Το «σύνδρομο της Σερίφου» ως απειλή – Αντιμέτωπη με την πραγματικότητα η γενιά του brain gain

Το «σύνδρομο της Σερίφου» ως απειλή – Αντιμέτωπη με την πραγματικότητα η γενιά του brain gain

Πολλοί νέοι που επιστρέφουν στην Ελλάδα για να εργασθούν βρίσκουν εμπόδια, όπως ο γιατρός της Σερίφου που παραιτήθηκε πρόσφατα

10' 7" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Το 2018, ο Αθανάσιος Κοντάρης επέστρεψε από τη Σουηδία, στο εθνικό σύστημα υγείας της οποίας είχε εργαστεί για χρόνια, για να ασκήσει την Ιατρική στη Σέριφο, για να δουλέψει στο ΕΣΥ. Αλλά το δικό του ελληνικό όνειρο της επιστροφής δεν πραγματοποιήθηκε όπως φανταζόταν.

Τον προηγούμενο μήνα, δημοσίευσε στο Facebook το υπόμνημα της παραίτησής του από τη θέση του γενικού/οικογενειακού ιατρού επιμελητή Α΄ του Πολυδύναμου Περιφερειακού Ιατρείου Σερίφου, το οποίο έστειλε στον υπουργό Υγείας Θάνο Πλεύρη. Εκεί, πέραν των λόγων της παραίτησής του που αφορούσαν, μεταξύ άλλων, την υποστελέχωση του ιατρείου και τον υπέρογκο φόρτο εργασίας, συμπεριέλαβε και την εξής πρόταση: «Μιλώντας για brain drain, το ΕΣΥ επ’ ουδενί δεν αποτελεί πόλο έλξης των Ελλήνων ιατρών που έφυγαν για το εξωτερικό».

Δεν είναι γνωστό πόσα ακριβώς άτομα έχουν επιστρέψει στην Ελλάδα μετά το τέλος της οικονομικής κρίσης, αλλά τα τελευταία χρόνια γίνεται συχνά λόγος για το brain gain, την αντιστροφή του brain drain, της μετανάστευσης προς το εξωτερικό που στέρησε από την Ελλάδα ένα μεγάλο τμήμα των νέων της τη δεκαετία της κρίσης και απέκτησε δικό της όνομα. Μετά όμως την πολυπόθητη, για αρκετούς, επιστροφή στην πατρίδα, πώς είναι η ζωή σε αυτήν; Πέντε άνθρωποι που έχουν μετακινηθεί μεταξύ Ελλάδας και εξωτερικού, και πάλι πίσω, μιλούν στην «Κ».

Μαργαρίτα Παπαδοπούλου
Οφθαλμίατρος στο Γενικό Νοσοκομείο Παίδων «Παν. και Αγλαΐας Κυριακού»
«Μεγάλη η πίεση, αλλά μπορούμε να τα καταφέρουμε»

Το πρώτο βήμα της Μαργαρίτας Παπαδοπούλου μετά την ολοκλήρωση των σπουδών της στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Πατρών, το 2010, ήταν μακριά από την Ελλάδα. Αρχικά στη Γερμανία, όπου ειδικεύτηκε στην Οφθαλμολογία, και στη συνέχεια στη Βρετανία για να ασχοληθεί με την Παιδοφθαλμολογία. Το 2019 εργαζόταν ως ειδικός στο Moorfields Eye Hospital, το μεγαλύτερο νοσοκομείο της Μεγάλης Βρετανίας για τις παθήσεις των ματιών. Στο τέλος εκείνης της χρονιάς επέστρεψε στην Ελλάδα.

«Γύρισα πριν αρχίσει η πανδημία», λέει στην «Κ» η 36χρονη κ. Παπαδοπούλου, «ήθελα να δουλέψω στην πατρίδα μου. Θεωρώ ότι υπάρχουν στην Ελλάδα δυνατότητες για τους γιατρούς και ότι μπορούμε να προσφέρουμε στη χώρα μας κάτι». Παρότι ήταν πολύ ευχαριστημένη με την εργασιακή της πραγματικότητα στο Λονδίνο, ήθελε πολύ να ζήσει στην Ελλάδα και για την ποιότητα ζωής. Περισσότερα από τρία χρόνια αργότερα, παραμένει απόφαση για την οποία δεν έχει μετανιώσει.

«Ποτέ δεν έχω μετανιώσει», τονίζει στην «Κ». Τώρα δουλεύει στο Γενικό Νοσοκομείο Παίδων «Παν. και Αγλαΐας Κυριακού», όπου λέει πως είναι πολύ ευχαριστημένη τόσο με το τμήμα της ειδικότητάς της όσο και με τη συνεργασία με άλλες ειδικότητες. «Νιώθεις μια ασφάλεια», αναφέρει, «στην Αγγλία πολλές φορές έβλεπα μόνη μου μαγνητικές».

Δεν είναι όμως όλα θετικά. «Υπάρχει μεγάλη έλλειψη ιατρονοσηλευτικού προσωπικού και γραμματειακής υποστήριξης, κενό που συχνά καλύπτουμε εμείς, έχουμε πολύ περισσότερες εφημερίες από ό,τι θα έπρεπε», λέει. «Οι ασθενείς κλείνουν μόνοι τα ραντεβού τους κατευθείαν σε τριτοβάθμιο νοσοκομείο, με αποτέλεσμα να γεμίζουν τα ραντεβού με περιστατικά που θα μπορούσαν να πάνε στην πρωτοβάθμια υγεία», σημειώνει ενδεικτικά. «Είναι πολύ μεγάλη η πίεση, υπάρχει κόπωση του συστήματος», συμπληρώνει.

Παρ’ όλα αυτά, χαίρεται που βρίσκεται στη χώρα. «Θεωρώ ότι όλοι μαζί μπορούμε να βελτιώσουμε τα πράγματα», δηλώνει. Ταυτόχρονα, η ποιότητα της ζωής της έχει βελτιωθεί σημαντικά, λέει, τονίζοντας πως στο κοινωνικό κομμάτι τη βοήθησε η ομάδα Back to Greece, που δημιουργήθηκε για όλους τους Ελληνες που έχουν γυρίσει από το εξωτερικό. «Είναι σημαντικό», λέει η κ. Παπαδοπούλου, «να γνωρίζεις και άλλα άτομα που επέστρεψαν».

Γιώργος Μαλλιαρός
Ειδικός επί ευρωπαϊκών προγραμμάτων για τη ΜΚΟ Stimmuli for Social Change
«Οι υπηρεσίες είναι πολύ αργές και πολύπλοκες»

Δεν είναι από τους ανθρώπους που ονειρεύονταν να ζήσουν ξανά στην Ελλάδα. Ο Γιώργος Μαλλιαρός έφυγε το 2008, στα 18 του. Σπούδασε Πολιτικές Επιστήμες και Διακυβέρνηση στο Πανεπιστήμιο Wesleyan στις ΗΠΑ και στη συνέχεια έκανε μεταπτυχιακό σε Φιλοσοφία, Πολιτική και Οικονομικά στο Πανεπιστήμιο του Λέιντεν στην Ολλανδία. Οταν η πανδημία του κορωνοϊού ήρθε στην Ευρώπη, εκείνος εργαζόταν στη Βουδαπέστη ως consultant για τη συγγραφή προτάσεων και την υλοποίηση ευρωπαϊκών έργων. Λόγω της πανδημίας γύρισε στην Ελλάδα τον Μάρτιο του 2020, χωρίς όμως να έχει σκοπό να μείνει μόνιμα, μέχρι που του έγινε μια πολύ δελεαστική πρόταση από το Εθνικό Κέντρο Ερευνας και Τεχνολογικής Ανάπτυξης στη Θεσσαλονίκη.

Τον Μάιο του 2022 είχε μία ακόμη πολύ καλή επαγγελματική πρόταση, από τη μη κυβερνητική οργάνωση Stimmuli for Social Change, όπου και πάλι ασχολείται με τη συγγραφή προτάσεων για ευρωπαϊκά προγράμματα και τη μετέπειτα υλοποίησή τους. Για τον κ. Μαλλιαρό η επιστροφή στην Ελλάδα ήταν σχεδόν τυχαία, συγκυριακή – δεν αφορά τον ήλιο, τη θάλασσα, την ποιότητα ζωής. Στην Ελλάδα έμεινε λόγω επαγγελματικών ευκαιριών.

«Οι εργασιακές συνθήκες με εξέπληξαν θετικά, αλλά δεν με έχει πείσει ακόμη η ποιότητα ζωής στη χώρα», δηλώνει στην «Κ», τονίζοντας πως ενώ είναι χαρούμενος με το εργασιακό περιβάλλον και, σε επίπεδο ζωής, έχει δίπλα του ένα δίκτυο δικών του ανθρώπων, δεν έχει ακόμη αποφασίσει αν η επιστροφή του είναι πραγματικά μόνιμη.

«Δεν θεωρώ ότι ακόμη λειτουργεί καλά το κράτος, η συνείδησή μου ως Ευρωπαίου πολίτη δεν νιώθει καλά σε αυτή τη χώρα, όπου συναντάς προβλήματα με το επιτελικό κράτος και οι υπηρεσίες είναι πολύ αργές και συχνά αχρείαστα πολύπλοκες», δηλώνει. «Κάποιες φορές», συμπληρώνει, «είναι εξουθενωτικό να ζεις στην Ελλάδα».

Το «σύνδρομο της Σερίφου» ως απειλή – Αντιμέτωπη με την πραγματικότητα η γενιά του brain gain-1
1. «Οι εργασιακές συνθήκες με εξέπληξαν θετικά, αλλά δεν με έχει πείσει ακόμη η ποιότητα ζωής στη χώρα», λέει ο Γιώργος Μαλλιαρός. 2. Η Ηλιάνα Πάνου εργάστηκε πολλά χρόνια στη Γερμανία ως βιολόγος ερευνήτρια. «Μπορεί να έχεις μεγαλύτερο μισθό, αλλά δεν έχεις απαραίτητα την κοινωνική ζωή που θέλεις», αναφέρει. 3. «Στην Ελλάδα υπάρχουν δυνατότητες για τους γιατρούς και μπορούμε να προσφέρουμε στη χώρα μας», σχολιάζει η Μαργαρίτα Παπαδοπούλου, η οποία έζησε για σχεδόν δέκα χρόνια σε Γερμανία και Βρετανία. 4. Τα μενού του Δόξη Μπεκρή «πετούν» σε κάθε άκρη της Γης, ο ίδιος όμως δηλώνει ότι πάντα έχει στο μυαλό του την επιστροφή στην Ελλάδα. 5. Ο φακός της Καρίνας Λογοθέτη εστιάζει στις ευκαιρίες που υπάρχουν για έναν καλλιτέχνη στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. «Σίγουρα στην Αμερική, στον καλλιτεχνικό τομέα ειδικά, sky is the limit», λέει, αλλά προσθέτει ότι η ζυγαριά στην ποιότητα ζωής γέρνει προς τη χώρα μας.

Ηλιάνα Πάνου
Medical Science Liaison στην AstraZeneca Ελλάδος
«Στην Ελλάδα έχω καλύτερη ποιότητα ζωής»

Από τον Ιανουάριο του 2008 μέχρι τον Νοέμβριο του 2017, η 38χρονη Ηλιάνα Πάνου έζησε στη Γερμανία. Εχοντας σπουδάσει Βιολογία στην Ελλάδα, πήγε για να κάνει έρευνα και το διδακτορικό της πάνω στη Νευροφυσιολογία στο Πανεπιστήμιο του Γκέτινγκεν. Μετά έξι χρόνια έρευνας, ξεκίνησε να εργάζεται σε εταιρείες CRO (contract research organization), πελάτες των οποίων είναι μεγάλες φαρμακευτικές εταιρείες. Υστερα από εργασιακή εμπειρία σε εταιρείες όπως η Zeincro και η Roche, αποφάσισε πως είχε αρκετή εμπειρία για να επιστρέψει στην Ελλάδα. «Σκέφτεσαι λίγο τους γονείς σου, το μέλλον, είσαι μόνος σου και λες “από εδώ και πέρα, με ικανοποιεί η Γερμανία, θέλω να ζήσω κι άλλο σε αυτή τη χώρα;”» αναφέρει.

Η απάντηση ήταν «όχι», αλλά και η επιλογή της Ελλάδας παρέμενε άλμα με αβέβαιη προσγείωση. Για οκτώ μήνες ήταν άνεργη. Αλλά το 2018 ξεκίνησε να δουλεύει σε ελληνική CRO. Τον Μάρτιο του 2019 βρήκε δουλειά στη Novartis, όπου έμεινε μέχρι τον προηγούμενο μήνα. Τώρα εργάζεται ως Medical Science Liaison στην AstraZeneca Ελλάδος.

Οταν επέστρεψε από το εξωτερικό, η ενσωμάτωση στα ελληνικά εργασιακά περιβάλλοντα αποτέλεσε πρόκληση, αναφέρει. Και μετά υπήρχαν «γραφειοκρατικές δυσκολίες και παραλογισμοί του Δημοσίου», συμπληρώνει. Αλλά δεν θα άλλαζε την επιλογή της.

«Στη Γερμανία, σου επιβάλλει η χώρα να προσαρμοστείς στο σύστημα και στη νοοτροπία της – πολλές φορές ήταν δύσκολα, μπορούσες να βιώσεις ότι είσαι “η Ελληνίδα” σε ένα περιβάλλον γερμανικό», λέει. Στην Ελλάδα μέχρι στιγμής έχει περάσει καλά. «Εχω καλύτερη ποιότητα ζωής. Μπορεί στη Γερμανία να έχεις μεγαλύτερο μισθό, αλλά δεν έχεις απαραίτητα την κοινωνική ζωή που θέλεις – για όσο κράτησε, ήταν μια χαρά, αλλά οι προϋποθέσεις δεν ήταν αυτές που θα έκαναν την ψυχή μου να ανατάσσεται».

Δόξης Μπεκρής
Assistant Vice President Concept Development της αεροπορικής εταιρείας Emirates
«Το να γυρίζεις πίσω είναι δίκοπο μαχαίρι»

Για άλλους, η επιστροφή στη χώρα δεν ήταν εισιτήριο απλής μετάβασης. Ο 47χρονος Δόξης Μπεκρής επέστρεψε στην Ελλάδα το 2011, έπειτα από πολυετή εμπειρία ως σεφ στο εξωτερικό, και έγινε ο επικεφαλής σεφ του Costa Navarino. Εμεινε εκεί μέχρι το 2014, όταν αποφάσισε να φύγει και πάλι στο εξωτερικό. Από το 2019 μέχρι και σήμερα είναι Assistant Vice President Concept Development της αεροπορικής εταιρείας Emirates, υπεύθυνος για τη δημιουργία και την παραγωγή όλων των μενού της εταιρείας. Η ομάδα του, η οποία αποτελείται από περίπου 2.000 άτομα, ετοιμάζει 225.000 μερίδες φαγητό την ημέρα. Αλλά δεν θέλησε να κλείσει και την πόρτα στην Ελλάδα, συνεχίζοντας να συμβουλεύει εστιατόρια και ξενοδοχεία σχετικά με το μενού τους και την εκπαίδευση του προσωπικού τους.

«Το να γυρίζεις στην Ελλάδα ύστερα από μια πολύ θετική εμπειρία στο εξωτερικό είναι πάντα δίκοπο μαχαίρι», εξηγεί στην «Κ». Αρχικά έφυγε από τη χώρα γιατί έβλεπε ότι δεν ήταν το έδαφος στον τομέα του πρόσφορο για εξέλιξη. Το 2014 έφυγε ξανά γιατί θεωρούσε πως ο κύκλος εκείνου του project είχε κλείσει και ο ίδιος είχε και άλλα να μάθει και να κάνει επαγγελματικά. Αλλά από τότε κράτησε αυτή την εργασιακή, συμβουλευτική επαφή με τη χώρα.

«Πάντα σκέφτομαι να γυρίσω», λέει στην «Κ» ο κ. Μπεκρής, «πιστεύω ότι όσους Ελληνες και αν ρωτήσεις που μετανάστευσαν στο εξωτερικό, θα σου πουν “μακάρι να μπορέσω να γυρίσω”», δηλώνει. Αλλά, παρόλο που τονίζει ότι θα ήθελε να γυρίσει και βλέπει, ειδικά τα τελευταία πέντε χρόνια, τρομερή εξέλιξη στον τομέα του στην Ελλάδα, δεν έχει έρθει ακόμη η στιγμή της μόνιμης επιστροφής.

Καρίνα Λογοθέτη
Φωτογράφος και κινηματογραφίστρια
«Ο ανταγωνισμός στην Πόλη των Αγγέλων ήταν αδυσώπητος»

Το timing είναι ένας από τους παράγοντες που έχουν επηρεάσει σημαντικά τη ζωή της Καρίνας Λογοθέτη. Λίγους μήνες αφότου εκείνη και ο σύντροφός της αποφάσισαν να μετακομίσουν στην Καλιφόρνια το 2016, ένα σενάριο που είχε γράψει κέρδισε το πρώτο βραβείο σε ένα διαγωνισμό στην Ελλάδα. Επέστρεψε για λίγο για να γυρίσει τη μικρού μήκους ταινία της, «Βουρβουρού», την οποία και σκηνοθέτησε, αλλά επειδή μόλις είχαν μετακομίσει στην Αμερική, δεν έμεινε στην Αθήνα μετά την ολοκλήρωση των γυρισμάτων της ταινίας.

Στο Λος Αντζελες η προσαρμογή ήταν δύσκολη και η ζωή σκληρή. Η 33χρονη κ. Λογοθέτη, το πρώτο πτυχίο της οποίας ήταν στη Φωτογραφία, έψαχνε δουλειά κατά βάση σε ταινίες. Αλλά καθώς ο ανταγωνισμός στην Πόλη των Αγγέλων ήταν αδυσώπητος, όπως και το κόστος ζωής, για να επιβιώσει όσο εργαζόταν σε ανεξάρτητες ταινίες φρόντιζε και κατοικίδια – από γάτες και σκύλους μέχρι ερπετά και γουρούνια. Είχε ακούσει πως θέλει περίπου τρία χρόνια για να βρεις τον δρόμο σου στο Λος Αντζελες. Τον δεύτερο χρόνο βρήκε δουλειά ως φωτογράφος. Λίγο μετά την ολοκλήρωση του τρίτου χρόνου ήταν έτοιμη να γυρίσει την πρώτη της ταινία εκεί, την οποία ετοίμαζε για δυόμισι χρόνια. Αλλά πάλι βρήκε το… timing μπροστά της.

Η πρώτη μέρα των γυρισμάτων έγινε η πρώτη μέρα της καραντίνας στην Καλιφόρνια. Αρχικά τα γυρίσματα αναβλήθηκαν. Αλλά καθώς στην Αμερική τα μέτρα ήταν πολύ αυστηρά, θα έπρεπε να απορροφούν το 30% του προϋπολογισμού της ταινίας, για το οποίο δεν υπήρχε δυνατότητα.

Στην Ελλάδα, αντιθέτως, τα πράγματα έτρεχαν. «Αρχισαν να γίνονται πάρα πολλές ξένες παραγωγές, όλα τα ελληνικά συνεργεία ήταν κλεισμένα – “είναι ευκαιρία να γυρίσω τώρα”, σκέφτηκα, πριν γυρίσω ήξερα ότι θα είχα δουλειά σε μια σειρά για ένα εξάμηνο», δηλώνει. Κι έτσι, πριν από ένα χρόνο έκλεισαν το εισιτήριο επιστροφής.

Εδώ δουλεύεις 10-12 ώρες την ημέρα, αναφέρει για τα γυρίσματα, και πληρώνεσαι το ⅓ από ό,τι θα πληρωνόσουν στην Αμερική. Η Ελλάδα δεν υποστηρίζει τους καλλιτέχνες τόσο όσο η Αμερική. Αν δεν ήταν η πανδημία, μπορεί εκείνη και ο σύντροφός της να μην είχαν φύγει, γιατί είχαν αρχίσει και οι δύο να βρίσκουν μια πορεία, λέει. Αλλά δεν μετανιώνει για την επιστροφή.

Στην Καλιφόρνια δηλώνει πως ήταν πολύ απομονωμένη – λόγω της 10ωρης διαφοράς ώρας με την Ελλάδα, έχασε επαφή με τους φίλους της. «Ημασταν μόνοι στο πουθενά, σκεφτόμουν “τώρα που μεγαλώνω, τι κυνηγάω;”. Σίγουρα στην Αμερική, στον καλλιτεχνικό τομέα ειδικά, sky is the limit, αλλά δεν έχει την ποιότητα ζωής της Ελλάδας ή της Ευρώπης», αναφέρει στην «Κ».

Το δικό της «αμερικανικό όνειρο» είναι να μένει στην Ελλάδα και να πηγαίνει στην Καλιφόρνια για 2-3 μήνες τον χρόνο. «Για να μην πάνε χαμένα τα χρόνια εκεί», όπως λέει. Σύντομα θα φύγει για πρώτη φορά από όταν επέστρεψε στην Ελλάδα. Θα προσπαθήσει να γυρίσει μια ταινία εκεί και ταυτόχρονα θα δουλέψει και σε ένα φεστιβάλ ως φωτογράφος. Για δύο μήνες. Μετά, θα γυρίσει πάλι.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή