Ημερολόγιο καταστροφής: Οκτώ ημέρες στη φωτιά

Ημερολόγιο καταστροφής: Οκτώ ημέρες στη φωτιά

Τρίτη 29/8/2023, μέρα φωτιάς στο Εβρο ενδέκατη. Οδηγώ από την περιοχή Τρεις Βρύσες με κατεύθυνση προς Αλεξανδρούπολη. Σε μια διαδρομή 40 χιλιομέτρων δεν έχει μείνει ούτε πευκοβελόνα

4' 49" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Τρίτη 29/8/2023, μέρα φωτιάς στο Εβρο ενδέκατη. Οδηγώ από την περιοχή Τρεις Βρύσες με κατεύθυνση προς Αλεξανδρούπολη. Σε μια διαδρομή 40 χιλιομέτρων δεν έχει μείνει ούτε πευκοβελόνα. Ο δρόμος διασχίζει τον ορεινό όγκο του νότιου Εβρου. Το δάσος έχει καεί. Οπου και να κοιτάξεις, όλα είναι μαύρα.

Στην περιοχή Τρεις Βρύσες, κοντά στον οικισμό Κοτρωνιά, βρίσκεται το τελευταίο ενεργό μέτωπο της φωτιάς. Αυτή η περιοχή ακουμπάει την καρδιά του δάσους της Δαδιάς. Περιμετρικά έχουν παραταχθεί δεκάδες πυροσβεστικά οχήματα, που περιμένουν να αναχαιτίσουν τη φωτιά. Σκαπτικά μηχανήματα έχουν ανοίξει αντιπυρική ζώνη. Τέσσερα αεροπλάνα ρίχνουν νερό. 

Εφτασα στον Εβρο το απόγευμα της Δευτέρας της 21ης Αυγούστου. Η φωτιά περνούσε από τη Βιομηχανική Περιοχή της Αλεξανδρούπολης και είχε φτάσει στο χωριό Αβαντας. Οπου και να γυρνούσες το μάτι σου έβλεπε φωτιά. Πυροσβεστικά προσπαθούσαν να την αναχαιτίσουν· ελικόπτερα έριχναν νερό. Οι κάτοικοι του χωριού πάλευαν με τις φλόγες με κλαδιά, άλλοι κοιτούσαν από μακριά αποσβολωμένοι το αποτρόπαιο θέαμα.

Προσπαθώ να βρω δίοδο για να μπω στο χωριό. Ρωτάω έναν άνδρα που καθόταν δίπλα από ένα τζιπάκι που έγραφε «Θηροφύλακες Εβρου». «Δεν ξέρω ποιος δρόμος είναι ανοιχτός», μου λέει. «Θέλεις να βγάλεις θέμα; Τράβα αυτούς». Κοιτάζω και βλέπω δύο τρομοκρατημένους μετανάστες, καθισμένους στην άκρη του δρόμου. Η μία ήταν κοπέλα, ήταν δεν ήταν 18. Προσπερνάω και ψάχνω να βρω δρόμο προς το χωριό. «Γιατί να ασχοληθεί κάποιος με δύο τρομοκρατημένους μετανάστες όταν καίγεται το σύμπαν όλο», σκέφτομαι. Η επικαιρότητα των επόμενων ημερών με προσπέρασε. Η απελπισία πολλές φορές φέρνει την παράνοια.

Δεκαοκτώ νεκροί

Την επομένη το μεσημέρι, η είδηση έλεγε πως 18 απανθρακωμένοι μετανάστες βρέθηκαν δίπλα από ένα μαντρί κοντά στο χωριό Αβαντας. Το πρακτορείο μού ζητάει να εντοπίσω το σημείο. Μαζί με μια φίλη δημοσιογράφο το βρίσκουμε αργά το απόγευμα της Τετάρτης. Μπλε γάντια σε ένα γκρίζο τοπίο. Αυτό ήταν η απόδειξη. Σε ένα δάσος που το μαύρο χρώμα από τα καμένα έφτανε μέχρι εκεί όπου μπορούσε να δει το μάτι σου, το μπλε χρώμα των γαντιών ήταν το μοναδικό πράγμα που έσπαγε τη μονοτονία. Με αυτά είχαν μαζέψει τα σώματα των νεκρών μεταναστών.

Σηκώνω το drone για να βγάλω το σημείο από ψηλά. Για να μη φαίνομαι στο πλάνο, κρύβομαι μέσα στο μοναδικό κτίσμα που υπάρχει όρθιο στο μαντρί. Ενα μικρό δωμάτιο με πεσμένα τα κεραμίδια από τη φωτιά. Την επομένη, στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο Αλεξανδρούπολης συναντάω τον ιατροδικαστή Παύλο Παυλίδη για να του πάρω συνέντευξη για το περιστατικό. Μου λέει πως από το μικρό κτίσμα του μαντριού είχε μαζέψει τρία πτώματα.

Οι φλόγες στο νοσοκομείο

Το προηγούμενο βράδυ, η φωτιά είχε φτάσει έξω από το νοσοκομείο. Με δυσκολία ανάσαινες. Για ώρες, άκουγες τις σειρήνες από τα δεκάδες ασθενοφόρα που έτρεχαν μανιασμένα για να μεταφέρουν τους ασθενείς σε ασφαλή περιοχή. Με ασθενοφόρα και φορτηγά μετέφεραν και τους χρόνια πάσχοντες από το εκκλησιαστικό ίδρυμα του Αγίου Κυπριανού, όλοι κατάκοιτοι. Ιερείς και νοσηλευτικό προσωπικό του ιδρύματος φόρτωναν, στις τρεις τα ξημερώματα, τους ασθενείς με τα καροτσάκια τους πάνω στα οχήματα. Εξω από τον περίβολο του ιδρύματος μια ομάδα πυροσβεστών από τη Θεσσαλονίκη πάλευε με τις φλόγες.

Με ένα συνάδελφο βιντεολήπτη κάνουμε βόλτες μέσα στο καμένο δάσος. Παντού μια επαναλαμβανόμενη εικόνα καταστροφής. «Και τώρα τι κάνουμε;», τον ρωτάω. «Τώρα περιμένουμε τα Ορκ», μου απαντά. Ποιο άλλο πλάσμα θα μπορούσε να ζήσει σε έναν τέτοιο τόπο;

Ενας από τους χαρακτηριστικούς ήχους του Εβρου είναι το κροτάλισμα που κάνουν οι πελαργοί με τα ράμφη τους. Στην περιοχή ζουν εκατοντάδες, όπως και πολλά άλλα είδη πουλιών και άγριων ζώων. Το βράδυ τούς έβλεπες σαν ζαλισμένους να κάθονται στις κολόνες της ΔΕΗ και στα χωράφια. Οι φωλιές τους είχαν καεί.

Η πόλη της Αλεξανδρούπολης έμοιαζε με δυστοπική σκηνή από το μολυσμένο Πεκίνο. Ο καπνός από τη φωτιά δυσκόλευε την αναπνοή. Τα πάντα είχαν χρωματιστεί σε ένα κιτρινοπορτοκαλί χρώμα. Ο κόσμος κυκλοφορούσε με προστατευτικές μάσκες.

Το βράδυ, η παραλία ήταν άδεια από κόσμο και τα μαγαζιά κλειστά. Με δυσκολία βρήκαμε ένα μέρος ανοικτό για να καθίσουμε να φάμε. Στα διπλανά τραπέζια κάθονταν Τούρκοι και Ιταλοί τουρίστες. Οι στάχτες από τη φωτιά έπεφταν σαν νιφάδες χιονιού πάνω στα πιάτα μας.

Τις τελευταίες ημέρες, ο αέρας είχε καθαρίσει αρκετά, τα μαγαζιά άνοιξαν και ο κόσμος έκανε τη συνηθισμένη βόλτα του στην παραλία προσπαθώντας να κερδίσει την κανονικότητά του. Το μέτωπο της φωτιάς ήταν πλέον πολύ μακριά για να επηρεάζει αισθητά την πόλη. Κλιμάκια όργωναν την περιοχή για την καταγραφή των ζημιών, η πολιτική ηγεσία επιθεώρησε και άνοιξε τη συζήτηση για τη στήριξη του τόπου, εισαγγελικές παρεμβάσεις έγιναν για να αποτραπούν τα φαινόμενα ακραίων συμπεριφορών απέναντι στους μετανάστες. Και ανάμεσα σε όλα, ένα δάσος είχε καεί.

Με ένα συνάδελφο βιντεολήπτη κάνουμε βόλτες μέσα στο καμένο δάσος. Παντού μια επαναλαμβανόμενη εικόνα καταστροφής. «Και τώρα τι κάνουμε;» τον ρωτάω. «Τώρα περιμένουμε τα Ορκ», μου απαντά. Ποιο άλλο πλάσμα θα μπορούσε να ζήσει σε έναν τέτοιο τόπο;

Καμένη γη

Εφυγα αργά το απόγευμα της Τρίτης 29 Αυγούστου. Οταν έφτανα στην περιοχή, οκτώ ημέρες πριν, ένα τρομακτικό σύννεφο καπνού σκέπαζε τον ουρανό καθώς διέσχιζα την κατάφυτη πράσινη διαδρομή που σε υποδεχόταν στον νομό λίγο πριν φτάσεις στην πόλη. Σε αυτήν πλέον τη διαδρομή συναντάς μόνο καμένη γη. Οδηγούσα στον δρόμο της επιστροφής και μια ανατριχίλα διαπερνούσε το σώμα μου. Τα νέα έλεγαν πως η φωτιά στον Εβρο είναι η μεγαλύτερη πυρκαγιά των τελευταίων δεκαετιών στην Ευρώπη. Κάηκαν περισσότερα από 800.000 στρέμματα, μια έκταση μεγαλύτερη από τη Νέα Υόρκη. Τα νέα δεν επισημαίνουν πως η φωτιά στον Εβρο είναι και μία από τις φονικότερες των τελευταίων δεκαετιών. Κάηκαν περιουσίες, κάηκαν καλλιέργιες, κάηκε το δάσος, κάηκαν άνθρωποι… Για τον νότιο Εβρο μπορείς να πεις πως κάηκε το σύμπαν όλο.

Από τον καθρέφτη του αυτοκινήτου μου βλέπω ένα μεγάλο μανιτάρι καπνού να σηκώνεται στον ουρανό. Η φωτιά αναζωπυρώθηκε. Ελπίζω αύριο να τη σταματήσουν.

Ο Αλέξανδρος Αβραμίδης είναι φωτογράφος με βάση τη Θεσσαλονίκη, που συνεργάζεται με το πρακτορείο Reuters και την «Καθημερινή».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή