«Στην Ελλάδα σήμερα κανείς δεν θέλει να γίνει αργυροχρυσοχόος»

«Στην Ελλάδα σήμερα κανείς δεν θέλει να γίνει αργυροχρυσοχόος»

Το επάγγελμα, μέσω του οποίου διατηρείται και διασώζεται ένα κομμάτι της πολιτιστικής μας κληρονομιάς, μαραζώνει όλο και περισσότερο. Αυτοψία της «Κ» σε εργαστήρια της Αθήνας

στην-ελλάδα-σήμερα-κανείς-δεν-θέλει-ν-562791559

Εγχάρακτη ή σκαλιστή. Κτυπητή ή σηκωτή. Συρματερή ή φιλιγκράν, χυτή, σφυρήλατη. 

Οι παραπάνω κατηγορίες είναι μόνο μερικές από τις πολλές που έχουν δημιουργηθεί όλα αυτά τα χρόνια στον κλάδο της αργυροχρυσοχοΐας, με τις τεχνικές να διδάσκονται από γενιά σε γενιά. 

Με την αργυροχρυσοχοΐα να αποτελεί παράδοση πολλών αιώνων, από τους θαυμαστούς θησαυρούς των μυκηναϊκών τάφων και τα λαμπρά κοσμήματα της ελληνορωμαϊκής εποχής μέχρι την ελληνιστική περίοδο, είναι ξεκάθαρο πως δεν πρόκειται για ένα ακόμη επάγγελμα, αλλά για κομμάτι της πολιτιστικής μας κληρονομιάς και ιστορίας. 

Διατηρώντας το δικό του εργαστήριο στην Κολοκοτρώνη, ο Κεβόρκ Κολανιάν, πρόεδρος του συλλόγου Αργυροχρυσοχόων Αθηνών με έτος ίδρυσης το 1917, έχει αποδείξεις πως η παρουσία τόσο του ιδίου όσο και άλλων αργυροχρυσοχόων στο κέντρο της Αθήνας δεν είναι καθόλου τυχαία.

«Στην Ελλάδα σήμερα κανείς δεν θέλει να γίνει αργυροχρυσοχόος»-1
Ο Κεβόρκ Κολανιάν είναι πρόεδρος στον Σύλλογο Αργυροχρυσοχόων Αθηνών, ο οποίος είναι και από τους παλαιότερους της πρωτεύουσας με έτος ίδρυσης το 1917.

«Σε αυτό το ιστορικό τρίγωνο της Αθήνας έχουν βρεθεί αρχαία ελληνικά εργαστήρια αργυροχρυσοχοΐας από τον 5ο αιώνα Οπως βλέπετε, λοιπόν, η παρουσία μας εδώ είναι διαχρονική». 

Ανάγκη για νέους τεχνίτες 

Ωστόσο, ο πρόεδρος ενός από τους αρχαιότερους και μεγαλύτερους συλλόγους στην Ελλάδα με 2.500 μέλη, αναγνωρίζει πως ο κλάδος τα τελευταία χρόνια αφενός δεν έχει καταφέρει να συμβαδίσει με τις ανάγκες της εποχής, αναγκαζόμενος να αντιμετωπίσει εμπόδια από τα χρόνια της κρίσης, αφετέρου βαδίζει προς μία υπαρξιακή απειλή, καθώς το νέο «αίμα τεχνιτών» μειώνεται.

«Στην Αθήνα υπάρχουν ΕΠΑΛ, όπως αυτό στο Μεταξουργείο που είναι άρτια οργανωμένο, αλλά έχει όλους κι όλους πέντε μαθητές. Αυτό οφείλεται κατά τη γνώμη μου στο γεγονός πως πλέον όλο και περισσότεροι νέοι γυρνούν την πλάτη τους στη χειρωνακτική εργασία, παρότι ο δικός μας κλάδος θεωρείται διαχρονικός και δημιουργικός» εξηγεί ο κ. Κολανιάν προσθέτοντας πως μία αντίστοιχη σχολή στον Κορυδαλλό έκλεισε λόγω των λιγοστών εγγραφών.

«Στην Ελλάδα σήμερα κανείς δεν θέλει να γίνει αργυροχρυσοχόος»-2
Ο κ. Μπόγρης έχει 30 χρόνια που χαράζει και σκαλίζει τον χρυσό και το ασήμι. 

Οπως εξηγεί ο ίδιος, η αγωνία πως σε λίγα χρόνια δεν θα υπάρχουν νέοι τεχνίτες είναι υπαρκτή, όπως και ο φόβος ότι μία εξειδίκευση θα χαθεί.

«Η δημιουργία ενός κοσμήματος από το μηδέν θέλει κατάθεση ψυχής. Σε πολλούς τεχνίτες είναι έμφυτο, σε άλλους έρχεται μόλις μάθουν την τέχνη, ενώ μερικοί το συνειδητοποιούν αφού ολοκληρώσουν τα πρώτα τους σχέδια»

«Αυτό που επιδιώκουμε είναι να εκσυγχρονιστούν οι σχολές αργυροχρυσοχοΐας, να καταργηθεί ο φόρος πολυτελείας και να ενταχθεί το κόσμημα στην τουριστική καμπάνια της χώρας μας. Επίσης θα θέλαμε να συνεργασθούμε με μουσεία ώστε να κρατήσουμε ζωντανή την ιστορία μας. Πρέπει να βρεθούν τρόποι ώστε να καταλάβει η νέα γενιά πως το επάγγελμά μας δεν ανήκει στο παρελθόν, ενώ χρέος μας είναι να διαφυλάξουμε την ιστορία του κοσμήματος σαν κόρη οφθαλμού», τονίζει. 

«Στην Ελλάδα σήμερα κανείς δεν θέλει να γίνει αργυροχρυσοχόος»-3
Ο Αναρέκ είναι ο νεότερος του εργαστηρίου, μόλις 19 ετών. Ο ίδιος μαθητεύει στη σχολή ΕΠΑΛ του Γαλατσίου.

Κάνοντας μία περιήγηση στο εργαστήριο του κ. Κολανιάν, γνωρίζουμε τον τεχνίτη Χάρη Μπόγρη, ο οποίος χαράζει, σκαλίζει και δίνει μορφή στον χρυσό και το ασήμι εδώ και 30 χρόνια, καθώς «κόλλησε» το μικρόβιο της τέχνης από τον πατέρα του.

Οπως εξηγεί στην «Κ», η δημιουργία ενός κοσμήματος από το μηδέν θέλει κατάθεση ψυχής. «Σε πολλούς τεχνίτες είναι έμφυτο, σε άλλους έρχεται μόλις μάθουν τέχνη, ενώ μερικοί το συνειδητοποιούν αφού ολοκληρώσουν τα πρώτα τους σχέδια. Το μόνο σίγουρο είναι πως πρόκειται για μία ομαδική εργασία».

«Στην Ελλάδα σήμερα κανείς δεν θέλει να γίνει αργυροχρυσοχόος»-4
Ο Κεβάκ έμαθε την τέχνη της χρυσοχοΐας στη Βηρυτό, όταν ως μαθητής γυμνασίου περνούσε τα καλοκαίρια του σε ένα εργαστήριο παρατηρώντας τους τεχνίτες. 

Δίπλα του είναι ο Ναρέκ Αμπελιάν, ο νεότερος του εργαστηρίου, μόλις 19 ετών. Ο ίδιος μαθητεύει στη σχολή ΕΠΑΛ του Γαλατσίου και μαθαίνει τη δουλειά από τον κ. Μπόγρη και τον Κεβόρκ. 

Ο Κεβόρκ Παρταμιάν όταν ήρθε από τη Βηρυτό στην Αθήνα ήξερε, όπως μας λέει, να φτιάχνει κοσμήματα, καθώς στον Λίβανο υπάρχει εξίσου μεγάλη παράδοση. Ο ίδιος θυμάται τα καλοκαίρια του, ως μαθητής γυμνασίου ακόμη, να παρατηρεί τους τεχνίτες σε ένα εργαστήριο. 

«Κάποια στιγμή άρχισαν να μου αναθέτουν και μένα μικρομαστορέματα ώστε να βγάζω το χαρτζιλίκι μου. Ετσι όταν έφτασα στην Ελλάδα ήξερα ήδη μία τέχνη για να βιοποριστώ», αναφέρει ο Κεβάκ. 

Μία συνεχιζόμενη κρίση

Ο Γιώργος Πονηρός ανέλαβε μαζί με τον αδελφό του την επιχείρηση του πατέρα του την περίοδο της οικονομικής κρίσης. 

«Τότε κάναμε χονδρική, ωστόσο εξαιτίας της οικονομικής κρίσης μονόδρομος για εμάς ήταν η λιανική πώληση κι έτσι ανοίξαμε μαγαζιά σε Μύκονο και Σαντορίνη», τονίζει στην «Κ» ο κ. Πονηρός επισημαίνοντας πως δέκα χρόνια μετά –αφότου ανέλαβε την εταιρεία– η φθίνουσα πορεία του κλάδου δεν έχει σταματήσει. 

«Στην Ελλάδα σήμερα κανείς δεν θέλει να γίνει αργυροχρυσοχόος»-5
Οι περισσότεροι τεχνίτες και τεχνίτριες στο εργαστήριο της οικογένειας Πονηρού είναι πλέον μία οικογένεια, καθώς έχουν κλείσει ήδη 30 χρόνια σε αυτό το κτίριο.

«Αν επιθυμείς στην Ελλάδα να αγοράσεις ένα κόσμημα άνω των 1.000 ευρώ έχεις επιβάρυνση ΦΠΑ 34% με το “καλημέρα”. Αυτό κατά τη γνώμη μου είναι ο νούμερο ένα λόγος που η αργυροχρυσοχοΐα δεν γνωρίζει καμία άνθηση τα τελευταία χρόνια». 

Αν κάποιος διατηρεί κατάστημα κοσμημάτων στην Κέρκυρα και τα εισάγει από την Ιταλία θα έχει μηδενικό ΦΠΑ. Αν τα προμηθευτεί από εμάς, θα έχει 34% ΦΠΑ. Ποιον πιστεύετε θα προτιμήσει;

Η θέσπιση του φόρου πολυτελείας το 2011 έγινε σε μία εποχή που η τιμή του χρυσού ήταν εμφανώς μειωμένη σε σχέση με σήμερα, όπως και το ΦΠΑ, καθώς τότε η τιμή του χρυσού ήταν 11 χιλιάδες το κιλό, ενώ σήμερα το ένα κιλό αντιστοιχεί σε 60 χιλιάδες.

«Θα σας πω ένα απλό παράδειγμα. Αν κάποιος διατηρεί κατάστημα κοσμημάτων στην Κέρκυρα και τα εισάγει από την Ιταλία, δηλαδή προχωρήσει σε μία ενδοκοινοτική συναλλαγή, θα έχει μηδενικό ΦΠΑ. Ωστόσο σε εμάς έχει 24% ΦΠΑ και φόρο πολυτελείας επιπλέον 10%. Εσείς τι πιστεύετε θα προτιμήσει;», αναρωτιέται ο κ. Πονηρός προσθέτοντας πως πολλοί έχουν στραφεί στην πώληση ρούχων ή κινητών, τα οποία αν και κοστίζουν πολλές φορές άνω των 1.000 ευρώ, δεν επιβαρύνονται από τον συγκεκριμένο φόρο.

«Στην Ελλάδα σήμερα κανείς δεν θέλει να γίνει αργυροχρυσοχόος»-6
«Για να μπεις στο εργαστήριο πρέπει να έχεις το μικρόβιο, το σαράκι και ένα άοκνο κέφι να ασχοληθείς με το έργο σου», δηλώνει στην «Κ» ο Γιώργος Πονηρός.

Ο ίδιος δεν ξεχνά πάντως να κάνει και την αυτοκριτική του, τονίζοντας πως ο κλάδος δεν κατάφερε να προσαρμοστεί στα νέα δεδομένα της εποχής και να παραμείνει ελκυστικός στη νέα γενιά, καθώς μονίμως έπρεπε να «κλείνει» μπαλώματα του παρελθόντος. 

«Πολύ νέοι δεν παραμένουν στον κλάδο διότι επιλέγουν κάτι πιο γρήγορο και πιο “ανάλαφρο”. Για να μπεις στο εργαστήριο πρέπει να έχεις το μικρόβιο, το σαράκι, καθώς και άοκνο κέφι να ασχοληθείς με το έργο σου. Σε εμάς οι περισσότεροι τεχνίτες και τεχνίτριες έχουν κλείσει μία 30ετία σε αυτό το κτίριο», καταλήγει. 

Τέχνη χωρίς τέλος 

Από την άλλη πλευρά της Ερμού, στην πλατεία Καρύτση ο κ. Πέτρος διατηρεί το δικό του μικρό εργαστήριο πάνω από 50 χρόνια. 

Ο ίδιος πλέον έχει την ικανότητα να αναγνωρίσει αν φοράς χρυσά κοσμήματα από μέτρα μακριά χωρίς να ρίξει καν δεύτερη ματιά. 

«Στην Ελλάδα σήμερα κανείς δεν θέλει να γίνει αργυροχρυσοχόος»-7
Ο κ. Πέτρος είναι αργυροχρυσοχόος με εμπειρία 50 ετών, ενώ πλέον έχει την ικανότητα να αναγνωρίσει αν φοράς χρυσά κοσμήματα από μέτρα μακριά.

«Την τέχνη μού την έμαθε ο γαμπρός μου, αφότου ήρθαμε από τη Μικρά Ασία», εξηγεί ο ίδιος στην «Κ» λέγοντας πως ποτέ δεν είδε το επάγγελμά του ως εργασία, παρόλο που –όπως μας είπαν γείτονές του– ακόμη και στα 83 του χρόνια αφιερώνει ατελείωτες ώρες για να τελειοποιήσει το κόσμημα που κρατά στα χέρια του.

Δεν ξέρω αν θα θυμούνται εμένα ή τα έργα μου, καθώς η αλήθεια είναι πως σε αυτό το μικρό διαμέρισμα έχω περάσει μία ολόκληρη ζωή. Σίγουρα όμως κάθε μου δημιούργημα έγινε με αγάπη και αφοσίωση

Στα χέρια του κρατά ένα ζευγάρι χρυσούς κρίκους με χάντρες. Είναι το τελευταίο του έργο και σκοπεύει να το τελειοποιήσει σήμερα. «Στην τέχνη δεν υπάρχει τέλος. Μπορείς να κάνεις έναν κρίκο άπειρες φορές και κάθε φορά να είναι διαφορετικός», εξηγεί. 

Ωστόσο το παράπονό του δεν κρύβεται πίσω από το χρυσό ούτε το ασήμι. «Η νέα γενιά δεν ενδιαφέρεται πια γι΄ αυτήν την τέχνη. Δεν τους αδικώ, υπάρχουν πολλά νέα πράγματα για να ανακαλύψουν ακόμη. Κι εγώ πίστευα πως κάποτε θα συνεχίσει αυτή τη μικρή επιχείρηση ο γιος μου, αλλά ο ίδιος δεν ήθελε», σημειώνει δείχνοντας συνειδητοποιημένος ως προς το προδιαγεγραμμένο μέλλον της μικρής του επιχείρησης. 

«Στην Ελλάδα σήμερα κανείς δεν θέλει να γίνει αργυροχρυσοχόος»-8
«Δεν ξέρω αν θα θυμούνται εμένα ή τα έργα μου, αλλά το μόνο σίγουρο είναι πως κάθε μου δημιούργημα έγινε με αγάπη και αφοσίωση», λέει στην «Κ» ο κ. Πέτρος.

Οπως λέει άλλωστε, η δική του επιχείρηση ήταν πάντα αρκετά μικρή ώστε να προσελκύσει νέους βοηθούς, καθώς δεν θα μπορούσε να τους δίνει έναν «μισθό της προκοπής». 

«Δεν ξέρω αν θα θυμούνται εμένα ή τα έργα μου, καθώς η αλήθεια είναι πως σε αυτό το μικρό διαμέρισμα έχω περάσει μία ολόκληρη ζωή. Σίγουρα όμως κάθε μου δημιούργημα έγινε με αγάπη και αφοσίωση», καταλήγει.

«Θέλω να εξελίξω την κληρονομιά σε έναν κλάδο που έχει πάρει την κατιούσα»

Στην άκρη της πλατείας Καρύτση, στην οδό Παρνασσού, ο 29χρονος Αντώνης Κουζούπης μιλάει στο τηλέφωνο με τους συνεργάτες του από το Ριάντ και τη Νέα Υόρκη. Ο ίδιος αποφάσισε να μην αξιοποιήσει το πτυχίο του από τη Σχολή Ναυπηγών Μηχανολόγων Μηχανικών προκειμένου να αναλάβει την επιχείρηση του πατέρα του.

«Είμαι η τρίτη γενιά. Το πρώτο εργαστήριο αργυροχρυσοχοΐας το άνοιξε ο παππούς μου στην Κωνσταντινούπολη το 1947. Το ΄64 με τις απελάσεις των Ελλήνων, το εργαστήριο μεταφέρθηκε στην Αθήνα και έκτοτε κάνουμε αποκλειστικά χονδρική, έχοντας συνάψει συνεργασίες σε 120 καταστήματα στην Ελλάδα», εξηγεί ο ίδιος.

Στην Ελβετία η ωρολογοποιία διδάσκεται στα πανεπιστήμια. Εδώ κάποιος μετά βίας βρίσκει σχολή να μάθει την τέχνη μας

Στην ερώτηση αν ήταν δική του απόφαση να γυρίσει στην οικογενειακή επιχείρηση, η απάντηση ήταν «ναι». «Στόχος μου είναι να εξελίξω μία κληρονομιά σε έναν κλάδο που έχει πάρει την κατιούσα. Θεωρώ βέβαια πως ακόμη παραμένει κλειστός χώρος καθώς ο μέσος όρος ηλικίας είναι 55-70, ωστόσο στόχος μου είναι να συνεισφέρω με νέες ιδέες προκειμένου να φτάσουμε κάποια ευρωπαϊκά πρότυπα. Ηδη κάνω ανακαίνιση στο εργαστήριο ώστε να φέρω εργαλεία νέας γενιάς», τονίζει. 

«Στην Ελλάδα σήμερα κανείς δεν θέλει να γίνει αργυροχρυσοχόος»-9
Το πρώτο εργαστήριο αργυροχρυσοχοΐας της οικογένειας Κουζούπη άνοιξε στην Κωνσταντινούπολη το 1947. Σήμερα είναι η τρίτη γενιά που αναλαμβάνει.

Στη φράση «ευρωπαϊκά πρότυπα», ο πατέρας του, Ντίνος Κουζούπης, κουνάει το χέρι του με ένα ύφος αγανάκτησης. 

«Στην Ελβετία η ωρολογοποιία διδάσκεται στα πανεπιστήμια. Εδώ κάποιος μετά βίας βρίσκει σχολή να μάθει την τέχνη μας», λέει.

Εχοντας γυρίσει άπειρες εκθέσεις σε όλο τον κόσμο, ο κ. Ντίνος έχει δει τα ελληνικά σχέδια όπως ο μαίανδρος και οι κίονες να πρωταγωνιστούν στη διεθνή σκηνή, ενώ τα βυζαντινά στα οποία η οικογένεια έχει παράδοση, πλέον αποτελούν μία δική τους ξεχωριστή κατηγορία. Ωστόσο αναγνωρίζει και ο ίδιος πως η διατήρηση της κληρονομιάς είναι δύσκολη και απαιτεί συντονισμένη προσπάθεια. 

Αίτημα ένταξης στην «Καλών Τεχνών»

«Στο κομμάτι του κοσμήματος θεωρώ πως διατηρούμε την πρωτιά, το πρόβλημα όμως είναι πως όπως κάθε είδους βιοτεχνία έτσι κι εμείς προσπαθούμε να επιβιώσουμε καθώς δεν υπάρχει καμία μέριμνα. Εγώ ξέρω συναδέλφους που απογοητεύονται τόσο πολύ ώστε αποτρέπουν και τα παιδιά τους να γίνουν τεχνίτες ή να αναλάβουν την επιχείρηση», σημειώνει.

Εχοντας διατελέσει πολλά χρόνια πρόεδρος της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Βιοτεχνών Αργυροχρυσοχόων Κοσμηματοπωλών Ωρολογοπωλών, θεωρεί πως η μία αναγκαία λύση είναι η επιμόρφωση των νέων. 

«Οταν ήμουν πρόεδρος του Συλλόγου είχαμε κάνει μία πολύ μεγάλη προσπάθεια ώστε να ενταχθεί ο κλάδος της αργυροχρυσοχοΐας είτε στη Σχολή Καλών Τεχνών είτε ακόμη και στο Πολυτεχνείο και συγκεκριμένα στο Τμήμα Εφαρμοσμένων Τεχνών. Ωστόσο δεν προχώρησε εξαιτίας γραφειοκρατικών εμποδίων», εξηγεί. 

«Στην Ελλάδα σήμερα κανείς δεν θέλει να γίνει αργυροχρυσοχόος»-10
«Στην Ελβετία η ωρολογοποιία διδάσκεται στα πανεπιστήμια. Εδώ κάποιος μετά βίας βρίσκει σχολή να μάθει την τέχνη μας», επισημαίνει ο Ντίνος Κουζούπης. 

Αλλωστε όπως τονίζει ο αρχιτεχνίτης του εργαστηρίου τους, Ανέστης Πιλαβίδης, είναι τόσες πολλές οι τεχνικές που υπάρχουν στην αργυροχρυσοχοΐα που θα μπορούσε να σταθεί ως ανεξάρτητο μάθημα. 

«Πριν 35 χρόνια που ήρθα στο εργαστήριο της οικογένειας είχα την ευκαιρία να μάθω από καλούς μαστόρους και γι΄ αυτό θεωρώ τον εαυτό μου τυχερό. Σήμερα κάνω ό,τι μπορώ για να διαδώσω αυτές τις γνώσεις, ενώ με χαροποιεί ιδιαίτερα που πλέον εκτός από άνδρες τεχνίτες, βλέπω και γυναίκες μαθητευόμενες. Μακάρι αυτή η αγάπη για δημιουργία να μην τελειώσει ποτέ», καταλήγει. 

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή