Η κρίση μείωσε τις εκπομπές CO2 στη χώρα

Η κρίση μείωσε τις εκπομπές CO2 στη χώρα

4' 0" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Μειωμένες, αλλά λόγω οικονομικής ύφεσης και όχι κατάλληλων μέτρων, είναι οι εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου στην Ελλάδα τα δύο – τρία τελευταία έτη, μη επιτρέποντας κανέναν εφησυχασμό για το μέλλον. Πολύ περισσότερο, όταν τα μηνύματα που έρχονται για την απειλή και τις αρνητικές συνέπειες των κλιματικών αλλαγών, τόσο σε παγκόσμιο όσο και σε εθνικό επίπεδο, είναι ιδιαίτερα ανησυχητικά.

Τη Δευτέρα, η Διεθνής Επιτροπή Ενέργειας χτύπησε το καμπανάκι του κινδύνου ανακοινώνοντας ότι το 2010 οι εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου (διοξείδιο του άνθρακα, μεθάνιο, μονοξείδιο του αζώτου κ.λπ.) έφτασαν σε ύψος ρεκόρ όλων των εποχών! Αυξάνοντας έτσι τις πιθανότητες να μην επιτευχθεί ο στόχος του ΟΗΕ για συγκράτηση της αύξησης της παγκόσμιας θερμοκρασίας στους 2 βαθμούς Κελσίου μέχρι το 2100.

Η Ελλάδα ήταν μια από τις λίγες χώρες στην οποία η Συνθήκη του Κιότο έδινε τη δυνατότητα να αυξήσει έως και 25% τις εκπομπές αερίων μέχρι το 2012, σε σχέση με το έτος-βάση, το 1990. Μέχρι το 2005 η αύξηση στις εκπομπές ήταν ιδιαίτερα μεγάλη, φτάνοντας στην εκπομπή 134.356 χιλιάδων τόνων CO2 και ξεπερνώντας τα επίπεδα του 1990 κατά 28,74%! Εάν συνεχίζαμε με τους ίδιους ρυθμούς το 2012, η αύξηση θα ξεπερνούσε το 45%! Καθώς περίπου το 80% των εκπομπών στην Ελλάδα προέρχεται από την παραγωγή ενέργειας, η απογείωσή τους τη δεκαπενταετία 1990-2015 οφείλεται κυρίως στο ότι η ελληνική παραγωγή ενέργειας (στηριζόμενη στον λιγνίτη) προκαλεί μεγάλες εκπομπές, αλλά και στο γεγονός ότι η οικονομική και κοινωνική δραστηριότητα είναι εξαιρετικά ενεργοβόρα.

Η μείωση των εκπομπών άρχισε ουσιαστικά από το 2008, όταν η χώρα έπεφτε στον βάλτο της οικονομικής κρίσης – ύφεσης. Το 2008 οι εκπομπές μειώθηκαν στους 128.550 χιλ. τόνους, ενώ το 2009 έκαναν βουτιά στους 122.543 χιλ. τόνους, φτάνοντας τα επίπεδα του 1998-99. Οι 100.429 χιλ. τόνοι οφείλονται στην παραγωγή ενέργειας και βρίσκονται στα επίπεδα του 2002.

Μεγάλη είναι η πτώση στις εκπομπές της βιομηχανίας (9.168 χιλ. τόνοι), στο χαμηλότερο επίπεδο της 20ετίας! Προφανώς, όχι λόγω υιοθέτησης… βέλτιστων πρακτικών μείωσης των εκπομπών, αλλά λόγω των δραματικών επιπτώσεων της κρίσης. Το 1990 οι εκπομπές της βιομηχανίας ήταν 10.174 χιλ. τόνοι, ενώ το 1999 είχαν φτάσει στο ύψος ρεκόρ 14.557 χιλ. τόνων. Στο χαμηλότερο επίπεδο της 20ετίας βρίσκονται και οι εκπομπές της γεωργίας, αποκαλύπτοντας κι εδώ τη μείωση της καλλιέργειας. Μόνο στη μείωση των εκπομπών από τη διαχείριση απορριμμάτων (3.689 χιλ. τόνοι το 2009, ενώ είχαμε φτάσει και τους 5.249 χιλ. τόνους το 1998) αποτυπώνεται η θετική εξέλιξη (κατώτερη βέβαια των περιστάσεων) του κλεισίματος της πλειονότητας των χωματερών. Παρ’ όλα αυτά η ετήσια μείωση των εκπομπών στην Ελλάδα ήταν 4,5%, μικρότερη του 7,1% που ήταν ο μέσος όρος της Ε.Ε.

Για το 2010 δεν υπάρχουν ακόμα επίσημα στοιχεία, αλλά όλα δείχνουν ότι πρέπει να υπήρξε νέα μείωση. Ο ένας λόγος είναι φυσικά η εμβάθυνση της ύφεσης. Ο δεύτερος είναι ότι η ΔΕΗ, όπως και το 2009, αξιοποίησε τις αρκετά βροχερές χρονιές για να αυξήσει την παραγωγή ρεύματος από τις υδροηλεκτρικές μονάδες (μειώνοντας το ποσοστό του λιγνίτη). Οι εκπομπές CO2 από τα υδροηλεκτρικά είναι πολύ μικρές, ασύγκριτα μικρότερες από τα θερμοηλεκτρικά. Ετσι, το 2010 παρήχθησαν 6.702.589 MW από υδροηλεκτρικά, έναντι 4.955.359 το 2009 (όπου και τότε είχε παρουσιαστεί αύξηση 67% σε σχέση με το 2008!). Θετικά επέδρασαν και οι ήπιοι χειμώνες της τελευταίας διετίας.

«Το μεγάλο πρόβλημα είναι ότι η μείωση των εκπομπών δεν είναι αποτέλεσμα κάποιου σχεδίου, κάποιας συνεκτικής πολιτικής για την αναμόρφωση της ελληνικής οικονομίας στην κατεύθυνση αποτροπής και αντιμετώπισης της κλιματικής αλλαγής», λέει στην «Κ» ο κ. Δημήτρης Ιμπραήμ, υπεύθυνος για θέματα ενέργειας της Greenpeace. Αυτό σημαίνει ότι δεν αναπτύσσεται, με τους κατάλληλους ρυθμούς τουλάχιστον, η πολιτική εξοικονόμησης ενέργειας και μείωσης των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου σε όλα τα επίπεδα.

Ανάγκη λήψης των κατάλληλων μέτρων

Πολύ μεγάλες θα είναι οι συνέπειες και στην Ελλάδα από την κλιματική αλλαγή στον βαθμό που δεν ληφθούν (σε εθνικό και σε παγκόσμιο επίπεδο) τα κατάλληλα μέτρα για τη μείωση των εκπομπών αερίου υπεύθυνων για την κλιματική αλλαγή.

Σύμφωνα με έκθεση της Επιτροπής Μελέτης Επιπτώσεων της Κλιματικής Αλλαγής, που παρουσιάστηκε την Τετάρτη σε εκδήλωση της Τραπέζης της Ελλάδας από τον ακαδημαϊκό κ. Χρήστο Ζερεφό, η σωρευτική ζημία για την ελληνική οικονομία μέχρι και το 2100 φτάνει τα 701 δισ. ευρώ, το τριπλάσιο του σημερινού ΑΕΠ!

Αν και μικρή η συμβολή της Ελλάδας στις παγκόσμιες εκπομπές θερμοκηπίου (περίπου 0,4%), πρέπει να αναλάβει το μερίδιο ευθύνης της. Εξάλλου, η μείωση των εκπομπών έρχεται κυρίως από την εξοικονόμηση ενέργειας, που είναι πολλαπλά χρήσιμη.

Πέρα από τον τομέα της παραγωγής ενέργειας, όπου πρέπει να δοθεί ώθηση στις ανανεώσιμες πηγές (με σεβασμό όμως στη συνολική προστασία του περιβάλλοντος), είναι ανάγκη να ληφθούν μέτρα για ενεργειακά οικονομική και αποδοτική μεταβολή σε όλους τους τομείς: Ο τομέας των υπηρεσιών, για παράδειγμα, αύξησε τις εκπομπές του από το 1990-2005 κατά 194%(!), όχι μόνο λόγω ανάπτυξης, αλλά και λόγω ακατάλληλων κτιρίων, υψηλού κόστους κλιματισμού και θέρμανσης, μεταφορών κ.λπ. Ο οικιακός τομέας, στην ίδια περίοδο, παρουσίαζε αύξηση κατά 112%.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή