Θα αποδοθεί δικαιοσύνη για το Μάτι;

Θα αποδοθεί δικαιοσύνη για το Μάτι;

Το χρονικό μιας φορτισμένης αλλά ξεχασμένης δίκης, που αναμένεται να οδηγηθεί σε ετυμηγορία τους επόμενους μήνες

6' 42" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Την ημερομηνία δεν τη γνωρίζουμε, αλλά μέσα στο 2024 αναμένεται η δικαστική απόφαση για το Μάτι. Η απόδοση δικαιοσύνης είναι κάτι που ζητούσαν από την πρώτη στιγμή όχι μόνον όσοι έχασαν κάποιον δικό τους, αλλά και αυτοί τους οποίους έχει στοιχειώσει η φωτιά. Οι εγκαυματίες, οι άνθρωποι που έχασαν το σπίτι τους και αναγκάστηκαν να ξεκινήσουν από το μηδέν, εκείνοι που σώθηκαν από τύχη και έκτοτε έχουν χάσει τον ύπνο τους. Ομως τι συμβαίνει στην ξεχασμένη δικαστική αίθουσα τα τελευταία δύο χρόνια; Τι περιμένουμε από αυτή τη δίκη;

Το ξεκίνημά της ήταν επεισοδιακό. Οσοι φτάσαμε εκείνη την ημέρα του Οκτωβρίου 2022 στο κτίριο της Ευελπίδων δεν μπορούσαμε να το πιστέψουμε. Η δίκη με τους 21 κατηγορουμένους και τους 213 μάρτυρες είχε προγραμματιστεί να διεξαχθεί σε μια αίθουσα που χωρούσε με το ζόρι 50 άτομα. Υστερα από αντιδράσεις μεταφέρθηκε σε μια μεγαλύτερη αίθουσα, όπου όμως δεν λειτουργούσαν τα μικρόφωνα. Τελικά η δίκη κατέληξε στη μεγάλη και υπερσύγχρονη αίθουσα τελετών του Εφετείου, με τα βελούδινα, κόκκινα καθίσματα και τη δρύινη επένδυση στους τοίχους. Η αλλαγή ήταν τόσο ακραία, που νιώθαμε σαν να βρισκόμαστε ξαφνικά σε μια άλλη χώρα. Βέβαια, όταν χειμώνιασε συνειδητοποιήσαμε πως η θέρμανση δεν έφτανε στη συγκεκριμένη αίθουσα. Δυσκολευόσουν να καθίσεις τόσες ώρες –συνήθως έξι σε κάθε συνεδρίαση– ακόμη και εάν φορούσες παλτό και σκούφο.

Οι μαρτυρίες

Τους πρώτους μήνες κατέθεταν οι συγγενείς των θυμάτων και το κλίμα ήταν φορτισμένο. Μπορεί οι ιστορίες να είναι γνωστές, όταν όμως τις άκουγες μέσα στη δικαστική αίθουσα, τη μια μετά την άλλη, αντιλαμβανόσουν διαφορετικά το μέγεθος της απώλειας. Αλλά και κάτι άλλο ήταν ξεκάθαρο σε όσους παρακολουθούσαμε: θα μπορούσε να είναι ο καθένας από εμάς στη θέση τους εκείνη την ημέρα. Το «Μάτι» θα μπορούσε να συμβεί οπουδήποτε. Η φωτιά τους βρήκε ένα ξέγνοιαστο καλοκαιρινό απόγευμα, απόλυτα γνώριμο σε όλους μας. Κάποιοι είχαν μόλις φάει κάτι μετά το μπάνιο, μπορεί να είχαν πιει και μια παγωμένη μπίρα. Αλλοι είχαν μόλις ξυπνήσει από τη μεσημεριανή σιέστα. Κάποιοι κρατούσαν τα εγγόνια τους όσο εργάζονταν τα παιδιά τους. Ολοι ανεξαιρέτως κλήθηκαν να αποφασίσουν ολομόναχοι, μέσα σε ελάχιστα λεπτά, πώς θα σωθούν.

Κάποιοι –ακόμη και περαστικοί– ακολούθησαν οδηγίες της Τροχαίας και εγκλωβίστηκαν (κανείς από την Τροχαία δεν είναι κατηγορούμενος στη δίκη). Αλλοι κατάφεραν να φθάσουν στη θάλασσα, ανακουφισμένοι, σκεπτόμενοι πως δεν μπορεί, το Λιμενικό θα εμφανιστεί από στιγμή σε στιγμή.

Οι περισσότεροι σώθηκαν από Αιγύπτιους ψαράδες (κανείς από το Λιμενικό δεν είναι κατηγορούμενος στη δίκη). Είδαν μπροστά στα μάτια τους δικούς τους ανθρώπους να καίγονται ζωντανοί ή να πνίγονται στη θάλασσα και ήξεραν πως έπρεπε να τους αφήσουν για να προσπαθήσουν να σωθούν. Αλλοι τούς μιλούσαν στο τηλέφωνο. Ακουγαν στη φωνή τους τον πανικό, αλλά δεν μπορούσαν να κάνουν τίποτα για να τους βοηθήσουν.

Το αίτημα που κατατέθηκε τόσο από τον ανακριτή όσο και από την πολιτική αγωγή, για αναβάθμιση κατηγοριών από πλημμέλημα σε κακούργημα, μέχρι στιγμής έχει πέσει στο κενό.

Αγιάτρευτο τραύμα

Στην αίθουσα του Εφετείου καταλαβαίναμε πως αυτή η τραγωδία είναι πρωτοφανής αλλά και ότι το τραύμα παραμένει αγιάτρευτο. Οσοι κατέθεταν, ξαναζούσαν εκείνη την ημέρα. Εβγαιναν από την αίθουσα και κατέρρεαν στην αγκαλιά κάποιου δικού τους. Ειδικά το πρώτο διάστημα, δημοσιογράφοι όλων των Μέσων τους ζητούσαν να κάνουν δηλώσεις. Κάθε βράδυ μια ομάδα από το Μάτι παρακολουθούσε συστηματικά την κάλυψη στα τηλεοπτικά δελτία, ο καθένας και διαφορετικό κανάλι. Τους ενοχλούσε που επικεντρώνονταν στο τραγικό σκέλος των ιστοριών και όχι στην ουσία της δίκης. Στις ευθύνες και στα σφάλματα, στο πώς ο μηχανισμός εκείνη την ημέρα κυριολεκτικά κατέρρευσε, αλλά και στο χρόνιο αίτημά τους: να αναβαθμιστεί το κατηγορητήριο. «Μπορεί να το κάνει ο εισαγγελέας της έδρας», τους είχαν πει οι δικηγόροι τους. Μια μέρα εκτύπωσαν τις φωτογραφίες των 103 νεκρών και τις τοποθέτησαν στα καθίσματα της αίθουσας. «Ολοι ξέρουμε τι δικάζουμε. Γιατί βάλατε τις φωτογραφίες; Το κλίμα δεν πρέπει να είναι φορτισμένο», είπε η πρόεδρος. «Είναι τέσσερα χρόνια φορτισμένο το κλίμα. Δεν κοιμόμαστε τα βράδια. Τι σας ενοχλούν οι φωτογραφίες;», της απάντησαν. Οι φωτογραφίες παρέμειναν. Οταν τελείωσε η συνεδρίαση, ο κάθε ένας πήρε τη φωτογραφία του νεκρού του, κάθισε μπροστά από τις τηλεοπτικές κάμερες και φώναξαν όλοι μαζί «κακούργημα». Στις ειδήσεις έπαιξε η εικόνα, αλλά όχι το τι φώναξαν.

Οι ερωτήσεις της έδρας

Ο ανακριτής Αθανάσιος Μαρνέρης, που είχε χειριστεί την υπόθεση, επέμενε εξαρχής πως το αποδεικτικό υλικό δικαιολογούσε τη στοιχειοθέτηση κακουργήματος για κάποιους από τους κατηγορουμένους. Είχε υποβάλει τέσσερα διαφορετικά αιτήματα ζητώντας αναβάθμιση των κατηγοριών – κάθε αίτημά του όμως απορριπτόταν από την Εισαγγελία. Στη δίκη που είναι σε εξέλιξη όλοι οι κατηγορούμενοι δικάζονται για πλημμελήματα. Οταν έρθει η ώρα της αγόρευσης των δικηγόρων των θυμάτων θα ζητήσουν και πάλι την αναβάθμιση, αλλά η πορεία της δίκης, οι ερωτήσεις που γίνονται από την έδρα δείχνουν πως μέχρι στιγμής τουλάχιστον δεν μοιάζει να υπάρχει από πλευράς τους τέτοια πρόθεση. «Ψάχνουν να βρουν αμέλειες και ελλείψεις, αλλά μέχρις εκεί. Δεν αναζητούν τα βαθύτερα αίτια πίσω από κάποιες κινήσεις που αποδεδειγμένα πλέον θέτουν σοβαρά ερωτήματα για τον τρόπο διαχείρισης της φωτιάς», λέει στην «Κ» ένας από τους δικηγόρους.

Στο δικαστήριο ζήσαμε αυτούς τους μήνες και στιγμές κωμικοτραγικές. Οπως όταν κάποιος ανακάλυψε πως οι πυροσβεστήρες είχαν λήξει προ πολλού ή όταν συνειδητοποιήσαμε πως το επίμονο νιαούρισμα που κάλυπτε την κατάθεση του πραγματογνώμονα ήταν από ένα γατάκι παγιδευμένο σε σωλήνα εξαερισμού. Οι τρεις πυροσβέστες που κλήθηκαν για τον απεγκλωβισμό είδαν έκπληκτοι τη μέχρι πρόσφατα ηγεσία του Σώματος αλλά και κάποιους εν ενεργεία αξιωματικούς να κάθονται στο εδώλιο. Προσπάθησαν, αλλά δεν κατάφεραν να το απεγκλωβίσουν. Τελικά το γατάκι –που υιοθετήθηκε με το όνομα Ματάκι– σώθηκε από εθελοντή.

«Ούτε ο πόνος μπορεί να μας ενώσει»  

Συνεδρίαση είχε και το πρωί του δυστυχήματος στα Τέμπη. Οσοι ήταν εκεί προσπαθούσαν με αγωνία να μάθουν περισσότερες πληροφορίες για το τι είχε συμβεί. Και πάλι ξαναζούσαν το δικό τους τραύμα. Το επόμενο βράδυ ένας από τους επιζώντες του Ματιού, που έχασε τη σύζυγό του μπροστά στα μάτια του και κατάφερε να σώσει το μωρό τους, αποφάσισε να πάει στην πορεία για το δυστύχημα κρατώντας ένα πανό που έγραφε «ΤΕΜΠΗ 57 – ΜΑΤΙ 103». Η παρουσία του όμως ενόχλησε κάποιους. «Τώρα το θυμήθηκες; Για άλλο λόγο είμαστε εδώ», του είπαν, ζητώντας του να φύγει.   

«Εχω προσπαθήσει να μιλήσω με κάποιες από τις ομάδες των οικογενειών των θυμάτων από τα Τέμπη. Θέλω να τους καλέσω στο δικαστήριο να δουν τι θα αντιμετωπίσουν. Αλλά δεν υπάρχει ανταπόκριση», λέει ο Αρης Χερουβείμ, ο οποίος έχασε τη μητέρα, την αδελφή και τις δύο ανιψιές του στο Μάτι. «Οι υποθέσεις μας έχουν πολλά κοινά, αλλά δυστυχώς κάποιοι προσπαθώντας να τις εργαλειοποιήσουν μας έχουν βάλει απέναντι. Σε αυτή τη χώρα ούτε ο ανθρώπινος πόνος δεν μπορεί να μας ενώσει», σημειώνει.   

Αδειο ακροατήριο  

Ο ίδιος έχει τη δυνατότητα αλλά και την ανάγκη να είναι παρών σε κάθε συνεδρίαση. Με τον καιρό έχει δει την αίθουσα να ερημώνει. Τέσσερις άνθρωποι όλοι κι όλοι συνεχίζουν να παρευρίσκονται. Υπάρχουν συνεδριάσεις που είναι ο μοναδικός στο ακροατήριο και στα έδρανα των δικηγόρων των θυμάτων υπάρχει μονάχα ένας δικηγόρος. «Θέλω να είμαι εκεί για να τους κοιτάω στα μάτια. Αισθάνομαι πως έχω ένα χρέος όχι μόνο απέναντι στην οικογένειά μου αλλά και σε αυτό που έχει συμβεί στη χώρα. Παρ’ όλα αυτά το αντιλαμβάνομαι πως είναι ένα βαρύ φορτίο. Δεν ξέρω πώς αντέχω ή πώς αντέχει η οικογένειά μου. Με στηρίζουν, αλλά ταυτόχρονα το πληρώνουν. Εχω μονίμως νεύρα, το μόνο που σκέφτομαι είναι το δικαστήριο. Εχω πάντως φθάσει στο σημείο να επιθυμώ η υπόθεση να παραγραφεί. Να ρεζιλευτούμε ως χώρα και να πάω στα ευρωπαϊκά δικαστήρια», εξηγεί. (Πρέπει να υπάρξει αμετάκλητη απόφαση μέχρι τον Ιούλιο του 2026.) 
Η μέγιστη ποινή είναι 8 χρόνια φυλάκισης, εξαγοράσιμα και με αναστολή. Δεν πρόκειται δηλαδή να εκτιθεί. Πέρα όμως από το εάν τελικά θα υπάρξει ποινική αξιολόγηση των ευθυνών, η δίκη θα μπορούσε να είναι μια ευκαιρία για αυτοκάθαρση της Πυροσβεστικής. Με βάση τα όσα έχουν πλέον βγει στο φως, γνωρίζουν ποιοι είχαν την ευθύνη, ποιοι απέτυχαν. Θα έπρεπε να έχουν φύγει από το Σώμα και όχι να έχουν προαχθεί. Να έχουν διορθωθεί όσα δεν λειτούργησαν.  Είναι το ελάχιστο όχι μόνο από σεβασμό στους νεκρούς, αλλά και για να μην επαναληφθούν τα μοιραία λάθη στην επόμενη αναπόφευκτη φυσική καταστροφή.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή