικά μολονότι στην ομιλία του μπορεί κανείς να διακρίνει τη γερμανική προφορά, γεγονός που αποκαλύπτει ότι έχει σπουδάσει στη Χαϊδελβέργη. Μου φάνηκε ένας πολύ καλλιεργημένος, ευχάριστος και αξιοπρεπής άνθρωπος. Μολονότι έχει πρόβλημα με τα μάτια του, φαίνεται να είναι αρκετά καλά στην υγεία του. Στη συζήτηση που είχα μαζί του ήταν περιεκτικός και γνώστης της ουσίας των πραγμάτων. Δεν έχω κανέναν ενδοιασμό να πω ότι είναι η περισσότερο διακεκριμένη πολιτική προσωπικότητα που συνάντησα μέχρι σήμερα στην Ελλάδα. H γλώσσα που χρησιμοποιούσε ήταν μετριοπαθής και σε αντίθεση με πολλούς συναδέλφους του πολιτικούς στη συνομιλία μας δεν επιτέθηκε εναντίον της Βρετανίας και των ΗΠΑ και να κατηγορήσει τις δύο αυτές χώρες ως υπεύθυνες για το πραξικόπημα. Πάντως, σε κάποιο σημείο χαρακτήρισε την αμερικανική πολιτική «περίεργη»».

Στη συνάντηση εκείνη ο Κανελλόπουλος αρνήθηκε ότι τα επεισόδια στη Νομική υποκινήθηκαν από τους πολιτικούς – «μολονότι οι πολιτικοί υποστηρίζουν τους φοιτητές». «O τελευταίος εκλεγμένος πρωθυπουργός», όπως ο ίδιος ο Μάρτιν τον χαρακτηρίζει, λέγει στον Βρετανό συνομιλητή του ότι – «τη νύχτα που καταλήφθηκε η Νομική Σχολή τρεις φοιτητές ήρθαν στο διαμέρισμά του μαζί με τον Παναγιώτη Κανελλάκη, τον νεαρό δικηγόρο που υπερασπίσθηκε τους φοιτητές στη δίκη των «11»». Οι φοιτητές εκφράζουν στον πρώην πρωθυπουργό τους φόβους τους για το ενδεχόμενο εκείνο το βράδυ η αστυνομία να εισβάλλει στο κτίριο της Νομικής. Αμέσως μετά ο Κανελλόπουλος κάλεσε στο διαμερίσμά του τους Μαύρο, Ζίγδη, Ράλλη και Πεσμαζόγλου. Οι πέντε πολιτικοί, που ασχολήθηκαν με την κατάσταση στη Νομική Σχολή μέχρι τις τρεις το πρωί την επομένη ημέρα, αποφάσισαν να κάνουν έκκληση στον πρύτανη. Πολλές συνομιλίες από το τηλέφωνο στο διαμέρισμα του Κανελλόπουλου έγιναν με τον ακαδημαϊκό Λούρο -αντίπαλο του καθεστώτος- και με τον αντιπρύτανη.

Ο πρώην πρωθυπουργός δεν είχε καμιά αμφιβολία ότι τα διάφορα «πήγαινε – έλα» στο διαμέρισμά του και οι τηλεφωνικές συζητήσεις ήταν εν γνώσει των αρχών ασφαλείας. «Αυτός είναι και βασικός λόγος που ο Παπαδόπουλος μετά τα επεισόδια στη Νομική Σχολή ισχυρίσθηκε ότι γνώριζε το πολιτικό αρχείο που καθοδηγούσε τους φοιτητές», λέγει ο Κανελλόπουλος στον Μάρτιν.Από την αναφορά του Μάρτιν προς το Φόρεϊν Οφις (20 Μαρτίου 1973 / FCO 9/1711) γίνεται κατανοητό ότι ο τελευταίος εκλεγμένος πρωθυπουργός στην Ελλάδα πριν από την επιβολή της δικτατορίας θεωρούσε ότι «η πάροδος του χρόνου λειτουργούσε κατά της χούντας». Στον Βρετανό διπλωμάτη υπογραμμίζει τη διεθνή απομόνωση της χώρας – «διπλωματική απομόνωση στους κόλπους της EOK, στο Συμβούλιο της Ευρώπης και στη διεθνή κοινή γνώμη». Επισημαίνει την αδυναμία του καθεστώτος στην παιδεία, στην εκκλησία και στην οικονομία. Παράλληλα εκφράζει την άποψη ότι ο στρατός -«που από την εποχή του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου τη μεγαλύτερη περίοδο ήταν υπεράνω πολιτικής»- σταδιακά θα έχανε την υπομονή του με την πολιτική της χούντας.

Οταν ρωτήθηκε από τον Μάρτιν αν ήταν αλήθεια, όπως ισχυριζόντουσαν ορισμένοι, ότι υπήρξε κοινό μέτωπο των κεντροδεξιών κομμάτων με τα κόμματα της αριστεράς -«συμπεριλαμβανομένων και των φίλων του Ανδρέα Παπανδρέου»- κατά της δικτατορίας των συνταγματαρχών, ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος σπεύδει να τονίσει ότι -«αυτό δεν είναι αληθές». O πρώην πρωθυπουργός σημειώνει στον συνομιλητή του ότι -«δεν είναι δυνατόν να συνεργασθούμε με αυτούς που επιδιώκουν την επιβολή ενός αυταρχικού καθεστώτος και τη θέση μας αυτή την έχουμε κοινοποιήσει σε ορισμένους αριστερούς βουλευτές στην Αθήνα». Οσον αφορά τις μελλοντικές προοπτικές ο Κανελλόπουλος δεν απέκλειε τη συνεργασία της EPE με το κόμμα της Ενώσεως Κέντρου για τον σχηματισμό κυβέρνησης συνασπισμού ή για τη στήριξη μιας υπηρεσιακής κυβέρνησης. «Της κυβερνήσεως αυτής θα μπορούσε να ηγηθεί ο Καραμανλής και θα μπορούσε να παραμείνει στην εξουσία τρεις ή έξι μήνες», λέγει ο Κανελλόπουλος στον Μάρτιν.

Οι σκληροπυρηνικοί της χούντας

Στις 15 Ιουνίου 1973, ένα από τα θέματα που απασχόλησαν το υπουργικό συμβούλιο ήταν η βασιλική περιουσία. Στη συζήτηση ο Λαδάς -«ο πλέον γνωστός από τους σκληροπυρηνικούς»- όπως γράφει ο Τζον Μάρτιν της βρετανικής πρεσβείας – υποστηριζόμενος από τον Αναστασόπουλο, προτείνει ένθερμα τη δήμευση της περιουσίας του Κωνσταντίνου, ενώ οι Ασλανίδης και Μπαλόπουλος ήταν αντίθετοι με την πρόταση του Παπαδόπουλου το πρόβλημα της βασιλικής περιουσίας να διευθετηθεί από τη Βουλή. Κατά τον Μάρτιν, ο Παπαδόπουλος που σε προηγούμενες συναντήσεις του υπουργικού συμβουλίου δεν είχε κανένα απολύτως ενδοιασμό – «τώρα ήταν πολύ περισσότερο προσεκτικός όταν προσπαθούσε να προωθήσει τις απόψεις του». O Βρετανός διπλωμάτης είχε αποκομίσει την εντύπωση ότι ο «ισχυρός άνδρας της Επανάστασης» όλο και περισσότερο στηριζόταν στους τεχνοκράτες που υπηρετούσαν την κυβέρνηση και το καθεστώς και λιγότερο στην ομάδα των σκληροπυρηνικών – «Λαδάς, Ασλανίδης, Μπαλόπουλος, Αναστασόπουλος, Καρύδας, Λέκκας, Γκαντόνας και Κωτσέλης που όλοι τους είχαν συμμετάσχει στο σχέδιο για το πραξικόπημα του 1967» (30 Αυγούστου 1973 / FCO 9 / 1711).

«Πολλοί μιλούν γι’ αυτήν την ομάδα, αλλά ορισμένοι αμφιβάλλουν πραγματικά για την ύπαρξή της. O Παπαδόπουλος από την πλευρά του φαίνεται ότι σε ορισμένες περιπτώσεις το βρίσκει χρήσιμο να επικαλείται την ύπαρξή της ώστε να δικαιολογεί ορισμένες αντιδημοκρατικές κινήσεις που ο ίδιος υποστηρίζει. Τώρα επικρατεί η εντύπωση ότι η ομάδα αυτή ενεργεί σαν μια δύναμη μέσα στην κυβέρνηση, αλλά ο Παπαδόπουλος ήταν σε θέση σε κάποιο στάδιο των εξελίξεων να την υπερκεράσει, όταν οι απόψεις των μελών της θα παρεμπόδιζαν τη νέα φάση στην οποία φαίνεται ότι εισέρχεται το καθεστώς», υπογραμμίζει ο Μάρτιν.

Σύμφωνα με τον Τζον Μάρτιν, το καλοκαίρι του 1973 η επιρροή του συνταγματάρχη Ιωαννίδη, αρχηγού της ΕΣΑ και από τους πλέον ισχυρούς στο λεγόμενο Επαναστατικό Συμβούλιο, κατά τα φαινόμενα ήταν μεγαλύτερη από αυτήν των σκληροπυρηνικών στους κόλπους του υπουργικού συμβουλίου. Εξάλλου με την ομάδα αυτή ο Ιωαννίδης δεν διατηρούσε ιδιαίτερους δεσμούς. Γράφει ο Μάρτιν:

«Δεν γνωρίζουμε την ακριβή σχέση μεταξύ του Ιωαννίδη και ομάδας του Λαδά αλλά ένας από τους φίλους του Ιωαννίδη μου είπε πρόσφατα ότι οι σχέσεις του με τον Λαδά δεν είναι πολύ στενές και υπάρχουν πληροφορίες ότι οι σχέσεις μεταξύ των δύο ανδρών είναι εχθρικές. O Ιωαννίδης, μου είπε ο φίλος του, είναι απόλυτα πιστός στον Παπαδόπουλο του οποίου τις πολιτικές ιδέες αποδέχεται. O Παπαδόπουλος είναι προσεκτικός και έχει διατηρήσει την αφοσίωση του Ιωαννίδη ως αρχηγού μίας σημαντικής παραστρατιωτικής δύναμης και ως του προσώπου που είναι υπεύθυνο για τη στρατιωτική ασφάλεια. Ενός ανθρώπου που έχει ως αποστολή να ελέγχει τους πιο ανήσυχους κατώτερους αξιωματικούς – τους λεγόμενους Κανταφιστές».

Περίπου δύο εβδομάδες αργότερα (13 Σεπτεμβρίου 1973) ο πρώτος σύμβουλος της βρετανικής πρεσβείας στην Αθήνα γράφει στο Φόρεϊν Οφις ότι «κυκλοφορούν φήμες πως ο συνταγματάρχης Ιωαννίδης έχει πάρει υποχρεωτική άδεια ή ακόμη ότι έχει απολυθεί από τη θέση του». Οι φήμες αυτές βασιζόντουσαν στις πληροφορίες ότι υπήρχε διάσταση απόψεων μεταξύ του Παπαδόπουλου και του Ιωαννίδη για τα μέτρα φιλελευθεροποίησης του πρώτου. «H αμερικανική πρεσβεία μάς έχει πει επίσης, ότι ο Δημήτριος Ζαγοριανάκος, ο νέος αρχηγός των Ενόπλων Δυνάμεων, ίσως επιδιώξει να διαλύσει το σύστημα που επέτρεπε στον Ιωαννίδη να έχει απευθείας επαφή με τους διοικητές των στρατιωτικών μονάδων» (FCO 9/1711).

Το πείραμα Μαρκεζίνη

Το καλοκαίρι του 1973 (Ιούλιος-Σεπτέμβριος) ο Παπαδόπουλος είχε αρχίσει συνομιλίες με τον Σπύρο Μαρκεζίνη για τον σχηματισμό ημιπολιτικής κυβέρνησης. Το δημοψήφισμα για το νέο σύνταγμα επρόκειτο να γίνει στις 29 Ιουλίου. H ψήφος «Ναι» δεν σήμαινε μόνο αποδοχή της αβασίλευτης δημοκρατίας αλλά και έγκριση του Παπαδόπουλου ως πρώτου προέδρου. Στην Αθήνα, ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος μαζί με τους Μαύρο, Ράλλη και Ζίγδη συνιστούν στους οπαδούς τους να ψηφίσουν «Οχι». O Ανδρέας Παπανδρέου συμβουλεύει τους υποστηρικτές του να ρίξουν «λευκό». O Σπύρος Μαρκεζίνης όμως, ο άλλοτε αρχηγός του κόμματος των Προοδευτικών, δηλώνει στις 23 Ιουλίου ότι θα ψηφίσει «Ναι» με επιφυλάξεις.

Στις 16 Ιουλίου, ο Βρετανός πρέσβης παραθέτει δείπνο στον Μαρκεζίνη. O Χούπερ επισημαίνει ότι ο πρώην υπουργός Συντονισμού την περίοδο 1952-1954, «πεθαίνει να γίνει πρωθυπουργός και να μείνει στην ιστορία ως ο άνθρωπος που επανέφερε τη δημοκρατία στην Ελλάδα». O Σπύρος Μαρκεζίνης του εκφράζει τη γνώμη ότι σύντομα το καθεστώς των Συνταγματαρχών θα του πρότεινε να αναλάβει την πρωθυπουργία. «Είναι σαφές αν η πρόταση αυτή γίνει μετά το δημοψήφισμα αλλά πριν από τις βουλευτικές εκλογές δεν πρόκειται να την απορρίψει, μολονότι όπως μου είπε θα επιμείνει για επίσπευση της διαδικασίας των εκλογών», σημειώνει ο Χούπερ.

Στο ερώτημα του Βρετανού πρέσβη υπό ποίες συνθήκες θα αποδεχόταν την πρωθυπουργία, ο Μαρκεζίνης τονίζει ότι πρωταρχικός του όρος ήταν η διεξαγωγή ελεύθερων και έντιμων εκλογών. Παράλληλα, θα ήθελε -«να συγχωρέσει και να ξεχάσει»- και να μην προβεί σε αντίποινα και επικρίσεις. Αν ο Παπαδόπουλος δεν τηρούσε την υπόσχεσή του για τη διεξαγωγή εκλογών το 1974, τότε ο Μαρκεζίνης ήταν αποφασισμένος να παραιτηθεί. «Στην πραγματικότητα θα γίνω πρωθυπουργός, αν μου ζητηθεί, με τους δικούς μου όρους στη μία τσέπη του και στην άλλη με την επιστολή της παραίτησής του», λέγει ο Μαρκεζίνης στον Χούπερ.

Ο Βρετανός πρέσβης επισημαίνει στον Μαρκεζίνη ότι με βάση το σχέδιο συντάγματος για την αβασίλευτο δημοκρατία τον έλεγχο των υπουργείων Εξωτερικών, Αμυνας και Δημόσιας Τάξης θα είχε ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας. «Υπό αυτές τις συνθήκες ο πρωθυπουργός μπορεί να περιέλθει σε πολύ δύσκολη θέση», παρατηρεί ο Χούπερ στον Μαρκεζίνη. Στην παρατήρηση αυτή ο πρώην αρχηγός του μικρού κόμματος των Φιλελευθέρων αντέδρασε λέγοντας ότι ως πρωθυπουργός θα ανέμενε να έχει – «τις εξουσίες ενός πρωθυπουργού και ανεξαρτησία κινήσεων στην οικονομική πολιτική και στον τομέα των εξωτερικών σχέσεων». Από τη συζήτηση που είχε με τον Μαρκεζίνη, ο Χούπερ αντιλαμβάνεται ότι αυτός δεν έβλεπε καμιά προοπτική επανόδου στη δημοκρατία – «αν δεν υπήρξε συνεργασία με το καθεστώς».

Ο επικεφαλής της βρετανικής διπλωματίας στην ελληνική πρωτεύουσα ήταν της γνώμης ότι αν ο Παπαδόπουλος ανέθετε στον Μαρκεζίνη να σχηματίσει κυβέρνηση τότε «ο εσωτερικός κύκλος» της χούντας θα αντιστεκόταν έντονα στην προοπτική αυτή. Πρώτος και καλύτερος θα εξέφραζε την αντίθεσή του ο Νικόλαος Μακαρέζος. «Δεν υπάρχει χώρος σε μία κυβέρνηση για δύο φεουδάρχες των οικονομικών», γράφει χαρακτηριστικά ο Χούπερ. O Μαρκεζίνης, εκτιμά ο Βρετανός πρέσβης, δεν ήταν ένας – «εύκολος συνάδελφος σε οποιαδήποτε κυβέρνηση». Τέλος, ήταν πολύ δύσκολο για τον σερ Ρόμπιν Χούπερ να δει πως οι απαιτήσεις του Μαρκεζίνη για ελευθερία κινήσεων θα μπορούσαν να συμπλεύσουν με την εμφανή αποφασιστικότητα του Παπαδόπουλου να διατηρήσει τον έλεγχο σε βασικούς τομείς της διακυβέρνησης της χώρας.

Στις 30 Αυγούστου το γραφείο του πρωθυπουργού εκδίδει ανακοίνωση με την οποία ο ελληνικός λαός πληροφορείται ότι – «ο Πρόεδρος δέχθηκε τον Μαρκεζίνη και συζήτησε μαζί του ζητήματα γενικότερου πολιτικού ενδιαφέροντος καθώς και τον καταλληλότερο τρόπο για την προετοιμασία της χώρας για τις εκλογές που θα γίνουν του χρόνου» (αναφορά του Τζον Μάρτιν προς το Φόρεϊν Οφις, 6 Σεπτεμβρίου 1973 /FCO 9/1711).

Οπως γράφει ο Μάρτιν η ανακοίνωση του πρωθυπουργικού γραφείου θεωρήθηκε ως επιβεβαίωση – «ότι ο Μαρκεζίνης θα σχημάτιζε κυβέρνηση». O Βρετανός διπλωμάτης πληροφορεί το βρετανικό υπουργείο των Εξωτερικών ότι η διαδικασία για το σχηματισμό της κυβέρνησης δεν θα γινόταν αμέσως λόγω της αναχώρησης του Μαρκεζίνη στο εξωτερικό. Γράφει ο Μάρτιν:

Σύγχυση

«Δεν γνωρίζουμε το ακριβές πρόγραμμά του, αλλά μπορούμε να γνωρίζουμε ότι θα επισκεφθεί το Παρίσι, το Λονδίνο και τη Γενεύη. Μολονότι το ταξίδι φαινομενικά έχει ιδιωτικό χαρακτήρα θα είναι περίεργο αν δεν έρθει σε επαφή με εξόριστους Ελληνες πολιτικούς, ειδικότερα με τον Καραμανλή».

Ο Μάρτιν εκτιμούσε ότι μερικές εβδομάδες πριν από το σχηματισμό της κυβέρνησης Μαρκεζίνη, η αντιπολίτευση παρουσίαζε – «εικόνα σημαντικής σύγχυσης». O Κανελλόπουλος και ο Μαύρος δεν είχαν κάνει καμία δήλωση όσον αφορά τη στάση των κομμάτων τους στις εκλογές που σκόπευε να κάνει ο Παπαδόπουλος το πρώτο τρίμηνο του 1974. «Εχει γίνει αντιληπτό, έως ότου ο Καραμανλής κοινοποιήσει τις απόψεις του καμία απόφαση δεν πρόκειται να ληφθεί σχετική με τη συμμετοχή ή μη των παλαιών πολιτικών κομμάτων της εκλογές», σημειώνει ο Τζον Μάρτιν. «Εκτός από τους πρώην βουλευτές της ομάδας Βαρδινογιάννη που συνδέονται με το καθεστώς, ο Ανδρέας Παπανδρέου είναι ο μόνος Ελληνας πολιτικός μέχρι στιγμής ο οποίος έχει δημοσιοποιήσει τις απόψεις του για τις εκλογές. O Παπανδρέου έχει πει από τον τόπο όπου είναι εξόριστος ότι δεν πρόκειται να συμμετάσχει στις εκλογές αυτές. Εδώ στην Αθήνα ο Ανδρέας Παπανδρέου θεωρείται τελείως ανεύθυνος και μόνο ένας μικρός αριθμός οπαδών του υποστηρίζουν τις θέσεις του», παρατηρεί ο Μάρτιν.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή