«Χρειάστηκε να κάνω ιατρική πολέμου»
χρειάστηκε-να-κάνω-ιατρική-πολέμου-562891672

«Χρειάστηκε να κάνω ιατρική πολέμου»

Τι τους οδήγησε στη μετανάστευση; Θα επέστρεφαν στην Ελλάδα και υπό ποιες συνθήκες; Η «Κ» συνομιλεί με Ελληνες γιατρούς που επέλεξαν το εξωτερικό, ενώ παρουσιάζει τα στοιχεία για τη μεγάλη φυγή τα τελευταία χρόνια

Βασίλης Ανδριανόπουλος
Ακούστε το άρθρο

Ατελείωτο ωράριο, χαμηλοί μισθοί και καθημερινή ανάγκη να ξεπερνάς τον εαυτό σου. Οπως αφηγήθηκαν στην «Κ» γιατροί που εγκατέλειψαν τη χώρα προκειμένου να εργαστούν στο εξωτερικό, δεν επέλεξαν αβίαστα τη μετανάστευση.

Η επιλογή τους ήταν μια επιβεβλημένη ανάγκη, που καθορίστηκε από τις καθημερινές δυσκολίες τις οποίες αντιμετώπιζαν. Δυσκολίες που εν πολλοίς υφίστανται και σήμερα για τους συναδέλφους τους οι οποίοι εργάζονται στην Ελλάδα. Αυτός άλλωστε είναι ο λόγος, που για τους περισσότερους, αποτελεί πλέον συνειδητή επιλογή να μην επιστρέψουν στη χώρα μας.  

18 χιλιάδες γιατροί έφυγαν την τελευταία 15ετία από την Αθήνα

Από το 2007 έως το 2023, έχουν εκδοθεί συνολικά από τον Ιατρικό Σύλλογο Αθηνών 18.162 πιστοποιητικά για γιατρούς που έφυγαν στο εξωτερικό. Το 2023 έφυγαν συνολικά 808 γιατροί, εκ των οποίων οι 525 ήταν ειδικευμένοι. Ο μεγαλύτερος όγκος των γιατρών κινήθηκε στην Αγγλία, όπου μετανάστευσαν 288 γιατροί, ενώ ακολουθούν Κύπρος, Γαλλία, Γερμανία και Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα.

Οπως προκύπτει από τα επίμαχα στοιχεία, την τελευταία τριετία ο αριθμός των γιατρών που έλαβαν αυτό το πιστοποιητικό, είναι σχετικά σταθερός: το 2022 εκδόθηκαν και πάλι 808 πιστοποιητικά, το 2021 εκδόθηκαν 866 πιστοποιητικά και το 2020 εκδόθηκαν 901 πιστοποιητικά. Η κατάσταση μπορεί να εμφανίζεται ελαφρώς βελτιωμένη, συγκριτικά με τις αρχές της οικονομικής κρίσης, όταν στο απόγειο του φαινομένου, το 2012, έφυγαν 1.808 γιατροί, όμως το brain drain των γιατρών εξακολουθεί να υφίσταται σε μεγάλη κλίμακα.

«Το εξωτερικό η πρώτη επιλογή για τους νέους»

Σύμφωνα με όσα δήλωσε στην «Κ» ο πρόεδρος του Πανελλήνιου Ιατρικού Συλλόγου, Αθανάσιος Εξαδάκτυλος, υπολογίζεται πως οι Ελληνες γιατροί που δουλεύουν αυτή τη στιγμή στο εξωτερικό, είναι περίπου 18-20 χιλιάδες. Σύμφωνα με τον ίδιο, το brain drain «συνέβαινε πάντα». Η διαφορά, βάσει των όσων σχολίασε, είναι ότι πριν από μερικά χρόνια μετανάστευαν κυρίως γιατροί μεγαλύτερης ηλικίας, ακόμη και 55-60 ετών, όμως πλέον το εξωτερικό «είναι η πρώτη και καλύτερη επιλογή για τους νέους συναδέλφους. Εκεί δεν μπαίνουν σε λίστες αναμονής για ειδικότητες, ενώ οι απολαβές είναι πολύ καλές σε ένα περιβάλλον που κατά κανόνα είναι καλύτερο από το ελληνικό».

Παρ’ όλα αυτά, σύμφωνα με τον ίδιο, οι γιατροί εντός των συνόρων είναι «54 χιλιάδες, ενώ με ένα καλό σύστημα που θα αξιοποιούνταν πλήρως, οι ανάγκες θα καλύπτονταν από 35-38 χιλιάδες γιατρούς».

Σύμφωνα με έρευνα που δημοσίευσε το European Observatory σχετικά με τον τομέα της υγείας στην Ελλάδα για το 2023, αντιστοιχούν 6,3 γιατροί στην Ελλάδα ανά 1.000 κατοίκους, όταν ο αντίστοιχος μέσος ευρωπαϊκός όρος κυμαίνεται στο 5,6. Αυτό όμως οφείλεται σε σημαντικό βαθμό σύμφωνα με την επίμαχη μελέτη στο ότι «όλοι οι γιατροί που έχουν άδεια να ασκούν το επάγγελμα καταγράφονται στα δεδομένα και όχι μόνο όσοι είναι επαγγελματικά ενεργοί», ενώ το ποσοστό των γενικών ιατρών στη χώρα είναι «μακράν το χαμηλότερο μεταξύ των υπόλοιπων ευρωπαϊκών χωρών».              

 «Χρειάστηκε να κάνω ιατρική πολέμου»

Ο Παναγιώτης Ευαγγελινέλης αποφάσισε να μεταναστεύσει σε ηλικία πενήντα ετών. Ηταν μια απόφαση που, όπως αφηγήθηκε στην «Κ», πήρε σε λιγότερο από μια ώρα. Εργάστηκε ως ειδικός παθολόγος στον «Ευαγγελισμό». Ηταν στα πρόθυρα της μονιμοποίησης, που όμως δεν ήρθε ποτέ. Πλέον εργάζεται στο Γ.Ν. Λευκωσίας, ως παθολόγος στον ογκολογικό θάλαμο.

Ενας από τους κυριότερους παράγοντες που τον έκαναν να εγκαταλείψει την Ελλάδα ήταν σύμφωνα με τον ίδιο, «η επαγγελματική εξουθένωση. Ως ειδικός παθολόγος πέρασα περίπου δύο χρόνια στις κλινικές και στις εφημερίες Covid, καθώς και στις γενικές εφημερίες. Oπως πολλοί συνάδελφοί μου, χρειάστηκε να κάνω ιατρική πολέμου. Δηλαδή, να εφημερεύεις σε μια πτέρυγα Covid, με 80 αρρώστους, να έχεις 16 που χρειάζονται συσκευή high flow, αλλά να υπάρχουν μόνο δέκα μηχανήματα. Οπότε κατευθείαν θα πρέπει να διαλέξεις σε ποιους έξι θα δώσεις λιγότερες πιθανότητες να επιβιώσουν».

Είχα πλήρη επίγνωση του ιατρικού έργου που επιτελούσα και αισθaνόμουν όμορφα γι’ αυτό. Οι ανθρώπινες αντοχές όμως κάποια στιγμή στερεύουν.   

Ενας επιπλέον λόγος ήταν τα ωράρια, καθώς «τουλάχιστον δύο φορές τον μήνα, έχεις μια βάρδια 32 ωρών που είναι απάνθρωπη, όμως γίνονται πολλές τέτοιες στην Ελλάδα. Εγώ χρειαζόμουν έως και τρεις ημέρες για να συνέλθω».

Ο ίδιος είχε πλήρη επίγνωση της «σημαντικότητας του ιατρικού έργου που επιτελούσα και αισθανόμουν όμορφα γι’ αυτό. Οι ανθρώπινες αντοχές όμως κάποια στιγμή στερεύουν. Λίγο καιρό πριν φύγω χρειάστηκε να νοσηλευθώ με μια πολύ σπάνια διάγνωση, που σίγουρα σχετιζόταν με το στρες».

Ακόμη κι έτσι όμως, όλα θα ήταν διαφορετικά, αν ο μισθός ήταν καλύτερος: «Οι μισθοί είναι τραγικά χαμηλοί για επαγγελματίες υγείας που έχουν δαπανήσει τουλάχιστον 12 χρόνια σπουδάζοντας. Πουθενά στον προηγμένο κόσμο δεν υπάρχουν τα ωράρια και οι μισθοί της Ελλάδας για τους μάχιμους γιατρούς».

Μου λείπει η Ελλάδα και οι άνθρωποί μου, όχι όμως το καθεστώς ανέχειας στο οποίο ζούσα, οι εργασιακές συνθήκες και το συνεχές κυνηγητό για να γίνει η εξέταση προκειμένου να προχωρήσει η πορεία του ασθενή.

Εφυγε το φθινόπωρο του 2022. Την ημέρα που πήρε τη μεγάλη απόφαση, γυρνούσε με ταξί από τον Ευαγγελισμό στα Πατήσια όπου έμενε, επειδή του είχαν κλέψει το αμάξι: «Σκεφτόμουν ότι δεν θα μπορέσω να αγοράσω αυτοκίνητο, αφού δεν μας έφταναν τα χρήματα να βγάλουμε τον μήνα. Είπα τότε ότι δεν μου αξίζει αυτό και πήρα ένα φίλο μου που είχε πάει Κύπρο πριν από μερικούς μήνες. Τον ρώτησα αν ο μισθός που ήξερα ότι παίρνει ισχύει, μου το επιβεβαίωσε. Μου είπε ότι ψάχνουν παθολόγο εκεί που εργαζόταν κι έτσι σε λιγότερο από μια ώρα το αποφάσισα».

Σχετικά με το αν στηρίζει την επιλογή του, ο κ. Ευαγγελινέλης σχολίασε δηκτικά ότι «λίγους μήνες αφότου ήρθα, επανήλθα σε φυσιολογικούς ρυθμούς ζωής και άλλαξε η αρτηριακή μου πίεση χωρίς να μεταβάλω τη φαρμακευτική αγωγή. Μου λείπει η Ελλάδα και οι άνθρωποί μου, όχι όμως το καθεστώς ανέχειας στο οποίο ζούσα, οι εργασιακές συνθήκες και το συνεχές κυνηγητό για να γίνει η εξέταση προκειμένου να προχωρήσει η πορεία του ασθενή».

«Αισθανόμουν αδικία για την αμοιβή»

Στην Κύπρο δουλεύει πλέον, ακόμη ένας γιατρός –θέλησε να διατηρήσει την ανωνυμία του– που μέχρι πρόσφατα εργαζόταν στον Ευαγγελισμό. Εκανε την ειδικότητά του ως πνευμονολόγος στο νοσοκομείο «Σωτηρία» και κατόπιν εργάστηκε στον «Ευαγγελισμό» με εξάμηνες συμβάσεις ορισμένου χρόνου σαν επικουρικό προσωπικό.  

Οπως αφηγήθηκε στην «Κ» οι ελλείψεις στο ΕΣΥ είναι «οφθαλμοφανείς. Τα ωράρια είναι εξαντλητικά. Το προσωπικό δεν έφτανε για να καλύψει τις βασικές ανάγκες και έπρεπε να υπερβεί εαυτόν. Αυτό επιδεινώθηκε την περίοδο της πανδημίας». Ηταν μια κατάσταση «πολύ ψυχοφθόρα». Την περίοδο την πανδημίας, ο ίδιος «αισθανόταν αδικία για την αμοιβή, αλλά και επειδή δεν μπορούσα να μπω στις προκηρύξεις, καθώς δεν είχα κάνει το αγροτικό μου».

Θα θέλαμε να προσφέρουμε το έργο μας στη χώρα μας, θα έπρεπε όμως να υπήρχαν πιο ανθρώπινες συνθήκες. 

Οι δυσκολίες και η αβεβαιότητα για το μέλλον, τον ώθησαν τελικά στις αρχές του 2022 να μεταναστεύσει σε ηλικία 33 ετών στην Κύπρο, έχοντας εργαστεί ήδη οχτώ χρόνια στην Ελλάδα. «Οσο κοντά κι αν είναι η Κύπρος», όπως ανέφερε, «ποτέ δεν είναι ευχάριστο να φεύγεις από το περιβάλλον σου».

Πλέον, εργάζεται στο Γ.Ν. Λευκωσίας, όπου οι εργασιακές συνθήκες είναι «σαφέστατα καλύτερες αναφορικά με τον όγκο δουλειάς και τις πολύ καλύτερες απολαβές που ανταποκρίνονται στο έργο που παράγεις». Οι συνάδελφοί του που πάνε στην Κύπρο «αυξάνονται συνεχώς, ειδικά το τελευταίο εξάμηνο. Θα θέλαμε να προσφέρουμε το έργο μας στη χώρα μας, θα έπρεπε όμως να υπήρχαν πιο ανθρώπινες συνθήκες».

«Θα γυρίσουμε μόνο με τη σύνταξη» 

Η Κωνσταντίνα Γρούγουρη έφυγε από την Ελλάδα με τον άνδρα της το 2011, όταν ήταν 36 ετών. Τότε εργαζόταν σε μια ιδιωτική κλινική στην Αθήνα. Τελείωσε την ειδικότητά της ως ακτινολόγος το 2008 και ο σύζυγός της ως νεφρολόγος το 2010. Οπως αφηγήθηκε στην «Κ», η αρχική τους σκέψη ήταν να φύγουν για ένα χρόνο, «όμως μετά ήρθε η κρίση και άλλαξαν πολύ τα πράγματα στην Ελλάδα. Δεν θέλαμε να φύγουμε, αλλά μας ώθησαν τα πράγματα».

Η απόφασή τους τότε δεν ήταν συνειδητοποιημένη, καθώς αναζητούσαν μια περαιτέρω εκπαίδευση. Επιασαν δουλειά σε δημόσια νοσοκομεία στο Λονδίνο και σύντομα συνειδητοποίησαν ότι η Αγγλία τους ταιριάζει: «Εδώ δεν έχεις πολλά να σκεφτείς εκτός από τη δουλειά σου. Υπάρχει η ασφάλεια ότι το σύστημα δεν είναι γεμάτο τρύπες».

Οι εφημερίες στην Αγγλία αποτελούν μια εντελώς διαφορετική συνθήκη συγκριτικά με την Ελλάδα, καθώς όπως σχολίασε η κ. Γρούρουρη, «τις γνωρίζεις έξι μήνες πριν και μπορείς να οργανώσεις τη ζωή σου». Σημαντικό είναι και το κομμάτι των απολαβών, ειδικά «όταν έχεις προσπαθήσει τόσο στη ζωή σου. Μπορεί οι μισθοί να έχουν μείνει στάσιμοι στην Αγγλία, όμως δεν συγκρίνονται με την Ελλάδα».

 Η δουλειά μας έχει τεράστια ευθύνη ώστε να την κάνεις με επιπλέον περιορισμούς και χωρίς να έχεις τον έλεγχο συνέχεια. 

Η ίδια με τον σύζυγό της έφυγαν «σχετικά μεγάλοι. Προηγουμένως όμως είχαμε κάνει τα βιογραφικά μας φέιγ-βολάν για το ΕΣΥ και στην επαρχία, όμως δεν απαντούσε κανείς, αφού αυτές οι θέσεις κρίθηκαν ύστερα από έξι χρόνια».

Πάντως έδωσαν μια δεύτερη ευκαιρία στην Ελλάδα, καθώς λίγο αφότου πήγαν στην Αγγλία, επέστρεψαν σε μια ελληνική επαρχιακή πόλη, όπου «το επίπεδο εργασίας ήταν ανυπόφορο, δεν ήταν ιατρική αυτό που συνέβαινε. Δεν ήταν κοντά σε αυτό που θέλαμε να κάνουμε» κι έτσι επέστρεψαν στο Λονδίνο όπου παρέμειναν έως το 2018.

Πλέον εργάζεται σε ένα δημόσιο νοσοκομείο στο Ουόρδινγκ και ο άντρας της στο Μπράιτον. Η σκέψη της επιστροφής στην Ελλάδα έχει εγκαταλειφθεί πλήρως: «Θα γυρίσουμε μόνο με τη σύνταξη. Εχουμε στήσει εδώ τη ζωή μας, έχουμε κάνει οικογένεια και υπάρχει επαγγελματική εξέλιξη. Η νοσταλγία για την Ελλάδα υπάρχει μόνο σε προσωπικό επίπεδο. Αλλωστε δεν θα ερχόμουν σε μια χώρα όπου υπάρχουν μεγαλύτερες ελλείψεις προσωπικού από την Αγγλία. Η δουλειά μας έχει τεράστια ευθύνη ώστε να την κάνεις με επιπλέον περιορισμούς και χωρίς να έχεις τον έλεγχο συνέχεια».

«Οταν ήρθα ήμασταν 200 Ελληνες γιατροί, τώρα είμαστε 2.500»

Ο Μιχάλης Τρουλινάκης σπούδασε ιατρική στο Ηράκλειο, όμως αποφάσισε να κάνει την ειδικότητά του στη Γερμανία, καθώς όπως αφηγήθηκε στην «Κ», η εναλλακτική του, ήταν να «βρίσκομαι για χρόνια σε αναμονή στην Ελλάδα. Πήγα στη Γερμανία με στόχο να κάνω μέρος της ειδικότητας και να επιστρέψω. Αυτό όμως δεν έγινε ποτέ».

Αφότου ολοκλήρωσε την ειδικότητά του στο Αμβούργο, πήγε στο Εσεν, όπου εργάζεται εδώ και 14 χρόνια ως ορθοπαιδικός χειρούργος, πλέον ως αναπληρωτής διευθυντής στον τομέα της ειδικής αρθροσκοπικής χειρουργικής και των αθλητικών κακώσεων στην κλινική Gelenk und Sport Klinik Rheinruhr.

Τα παιδιά του αποτελούν σημαντικό λόγο να μην επιστρέψουν με τη σύζυγό του στην Ελλάδα, προκειμένου «να μη τα βγάλουμε από το γερμανικό σχολικό περιβάλλον».

Πλέον έρχονται κυρίως νέα παιδιά που θεωρούν ότι θα λάβουν πολύ καλύτερη εκπαίδευση και θα έχουν πολύ καλύτερες οικονομικές απολαβές.

Δεν είναι όμως ο μοναδικός λόγος που προτιμά να βρίσκεται στη Γερμανία, καθώς «εδώ σου παρέχεται μεγάλη ασφάλεια που δεν έχεις στην Ελλάδα». Επίσης, το επίπεδο της νοσηλείας στο δημόσιο σύστημα υγείας είναι πολύ διαφορετικό μεταξύ των δύο χωρών: «Στην Ελλάδα αν σκίσεις τον χιαστό σου και πας στο Δημόσιο, πιθανόν να μην πάει καλά, εξαιτίας του υλικοτεχνικού εξοπλισμού και του πόσο αργά θα σου κλείσουν ραντεβού. Οπότε αναγκάζεσαι να πας σε ιδιώτη. Εδώ δεν συμβαίνει αυτό».

Οταν έφτασε στο Εσεν, οι Ελληνες γιατροί μόνο στο κρατίδιο της Βόρειας Ρηνανίας-Βεστφαλίας «ήμασταν το πολύ 200. Πλέον είμαστε 2.500. Πολλοί έχουν αποφασίσει να μείνουν εδώ, ενώ άλλοι έρχονται για την ειδικότητα. Πλέον έρχονται κυρίως νέα παιδιά που θεωρούν ότι θα λάβουν πολύ καλύτερη εκπαίδευση και θα έχουν πολύ καλύτερες οικονομικές απολαβές. Τα χρήματα που παίρνει ένας ειδικευόμενος στην Ελλάδα, μπορεί να είναι έως και τέσσερις φορές λιγότερα συγκριτικά με εδώ. Δεν υπάρχει μέτρο σύγκρισης. Κι αυτό χωρίς να κάνεις ιδιαίτερες υποχωρήσεις στη ζωή σου. Πέραν του καιρού».

            

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή