Οδοιπορικό στη Μικρά Ασία με «οδηγό» μια φωτογραφία

Οδοιπορικό στη Μικρά Ασία με «οδηγό» μια φωτογραφία

Το νέο βιβλίο του Ηλία Μαγκλίνη - Προδημοσίευση

8' 39" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Την ερχόμενη Πέμπτη, 23 Ιουνίου, κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Μεταίχμιο το πέμπτο βιβλίο του Ηλία Μαγκλίνη, δημοσιογράφου της «Κ», με τίτλο «Το μόνο της ζωής τους ταξίδι. Μικρά Ασία, οδοιπορικό σε πόλεμο και ειρήνη».

Στο πνεύμα του προηγούμενου, βραβευμένου με το Κρατικό Βραβείο Μυθιστορήματος 2020 «Είμαι όσα έχω ξεχάσει», ο συγγραφέας, μέσα από μια οικογενειακή ιστορία, αφηγείται την κοινή ιστορία χιλιάδων Ελλήνων που πολέμησαν στη Μικρασιατική Εκστρατεία.

Ο Νίκος Μαγκλίνης, ο παππούς του, τη δολοφονία του οποίου (1944) είχε αφηγηθεί στο προηγούμενο βιβλίο του, υπηρέτησε ως απλός στρατιώτης στη Μικρά Ασία. Ο συγγραφέας, ξεκινώντας από μία και μόνο φωτογραφία και τίποτε άλλο, κι έπειτα από έρευνα χρόνων, προσπάθησε να ανασυνθέσει μια πορεία θανάτου μα και ονειροπόλησης, ταξιδεύοντας ο ίδιος στη Σμύρνη, στο Αφιόν Καραχισάρ, στο Εσκί Σεχίρ, στην Προύσα.

Γραμμένο σε δεύτερο πρόσωπο, καθώς ο συγγραφέας απευθύνεται στον νεκρό παππού, το βιβλίο είναι ταξιδιωτικό οδοιπορικό, ρεπορτάζ, εξομολόγηση και ιστορική έρευνα, ενώ συνοδεύεται από αρχειακό και φωτογραφικό υλικό της περιόδου, το οποίο εμπλουτίζεται με φωτογραφίες που τράβηξε ο ίδιος ο συγγραφέας σε ένα δικό του πέρασμα από τους ίδιους τόπους σχεδόν έναν αιώνα αργότερα.

Το «Μόνο της ζωής τους ταξίδι» παρουσιάζεται αυτή την Πέμπτη, 23 Ιουνίου, στο καφέ του Public Συντάγματος, στις 8.30 μ.μ.

Οδοιπορικό στη Μικρά Ασία με «οδηγό» μια φωτογραφία-1

ΠΡΟΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ

Κάτι σαν πολεμική ταινία

Τι είπες για την εμπειρία του Σαγγάριου και της προέλασης στην Αγκυρα; Τι συγκράτησαν τα παιδιά σου; Είπες μονάχα: «Περπάτησα βαθιά μέσα στην Τουρκία το κατακαλόκαιρο. Δεν έχω κουραστεί και δεν έχω διψάσει περισσότερο στη ζωή μου». Αυτό θυμούνταν τα παιδιά σου. Αυτό μόνο. Τίποτε άλλο.

Κι όμως. Στις μάχες του Σαγγάριου κάτι έκανες. Κάτι που, λίγους μήνες αργότερα, οδήγησε τους ανωτέρους σου να σε προάγουν σε λοχία επ’ ανδραγαθία. Το Πιστοποιητικό που παρέλαβα από το Στρατολογικό Γραφείο Μεσολογγίου αναφέρει: «13 Νοε. 1921: Προήχθη στον βαθμό του λοχία λόγω ανδραγαθίας στο 2/39 Σύνταγμα Ευζώνων».

Προσπάθησα να μάθω. Διότι κάτι έκανες εκεί πέρα «με κίνδυνο της ζωής σου». Αυτό μου είπε ένας άγνωστος αξιωματικός του Γενικού Επιτελείου Στρατού, από το τμήμα των ηθικών αμοιβών, όταν τηλεφώνησα για να ρωτήσω τι σήμαινε αυτό. Δεν ήξερε να μου πει κάτι περισσότερο διότι δεν είχα να του πω τίποτα περισσότερο.

Προσπάθησα να μάθω. Μα δεν τα κατάφερα αυτή τη φορά. Η αναφορά στο Πιστοποιητικό, ωστόσο, μου κέντρισε την περιέργεια περισσότερο απ’ οτιδήποτε άλλο. Μύριζε περιπέτεια.

Κάτι σαν πολεμική ταινία. Ή ίσως όχι και τόσο – αλλά ποιος μπορούσε να μου πει με σιγουριά; Υποτίθεται ότι υπήρξες παππούς μου. Ηθελα να ξέρω.

Κανένας στην οικογένεια δεν γνώριζε ή δεν θυμόταν ότι πήρες προαγωγή στο πεδίο της μάχης επ’ ανδραγαθία. Απέφυγες εσύ ο ίδιος να πεις οτιδήποτε σχετικό; Από τη σεμνότητα που συχνά διακρίνει τους βετεράνους ή επειδή η ανάμνηση του συγκεκριμένου πολεμικού γεγονότος για το οποίο διακρίθηκες σου ήταν ιδιαζόντως οδυνηρή;

Τι είδαν τα μάτια σου; Τι έπραξαν τα χέρια σου; Ποια απόφαση χρειάστηκε ή υποχρεώθηκες να πάρεις για να ονομαστείς αγαθός άνδρας;

Στο αυτοβιογραφικό του βιβλίο «Ορθιοι στην καταιγίδα» (1955), ο Μιχάλης Δημητρίου, ο οποίος είχε υπηρετήσει στη Μικρά Ασία ως αξιωματικός του Ιππικού, εξηγεί ότι «ως ανδραγάθημα πρέπει να λογαριάζεται η αυτοθυσία, όταν αυτή προλαμβάνη ή απαλλάσση από αιχμαλωσία τμήμα στρατού, ή με ζωντανό παράδειγμα ή τέχνασμα ο αμειβόμενος διακινδύνευσε τη ζωή του, για να παρασύρη προς τη νίκη τμήμα στρατού μπρος σε υπέρτερη δύναμη του εχθρού. Ομοίως, αν επανειλημμένως έχη δείξει υπερβολική τόλμη, αυτοθυσία και αυταπάρνηση, παραβλέποντας τυχόν τραύματά του και συντελώντας ολοφάνερα στη νίκη της μονάδος του».

Οπως μου εξήγησε τηλεφωνικά ο ταξίαρχος εν αποστρατεία και ιστορικός Ορθόδοξος Ζωτιάδης, ειδικός στις στρατιωτικές ηθικές αμοιβές, κρίνοντας από την ημερομηνία, 13 Νοεμβρίου 1921, το ανδραγάθημα θα πρέπει να έλαβε χώρα στις επιχειρήσεις του Σαγγάριου, Αύγουστο και αρχές Σεπτεμβρίου. «Από τη στιγμή, δηλαδή, που συνέβη το γεγονός και προτάθηκε ο Νίκος Μαγκλίνης για προαγωγή, η πρόταση πέρασε από διάφορα πόστα της 3ης Μεραρχίας έως ότου εγκριθεί, συνεπώς, λογικό είναι» μου εξήγησε «που επισημοποιείται το Νοέμβριο, δύο ολόκληρους μήνες μετά».

Το ακριβές αιτιολογικό για την προαγωγή επ’ ανδραγαθία θα μπορούσε να βρεθεί κάπου; Σε κάποια ημερησία διαταγή του Συντάγματος ή της Μεραρχίας μάλλον; Στη Διεύθυνση Ιστορίας Στρατού δεν βρήκα τίποτα σχετικό· ούτε και στην Υπηρεσία Στρατιωτικών Αρχείων, στο Γουδί την οποία επισκέφθηκα.

Αναζήτησα αρχεία, κατέθεσα και τη σχετική αίτηση. Η επίσημη, γραπτή απάντηση της Υπηρεσίας αυτή τη φορά ήταν απογοητευτική: «Υστερα από λεπτομερή έλεγχο που πραγματοποιήθηκε στα επίσημα αρχεία της Υπηρεσίας μας, διαπιστώθηκε ότι δεν τηρούνται αρχεία του 2/39 ΣΕ της περιόδου 1919-1923». Ούτε της 3ης Μεραρχίας, όπως μου είπαν προφορικά αργότερα, όταν τους τηλεφώνησα για να ζητήσω διευκρινίσεις. Ο Ορθόδοξος Ζωτιάδης: «Χάθηκαν πολλά αρχεία μονάδων κατά την υποχώρηση το 1922. Αυτοί τότε κοίταζαν να σώσουν τα τομάρια τους».

Τηλεφώνησα ξανά σ’ εκείνον τον λοχαγό του στρατολογικού γραφείου Μεσολογγίου. Μήπως ο φάκελός σου περιείχε κάποια ακόμα πληροφορία που παραλήφθηκε από το πιστοποιητικό που έλαβα; Οχι, όλο κι όλο αυτό ήταν.

Στα σχετικά Φύλλα της Ελληνικής Κυβερνήσεως, πάλι, όταν έψαξα στη Βιβλιοθήκη της Βουλής και στα αρχεία του Εθνικού Τυπογραφείου, αναφέρονται άπειρα ονόματα αξιωματικών, υπαξιωματικών και οπλιτών που τιμήθηκαν με παράσημα και μετάλλια στη Μικρά Ασία, όχι όμως οι προαγωγές επ’ ανδραγαθία. Το αιτιολογικό για την ηθική αμοιβή, όπου και όταν αναφέρεται, είναι τυποποιημένο, γενικόλογο: π.χ., διότι «κατά τας επιχειρήσεις του Ιουλίου ε. ε. [1921] ως και τας τοιαύτας του Σαγγαρίου, επεδείξαντο ψυχραιμίαν και αυτοθυσίαν, συμβάλλοντες εις την επιτυχή έκβασιν του όλου Αγώνος». Ή «..,τας τοιαύτας του Σαγγαρίου επεδείξατο στρατιωτικάς αρετάς, ζήλον και ψυχραιμίαν, η δε παρά τας κακουχίας της εκστρατείας παραμονή αυτού εις το Μέτωπον έσχεν το μικράν ηθικήν επίδρασιν επί του στρατεύματος, συντελέσασαν εις την ευτυχήν έκβασιν του όλου Αγώνος».

Τι έκανες στους ξερούς, γυμνούς, καψαλισμένους τουρκικούς λόφους, τους σπαρμένους σήποντα κορμιά σε νεκρική ακαμψία, τον μακρινό, φλογισμένο Αύγουστο του 1921; Τι είδαν τα μάτια σου; Τι έπραξαν τα χέρια σου; Ποια απόφαση χρειάστηκε ή υποχρεώθηκες να πάρεις για να ονομαστείς αγαθός άνδρας;

Δοκιμάζω τρία πιθανά σενάρια:

1. Εσωσες κάποιον τραυματία θέτοντας σε κίνδυνο τη ζωή σου, κάτω από συνεχή πυρά, όπως, ας πούμε, ο συνομήλικός σου τραυματιοφορέας Χέμινγουεϊ στη μάχη του Καπορέτο το 1918 (ο οποίος όμως, σε αντίθεση με σένα, τραυματίστηκε και ο ίδιος βαριά) ή, πολύ νωρίτερα, στον αμερικανικό Εμφύλιο, ο συγγραφέας Αμβρόσιος Μπιρς.

2. Μετέφερες επείγοντα, πολύτιμα για την έκβαση της μάχης, μηνύματα από την πρώτη γραμμή στα μετόπισθεν και ξανά πίσω, κάτω από καταιγιστικά πυρά διασώζοντας κάποιον λόχο ή και ολόκληρο το σύνταγμα από βέβαιη καταστροφή.

3. Εκκαθάρισες μόνος σου κάποιο εχθρικό πολυβολείο με χειροβομβίδες ή και με τη χρήση της ξιφολόγχης.

Αλήθεια, κάρφωσες άνθρωπο με την ξιφολόγχη, εσύ, το αγροτόπαιδο που του άρεσε να κρύβεται για να διαβάσει; Ο φοιτητής της Ανωτάτης Εμπορικής; Εκανες τέτοιο αδιανόητο πράγμα; Από τα τρία παραπάνω, ξέρεις, προτιμώ να σκέφτομαι το πρώτο, έτσι όπως μου ‘ρχεται τώρα στο μυαλό μία ακόμα σύντομη αφήγηση βετεράνου στον δεύτερο «Κορδοπάτη» του Βαλτινού: «Τη νύχτα είδα στον ύπνο μου εκείνον τον Τούρκο που σκότωσα. Εκανε ένα αχ, αλλά αυτό το αχ δεν ακούστηκε, και έμεινε για λίγο ορθός, κρατημένος από τη λόγχη μου στην κοιλιά του. Βαρύς. Ετσι κρέμεται ακόμα στον λαιμό μου».

Οδοιπορικό στη Μικρά Ασία με «οδηγό» μια φωτογραφία-2
Ο περίφημος βράχος του Αφιόν Καραχισάρ όπως τον φωτογράφισε ο συγγραφέας από το ξενοδοχείο του.

Στο Αφιόν Καραχισάρ, με τις περιγραφές του Ι. Μ. Παναγιωτόπουλου

Αργά το μεσημέρι, φτάσαμε στο «ότογκαρ» του Αφιόν: ο κεντρικός σταθμός των λεωφορείων. Κάθε τουρκική πόλη έχει ένα ότογκαρ στις παρυφές της. Θυμίζει αεροδρόμιο με καταστήματα κι εστιατόρια. Αντί γι’ αεροσκάφη, όμως, υποδέχεται τα υπεραστικά λεωφορεία των απειράριθμων ιδιωτικών εταιρειών, είκοσι τέσσερις ώρες το εικοσιτετράωρο.

Είκοσι λεπτά αργότερα, το ταξί μάς άφησε στο ξενοδοχείο Σοϊντάν, όπου είχαμε κλείσει δωμάτιο μέσω Ιντερνετ. Μίζερο, στενάχωρο – αλλά με ωραία θέα από τη μεγάλη μπαλκονόπορτα στον μαύρο βράχο, το διαχρονικό έμβλημα της κωμόπολης, αυτόν που τόσα χρόνια χάζευα στις παλιές ασπρόμαυρες φωτογραφίες με τους Ελληνες στρατιώτες και αξιωματικούς να ποζάρουν έχοντάς τον ως φόντο, αγνοώντας τι τους περιμένει. Το τίμημα κάθε φαντασίωσης.

Σε χτυπητή αντίθεση με το υγρό τέλμα της Σμύρνης, μια ξηρή, βουνίσια κάψα κυριαρχεί στο Αφιόν. Σάββατο μεσημέρι και η πόλη ξετυλίγεται τώρα γύρω μας θορυβώδης, με τα άπειρα μικρά δρομάκια και τα καλντερίμια, τα χαμηλά κτίσματα παραδοσιακής οθωμανικής τεχνοτροπίας, τα σύγχρονα κοσμηματοπωλεία, τα παλαιά σιδεράδικα, τους γανωματήδες, τα μοντέρνα παραρτήματα εταιρειών κινητής τηλεφωνίας, το Ουλού Τζαμί και το Μεβλεβί Τζαμί. Το τελευταίο είναι μουσείο με μουσικά όργανα και παραδοσιακές φορεσιές δερβίσηδων. Η μυστική παράδοση των Σούφι: μετά το Ικόνιο, το Αφιόν υποτίθεται πως είναι το πιο θρησκευτικό μέρος σε ολόκληρη την Τουρκία.

Στην κεντρική πλατεία του Αφιόν Καραχισάρ δεσπόζει το μνημείο του τουρκικού Αγώνα της Ανεξαρτησίας. Ενα σύμπλεγμα με δύο ανθρώπινες μορφές, με φόντο τον μεγάλο μαύρο βράχο που «δυναστεύει τη μικρή πολιτεία», κατά τον Ι. Μ. Παναγιωτόπουλο, τον συγγραφέα της «Αστροφεγγιάς», ο οποίος έφτασε ώς εδώ στις αρχές της δεκαετίας του ’50. Δεξιά και αριστερά του μνημειακού συμπλέγματος απλώνονται φαρδιές σκάλες, που στο τέρμα τους κυματίζουν δύο τουρκικές σημαίες. Από κάτω τους ακριβώς, στο κενό του πι που σχηματίζουν οι σκάλες, πολλά μικρά, πέτρινα σιντριβάνια. Και άφθονο πράσινο ολόγυρα, φροντισμένο, ανθηρό.

«Ο κλιμακωτός ροδόκηπος» που είχε δει και ο Ι. Μ. Παναγιωτόπουλος το ’50, πολύ φροντισμένος – από τότε, ως φαίνεται. Κοιτώντας το μνημείο, αναρωτιόμαστε τι να σκέφτονταν οι κάτοικοι ολόγυρά μας εάν γνώριζαν πως είμαστε Ελληνες και κοιτάζουμε αυτό το συγκεκριμένο μνημείο.
Αφήνω τη λεπτομερή περιγραφή του στον συγγραφέα της «Αστροφεγγιάς»: «Και στο ροδόκηπο τούτο καταμεσής ένα σύμπλεγμα πλαστικό, μια βίαιη σκηνή, σε υπερφυσικό ανάστημα. Ενας πελώριος στρατιώτης, οργισμένος, ασυγκράτητος, τροπαιοφόρος έχει ρίξει στα πόδια του νικημένο τον αντίμαχο στρατιώτη: ο στρατιώτης ο πρώτος είναι ο Τούρκος, ο στρατιώτης ο δεύτερος είμαστ’ εμείς. Μια επιγραφή: 30 Αυγούστου 1922. Ενα όνομα: κάποιος ξένος, ο Κάιππελ, έχει φτιάσει το σύμπλεγμα τούτο».

Ο Παναγιωτόπουλος επισκέφθηκε το Αφιόν τριάντα μόλις χρόνια μετά τα γεγονότα. Δεν έχει τη δική μου απόσταση και σίγουρα δεν θα χαρακτήριζε το μνημείο με τους όρους της δικής μου εποχής: ως μια κατάφωρη παραβίαση κάθε στοιχειώδους αίσθησης πολιτικής ορθότητας. Αυτό ακριβώς όμως είναι που το καθιστά πιο ενδιαφέρον, πιο ερεθιστικό και πιο απωθητικό συνάμα. «Δεν ξέρω, πώς ν’ αντικρύσω αυτό το σύμπλεγμα. Οι λαοί κατασκευάζουν την ιστορία τους με το αίμα τους και δε γίνεται, όσο κι αν θέλουν, να τη λησμονήσουν. Μα συμβαίνει την ώρα εκείνη αντίκρυ στο σύμπλεγμα να μη βρίσκεται ο αδιάφορος, ο υπερατλαντικός ή ο υπερβόρειος ταξιδιώτης. Να βρισκόμαστ’ εμείς. Κ’ είναι τούτο πολύ πικρό, να τη γεύεσαι, μέσα στη νύχτα, έτσι αψιά, έτσι ζωντανή, την αγωνία που έχει πετρώσει. Αυτός ο στρατιώτης, που έπεσε χάμου είναι ο μεγαλύτερος αδερφός, είναι ο πατέρας, ο φίλος. Χιλιάδες νεκροί, που απόμειναν σε κείνα τα φαράγγια, σε κείνα τα χώματα».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή