Οι διατροφικές διαταραχές και ως δείκτης της ψυχικής υγείας μας

Οι διατροφικές διαταραχές και ως δείκτης της ψυχικής υγείας μας

3' 13" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Το 1694 ο Ρίτσαρντ Μόρτον είχε διαγνώσει σε δύο ασθενείς «νευρική κατανάλωση» (nervous consumption). Το 1764, ο Ουίτ είχε κάνει λόγο για «νευρική ατροφία», ενώ το 1860 ο Μαρσέ είχε μιλήσει για «υποχονδριακό ντελίριουμ». O όρος «νευρική ανορεξία» εμφανίστηκε για πρώτη φορά μόλις το 1873 για να περιγράψει μια διαταραχή που έμελλε να εξελιχθεί σε πραγματική μάστιγα για τον δυτικό κόσμο.

Μολονότι στη χώρα μας δεν υπάρχουν διαθέσιμα επιδημιολογικά δεδομένα, υπολογίζεται πως κάποια διατροφική διαταραχή -ανορεξία ή βουλιμία- εκδηλώνει ένα στα 100 άτομα. (H συχνότητα εμφάνισης του συνδρόμου Down ή της σχιζοφρένειας είναι μόλις 1/1.000.) Οπως τονίζει στην «K» η διδάκτωρ Ψυχολογίας του Πανεπιστημίου του Λονδίνου, δρ Εύα Σαλαμινίου, οι διατροφικές διαταραχές εμφανίζονται κατά τη διάρκεια της εφηβείας, ενώ επηρεάζουν κυρίως τα κορίτσια. Στα 100 κορίτσια με νευρική ανορεξία αντιστοιχεί ένα αγόρι. «Αρχίζουν όμως να αυξάνονται τα κρούσματα στα αγόρια. Επιπλέον, οι διατροφικές διαταραχές συχνά υποδιαγιγνώσκονται· ένας έφηβος που εμφανίζει συμπτώματα νευρικής ανορεξίας συνήθως περνά από πολλούς άλλους γιατρούς πριν φθάσει στον ψυχίατρο», σημειώνει η ίδια.

Η έγκαιρη διάγνωση, ωστόσο, είναι κυριολεκτικά ζωτικής σημασίας στην περίπτωση των διατροφικών διαταραχών. H θνησιμότητα της χρόνιας ανορεξίας φθάνει το 25% – το υψηλότερο ποσοστό απ’ όλες τις ψυχιατρικές παθήσεις. «Εάν όμως επέμβουμε εγκαίρως, οι πιθανότητες θετικής έκβασης πολλαπλασιάζονται», υπογραμμίζει η κ. Σαλαμινίου. Ενώ είναι συχνό φαινόμενο τα παιδιά στην εφηβεία να ξεκινούν δίαιτα, τα επικίνδυνα συμπτώματα μπορούν να ανιχνευθούν από τους γονείς. «O κώδωνας του κινδύνου πρέπει να κτυπήσει όταν δουν ότι το παιδί τους αλλάζει τελείως συμπεριφορά γύρω από το φαγητό. Οταν αρχίζει για παράδειγμα να κόβει σταδιακά ολόκληρες κατηγορίες τροφίμων -αρχικά το κρέας, έπειτα τους υδατάνθρακες και μετά τα λιπαρά-, όταν αρχίζει να «μετρά» το φαγητό με γραμμάρια. Φυσικά, εάν το παιδί αρχίσει να χάνει πολλά κιλά και τρέμει το χέρι του όταν του ζητάμε να φάει ένα μπισκότο, η επίσκεψη στον γιατρό είναι απαραίτητη».

Η «ραχοκοκαλιά» τόσο της νευρικής ανορεξίας όσο και της βουλιμίας (είναι πολύ εύκολο το πέρασμα από τη μία στην άλλη) είναι ο φόβος του ασθενή γύρω από το βάρος του. «Ενώ έχουν κανονικό βάρος, πιστεύουν ότι είναι παχείς. Χαρακτηριστικό είναι ότι όταν ζήτησα από μια ομάδα κοριτσιών που έπασχαν από βαριάς μορφής νευρική ανορεξία -ήταν επώδυνα αδύνατες- να ζωγραφίσουν τις υπόλοιπες του γκρουπ, όλες ζωγράφισαν τις άλλες αδύνατες σαν καλαμάκια και τον εαυτό τους χοντρό σαν μπαλόνι», αναφέρει η ειδική ψυχολόγος. «Ενώ είναι μύθος ότι πρόκειται για ασθένεια του 20ού αιώνα, ο φόβος του πάχους, ως χαρακτηριστικό της, αναπτύχθηκε μόλις τις τελευταίες δεκαετίες λόγω των κοινωνικών προτύπων, χωρίς όμως αυτά να προκαλούν την ασθένεια».

Οι επιστήμονες δεν έχουν καταλήξει σε σαφή συμπεράσματα όσον αφορά στα αίτια της νόσου. «Ολα δείχνουν ότι πρόκειται για πολυπαραγοντική νόσο. Νέα δεδομένα κάνουν λόγο και για κληρονομικότητα, ενώ το στρες φαίνεται ότι εντείνει το πρόβλημα». Αυτό που είναι σίγουρο -επισημαίνει η κ. Σαλαμινίου- είναι ότι οι πάσχοντες αντιμετωπίζουν το φαγητό ως τρόπο επεξεργασίας του άγχους. «Ξεσπούν πάνω στο σώμα τους, εναποθέτουν σε αυτό τις φοβίες, τις απογοητεύσεις, τις αγωνίες τους», καταλήγει. Ως γνωστόν, οι πάσχοντες έχουν χαμηλό δείκτη αυτοεκτίμησης, ενώ είναι συνήθως εξαιρετικοί μαθητές, τελειομανείς σε κλινικό βαθμό («δεν είναι ευχαριστημένοι με το 19»).

Ο ρόλος των γονέων

Τα αποτελέσματα μιας νέας και από ό,τι φαίνεται αποτελεσματικής θεραπευτικής προσέγγισης για τη ψυχογενή ανορεξία ανακοίνωσε η κ. Εύα Σαλαμινίου κατά τη διάρκεια του πρόσφατου Πανελλήνιου Συνεδρίου Ψυχιατρικής. H μελέτη, που διεξήχθη στο νοσοκομείο Μόντσλεϊ του Ινστιτούτου Ψυχιατρικής του Πανεπιστημίου του Λονδίνου, αφορούσε την αξιολόγηση της πολυοικογενειακής θεραπείας σε εφήβους που πάσχουν από νευρική ανορεξία σε περιβάλλον Νοσοκομείου Ημέρας. «Οι ασθενείς δεν έμεναν στο νοσοκομείο, άλλα έρχονταν καθημερινά με τις οικογένειές τους από τις 9 π.μ. έως τις 5 μ.μ, συμμετέχοντας σε ομαδικές ψυχοθεραπείας», εξηγεί στην «K» η κ. Σαλαμινίου. Οπως παρατηρήθηκε, υπήρξε σημαντική βελτίωση σε όλες τις μεταβλητές των ασθενών, αύξηση του σωματικού βάρους, όπως και σαφείς μεταβολές εντός των οικογενειών, όπως ελάττωση της επικριτικής στάσης και αύξηση της συμμετοχής των πατεράδων στη φροντίδα των ασθενών.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή