«Από της πρωΐας της χθες η Ελλάς και η Νοτιοσλαυΐα, υποστάσαι απρόκλητον επίθεσιν, ευρίσκονται εμπόλεμοι με την Γερμανίαν».
Με αυτόν τον λιτό τίτλο, ανακοινώνει η «Καθημερινή» στις 7 Απριλίου 1941 την έναρξη της γερμανικής εισβολής που έλαβε χώρα την προηγούμενη ημέρα.
Ο εκδότης και διευθυντής της εφημερίδας, Γεώργιος Α. Βλάχος, αναλαμβάνει να εμψυχώσει τους Ελληνες μέσα από το κύριο άρθρο του: «Το έγκλημα συνετελέσθη, χθες το πρωί.
Χθες το πρωί, εις τας πέντε, ο πρεσβευτής της Γερμανίας κ. Ερμπαχ, βραδυπορών απέναντι του συναδέλφου του κ. Γκράτσι, του Ιταλού, ο οποίος έφθασε πρώτος προ πέντε μηνών, επέδωσεν εις την μαχομένην Ελλάδα το δεύτερον Τελεσίγραφον. Αυτό άνευ όρων.
»[…] Το ερώτημα αποτελεί είδος πολυτελείας εις εποχήν όπου είναι τόσον άφθονα τα άδικα αίματα.
∆εν είναι άλλως τε ώρα ούτε διά ν’ ασχολούμεθα με το ∆ίκαιόν μας, ούτε διά να ζητώμεν την συμπάθειαν του κοινού.
Ωρα είναι να εννοήσωμεν ότι η Μοίρα επέβαλεν εις τους Ελληνας του 1941 ή ν’ αποθάνουν ή να ζήσουν ελεύθεροι.
Πόσοι είναι οι εχθροί, διατί ήλθαν, ποίου μεγέθους είναι το έγκλημα το συντελεσθέν αυτό, τώρα δεν ενδιαφέρει. Αυτό θα ενδιαφέρη, αύριον, την Ιστορίαν.
Τώρα ενδιαφέρει μόνον εν: να νικήσωμεν. Να νικήσωμεν όλοι μαζί, Ελληνες, Αγγλοι, Γιουγκοσλαΰοι, έθνη ηρωικά, έθνη γενναία, έθνη τα οποία μάχονται αυτήν την στιγμήν διά λογαριασμόν ολοκλήρου της ανθρωπότητος. Να νικήσωμεν.
»Να νικήσωμεν μαχόμενοι, πίπτοντες, βομβαρδιζόμενοι, πολυβολούμενοι, αλλά ηνωμένοι, καρτερικοί και γενναίοι μέχρι της τελευταίας στιγμής του Αγώνος, μέχρι τελευταίας πνοής. Ετσι θα νικήσωμεν. Ετσι θα φθάσωμεν εις το τέρμα.
Ετσι θ’ ανθέξωμεν με τα στήθη και την ψυχήν μας εις τα στίφη των ανθρώπων, εις τα πλήθη των μηχανών.
Ετσι θ’ αποδείξωμεν εις τον κόσμον ότι η Αιωνία Ελλάς των Θερμοπυλών και των Μαραθώνων ζη, διά να δίδη το παράδειγμα της αρετής, της αυτοθυσίας και της φανατικής προς την Ελευθερίαν λατρείας.
Εμπρός λοιπόν, όλοι μαζί, με θάρρος, με δύναμιν και από το βάθος της ηρωικής μας ψυχής: Ζήτω η Ελλάς! Ζήτω η αιωνία Ελλάς!».