Εισβολή στο Αφγανιστάν την άνοιξη του 2002

Εισβολή στο Αφγανιστάν την άνοιξη του 2002

6' 6" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Με τους ισχυρότερους βομβαρδισμούς κυρίως στο βόρειο τμήμα της χώρας, οι Αμερικανοί και οι σύμμαχοί τους δίνουν σαφώς το στίγμα του βασικού στρατιωτικού τους σχεδίου έναν μήνα περίπου από την έναρξη των πολεμικών επιχειρήσεων: επιδιώκουν την εξασθένηση των δυνάμεων και των θέσεων των Ταλιμπάν, προκειμένου να ενεργήσουν με περισσότερη άνεση οι δυνάμεις της Βόρειας Συμμαχίας, οι οποίες ενδεχομένως θα έχουν και την ενεργό υποστήριξη των ειδικών δυνάμεων ΗΠΑ και Μεγάλης Βρετανίας, ακόμη και της Τουρκίας.

Προς την κατεύθυνση αυτήν, άλλωστε, κινείται και η δήλωση ενός εκ των βασικών πολεμάρχων της Βόρειας Συμμαχίας, του Ουμπέκου Ντοστάμ, ο οποίος δήλωσε ότι «είμαστε έτοιμοι ανά πάσα στιγμή να ξεκινήσουμε μαζική επίθεση». Εξάλλου, για τον καλύτερο συντονισμό όλων των ενεργειών βρίσκεται και στις χώρες βόρεια του Αφγανιστάν ο στρατηγός Τόμι Φρανκς, ανώτατος διοικητής των δυνάμεων στον πόλεμο του Αφγανιστάν, ο οποίος συναντήθηκε με τον στρατηγό Μοχάμεντ Φαχίμι, στρατιωτικό διοικητή των δυνάμεων της Βόρειας Συμμαχίας, με τον οποίο επεξεργάσθηκε επιχειρησιακά σχέδια αλλά κυρίως σχέδια συντονισμού ενεργειών. Οι παραπάνω εξελίξεις αποτελούν συνέχεια των επαφών και συμφωνιών που είχαν η Μεγάλη Βρετανία και οι ΗΠΑ οι οποίες συζήτησαν σχέδια ανάπτυξης ευρείας κλίμακας εισβολής με χερσαίες δυνάμεις στο Αφγανιστάν, από τα βόρεια σύνορα της χώρας. Η πληροφορία έχει επιβεβαιωθεί και από πηγές του Αμερικανικού Πενταγώνου, αλλά οι προοπτικές μιας τέτοιου είδους ενέργειας διεφάνησαν από την κοινή συνέντευξη Τύπου που έδωσαν αυτήν την εβδομάδα ο Αμερικανός υπουργός Αμυνας, Ντόναλντ Ράμσφελντ και ο Βρετανός ομόλογός του Τζεφ Χουν.

Οι ίδιες πηγές, ωστόσο, κατέστησαν γνωστό ότι η εισβολή δεν μπορεί να αρχίσει πριν από την άνοιξη του 2002 και εφ’ όσον οι αεροπορικοί βομβαρδισμοί, οι μελλοντικές επιχειρήσεις με ειδικές δυνάμεις και οι προσπάθειες απόσχισης των Παστούν από τους Ταλιμπάν αποτύχουν να προκαλέσουν κατάρρευση του καθεστώτος. Οι δύο υπουργοί συζήτησαν και επεξεργάστηκαν διάφορα σχέδια και σενάρια, εν όψει της δύσκολης περιόδου που αρχίζει, αφού σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις οι Ταλιμπάν φαίνεται να αντέχουν και ο χειμώνας πλησιάζει γρήγορα, γεγονός που μπορεί να αναστείλει την πολεμική δραστηριότητα ή να την περιορίσει μόνο σε αεροπορικές επιχειρήσεις. Στο πολεμικό μέτωπο, που έκλεισε την 25η ημέρα των επιχειρήσεων, πολεμικά αεροπλάνα βομβάρδισαν τρία χωριά των Ταλιμπάν στα βόρεια σύνορα της χώρας, τα Καλάι Νάσρο, Καλάι Γκουλάι και Σταργκές, όλα σε απόσταση περίπου 40 χιλιομέτρων βόρεια της αφγανικής πρωτεύουσας Καμπούλ. Επίσης επλήγη και ένα χωριό 10 χιλιόμετρα από τα σύνορα Τατζικιστάν Αφγανιστάν. Πάντα σε ό,τι αφορά το πολεμικό μέτωπο ο πρόεδρος Μπους κάλεσε άλλους 50.000 εφέδρους, έχοντας πάντα την έγκριση του Κογκρέσου να φθάσει μέχρι του αριθμού του 1.000.000 ανδρών στον πόλεμο κατά της τρομοκρατίας και του Αφγανιστάν. Εξάλλου, για τρίτη ημέρα τα υπερφρούρια Β-52 βομβάρδισαν πολλές θέσεις των Ταλιμπάν, ενώ αποκαλύφθηκε ότι η καθυστερημένη εμπλοκή τους οφειλόταν στον ενδοιασμό για τις καταστροφές που προκαλούν. Δεν είναι τυχαίο ότι για πρώτη φορά ανακοινώθηκε μια σημαντική καταστροφή, αυτή του υδροηλεκτρικού φράγματος του Λασκάρ Γκαχ, από το οποίο ηλεκτροδοτείται η πόλη Κανταχάρ και η επαρχία Χελμάντ, αλλά και αρδεύονται μεγάλες αγροτικές εκτάσεις την ίδια ώρα που η Ουάσιγκτον ανέφερε ότι οι Ταλιμπάν έχουν αποκοπεί επικοινωνιακά και αδυνατούν να ανασυνταχθούν..

Φόβοι λόγω φτωχών αποτελεσμάτων…

Επειτα από 25 μέρες στρατιωτικής εκστρατείας στο Αφγανιστάν, αρχίζουν να υψώνονται ανήσυχες φωνές για το πώς εξελίσσονται τα πράγματα. Η απουσία μιας καθαρής επιτυχίας από τις πρώτες ώρες της εκστρατείας, σε συνδυασμό με την προφανή ανάσχεση της αμερικανικής υποστήριξης στη Βόρεια Συμμαχία, ωθεί κάποιους να πιστεύουν ότι δεν γίνεται χρήση ικανοποιητικής στρατιωτικής δύναμης.

Σ’ ένα άλλο μέτωπο, ορισμένες κυβερνήσεις αγωνίζονται να καθησυχάσουν την κοινή γνώμη, η οποία δυσανασχετεί, βλέποντας την ισχυρότερη στρατιωτική δύναμη του κόσμου να βομβαρδίζει ένα από τα φτωχότερα κράτη, αυξάνοντας έτσι τις υφιστάμενες πιέσεις για την επίδειξη αποτελεσμάτων.

Οι ΗΠΑ είχαν προειδοποιήσει ότι η επίτευξη του απώτερου στόχου, της καταστροφής των τρομοκρατικών δικτύων και εκείνων, που τα υποθάλπουν, συμπεριλαμβανομένου του καθεστώτος Ταλιμπάν, θα απαιτήσει ένα νέο είδος πολέμου, χωρίς συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα και χωρίς γρήγορα αποτελέσματα. Ανώτατοι αξιωματούχοι δήλωσαν ότι θα ήταν δύσκολο, δεν θα ακολουθούσε γνωστές μεθόδους και θα περιλάμβανε επιχειρήσεις, που δεν θα γίνονταν δημοσίως γνωστές.

Ο Ντόναλντ Ράμσφελντ, ο υπουργός Αμύνης δήλωσε προχθές ότι η εκστρατεία «σημειώνει καλή πρόοδο». Μιλώντας στο NBC, ο κ. Ράμσφελντ τόνισε: «Είπαμε από την αρχή ότι θα χρειαστούν χρόνια, όχι εβδομάδες ή μήνες δεν πρόκειται για κάτι γρήγορο και εύκολο, που μπορεί να τελειώσει στο πλαίσιο ενός τηλεοπτικού ημίωρου».

Ωστόσο, ο γερουσιαστής Τζον ΜακΚέιν επέμεινε ότι οι Αμερικανοί δεν μπορούν να νικήσουν το καθεστώς των Ταλιμπάν και τους τρομοκράτες της Αλ-Κάιντα, επαναπαυόμενοι στις αεροπορικές επιθέσεις. «Κανένας πόλεμος, που γνωρίζω δεν κερδήθηκε ποτέ μόνο με την αεροπορική ισχύ», δήλωσε ο βετεράνος του πολέμου του Βιετνάμ.

Ανώτεροι αξιωματούχοι έχουν πει ότι ενδεχομένως να εγκατασταθούν προσωρινές βάσεις για την υποστήριξη της δράσης των ειδικών δυνάμεων. Είναι όμως πιθανόν ότι θα συνεχιστεί ο συνδυασμός των αεροπορικών επιθέσεων με τις χερσαίες δυνάμεις. Ανώτεροι αξιωματικοί του στρατού εκτιμούν ότι αυτή είναι μια λογική προσέγγιση και εφιστούν την προσοχή στο γεγονός ότι δεν πρέπει να περιμένει κανείς πάρα πολλά, μόλις δυο μήνες μετά τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου. Μετά την εισβολή του Ιράκ στο Κουβέιτ, τον Αύγουστο του 1990, πέρασαν πέντε μήνες, πριν αρχίσουν οι εντατικοί βομβαρδισμοί εναντίον του Ιράκ, τον Ιανουάριο. Ο χερσαίος πόλεμος δεν άρχισε παρά 40 μέρες αργότερα και διήρκεσε μόλις τέσσερις. Η αεροπορική εκστρατεία του ΝΑΤΟ εναντίον της Σερβίας το 1999 διήρκεσε 78 ημέρες και ήταν ένας μόνο παράγοντας, που συνέβαλε στο να μεταπειστεί το Βελιγράδι και να επιτρέψει την ανάπτυξη ειρηνευτικής δύναμης στο Κοσσυφοπέδιο.

«Η πρόοδος υπήρξε αξιοσημείωτη», παρατήρησε ο Βρετανός πτέραρχος εν αποστρατεία σερ Τίμοθι Γκάρντεν. «Οι άνθρωποι είναι συνηθισμένοι να παρακολουθούν ένα θέαμα μιας ώρας με ευχάριστο τέλος. Οι πόλεμοι δεν είναι κάτι τέτοιο». Κάποιοι από τους στόχους επιτεύχθηκαν, όπως η καταστροφή των στρατοπέδων εκπαίδευσης και η εδραίωση της δυνατότητας διαρκούς παρακολούθησης των κινήσεων στο έδαφος. Η Ουάσιγκτον επέλεξε να αρχίσει με πόλεμο φθοράς, προκειμένου να ασκήσει πίεση στο καθεστώς των Ταλιμπάν. Το σχέδιο του Πενταγώνου όμως είναι κατά τα φαινόμενα ευέλικτο: περιμένει να δει τι θα συμβεί αποτέλεσμα της πίεσης και θα συνεχίσει με μια σειρά από πιθανές ενέργειες.

Ο Μισέλ Φλουρνόι του Κέντρου Στρατηγικών και Διεθνών Μελετών στην Ουάσιγκτον είπε: «Νομίζω ότι αυτό, που ανακάλυψαν, είναι ότι κάποιες από τις αρχικές εκτιμήσεις τους, για το πόσο γρήγορα θα μπορούσαν να διασπάσουν τους Ταλιμπάν, αποδείχθηκαν υπερβολικά αισιόδοξες. Είναι σαφές ότι το Πεντάγωνο υποτίμησε τις πιθανότητες αντίστασης των Ταλιμπάν. Πριν από δυο εβδομάδες, ανακοίνωσε ότι οι δυνάμεις των ανταρτών θα καταλάμβαναν τη στρατηγικής σημασίας πόλη Μαζάρ-ι-Σαρίφ μέσα σε δυο μέρες. Αμερικανοί αξιωματούχοι έλεγαν ότι η μαχητική μηχανή των Ταλιμπάν έχει «ακρωτηριαστεί», αλλά η πόλη δεν έχει καταληφθεί ακόμη.

Αδιευκρίνιστοι στόχοι

Με αυτά τα δεδομένα, στρατιωτικοί αναλυτές διατείνονται ότι θα ήταν ανοησία να βιαστούν να εμπλακούν σε μια μεγάλη χερσαία αντιπαράθεση χωρίς συγκεκριμένους στόχους. «Μπορείς να χρησιμοποιήσεις μια στρατιωτική δύναμη μόνο, αν έχεις στόχους για να τη χρησιμοποιήσεις», δήλωσε χαρακτηριστικά, ο υποναύαρχος Ρίτσαρντ Κόμπολντ.

Η πιο αμφίβολη προοπτική της εκστρατείας έχει να κάνει με τον βαθμό στήριξης που θα παράσχουν οι Αμερικανοί στη Βόρεια Συμμαχία. Η γραμμή του Πενταγώνου είναι ότι έχει δικά του σχέδια, αλλά ενισχύει τη Συμμαχία με όπλα και πυρομαχικά και βομβαρδίζει τις πρώτες γραμμές του μετώπου των Ταλιμπάν.

Στρατιωτικοί αναλυτές, ωστόσο, πιστεύουν ότι είναι κατανοητή η τακτική του Πενταγώνου, επειδή η Ουάσιγκτον επιθυμεί τη συμμετοχή όλων των αφγανικών κοινοτήτων σε μια μελλοντική κυβέρνηση, κι όχι μόνο από τη συμμαχία. «Η στρατηγική απαιτεί να μην προχωρήσεις σε μια γρήγορη στρατιωτική νίκη, αν δεν έχεις να αντικαταστήσεις τους Ταλιμπάν με κάτι άλλο», επισημαίνει ο υποναύαρχος Κόμπολντ.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή