Βιώνουμε το δεύτερο κύμα της COVID-19 ή τα … «απόνερα» του πρώτου κύματος;

Βιώνουμε το δεύτερο κύμα της COVID-19 ή τα … «απόνερα» του πρώτου κύματος;

3' 13" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Μέχρι σήμερα έχουν δηλωθεί περίπου 12500 κρούσματα της νόσου COVID-19 στη χώρα μας, καθιστώντας την πρώτη πανδημία του 21ου αιώνα την πιο βαριά, σύγχρονη επιδημία που έχει βιώσει ποτέ αυτός ο τόπος. Τις τελευταίες ημέρες ο ημερήσιος αριθμός των επιβεβαιωμένων κρουσμάτων έχει φτάσει σε πρωτοφανή επίπεδα για τα ελληνικά δεδομένα, ξεπερνώντας έως και 250% τα ημερήσια κρούσματα που είχαμε τον Μάρτιο και τον Απρίλιο, κατά τη διάρκεια του lockdown. Αν αναλογιστεί κανείς ότι τα κρούσματα που ανακοινώνονται, αφορούν άτομα που έχουν εκτεθεί στον ιό από 4 έως και 12 ημέρες πριν, τις επόμενες ημέρες αναμένεται σημαντικό φορτίο νοσηρότητας, μια και θα απεικονίζει το κρίσιμο διάστημα του Αυγούστου και την κορύφωση της τουριστικής κίνησης. Αδρές προβλέψεις δείχνουν ότι ο ημερήσιος αριθμός των κρουσμάτων μέσα στο Σεπτέμβριο μπορεί να φτάσει ή και να ξεπεράσει τα 400 κρούσματα, αν τα μέτρα που ελήφθησαν δεν εφαρμόσθηκαν, από όλους, όπως έπρεπε. 

Οι ανοδικές τάσεις άρχισαν να εμφανίζονται από τα τέλη Ιουλίου, 2 εβδομάδες μετά το άνοιγμα των συνόρων της χώρας, αλλά και 4-6 εβδομάδες μετά την σταδιακή άρση των περιοριστικών μέτρων. Με το άνοιγμα των συνόρων τα στοιχεία δείχνουν ότι το πρώτο δεκαπενθήμερο του Ιουλίου τα «εισαγόμενα» από τις πύλες εισόδου κρούσματα αποτελούσαν έως και το 84% των συνολικών ημερήσιων κρουσμάτων. Όμως, το ποσοστό αυτό μειώνεται σημαντικά τον Αύγουστο, και πλέον δεν ξεπερνά το 15% των ημερήσιων κρουσμάτων (Γράφημα).

Βιώνουμε το δεύτερο κύμα της COVID-19 ή τα … «απόνερα» του πρώτου κύματος;-1

Φταίει, λοιπόν, ο τουρισμός; Φταίει η άρση ή η  χαλάρωση των προληπτικών μέτρων και το άνοιγμα των σχολείων; Με βεβαιότητα μπορεί να πει κανείς ότι με την άρση των μέτρων τον Μάιο η επιδημία δεν έδειξε καμία ιδιαίτερη αυξητική τάση, αντιθέτως ο αριθμός των ημερήσιων κρουσμάτων παρέμενε εξαιρετικά χαμηλός όλον τον Ιούνιο. Η επιδημία όμως δεν είχε «εξαλειφθεί» από τη χώρα, με ένα σημαντικό, και δυστυχώς απροσδιόριστο, αριθμό συμπτωματικών ή και ασυμπτωματικών κρουσμάτων να κινείται πλέον ελεύθερα. Αν είχαν πραγματοποιηθεί επιδημιολογικές μελέτες στην κοινότητα θα αναδείκνυαν εγκαίρως το πρόβλημα της διασποράς των φορέων του ιού σε όλη τη χώρα. 

Η τουριστική κίνηση του Αυγούστου δε φαίνεται να επηρέασε τη σημερινή ανησυχητική εξέλιξη της επιδημίας. Ιδιαίτερα αν ληφθεί υπόψη ότι οι τουρίστες που εξετάζονταν στις πύλες εισόδου είχαν αυστηρή οδηγία να τηρούν τα μέτρα υγειονομικής προστασίας, και σε περίπτωση που βρίσκονταν «θετικοί» έμπαιναν σε περιορισμό. Το ανησυχητικά αυξημένο ποσοστό των «εισαγόμενων» κρουσμάτων στις αρχές Ιουλίου ίσως να οδήγησε μερικώς στην αύξηση των κρουσμάτων το αμέσως επόμενο διάστημα, αν και ερωτηματικό θα παραμένει η διασπορά τους στη χώρα και ο βαθμός κινητικότητας τους. 

Τι φταίει λοιπόν; Φταίει το ότι ξεχάσαμε ότι ο κορωνοιός παρέμεινε εδώ, δεν έφυγε, δεν εξαλείφθηκε στα τέλη Μαΐου με τα σχεδόν «μηδενικά» ημερήσια κρούσματα. Τόσο οι ασυμπτωματικοί, όσο και οι συμπτωματικοί φορείς κινήθηκαν ελεύθερα, χωρίς προστατευτικά μέτρα ατομικής υγιεινής, η συνείδηση χαλάρωσε, ο φόβος έφυγε, και η χώρα επέστρεψε στην κανονικότητα. Ξαφνικά γίναμε άτρωτοι! Φυσικά, μέρος της ερμηνείας για την αύξηση των κρουσμάτων είναι και ο αυξημένος αριθμός των ελέγχων που πραγματοποιούνται από τις αρχές Ιουλίου και μέχρι σήμερα είναι σταθερά διπλάσιος από τον αριθμό των ελέγχων που γίνονταν το τετράμηνο Μαρτίου – Ιουνίου. Εδώ ισχύει, το «… όσο ψάχνεις, τόσο πιο πολλά (κρούσματα) θα βρίσκεις …».    

Τώρα που ο κορωνοιός είναι ξανά εδώ, πιο δυνατός από πριν, και φωλιασμένος στα μεγάλα αστικά κέντρα, και ιδίως στην Αττική, ο κίνδυνος είναι πια πολύ μεγάλος. Με δεδομένο ότι η χώρα δεν μπορεί να «ξανακλείσει», τα σχολεία πρέπει να ανοίξουν όπως έχει προγραμματιστεί, χρειάζεται να αναλογιστούμε τις ατομικές ευθύνες μας και να τηρήσουμε αυστηρά τα μέτρα που προτείνονται. Η σωστή χρήση της μάσκας και των μέτρων προσωπικής υγιεινής μπορεί να μειώσει έως και 60% τον αριθμό των κρουσμάτων και έως και 30% το ρυθμό διάδοσης της νόσου.  

*Ο Δημοσθένης Παναγιωτάκος, DrMed, FRSPH, FACE, είναι Καθηγητής Επιδημιολογίας στη Σχολή Επιστημών Υγείας και Αγωγής, στο Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο της Αθήνας, τακτικό Μέλος της διαρκούς Επιστημονικής Επιτροπής για την Υγεία και τους Έκτακτους Κινδύνους της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.  

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή