Με αστερίσκους η χρησιμότητα των τεστ αντισωμάτων

Με αστερίσκους η χρησιμότητα των τεστ αντισωμάτων

Σε λανθασμένη εκτίμηση της ανοσίας έναντι του SARS-CoV-2 ενδέχεται να οδηγήσουν τα τεστ αντισωμάτων, επισημαίνουν οι ειδικοί γιατροί...

2' 15" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Σε λανθασμένη εκτίμηση της ανοσίας έναντι του SARS-CoV-2 ενδέχεται να οδηγήσουν τα τεστ αντισωμάτων, επισημαίνουν οι ειδικοί γιατροί, τονίζοντας ότι για την αποφυγή της μόλυνσης από τον κορωνοϊό η λύση είναι ο γνωστός συνδυασμός των μέτρων: εμβολιασμός, συχνό πλύσιμο των χεριών, χρήση μάσκας και αποφυγή συνωστισμού μεγάλου αριθμού ατόμων σε εσωτερικούς χώρους. Σε πρόσφατο άρθρο στο περιοδικό JAMA, τα βασικά σημεία του οποίου συνοψίζουν οι καθηγητές του ΕΚΠΑ Ουρανία Τσιτσιλώνη, Ευάγγελος Τέρπος, Ιωάννης Τρουγκάκος και Θάνος Δημόπουλος, παρουσιάζονται βασικά προβλήματα στην εκτίμηση της ανοσίας με βάση τα τεστ αντισωμάτων. Ειδικότερα:

• Ορισμένα τεστ ανιχνεύουν αντισώματα που παράγει το ανοσοποιητικό σύστημα μόνο έπειτα από μόλυνση με τον ιό και επομένως άτομα που δεν είχαν μολυνθεί θα μπορούσαν να είναι αρνητικά για τα αντισώματα παρά το γεγονός ότι μετά τον εμβολιασμό έχουν αποκτήσει ανοσία.

• Τα τεστ αντισωμάτων δεν σχεδιάστηκαν για να αξιολογήσουν την ανοσία και τα προστατευτικά αντισώματα, όπως και τα προστατευτικά επίπεδά τους δεν έχουν ακόμα καθοριστεί. Αυτό που γνωρίζουμε είναι ότι τα αντισώματα που αναγνωρίζουν την πρωτεΐνη-ακίδα (S) του SARS-CoV-2 –ιδιαίτερα τα εξουδετερωτικά– συσχετίζονται με την προστασία. Ωστόσο, δεν υπάρχει σαφές επίπεδο που εξασφαλίζει την πλήρη προστασία. Στο Ισραήλ, για παράδειγμα, από τους περίπου 1.500 πλήρως εμβολιασμένους υγειονομικούς με το εμβόλιο των Pfizer/BioNTech, οι 39 που μολύνθηκαν είχαν χαμηλότερα επίπεδα εξουδετερωτικών αντισωμάτων από αυτούς που δεν μολύνθηκαν.

Πώς μπορούν να οδηγήσουν σε λανθασμένη εκτίμηση της ανοσίας έναντι του SARS-CoV-2.

• Τα εργαστηριακά τεστ αντισωμάτων δεν έχουν ακόμα προτυποποιηθεί. Ορισμένα τεστ δίνουν απλώς ένα θετικό ή αρνητικό αποτέλεσμα, χωρίς τιμές αντισωμάτων. Αυτά που είναι ποσοτικά χρησιμοποιούν διαφορετικές μεθόδους, ανιχνεύουν διαφορετικές κατηγορίες αντισωμάτων και προσδιορίζουν τιμές με διαφορετικές μονάδες μέτρησης. Για να καθοριστούν συνεπώς όρια προστασίας, τα τεστ πρέπει να τυποποιηθούν και να βαθμονομηθούν, όπως έχει γίνει με τα τεστ αντισωμάτων για άλλα νοσήματα που προλαμβάνονται με εμβόλια (τέτανος, διφθερίτιδα, ιλαρά).

• Η μέτρηση των εξουδετερωτικών αντισωμάτων απαιτεί πολύπλοκα τεστ με ζωντανό ή αδρανοποιημένο ιό, που γίνονται μόνο σε λίγα εργαστήρια και προς το παρόν δεν είναι διαθέσιμα για ευρεία διαγνωστική χρήση.

• Τα κυκλοφορούντα αντισώματα δεν δίνουν την πλήρη εικόνα της ανοσίας έναντι του SARS-CoV-2. Φτάνουν στην κορύφωσή τους 2-3 μήνες μετά τη φυσική μόλυνση ή τον εμβολιασμό, αλλά στη συνέχεια αρχίζουν να μειώνονται. Το ανοσολογικό στοιχείο που σχετίζεται με την προστασία είναι τα Β και τα Τ κύτταρα μνήμης, που «θυμούνται» ότι έχουν ξαναδεί την πρωτεΐνη-ακίδα του SARS-CoV-2. Οι μέχρι τώρα μελέτες δείχνουν ότι τα κύτταρα μνήμης παραμένουν για τουλάχιστον 6-8 μήνες και ενεργοποιούνται προστατεύοντας τον οργανισμό από σοβαρή COVID-19 στην περίπτωση επαναμόλυνσης.

• Τέλος, φαίνεται ότι καθώς τα αντισώματα μειώνονται με τον χρόνο, η ευαισθησία σε ασυμπτωματικές ή ηπιότερες λοιμώξεις από COVID-19 αυξάνεται. Γι’ αυτό και συνιστάται η χορήγηση αναμνηστικής δόσης του εμβολίου, ειδικά σε άτομα με μεγαλύτερο κίνδυνο σοβαρής νόσησης.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή