Αρθρο Ιωάννη Ηρειώτη στην «Κ»: Μοντέλο άκρατης καταστολής και ακραίας τιμωρητικής λογικής

Αρθρο Ιωάννη Ηρειώτη στην «Κ»: Μοντέλο άκρατης καταστολής και ακραίας τιμωρητικής λογικής

Νομοσχέδιο υπ. Δικαιοσύνης: ορατός ο κίνδυνος φυλάκισης «μικρομεσαίων» εγκληματιών για αδικήματα εξ αμελείας

3' 48" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Με πρόσχημα την εκρίζωση της εγκληματικότητας το σχέδιο νόμου, το οποίο αποτελεί προϊόν αγνώστων συντακτών, οδηγεί σε «παραμόρφωση» του ποινικού δικαίου και σε ποιοτική υποβάθμιση της ποινικής δίκης. Εντονες είναι, λοιπόν, οι αντιδράσεις του νομικού κόσμου, ενώ ενδεικτικό του όλως προβληματικού χαρακτήρα του νομοσχεδίου είναι το γεγονός ότι έχει αποδοκιμαστεί ακόμα και από δικαστικούς και εισαγγελικούς λειτουργούς της χώρας.

Βασική φιλοσοφία που διατρέχει τις προτεινόμενες «παρεμβάσεις» επί του Ποινικού Κώδικα είναι η αυστηροποίηση του υφιστάμενου πλαισίου ποινών με υποτιθέμενο στόχο τον περιορισμό της εγκληματικότητας και την καταπολέμηση του αισθήματος ατιμωρησίας. Πλην όμως, το υπουργείο Δικαιοσύνης νομοθετεί αποκλειστικά προς ικανοποίηση της κοινής γνώμης, «θυσιάζοντας» θεμελιώδεις αρχές του φιλελεύθερου ποινικού δικαίου. Δημιουργεί δε εντέχνως την εσφαλμένη εντύπωση ότι στοχεύει στην καταπολέμηση της «βαριάς» εγκληματικότητας, ενώ η πραγματικότητα είναι ότι επιδιώκει τον εγκλεισμό στη φυλακή ακόμα και δραστών πλημμελημάτων. Αλλωστε, ο ισχύων Ποινικός Κώδικας του έτους 2019 προφανώς και καταλείπει ευρύ περιθώριο εγκλεισμού του δράστη πλημμελήματος στη φυλακή, εφόσον όμως αυτό κριθεί σκόπιμο και δικαιοπολιτικά αναγκαίο από τον δικαστή, γεγονός που αποσιωπάται από το υπουργείο Δικαιοσύνης για επικοινωνιακούς λόγους.

Με το νομοσχέδιο κινδυνεύουν, λοιπόν, με εγκλεισμό σε σωφρονιστικό κατάστημα, κυρίως επιχειρηματίες και έμποροι, κατόπιν καταδίκης για οικονομικά αδικήματα πλημμεληματικής φύσεως, αλλά και φυσικά πρόσωπα που κατέχουν ιθύνουσα θέση σε νομικά πρόσωπα (π.χ. εργοστάσιο ή διυλιστήριο)· όπως οι νόμιμοι εκπρόσωποι και οι τεχνικοί διευθυντές μιας εταιρείας, κατόπιν καταδίκης τους λ.χ. για παραβίαση της αντιρρυπαντικής νομοθεσίας. Σημειώνεται ότι τα πρόσωπα αυτά υπέχουν εκ του νόμου «αντικειμενική» ευθύνη, ήτοι ενδέχεται να καταδικαστούν για πράξεις ή παραλείψεις έτερων εργαζομένων στο νομικό πρόσωπο.

Τα παραπάνω, βέβαια, δεν έχουν εμπεδωθεί από την κοινή γνώμη, καθώς οι πολίτες δεν έχουν συνειδητοποιήσει ότι αμέσως μετά την ψήφιση του νομοσχεδίου του υπουργείου Δικαιοσύνης, θα είναι εν δυνάμει κρατούμενοι των φυλακών της χώρας, έστω και για μικρό χρονικό διάστημα. Η κατακόρυφη δε αύξηση του εγκλεισμού στη φυλακή, που θα προκληθεί, θα επιδεινώσει το φαινόμενο του υπερπληθυσμού στα ήδη επιβαρυμένα ελληνικά σωφρονιστικά καταστήματα.

Συγκεκριμένα, προτείνονται μεταξύ άλλων οι εξής ουσιώδεις «παρεμβάσεις» στο γενικό μέρος του Ποινικού Κώδικα: 1) Προβλέπεται η δυνατότητα επιβολής πλήρους ποινής επί απόπειρας και (απλής) συνέργειας, παρά τη μειωμένης έντασης προσβολή, που προκαλεί ο δράστης αυτών. Χαρακτηριστικά επισημαίνεται το παράδειγμα του συνεργού στο αδίκημα της κλοπής που φωτίζει το χρηματοκιβώτιο επικουρώντας τον διαρρήκτη κατά την εκτέλεση της πράξης. Στην περίπτωση που ο φυσικός αυτουργός αποφασίσει να πυροβολήσει κατά του ιδιοκτήτη του χρηματοκιβωτίου που τον καταλαμβάνει επ’ αυτοφώρω, σκοτώνοντάς τον, τότε ο ως άνω συνεργός κινδυνεύει να τιμωρηθεί ως απλός συνεργός της ανθρωποκτονίας με ισόβια κάθειρξη! Το παραπάνω είναι, βέβαια, δικαιοπολιτικά μη ανεκτό σε ένα κράτος δικαίου! 2) Αυξάνονται τα ανώτατα όρια πρόσκαιρης κάθειρξης από 15 σε 20 έτη. 3) Αυξάνονται τα ανώτατα και τα κατώτατα όρια της μειωμένης ποινής κατ’ άρθρο 83 Π.Κ. Επί της ουσίας ο νομοθέτης προσπαθεί να εξασφαλίσει ότι ακόμα και επί συνδρομής λόγου μείωσης ποινής (ελαφρυντικές περιστάσεις, απόπειρα, συνέργεια κ.λπ.) ο δράστης θα εκτίσει πραγματικά την ποινή που θα του επιβληθεί, είτε εν όλω είτε εν μέρει και στα πλημμελήματα! 4) Καταργείται η ελαφρυντική περίσταση του πρότερου «σύννομου βίου» και επαναφέρεται το απροσδιόριστο κριτήριο του πρότερου «έντιμου βίου», γεγονός που θα καταστήσει τη χορήγηση του εν λόγω ελαφρυντικού ως «φωτεινή εξαίρεση». 5) Περιορίζεται δραματικά ο θεσμός της αναστολής εκτέλεσης της ποινής κατά κανόνα σε ποινές ενός έτους και προβλέπεται η μερική αναστολή της ποινής σε ποινές έως τρία έτη.

Το ίδιο μοντέλο άκρατης καταστολής και ακραίας τιμωρητικής λογικής, που δεν συνάδει με θεμελιώδεις αρχές της ποινικής επιστήμης, διαπνέει και τις «παρεμβάσεις» στο ειδικό μέρος του Ποινικού Κώδικα, με χαρακτηριστικά παραδείγματα: α) Την κατακόρυφη αύξηση του κατώτατου ορίου φυλάκισης στην ανθρωποκτονία εξ αμελείας, από ποινή φυλάκισης τουλάχιστον 3 μηνών σε ποινή φυλάκισης τουλάχιστον 2 ετών. β) Την απειλή ποινής κάθειρξης τουλάχιστον 10 ετών για την παραβίαση ερυθρού σηματοδότη, που είχε ως αποτέλεσμα τον θάνατο άλλου, η οποία κρίνεται ιδιαιτέρως δυσανάλογη σε σχέση με αυτή καθ’ εαυτήν τη συμπεριφορά και αφορά σε μεγάλο μέρος των πολιτών της χώρας, ήτοι στους οδηγούς όλων των μέσων μεταφοράς! και γ) Την προσθήκη της δήμευσης ως παρεπόμενης ποινής στο αδίκημα του εμπρησμού δάσους, τελεσθέν τόσο από αμέλεια όσο και από δόλο, η οποία δεν αφορά ούτε σε προϊόντα του εγκλήματος ή στο τίμημά τους, ούτε σε αντικείμενα επικίνδυνα για τη δημόσια τάξη, αλλά στο σύνολο της περιουσίας του καταδικασθέντος πολίτη.

Ηδη από την απλή επισκόπηση των παραπάνω προτεινόμενων τροποποιήσεων γίνεται ευχερώς αντιληπτό ότι το σχέδιο νόμου αποτελεί κείμενο βαθύτατα οπισθοδρομικό και αντιεπιστημονικό, το οποίο επιχειρεί να επιφέρει την υποτιθέμενη αναβάθμιση της ποινικής δίκης, πλην όμως οδηγεί αναπόδραστα στην ποιοτική της υποβάθμιση.

* Ο κ. Ιωάννης Θ. Ηρειώτης είναι δικηγόρος, αντιπρόεδρος ΕΕΠ.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή