Η «άνοιξη» του ελληνικού κοσμήματος

Η «άνοιξη» του ελληνικού κοσμήματος

5' 25" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Είναι από τους ανθρώπους που ακτινοβολούν θετική ενέργεια. Γελάει διαρκώς. Κι όχι μόνο με το στόμα και τα μάτια, αλλά και με τους ώμους, τα χέρια – ολόκληρη! Ειδικά όταν μου δείχνει τα κοσμήματά της. Τα πολύ χαριτωμένα και προσιτά σε τιμή «Βραχιολάκια του μήνα», για αρχή. Αυτό του Φεβρουαρίου είναι λίγο vintage, με ένα μισοφέγγαρο και αστεράκια. «Στα χρόνια του Μεσοπολέμου υπήρχε η μόδα του “Paper Moon”. Στα στούντιο υπήρχαν μεγάλα χαρτονένια μισοφέγγαρα και πάνω τους κάθονταν οι φωτογραφιζόμενοι για να ποζάρουν», μου εξηγεί. Επειτα φέρνει να δω τα «Κλαδιά», μια πρωτότυπη σειρά από μπρούντζο (επιχρυσωμένο ή με μαύρο επιπλατίνωμα) και τα «Ελατήρια», υπέροχα δαχτυλίδια που προσαρμόζονται άψογα στα δάχτυλα και ακολουθούν τις κινήσεις τους.

Η Δάφνη Παπαθανασοπούλου είναι μόλις 28 ετών. Αλλά έχει καταφέρει να κάνει ευδιάκριτη τη «γραφή» της στον σχεδιασμό κοσμημάτων. Δεν είχε στο μυαλό της να ασχοληθεί επαγγελματικά μ’ αυτό το αντικείμενο. Σπούδασε κοινωνιολογία στο Πάντειο. Ομως η μητέρα της ασχολείται κι αυτή με το κόσμημα, από άλλο… μετερίζι. Είναι η Μαριάννα Πετρίδη, ιδιοκτήτρια του ομώνυμου καταστήματος του Κολωνακίου. Από τη μια πλευρά, λοιπόν, υπήρχαν οι επιρροές: η Δάφνη, ουσιαστικά, μεγάλωσε μέσα στα κοσμήματα. Κι από την άλλη ενέσκηψε η κρίση.

«Το 2007 σχεδίασα τα πρώτα κομμάτια μου. Τα συμπτώματα της ύφεσης δεν ήταν ακόμα ορατά, αλλά το ένιωθες πως κάτι ζοφερό πλησίαζε. Θέλησα, λοιπόν, να στηρίξω την οικογενειακή επιχείρηση. Η άλλη επιλογή ήταν να φύγω στο εξωτερικό, όπως οι περισσότεροι φίλοι μου. Αποφάσισα να μείνω και να δώσω τη μάχη μου…». Δεν το μετανιώνει. Σήμερα εξακολουθεί να δημιουργεί, πειραματιζόμενη συνεχώς με τις φόρμες και τα υλικά. «Δεν ακολουθώ τη μόδα», διευκρινίζει. «Προσπαθώ να αγγίζω την εποχή, αλλά με “πινελιές”, υπαινικτικά. Θέλω τα κοσμήματά μου να έχουν διαχρονικότητα και όχι ημερομηνία λήξης».

Μια ολόκληρη γενιά παλεύει να βρει διέξοδο στη δημιουργικότητά της. Και, φυσικά, να εξασφαλίσει τα προς το ζην. Συνδέεται αυτή η ανάγκη με την «άνοιξη» του ελληνικού κοσμήματος; Κι αν ναι, με ποιον τρόπο;

«Φυσικά! Το σύγχρονο ελληνικό κόσμημα ανοίγει δρόμους, δίνει λύσεις, ακριβώς λόγω κρίσης. Οχι μόνο στους δημιουργούς του αλλά και στους αποδέκτες του», λέει η ιστορικός τέχνης Ιρις Κρητικού. «Εννοώ ότι αν δεν έχω χρήματα να αγοράσω ένα ακριβό κομμάτι του τάδε ξένου οίκου, θα προτιμήσω μια πιο προσιτή δημιουργία, η οποία όμως θα έχει μοναδικότητα και θα χαρακτηρίζεται από άριστη διαχείριση του υλικού.

Να σου δώσω ένα παράδειγμα: η Κρητικιά Βούλα Καραμπατζάκη έχει γιαγιά υφάντρια. Σε ό,τι φτιάχνει αφομοιώνει όλη την παράδοση του τόπου της. Ή η Γεωργία Γκρεμούτη που συμμετέχει στη φετινή έκθεση του Μουσείου Λαλαούνη: κάνει γλυπτική σε χαρτί και φτιάχνει εκπληκτικά πράγματα».

Ισως κάποιοι το αγνοούν, αλλά η Ελλάδα έχει μεγάλη παράδοση στο κόσμημα.

Εν αρχή ην η Μαρουλίνα (1908-1997): Αυτοδίδακτη καλλιτέχνης, συνδύαζε ευτελή και ακριβά υλικά (κοχύλια, χάντρες, δέρμα, χρυσό κορδόνι, μαργαριτάρια, πολύτιμες και ημιπολύτιμες πέτρες, ασήμι και χρυσό) στις δημιουργίες της. Σχεδόν ταυτόχρονα μεγαλούργησαν στην αγορά ο Ζολώτας και ο Λαλαούνης. Ακολούθησαν πολλοί και αξιόλογοι: από τον Βερυκοκάκη, τον Μαραθιανάκη και τον Βουράκη, μέχρι τον Τάκη και τη Στέλλα Καβαλλιεράτου ή την Πιερρέττα Λορεντζάτου, που «πάντρεψε» παραδοσιακά μοτίβα με το ευρωπαϊκό ντιζάιν. Ολοι αυτοί άφησαν επιγόνους.

Σε αυτούς σίγουρα περιλαμβάνονται όσοι συμμετέχουν στο «A Jewel Made in Greece», την ευέλικτη πλατφόρμα που δημιούργησε η «ανήσυχη» Μαίρη Σαμόλη, δίνοντας «βήμα» σε δεκάδες Ελληνες σχεδιαστές-παραγωγούς σύγχρονου κοσμήματος. Φέτος, αρχής γενομένης από τις 25 Φεβρουαρίου (έως τις 29), θα παρουσιάσουν για τρίτη φορά τη δουλειά τους στην Τεχνόπολη του Δήμου Αθηναίων. «Πρόκειται για ξεχωριστή, δημιουργική παρέα», τονίζει η κ. Κρητικού, η οποία είναι σύμβουλος της διοργάνωσης. «Ανταλλάσσουν πληροφορίες, στηρίζουν ο ένας τον άλλον, ανεβάζουν ολοένα και περισσότερο τον πήχη, έχουν αποκτήσει συνείδηση ότι δημιουργούν ένα νέο brand: το ελληνικό κόσμημα του 21ου αιώνα».

Η Ελενα Καπομπασοπούλου θα είναι στην Τεχνόπολη. Μιλήσαμε όμως από τη Νέα Υόρκη όπου βρισκόταν. Είπαμε, το κόσμημα ανοίγει δρόμους – και στην άλλη όχθη του Ατλαντικού! Σύντομα, κοσμήματά της θα βρίσκονται στο πωλητήριο του Design Museum της αμερικανικής μητρόπολης. Αφετηρία της; Η αρχιτεκτονική. Αποφοίτησε με άριστα από το τμήμα Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του Πανεπιστημίου Πατρών το 2009. Το 2011 ολοκλήρωσε με τιμητική διάκριση τις μεταπτυχιακές σπουδές της στο νεοϋρκέζικο Columbia University. Πώς βρέθηκε στον χώρο του κοσμήματος; «Πιστεύω πως καθένας μπορεί να σχεδιάσει κοσμήματα, όπως καθένας μπορεί να σχεδιάσει και μια κατοικία», λέει. «Εμένα με γοήτευσε το αρχιτεκτονικό κόσμημα, που είναι μια κατηγορία από μόνο του». Και πώς ορίζεται; «Το υλικό που χρησιμοποιώ είναι το σκυρόδεμα, το γνωστό μπετόν. Μέσα από το επάγγελμά μου έχω γνωρίσει τη συμπεριφορά του και θαυμάζω τις ιδιότητές του. Εχει εκτιμηθεί πολύ από τους αρχιτέκτονες, όμως έχει αδικηθεί από τον υπόλοιπο κόσμο.

Χρησιμοποιείται εκτενώς στην κατασκευή, αλλά θεωρείται ψυχρό, απροσέγγιστο, γι’ αυτό και επενδύεται ή βάφεται. Τα κοσμήματά μου έχουν στόχο να προσδώσουν στο μπετόν αισθητική ποιότητα…»

Με υλικό το μάρμαρο

H Ξένια-Νεφέλη Βλάχου είναι μία ακόμα χαρακτηριστική περίπτωση νέας σχεδιάστριας κοσμημάτων. Αφού σπούδασε styling, πατρόν και fashion design, και εργάστηκε ως πατρονίστ σε μία εταιρεία, αποφάσισε να καταπιαστεί με μία επίσης απρόσμενη πρώτη ύλη: το μάρμαρο – το οποίο δουλεύει μαζί με χρυσό και ασήμι! Η σειρά Marmarometry, την οποία δημιούργησε, βγήκε στην αγορά μόλις πριν από έναν χρόνο. Τι τη γοητεύει σε αυτό το υλικό; Κατ’ αρχήν η πρόκληση: δουλεύεται δύσκολα, αλλά το αποτέλεσμα αξίζει τον κόπο, όπως εξηγεί. Αλλά κυρίως η μοναδικότητά του. Κανένα κομμάτι μάρμαρου δεν μοιάζει με το άλλο, ακόμα κι αν προέρχονται από την ίδια πλάκα.

Η Δανάη Γιαννέλη δε συμμετέχει στην έκθεση «A Jewel Made in Greece». Είναι όμως μία από τις πιο ταλαντούχες και ενδιαφέρουσες εκπροσώπους του σημερινού ελληνικού κοσμήματος. Ξεχωριστή και η δική της πορεία. Σπούδασε δημόσια διοίκηση στο Πάντειο. Εκανε μεταπτυχιακό στο Λονδίνο. Επέστρεψε στην Ελλάδα και έπιασε δουλειά σε μεγάλη εταιρεία, στον τομέα του μάρκετινγκ. «Οσο ανέβαινα, το δημιουργικό κομμάτι γινόταν ολοένα και μικρότερο. Αρχισα να ασφυκτιώ». Παραιτήθηκε και αποφάσισε να ασχοληθεί με το κόσμημα.

Μάλλον έπαιξαν ρόλο σε αυτό τα γονίδια. Ο πατέρας της ήταν γιατρός αλλά είχε πάθος με την καλλιγραφία. Οταν ήταν μικρή, καθόταν με τις ώρες δίπλα του και τον παρατηρούσε. Τη δική του καλλιτεχνική ευαισθησία κληρονόμησε. Κι αν προσέξει κανείς, τα κοσμήματά της θυμίζουν μονοκοντυλιές. Σαν να γράφει με χρυσό ή ασήμι.

Μαθήτευσε στο πλευρό του Δημήτρη Νικολαΐδη. Πρώτη δημιουργία της ήταν ένα κόσμημα για τον λαιμό –το σύμβολο του απείρου σε χρυσό– που είναι μέχρι σήμερα ανάμεσα στα ευπώλητα της γκάμας της. Τι ετοιμάζει τώρα; Από τον πάγκο του εργαστηρίου της φέρνει ένα σακουλάκι. «Δες, αυτά είναι κοχυλάκια που μάζεψα από την παραλία του Κόλπου της Γέρας, στο νησί μου, τη Μυτιλήνη. Πάνω τους θα “πατήσουν” τα καλούπια για την καλοκαιρινή μου σειρά», λέει. «Δε μυρίζουν θάλασσα;».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή