Την άμεση σχέση καρκίνου του μαστού και θεραπείας ορμονικής υποκατάστασης στις μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες επιβεβαιώνουν νεότερες διεθνείς μελέτες. Παράλληλα οι μελέτες αυτές καταδεικνύουν ότι η θεραπεία αυξάνει τον κίνδυνο θρομβοεμβολικών και καρδιαγγειακών επεισοδίων, σε αντίθεση με τα όσα πίστευε έως σήμερα η ιατρική κοινότητα. Με βάση αυτά τα δεδομένα, οι γιατροί επισημαίνουν ότι η θεραπεία ορμονικής υποκατάστασης θα πρέπει να γίνεται με περίσκεψη, αυστηρή ιατρική καθοδήγηση και μόνο εφόσον είναι εντελώς απαραίτητη.
Οπως επεσήμαναν σε χθεσινή συνέντευξη Τύπου ο πρόεδρος της Ελληνικής Εταιρείας Γυναικολογικής Ενδοκρινολογίας, κ. Αθανάσιος Χρυσικόπουλος, ο γυναικολόγος-μαιευτήρας κ. Γεώργιος Κιντής και ο διευθυντής Τμήματος του Μαστού του Μαιευτηρίου Ιασώ, κ. Αντώνης Κεραμόπουλος, τα τελευταία δύο χρόνια έχουν δημοσιευθεί μελέτες που καταδεικνύουν τον ρόλο της θεραπείας ορμονικής υποκατάστασης στην εκδήλωση καρκίνου του μαστού. Ειδικότερα, σύμφωνα με τα αποτελέσματα διεθνούς μελέτης, που διενεργήθηκε σε δείγμα 16.000 γυναικών, η χορήγηση οιστρογόνων και προγεστερόνης για περισσότερα από τρία έτη, αυξάνει κατά 26% τον κίνδυνο για καρκίνο του μαστού, ο οποίος μάλιστα εντοπίζεται σε προχωρημένο στάδιο, αφού οι ορμόνες αυξάνουν την πυκνότητα του μαστού «εμποδίζοντας» την έγκαιρη διάγνωση. Επιπλέον, διαπιστώθηκε σημαντική αύξηση του κινδύνου για θρομβοεμβολικά και καρδιαγγειακά επεισόδια. Αξίζει να σημειωθεί ότι θεραπεία ορμονικής υποκατάστασης λαμβάνει το 4% των Ελληνίδων.