Σχιζοφρένεια: Τα χαρακτηριστικά συμπτώματα και πώς μπορεί να αντιμετωπιστεί

Σχιζοφρένεια: Τα χαρακτηριστικά συμπτώματα και πώς μπορεί να αντιμετωπιστεί

Το κοινωνικό στίγμα θεωρείται το μεγαλύτερο εμπόδιο στην έγκαιρη διάγνωση και θεραπεία αυτής της ψυχικής διαταραχής. Αρκετοί από τους πάσχοντες θα μπορούσαν να ζήσουν μια φυσιολογική ζωή, αρκεί τα συμπτώματα να εντοπίζονται εγκαίρως

4' 40" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Η λέξη «σχιζοφρένεια» είναι σύνθετη και προέρχεται από τις αρχαίες ελληνικές λέξεις «σχίζειν» (διαχωρισμός) και «φρένα» (λογική, μυαλό). Χρησιμοποιήθηκε για να περιγράψει μια ψυχιατρική διαταραχή η οποία ανήκει στην ομάδα των ψυχώσεων και παρατηρείται συνηθέστερα σε εφήβους και νεαρούς ενηλίκους.

Η σχιζοφρένεια, ακόμη και στις μέρες μας, περιβάλλεται από πλήθος δοξασιών και φόβων με συνέπεια να αποτελεί στίγμα. Είναι εκείνη η οποία έχει απασχολήσει περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη ψυχική διαταραχή την Ψυχιατρική και ιδιαίτερα την ψυχοφαρμακολογία.

Είναι ωστόσο τόσο τρομακτική όσο λέγεται ή μήπως ένα μεγάλο κομμάτι των φόβων, οι οποίοι την περιβάλλουν στη συνείδηση του κόσμου, οφείλεται σε ελλιπή ενημέρωση;

Τα αίτια της σχιζοφρένειας δεν έχουν εντοπιστεί πλήρως. Ωστόσο η έρευνα η οποία διεξάγεται σήμερα εστιάζεται κυρίως στους βιολογικούς/γενετικούς παράγοντες οι οποίοι φαίνεται ότι παίζουν και τον σημαντικότερο ρόλο στην ανάπτυξη αυτής της ψυχικής διαταραχής.

Κατ’ αρχάς θα πρέπει να διευκρινίσουμε ότι θα ήταν σωστότερο να μην αναφερόμαστε γενικώς σε σχιζοφρένεια, αλλά σε πάσχοντες από σχιζοφρένεια. Κι αυτό γιατί η βαρύτητα των ψυχοπαθολογικών συμπτωμάτων τα οποία τη συνοδεύουν δεν είναι για όλους τους πάσχοντες η ίδια, εφόσον η δυσλειτουργία την οποία προκαλούν είναι δυνατόν να είναι ελαφριά, μέτρια έως και σοβαρή. Υπάρχουν δηλαδή άτομα με ήπια συμπτωματολογία, τα οποία με την κατάλληλη θεραπεία είναι δυνατόν να ζήσουν μια φυσιολογική ζωή. Ενώ στις σοβαρότερες περιπτώσεις είναι δυνατόν να υπάρχουν πάσχοντες οι οποίοι χρειάζονται συνεχή φροντίδα από άλλα πρόσωπα προκειμένου να ζήσουν αξιοπρεπώς.

Επιδημιολογία: Η συχνότητα εμφάνισης κυμαίνεται περίπου στο 0,7% του πληθυσμού όταν οι γονείς δεν έχουν κληρονομική επιβάρυνση, ενώ τα ποσοστά αυξάνονται όταν υπάρχει κληρονομική επιβάρυνση κυρίως σε συγγενείς πρώτου βαθμού.

Οι νευροφυσιολογικοί και χημικοί παράγοντες φαίνεται να διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο, εφόσον όσοι έχουν διαγνωστεί με σχιζοφρένεια παρουσιάζουν αλλαγές στη χημεία του εγκεφάλου. Αν και οι λόγοι οι οποίοι συμβάλλουν στις αλλαγές αυτές δεν είναι διευκρινισμένοι, σύμφωνα με έρευνες, παράγοντες όπως η υποξία (χαμηλό οξυγόνο), η μόλυνση και η κακή διατροφή της μητέρας κατά τη διάρκεια ανάπτυξης του εμβρύου πιθανόν να αυξάνουν τον κίνδυνο εμφάνισης σχιζοφρένειας. Επίσης, κάποιες σχετικά πρόσφατες έρευνες έχουν δείξει ότι η χρήση ουσιών, όπως η κάνναβη, η κοκαΐνη και οι αμφεταμίνες, ιδιαίτερα σε νεαρές ηλικίες, συνδέονται με την ανάπτυξη σχιζοφρένειας.

Συμπτωματολογία: Συνοπτικά θα μπορούσαμε να αναφέρουμε ότι η σχιζοφρένεια χαρακτηρίζεται από διαταραχές σε όλα σχεδόν τα επίπεδα των ψυχικών λειτουργιών. Υπάρχουν διαταραχές της σκέψης, του συναισθήματος, της αντίληψης, της βούλησης του λόγου κ.ά. Οσον αφορά τις διαταραχές της σκέψης, είναι δυνατόν να υπάρχουν παραληρητικές ιδέες διωκτικού περιεχομένου, επιδράσεως κ.ά.

Για παράδειγμα, ο ασθενής πιστεύει ότι κάποιοι στρέφονται εναντίον του, θέλουν να τον βλάψουν, τον δηλητηριάζουν, τον παρακολουθούν, του κατευθύνουν τη σκέψη, του διαβάζουν τη σκέψη κ.ά. Οσον αφορά τις διαταραχές του συναισθήματος, οι οποίες μάλιστα είναι θεμελιώδους σημασίας για την εξέλιξη της σχιζοφρένειας, ο ασθενής είναι δυνατόν να εμφανίζει άμβλυνση έως και επιπέδωση του συναισθήματος (αδυναμία να αισθανθεί χαρά ή λύπη), αμφιθυμία (και θέλει και δεν θέλει), ευμεταβλητότητα του συναισθήματος (ταχεία και αναίτια μεταπήδηση από χαρά σε λύπη), απροσφορότητα (μπορεί να χαίρεται με δυσάρεστα και να λυπάται με ευχάριστα γεγονότα) κ.ά.

Οι διαταραχές της αντίληψης χαρακτηρίζονται από ακουστικές κυρίως ψευδαισθήσεις. Οι διαταραχές της βούλησης αφορούν δυσχέρεια όσον αφορά την ικανότητα του ασθενούς να αποφασίζει και να ενεργεί. Οι διαταραχές του λόγου μπορεί να αφορούν φτωχή έκφραση, ασυναρτησία κ.ά. Τέλος, ένα άλλο χαρακτηριστικό των πασχόντων είναι η έλλειψη εναισθησίας, δηλαδή η αδυναμία να αντιληφθούν ότι έχουν πρόβλημα. Αυτό δε το σύμπτωμα αποτελεί στις περισσότερες των περιπτώσεων και το μεγαλύτερο εμπόδιο στην τήρηση της θεραπείας. Ολα τα ανωτέρω, ανάλογα με τον βαθμό βαρύτητας, έχουν ως συνέπεια τη μικρή έως και σοβαρή διαταραχή της συμπεριφοράς του ασθενούς. Στις σοβαρές περιπτώσεις, οι πάσχοντες είναι δυνατόν να γίνουν επικίνδυνοι για τον εαυτό τους ή τους άλλους, ενώ η σημαντική μείωση της λειτουργικότητας είναι δυνατόν να τους οδηγήσει σε μακροχρόνια νοσηλεία ή και διά βίου παραμονή σε ειδικούς ξενώνες.

Πρόγνωση: Καθοριστικό παράγοντα στην εξέλιξη και στην πρόγνωση της σχιζοφρένειας αποτελεί αφενός μεν η πρόωρη διάγνωση και αντιμετώπιση, αφετέρου δε η αποφυγή των υποτροπών, γιατί όσο λιγότερες είναι αυτές, τόσο καλύτερη θα είναι η πορεία της νόσου. Εχει σημασία να γίνει κατανοητό ότι έπειτα από κάθε υποτροπή το επίπεδο λειτουργικότητας στο οποίο θα επανέλθει ο ασθενής θα είναι χαμηλότερο από εκείνο στο οποίο βρισκόταν. Επομένως κάθε αναβολή αντιμετώπισης ή μη επιμελής τήρηση της θεραπευτικής αγωγής αυξάνει την πιθανότητα υποτροπής και επομένως επιβαρύνει την εξέλιξη. Τέλος, πρέπει να αναφέρουμε ότι όσο νωρίτερα ηλικιακά εμφανιστούν τα συμπτώματα τόσο δυσμενέστερη είναι η πρόγνωση.

Θεραπεία: Η κύρια θεραπεία της σχιζοφρένειας γίνεται με τη χορήγηση αντιψυχωτικών φαρμάκων, τα οποία σχετίζονται με τη δραστηριότητα των υποδοχέων της ντοπαμίνης και άλλων νευροδιαβιβαστών.

Επίσης, κάποιες μορφές ψυχοθεραπείας, η επαγγελματική εκπαίδευση και η κοινωνική αποκατάσταση είναι δυνατόν να συμβάλουν στην αποτελεσματικότερη θεραπευτική αντιμετώπιση. Εχει ιδιαίτερη σημασία να αναφέρουμε ότι σήμερα διαθέτουμε αποτελεσματικά φάρμακα για την αντιμετώπιση των ψυχοπαθολογικών συμπτωμάτων της σχιζοφρένειας, με λίγες ανεπιθύμητες ενέργειες. Επειδή δε οι συγκεκριμένοι ασθενείς τείνουν πολύ συχνά να παραλείπουν ή και να διακόπτουν την από του στόματος λήψη των φαρμάκων, θεωρώντας ότι δεν τα χρειάζονται, αποφασιστικό ρόλο στην ορθή και απρόσκοπτη συνέχιση της θεραπείας διαδραματίζουν οι μακράς δράσης ενέσιμες μορφές, οι οποίες χορηγούνται μία φορά κάθε μήνα έως και μία φορά ανά τρίμηνο, παρέχοντας πλήρη φαρμακευτική υποστήριξη.

Επίλογος: Η σχιζοφρένεια δεν πρέπει να μας φοβίζει όπως άλλοτε και κυρίως δεν πρέπει να αποτελεί στίγμα στη συνείδηση των ανθρώπων. Το κοινωνικό στίγμα θεωρείται το μεγαλύτερο εμπόδιο στην έγκαιρη διάγνωση και θεραπεία αυτής της ψυχικής διαταραχής. Αρκετοί από τους πάσχοντες θα μπορούσαν να ζήσουν μια φυσιολογική ζωή, αρκεί τα συμπτώματα να εντοπίζονται εγκαίρως και οι ασθενείς να ακολουθούν απρόσκοπτα και με συνέπεια τη θεραπεία τους, σύμφωνα με τις οδηγίες του ειδικού ψυχιάτρου.

* Ο κ. Αλέξανδρος Χαϊδεμένος είναι ψυχίατρος, διδάκτωρ Πανεπιστημίου Αθηνών.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή