Στην περιστολή της γραφειοκρατίας και στη διεύρυνση των δυνατοτήτων ηλεκτρονικής εξυπηρέτησης των πολιτών αποσκοπεί ο νέος νόμος του υπουργείου Διοικητικής Μεταρρύθμισης που ψηφίστηκε τον περασμένο μήνα. Ωστόσο, ειδικοί σε θέματα της ηλεκτρονικής διακυβέρνησης και των σχέσεων κράτους – πολίτη εκφράζουν τις επιφυλάξεις τους για το κατά πόσον οι πιο φιλόδοξοι στόχοι του νέου νόμου μπορούν να επιτευχθούν.
Σύμφωνα με το άρθρο 12 του Ν. 4325/2015, αποκτά καθολική εφαρμογή η αυτεπάγγελτη αναζήτηση δικαιολογητικών (οι υπηρεσίες αναζητούν, αντί για τον πολίτη, τα αναγκαία πιστοποιητικά) σε όλες τις περιπτώσεις που απαιτούνται στις συναλλαγές πολίτη και Δημοσίου. Η σχετική εγκύκλιος, μάλιστα, δίνει στις υπηρεσίες προθεσμία έξι μηνών, έως τα μέσα Νοεμβρίου, για να συνδεθούν ηλεκτρονικά μεταξύ τους και να καταστήσουν λειτουργικό το μέτρο.
Ωστόσο, η αυτεπάγγελτη αναζήτηση έχει νομοθετηθεί και στο παρελθόν και όμως, οι πολίτες εξακολουθούν σε μεγάλο βαθμό να συλλέγουν μόνοι τους τα πιστοποιητικά. Οπως τονίζουν γνώστες του ζητήματος στην «Κ», «αυτό που ενδιαφέρει τους πολίτες όταν έρχονται σε επαφή με τη διοίκηση είναι να κάνουν τη δουλειά τους» – δεν θα απαιτήσουν την εφαρμογή νέων διαδικασιών αν αυτό κινδυνεύει να τους μπλέξει σε καθυστερήσεις.
Υπάρχει κι ένας ακόμα σημαντικότερος λόγος που, παρά τα τεράστια ποσά που έχουν σπαταληθεί από την εποχή του Β΄ Κοινοτικού Πλαισίου Στήριξης, δεν έχει προχωρήσει επαρκώς το μεγάλο έργο της διαλειτουργικότητας. Η παθογόνος δημόσια διοίκηση έχει καταφέρει να καθηλώσει την επέκταση του δικτύου.
Καφκικές διαδικασίες
«Παρά την άνευ προηγουμένου χρηματοδότηση από την Ε.Ε. για την ψηφιακή σύγκλιση κατά την περίοδο 2007-2014, ύψους 2,2 δισ. ευρώ, συν 800 εκατ. από το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο για τη διοικητική μεταρρύθμιση, οι δομές του κομματικού – πελατειακού κράτους έμειναν κατά βάσιν άθικτες», λέει στην «Κ» ο Παναγιώτης Καρκατσούλης, καθηγητής στην Εθνική Σχολή Δημόσιας Διοίκησης και βουλευτής Επικρατείας του «Ποταμιού». Η τεχνολογία που θα επέτρεπε την πραγματική απλοποίηση παραμένει όμηρος των καφκικών διαδικασιών του Δημοσίου. «Υπήρχαν 16 φορείς που παρακολουθούσαν τα έργα πληροφορικής», σημειώνει ο κ. Καρκατσούλης. «Αυτό αποτρέπει κάθε ουσιώδη συντονισμό και είναι η χαρά του απατεώνα».
Οπως αναφέρει ο Διομήδης Σπινέλλης, καθηγητής στο Τμήμα Διοικητικής Επιστήμης και Οικονομίας του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών, το 2010, ως γενικός γραμματέας πληροφοριακών συστημάτων, είχε εντοπίσει ότι «απαιτούνταν 20 βήματα απλώς και μόνον για την έναρξη υλοποίησης μιας επέκτασης ενός υπάρχοντος πληροφοριακού συστήματος με τη γρήγορη διαδικασία της απευθείας ανάθεσης. Μετά ακολουθούν η υλοποίηση, οι πληρωμές, ο έλεγχος, η παραλαβή προκειμένου να φτάσουμε στην παραγωγική λειτουργία». Στην περίπτωση που παρακολούθησε, όπως λέει, «χρειάστηκαν 16 μήνες, για να αποφασίσει τελικά το Ελεγκτικό Συνέδριο ότι η συγκεκριμένη ανάθεση δεν μπορούσε να γίνει».
Αν αυτό ακούγεται αποθαρρυντικό, η διαδικασία με χρηματοδότηση από την Ε.Ε. είναι «πολύ πιο σύνθετη και χρονοβόρος», σημειώνει ο κ. Σπινέλλης: «Περιλαμβάνει τη δημιουργία τεχνικού δελτίου έργου, έγκριση χρηματοδότησης, δημόσιο ανοικτό διαγωνισμό, ενστάσεις κ.λπ. Για να φτάσει έτσι ένα σύστημα σε παραγωγική λειτουργία χρειάζεται περίπου πέντε χρόνια».
Πηγές του υπουργείου Διοικητικής Μεταρρύθμισης σημειώνουν στην «Κ» ότι μπορούν οι ίδιες οι υπηρεσίες να προχωρήσουν τεχνικά τη διασύνδεση, χωρίς ανάθεση έργου. Αυτός θα ήταν όντως ο μόνος τρόπος να επεκταθεί επαρκώς το δίκτυο της διαλειτουργικότητας εντός εξαμήνου, αλλά ειδικοί εκφράζουν σκεπτικισμό σχετικά με το κατά πόσον υπάρχει η τεχνική ετοιμότητα στις υπηρεσίες για κάτι τέτοιο.
Μέσω email
Με τον νέο νόμο του υπουργείου Διοικητικής Μεταρρύθμισης καθίσταται επίσης υποχρεωτική η διακίνηση μέσω email εγγράφων και πληροφοριών στην επικοινωνία των φορέων του Δημοσίου μεταξύ τους. αλλά και με τους πολίτες και τις επιχειρήσεις (με τη ρητή τους συγκατάθεση). Επιπλέον, επεκτείνεται στα ΝΠΙΔ υπό τον έλεγχο του κράτους, στις ΔΕΚΟ και στις επιχειρήσεις των ΟΤΑ η υποχρέωση παροχής πρόσβασης σε έγγραφα και άλλες υποχρεώσεις του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας. «Οι ρυθμίσεις αυτές είναι σωστές, αλλά δεν υπάρχει κανένας πειστικός μηχανισμός επιβολής κυρώσεων αν δεν τηρηθούν», σημειώνει ο Π. Καρκατσούλης.
Πέρυσι την άνοιξη, εν τω μεταξύ, είχε καταργηθεί η υποχρέωση υποβολής πρωτότυπων ή επικυρωμένων αντιγράφων δημοσίων εγγράφων στις συναλλαγές με το Δημόσιο. Βάσει σχετικής εγκυκλίου της υπουργείου, ήταν πλέον δυνατή η διεκπεραίωση μιας υπόθεσης με την κατάθεση φωτοτυπιών των απαραίτητων εγγράφων. Ωστόσο, για αρκετούς μήνες, η διευκόλυνση παρέμενε στα χαρτιά, καθώς οι πολίτες δεν ήταν ενήμεροι για την αλλαγή και οι δημόσιοι υπάλληλοι αντιστέκονταν στον νέο τρόπο λειτουργίας.
Σήμερα, ωστόσο, έπειτα από σχετικά σεμινάρια για τους υπαλλήλους και επικοινωνιακές εκστρατείες για τους πολίτες, πηγές του υπουργείου αναφέρουν ότι η χρήση μη επικυρωμένων φωτοτυπιών είναι πλέον ο κανόνας. Οι ίδιες πηγές ισχυρίζονται ότι εφαρμόζεται συστηματικά η πρόβλεψη για δειγματοληπτικούς ελέγχους ανά τρίμηνο στο 5% τουλάχιστον των αντιγράφων που προσκομίζουν οι πολίτες, ώστε να επιβεβαιώνεται ότι δεν είναι πλαστά.