Αρθρο της Ε. Γκέμη στην «Κ»: Πώς στερήθηκαν το δικαίωμα του ανήκειν

Αρθρο της Ε. Γκέμη στην «Κ»: Πώς στερήθηκαν το δικαίωμα του ανήκειν

Το 1990, η Ελλάδα, από μια χώρα σε μεγάλο βαθμό ομοιογενή σε γλωσσικό, εθνικό και πολιτισμικό επίπεδο, μετατράπηκε «εν μια νυκτί» σε χώρα υποδοχής μαζικών μεταναστευτικών ροών, προερχόμενων κυρίως από την Αλβανία.

2' 39" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Το 1990, η Ελλάδα, από μια χώρα σε μεγάλο βαθμό ομοιογενή σε γλωσσικό, εθνικό και πολιτισμικό επίπεδο, μετατράπηκε «εν μια νυκτί» σε χώρα υποδοχής μαζικών μεταναστευτικών ροών προερχόμενων κυρίως από την Αλβανία. Παρά τις πρωτοφανείς για τα ελληνικά δεδομένα εξελίξεις, η πολιτεία εμφανίστηκε απρόθυμη να αντιμετωπίσει την κατάσταση με θεσμικά μέσα.

Στη συνέχεια, η οικονομική κρίση και οι επακόλουθες κοινωνικοπολιτικές ανακατατάξεις της δεκαετίας του 2010 συνέβαλαν καθοριστικά στην ανατροπή των όποιων κεκτημένων. Ο ρατσισμός της κρίσης συμπαρέσυρε κάθε προσπάθεια εμβάθυνσης της κοινωνικής ένταξης και εμπέδωσης της ετερότητας.

Η νέα αυτή συνθήκη προκάλεσε σοβαρό κύμα θεσμικής και κοινωνικής περιθωριοποίησης της πρώτης γενιάς μεταναστών, ενώ διαμόρφωσε δυσχερέστερες συνθήκες για τη δεύτερη γενιά προκαλώντας την έντονη διαρροή του κοινωνικού τους κεφαλαίου (όπως και των νέων Ελλήνων) μέσω της διεθνικής μετανάστευσης.

Τα διαθέσιμα στατιστικά στοιχεία επιβεβαιώνουν ότι σημαντικός αριθμός τόσο Ελλήνων όσο και δεύτερης γενιάς μεταναστών (πολλοί με ελληνικό διαβατήριο) έχει μετεγκατασταθεί σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Σύμφωνα με την Eurostat (2023) την περίοδο 2012-2021, 1.023.307 Ελληνες πολίτες έχουν μετοικήσει στη Γερμανία και το Ηνωμένο Βασίλειο. Από αυτούς το 30%-40% εκτιμάται ότι είναι νέοι δεύτερης γενιάς μετανάστες αλβανικής καταγωγής.

Σε μια προσπάθεια εις βάθος κατανόησης του φαινομένου, πρόσφατες μελέτες έχουν αναδείξει την οικονομική κρίση, το ασταθές νομικό και κοινωνικό status, και την έλλειψη προοπτικής κοινωνικής ανόδου ως βασικούς λόγους πίσω από την απόφαση να φύγουν από την Ελλάδα. Συγκεκριμένα, το εν εξελίξει ερευνητικό πρόγραμμα με τίτλο «Τροχιές Αλβανικής Μετανάστευσης: Κοινωνική και Γλωσσική Δυναμική στην Ελλάδα, την Αλβανία, το Κοσσυφοπέδιο, την Ιταλία και το Ηνωμένο Βασίλειο» (2023-2024) που χρηματοδοτείται από το Πανεπιστήμιο του Westminster στο Ηνωμένο Βασίλειο, έχει ως στόχο, μεταξύ άλλων, τη χαρτογράφηση του φαινομένου της διεθνικής μετανάστευσης της δεύτερης γενιάς Ελλήνων πολιτών (ή κατόχων άδειας διαμονής δεύτερης γενιάς) αλβανικής καταγωγής από την Ελλάδα προς το Ηνωμένο Βασίλειο. Σύμφωνα με τα προκαταρκτικά αποτελέσματα της εθνογραφικής έρευνας που διεξήχθη τον περασμένο Μάιο στην Αθήνα, προκύπτει ότι η δομική περιθωριοποίηση, ο κοινωνικός στιγματισμός και η οικονομική κρίση είναι οι κύριες αιτίες αποκλεισμού. Επιπλέον, το ζήτημα της πρόσβασης στην ιθαγένεια ή της εξασφάλισης μόνιμης άδειας διαμονής εμπεδώνουν την αίσθηση του περιθωριοποιημένου «άλλου» που του αρνούνται με επίμονο τρόπο το δικαίωμα του ανήκειν. Οπως χαρακτηριστικά αναφέρει ένας ερωτώμενος: «Νιώθω Eλληνας αλλά δεν μπορώ να ταυτιστώ με την Ελλάδα. Δεν νιώθω ότι η κοινωνία είναι έτοιμη να με αποδεχτεί ως Ελληνα, ως Αλβανοέλληνα ή ως Ελληνοαλβανό».

Οι εξελίξεις αυτές σηματοδοτούν μια προαναγγελθείσα κοινωνικοπολιτική οπισθοδρόμηση, οι λόγοι της οποίας ανάγονται σε τρία επίπεδα. Πρώτον, 33 χρόνια μετά τα κύρια χαρακτηριστικά της ελληνικής μεταναστευτικής πολιτικής παραμένουν η επιμονή στη διατήρηση του καθεστώς ιδιότυπης νομιμότητας, η άκρως εθνοκεντρική διάσταση της συμπερίληψης και της ιθαγένειας, και η έμφαση στην ασφάλεια και στις κατασταλτικές πολιτικές.

Το δεύτερο επιχείρημα ανάγεται στον τρόπο διάρθρωσης του δημόσιου λόγου και στον ρόλο των ΜΜΕ. Η υπερπροβολή του βαθιά λαϊκιστικού, «οργισμένου» λόγου, εμποτισμένου συνήθως με φυλετικό μένος, διαμορφώνει συγκρουσιακές συλλογικές συνειδήσεις οι οποίες οδηγούν στην ενοχοποίηση της ετερότητας και στην άρνηση της συνύπαρξης με τη διαφορετικότητα.

Τρίτον, η παρούσα κατάσταση αποτελεί ήττα του κινήματος προάσπισης των δικαιωμάτων των μεταναστών. Παρά τις ιδεολογικές ευαισθησίες και τις καλές προθέσεις το κίνημα δεν επηρεάζει τα κέντρα και τον τρόπο λήψης των αποφάσεων.

Η κ. Εντα Γκέμη είναι επιστημονική συνεργάτις στο ΕΛΙΑΜΕΠ, καθηγήτρια Πολιτικής Κοινωνιολογίας, UNYT.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή