Τέμπη: Πώς κλείνει το εθνικό τραύμα;

Το συλλογικό πένθος και οι διέξοδοί του – Τέσσερις προσωπικότητες απαντούν

10' 20" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Υπάρχουν συμβάντα που δημιουργούν μεγάλες ρηγματώσεις στην κοινωνία. Συλλογικά τραύματα τόσο βαθιά, που αλλάζουν όχι μόνον τη σχέση με την πολιτική, την πατρίδα, αλλά και τη θέαση της ίδιας της ζωής. Τέτοιας εμβέλειας γεγονός ήταν το δυστύχημα στα Τέμπη, που απογύμνωσε με τρόπο τραγικό χρονίζουσες ανεπάρκειες της δημόσιας διοίκησης. Οπως και στο «Εξπρές Σάμινα» ή στο Μάτι, ίσως μάλιστα ακόμη περισσότερο, η κοινή γνώμη αισθάνθηκε τεράστια ταύτιση με τους επιβαίνοντες του τρένου, βίωσε τον τρόμο όσων επέζησαν, αλλά και τον γόο των αγαπημένων προσώπων των νεκρών. «Θα μπορούσα να είμαι εγώ, οι γονείς μου, το παιδί μου σε αυτό το βαγόνι», σκέφτηκαν όλοι.

Μετά τα αναρίθμητα ερωτήματα για τα αίτια της σύγκρουσης, υπάρχει ένα ακόμα ερώτημα που τα συμπυκνώνει όλα: Και τώρα τι; Δηλαδή: Πώς θα προσωποιηθούν οι ευθύνες; Πώς θα λογοδοτήσουν οι υπαίτιοι; Πώς θα επέλθει ένα είδος κάθαρσης; Πού μπορεί να οδηγήσει η διογκούμενη δυσφορία που βρίσκει δίοδο σε πολυπληθείς συγκεντρώσεις; Τέσσερις προσωπικότητες εγνωσμένου κύρους καταθέτουν τη γνώμη τους στην «Κ» αναφορικά με το τι κυοφορείται αυτήν την περίοδο. Η ιστορικός Ελένη Γλύκατζη – Αρβελέρ φοβάται πως η κάθαρση εν τέλει δεν θα έρθει και τη θέση της θα πάρει η λήθη μέχρις ότου συμβεί ένα καινούργιο δράμα. Ο φιλόσοφος Στέλιος Ράμφος πιστεύει ότι κάποιοι προσπαθούν να εργαλειοποιήσουν το συλλογικό πένθος μετατρέποντας τον πόνο σε μίσος. Ο ψυχαναλυτής Αθανάσιος Αλεξανδρίδης διακρίνει την ανάγκη οι άνθρωποι να σπάσουν τα όρια της ατομικότητας και της εγωπάθειας για να φτιάξουν νέες συλλογικότητες που να τους συνέχουν. Και ο φιλόσοφος Αλέξανδρος Νεχαμάς θεωρεί πως η πολιτική ηγεσία οφείλει να σεβαστεί την ομόνοια των ψηφοφόρων της, να μιμηθεί τη συμπεριφορά τους και να υλοποιήσει τη συστηματική ανακαίνιση των σιδηροδρομικών και όλων των άλλων υποδομών της χώρας.

Τέμπη: Πώς κλείνει το εθνικό τραύμα;-1

Ελένη Αρβελέρ, Ιστορικός

Λήθη χωρίς κάθαρση

Αυτή τη φορά νομίζω ότι ακόμη και οι πενθούντες από τον καναπέ είναι ειλικρινείς. Ισως διότι αυτό που συνέβη θα μπορούσε να είχε συμβεί σε όλους μας. Συνεπώς, ο καθείς μπήκε στη θέση του πενθούντος και γι’ αυτό το συλλογικό τραύμα είναι τόσο βαθύ. Η συμφορά, δε, ήρθε σε μια περίοδο που οι άνθρωποι ένιωθαν κόπωση –αν όχι απογοήτευση– και πραγματικά απαύδησαν. Το δυστύχημα είναι αυτό που μπορεί να κάνει το ποτήρι να ξεχειλίσει. Οταν ο αρχαίος τραγικός ποιητής Φρύνιχος έγραψε τη «Μιλήτου Αλωσις», οι Αθηναίοι του έβαλαν πρόστιμο διότι αναλύθηκαν σε δάκρυα. Οι Ελληνες ήταν πια «δακρυσμένοι» πριν κλάψουν για τα Τέμπη. Πόση κρίση μπορεί να σηκώσει ένας λαός; Ζούμε σε μια περίοδο με ακρίβεια, με τοξικότητα και χυδαιότητα που έχει γίνει καθημερινό φαινόμενο, με τη Βουλή να είναι εργαστήριο υβρεολογίου, με υποκλοπές, με Πολάκηδες. Οι άνθρωποι δεν αντέχουν άλλο.

Το γεγονός στα Τέμπη από μόνο του τα λέει όλα: νέα παιδιά που πήραν το τρένο, διότι είναι το πιο ασφαλές και οικονομικό μέσο, βρέθηκαν σε δρομολόγιο ενός τραγικού θανάτου μέσα στη νύχτα επειδή κάποιος δεν άλλαξε ένα κλειδί. Ηταν μια τραγωδία. Και όπως όλοι ξέρουμε, η τραγωδία θέλει κάθαρση. Στην περίπτωση του «Σάμινα», την προσέφερε ο ίδιος ο ιδιοκτήτης της ακτοπλοϊκής εταιρείας. Στο Μάτι γίνεται ακόμα η δίκη, για τη Μάνδρα δε μιλάει κανείς. Κάθαρση δεν έχει γίνει, λύτρωση δεν έχει έρθει. Τώρα η κοινή γνώμη θέλει δικαιοσύνη. Πώς μπορούμε να προσωποποιήσουμε την ευθύνη; Πιστεύω ότι κανένα κράτος δεν έχει τη δυνατότητα της απόλυτης κάθαρσης. Ο χρόνος που περνάει, η λήθη, θα μας απαλύνουν το πένθος και θα μας κάνουν δυστυχώς να ζήσουμε και άλλα δράματα στο μέλλον. Ο Μπόρχες γράφει ένα μύθο για έναν άνθρωπο που δεν μπορούσε να ξεχάσει τίποτε. Δεν είχε λήθη. Τελικά ο ήρωάς του δεν άντεξε να ζήσει πολύ. Ο συγγραφέας θέλει να πει ότι για τη ζωή η λήθη είναι πιο σημαντική από τη μνήμη.

Το πένθος στην περίπτωση των Τεμπών δεν είναι εξωτερικό, αλλά εσωτερικό, και αυτό με φοβίζει πολύ. Εχω μάλιστα την αίσθηση ότι πάνε ορισμένοι να προκαλέσουν μια κατάσταση που θα θυμίζει τα γεγονότα του Γρηγορόπουλου. Δηλαδή, άνθρωποι που έβγαιναν πια εκτός ιστορίας προσπαθούν πάλι να κάνουν την παρουσία τους ορατή σε όλους. Οπότε παίρνουν το πένθος για να το μετατρέψουν σε «Κοιτάξτε μας». Φοβάμαι, λοιπόν, ότι οι Πολάκηδες θα υπερισχύσουν ξανά.

Γιατί συνέβη αυτό το δυστύχημα στην Ελλάδα; Πάσχουμε από έλλειψη σχεδιασμού και διακρινόμαστε στον αυτοσχεδιασμό. Μα η σοφία είναι να σκέφτεσαι και να μπορείς να διαχειριστείς το χειρότερο, το αναπάντεχο που ενδεχομένως να βρεις μπροστά σου. Εμείς οι Ελληνες μόνον όταν έρχεται το χειρότερο σκεπτόμαστε ότι είμαστε ικανοί και για το καλύτερο. Τούτο γίνεται διότι έχουμε διαστρεβλώσει όλη μας την ιστορία. Το πρόβλημα για μένα είναι το «γνώθι σαυτόν». Τι σημαίνει; Μάθε ότι δεν είσαι Θεός. Αν το καταλάβεις αυτό, έχεις κάποια ταπείνωση. Και την ταπείνωση ο ελληνικός λαός δεν την έχει γνωρίσει ποτέ. Αντιθέτως, έχει αναπτύξει την αίσθηση του αδικημένου.

Τέμπη: Πώς κλείνει το εθνικό τραύμα;-2

Στέλιος Ράμφος, Φιλόσοφος

Πένθος και απελπισία

Το πένθος είναι τρόπος να μη γυρίσει ο πόνος σε σαδομαζοχιστικό τραύμα. Στην περίπτωση του τραγικού δυστυχήματος των Τεμπών, το πένθος είναι ιδιαιτέρως βαρύ και «άδικο» από τον χαρακτήρα του. Ενας άπειρος σταθμάρχης, αντικαταστάτης των εμπείρων που είχαν ρεπό την αργία του τριημέρου, βάζει στην ίδια γραμμή δύο τρένα κινούμενα το ένα σε αντίθετη κατεύθυνση προς το άλλο. Αδυνατεί να αντιδράσει στα προ του δυστυχήματος προειδοποιητικά στοιχεία και ο όλεθρος επέρχεται. Δεν έχει καμιά σχέση αυτό το κακό με υλικοτεχνικά και οργανωτικά προβλήματα, τα οποία ασφαλώς και υπάρχουν περιμένοντας προ πολλού τη λύση τους. Δυστυχήματα λόγω ελλείψεως ή κακής οργανώσεως μπορεί να συμβούν, αλλά παρόμοιο με αυτό των Τεμπών θα επαναληφθεί μόνον εάν ο σταθμάρχης είναι πάλι άπειρος και ενδεχομένως ψυχοτεχνικά ανεπαρκής.

Ομως, τον πόνο για τα θύματα του δυστυχήματος και την ανάγκη των γονέων και συγγενών να τον αντέξουν με το πένθος, δηλητηριάζει, με απελπισία, η τυμβωρυχία στην οποίαν επιδίδονται πολιτικά συμφέροντα, που επιδιώκουν τη μετατροπή της λύπης όλων μας σε παρανοϊκή εξέγερση. Δεν υπάρχει πιο ψυχοφθόρος συνδυασμός από εκείνον του πόνου με την απελπισία. Πρόκειται για προέκταση του δυστυχήματος, με λογική πολλαπλασιαστή και υπόβαθρο τη μετάλλαξη του πόνου σε μίσος. Είναι γνωστή η διάθεση του πονεμένου άδικα: Αντί να καταστρέψει τη «μοίρα», κάτι αδύνατον, θα ήθελε να καταστρέψει ό,τι υπάρχει γύρω του, οπότε μετά το ξέσπασμα αφήνεται να χειραγωγηθεί σαν ζόμπι. Ενδεικτική είναι η προσπάθεια να φορτωθούν στην κυβέρνηση οι ευθύνες του σταθμάρχη. Σκοπός είναι με τη δική της ενοχοποίηση να αποενοχοποιηθεί η ανεύθυνη συμπεριφορά και μαζί της ένας ολόκληρος κόσμος που με τη μηδενιστική αδιαφορία του κρατάει την κοινωνία μας διαρκώς στα όρια. Ρίζα της κοινωνικής μας καθυστερήσεως είναι ο ψυχικός μας αναχρονισμός, που στο πεδίο της πολιτικής εκφράζεται με αβυσσαλέα δίψα της εξουσίας, η οποία αγιάζει οποιαδήποτε μέσα την εξυπηρετούν. Σε αυτό το πλαίσιο, άνθρωποι εσωτερικά αποτυχημένοι αναζητούν υπαρξιακή επιβεβαίωση στην εξουσία, όχι για να αλλάξουν κάτι προς το καλύτερο, αλλά για να συμφιλιώνονται στα ερείπια, που οι ίδιοι δημιουργούν, με την εικόνα του εαυτού τους. Ετσι, ο Χάρος του άπειρου σταθμάρχη διαφεντεύει επί μονίμου σχεδόν βάσεως την πολιτική μας ζωή ως Διχασμός.

Αντί να καθίσουν συντετριμμένοι όλοι μαζί οι πολιτικοί παράγοντες και να σκεφτούν όχι πια την εξουσία αλλά τον τόπο, να εγκαταλείψουν ένα διαλυτικό παρελθόν για ένα παρόν δημιουργικό, αναγνωρίζοντας ότι το βαθύ νόημα της πολιτικής είναι η συναίνεση για όλα τα μείζονα ζητήματα, κάνουν το παν ώστε να εσωτερικεύσει ο ζαλισμένος μέσος άνθρωπος την ανάγκη για καταστροφή με ψευδαίσθηση λυτρωτικής εξαναστάσεως. Αυτές οι «δικαιοσύνες» είναι της Κολάσεως.

Τέμπη: Πώς κλείνει το εθνικό τραύμα;-3

Αθανάσιος Αλεξανδρίδης, Ψυχίατρος – ψυχαναλυτής

Η αγάπη και η οργή

Το τραύμα που προκλήθηκε από την τραγωδία των Τεμπών είναι τεράστιο καθ’ αυτό λόγω του αριθμού των νεκρών και του φρικώδους θανάτου τους, αλλά κυρίως είναι ανυπολόγιστος ο τραυματισμός που θα επιφέρει, καθώς ο τρόμος:

• Προκαλεί αναδρομική ανάγνωση της ιστορίας μας, ανακαλώντας ατομικές, οικογενειακές ή συλλογικές καταστροφές.

• «Παγώνει» το παρόν στη σύγχυση λόγω της απουσίας όχι απαντήσεων, αλλά των σωστών ερωτημάτων – επενδύει μελαγχολικά το μέλλον.

Το αίσθημα ασφάλειας αποδεικνύεται διαχρονικά σαθρό, η αίσθηση εκσυγχρονισμού μια ψευδαίσθηση που μας είχε ναρκισσιστικά σαγηνεύσει. Η ταυτότητα του έλλογου και νόμιμου κράτους ως προστατευτικού και φροντίζοντος πλαισίου για την ανάπτυξη του ατόμου και των συλλογικοτήτων καταρρακώθηκε, οι Ελληνες αντιλαμβάνονται ότι χρόνια τώρα υπνοβατούν, αρνούμενοι να ξυπνήσουν, γιατί η πραγματικότητα θα είναι χειρότερη από τον εφιάλτη. Εγκλωβισμένοι μέσα σε μια ολοένα και πιο αυξανόμενη ατομικότητα, δες εγωπάθεια, συγκλονισμένοι από ένα τραύμα που από τη φύση του είναι συλλογικό, αισθάνονται την ανάγκη να δημιουργήσουν μια νέα συλλογικότητα που θα τους συμπεριλάβει, θα τους αναγνωρίζει και θα τους ενδυναμώνει. Που θα τους απομακρύνει από τον φόβο και την απειλή του θανάτου. Δημιουργούνται, λοιπόν, δύο ομάδες περίεξης:

• Αυτή της αγάπης, της ενσυναίσθησης, του «μοιράσματος» και ως αρχαίος χορός εκφέρει τον συλλογικό θρήνο. Χειμαρρώδης σε αισθήματα και λέξεις, όμως φοβάμαι κυρίως εκτονωτικός, αβαθής, μόνο επίκαιρος, μόνο σημάδι συμμόρφωσης στο επιβαλλόμενο πένθος.

• Η ομάδα της οργής, της δράσης, της απόδοσης άμεσης δικαιοσύνης, της τιμωρίας, της ανάληψης της «καλής» εξουσίας που πιθανότατα θα είναι το όμοιο και το γνωστό.

Και οι δύο ομάδες έχουν ως κοινό παρονομαστή τη μη παραδοχή της συλλογικής και της ατομικής ευθύνης που ο καθένας μας φέρει λόγω της ηθελημένης αφασίας μας και αγνωσίας μας σχετικά με τα δομικά ελλείμματα της κοινωνίας και του κράτους μας. Κοινός στόχος και των δύο ομάδων, η αποφυγή της ενοχής, η αποφυγή της Δίκης, του καθενός μας έστω σε ειλικρινή εσωτερικό διάλογο. Αντιθέτως, ένα θέατρο «κάθαρσης» θα κλείσει την παράσταση που όλοι θα κάνουμε ότι την πιστεύουμε, ελπίζοντας σε μια νόμιμη κώφωση στον θρήνο των οικογενειών των θυμάτων και στον θρήνο αυτών που θρηνούν τη χώρα μας, σε μια εφησυχαστική αμνησία.

Ομως, μόνο αν θυμόμαστε τα οικεία κακά θα γινόμαστε καλύτεροι. Η χώρα πρέπει να θεσπίσει μια Ημέρα Μνήμης των Καταστροφών και κάθε χρόνο να γίνονται αναφορές στα τραγικά γεγονότα και στην πρόοδο που συντελείται για την αποτροπή τους. Γιατί η ουσιαστική απάντηση στον συλλογικό τραυματισμό είναι ο κοινωνικός εκσυγχρονισμός.

www.athanasiosalexandridis.com

Τέμπη: Πώς κλείνει το εθνικό τραύμα;-4

Αλέξανδρος Νεχαμάς, Καθηγητής Φιλοσοφίας, τακτικό μέλος της Ακαδημίας Αθηνών

To καθήκον των πολιτικών

Από μακριά, τουλάχιστον, η αντίδραση του κοινού στο φρικιαστικό δυστύχημα στα Τέμπη ήταν απροσδόκητα μαζική και κατά το πλείστον ειρηνική. «Δυστύχημα» ίσως δεν είναι ο καλύτερος όρος για ένα γεγονός που προκλήθηκε από τη σύμπραξη πλήθους παραγόντων –θεσμικών, τεχνικών, και ατομικών–, πολλοί από τους οποίους ήταν γνωστοί και έπρεπε να είχαν ήδη αντιμετωπισθεί. Ο όρος, όμως, που έχει πια επιβληθεί –«η τραγωδία στα Τέμπη»– είναι ακόμη πιο ακατάλληλος. Η «αμαρτία» των τραγικών ηρώων τους καθιστά, ώς ένα σημείο, υπεύθυνους για την καταστροφή τους, ενώ το μόνο «σφάλμα» των θυμάτων της σύγκρουσης ήταν το τρένο που διάλεξαν. Ο όρος «τραγωδία» οδηγεί αναπόφευκτα στο ερώτημα «Ποιος φταίει;» –ώς τώρα, το κύριο μέλημα των πολιτικών και του Tύπου– και όχι στο πολύ πιο σημαντικό «Τι ακριβώς συνέβη;». Αν και η ακριβής περιγραφή της σύγκρουσης μπορεί να συνεπάγεται την ταυτοποίηση των αιτίων της, η απόδοση ευθυνών έχει άμεσες πολιτικές επιπτώσεις, έχει ήδη προκαλέσει οξείες αντιπαραθέσεις και διαιωνίζει την κατάσταση που μας έφερε εδώ. Η ίδια η περιγραφή, όμως, μπορεί να επιτευχθεί με τη συνεργασία του πολιτικού κόσμου και να οδηγήσει σε μια συντονισμένη, μακροπρόθεσμη και καλοπροαίρετη προσπάθεια της πολιτικής ηγεσίας να αποφύγουμε παρόμοια προβλήματα στο μέλλον.

Συνεργασία, σχεδιασμός και καλή θέληση, δυστυχώς, δεν χαρακτηρίζουν ούτε τους πολιτικούς μας ούτε και τον δημόσιο τομέα μέσω του οποίου διοικείται η χώρα. Και εδώ ακριβώς έγκειται η σημασία της αντίδρασης του κοινού στο δυστύχημα των Τεμπών: ο σκοπός των διαδηλώσεων, παρά τα αλληλοσυγκρουόμενα ενδιαφέροντα και τις ασυμβίβαστες πολιτικές αποχρώσεις του πλήθους, είναι ένας και ο αυτός.

Η πολιτική ηγεσία οφείλει να σεβαστεί την ομόνοια των ψηφοφόρων της, να μιμηθεί τη συμπεριφορά τους και να υλοποιήσει τον σκοπό τους –τη συστηματική ανακαίνιση των σιδηροδρομικών και όλων των άλλων υποδομών της χώρας, που απαιτεί σχεδιασμό και θέληση–, το θάρρος να ξεκινήσουν μακροχρόνια έργα από μια κυβέρνηση, αν και θα ολοκληρωθούν μόνο από μια άλλη. Αυτό, με τη σειρά του, απαιτεί τη ριζική μεταρρύθμιση της κρατικής γραφειοκρατίας, η οποία, για πολλούς λόγους, χαρακτηρίζεται από τυπολατρία, αδιαφορία και υπερδιόγκωση – και ακόμη περισσότερη συνεργασία, σχεδιασμό και θέληση.

Iσως η άποψή μου να είναι απλοϊκή. Ούτως ή άλλως, τα δυστυχήματα δεν θα εκλείψουν ποτέ. Η κρίση, όμως, που αντιμετωπίζουμε, η συλλογική θλίψη που μας έχει καταλάβει και η σύμπνοια των επιθυμιών τόσο πολλών από εμάς αποτελούν μια μεγάλη ευκαιρία. Οι πολιτικοί πρέπει να αναγνωρίσουν ότι χρειάζεται να διαχωρίσουμε τα προβλήματα συγκεκριμένων ομάδων της χώρας –προβλήματα για τα οποία οι διαφωνίες μεταξύ των κομμάτων είναι και αναπόφευκτες και απαραίτητες– από τα θέματα που μας αφορούν όλους ανεξαιρέτως. Το δυστύχημα στα Τέμπη μας έφερε αντιμέτωπους με ένα τέτοιο θέμα, το κοινό μας έδειξε πώς πρέπει να αντιδράσουμε και η συμπεριφορά των πολιτικών μας… ίσως να προσαρμοστεί στις ανάγκες του τόπου και στις απαιτήσεις των πολιτών του. Ας ελπίσουμε.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT